ΑΡΘΡΑ

 

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΑΙΟΙ ΑΡΤΟΠΟΥΛΑΣ

(χωρίς συγγένεια μεταξύ τους-κοινώς φάρες)

Του Μιχαήλ Ν. Παπαδόπουλου

1.     Παπαδόπουλος Κώστας (Πουρνάρας)

2.     Παπαδόπουλος Χρήστος (Χρήστο Πέτρης - Ναστάση Πέτρης – Κώστα Πέτρης – Γληγόρη Γιώτης – Γάκη Πέτρης – Μήτρο Μπόρος)

3.     Παπαδόπουλος Γιώργος (Γιώργο Λάμπρος)

4.     Παπαδόπουλος Ιωάννης (Γιάννη Παππάς)

5.     Παπαδόπουλος Παύλος (Παύλο Κώστας)

6.     Παπαδόπουλος Ηλίας (Ηλία Παππάς, Σπύρο Λίας)

7.     Παπαδόπουλος Ιωάννης (Θόδωρ΄ Γιάννης, Νάσιο Γιάννης)

8.     Παπαδόπουλος Μιχάλης (Μίχο Γιώρης, Κώστα Γιώρης)

9.     Παπαδόπουλος Χρήστος (Χρήστο Σπύρος-Λαμπράκης)

10. Παπαδόπουλος Θωμάς (Θωμά Παππάς, Αντώνης ΔΕΗ)

11. Παπαδόπουλος Διονύσης (Νόνιος-Χρύσω)

12. Παπαδόπουλος Σπύρος (Γιώργο Σπύρος, Χρήστο Σπύρος)

13. Παπαδόπουλος Γιώργος (Αναγνώστη Γιάννης)

14. Παπαδόπουλος Σταύρος (Νικολά Σταύρος, Λουκάς Σταύρος)

15. Παπαδόπουλος Παναγιώτης (Βαγγέλη Γιώτης)

ΥΔΡΕΥΣΗ ΣΤΑ ΓΙΑΝΝΙΝΑ.

-ΚΑΠΟΤΕ Η ΠΟΛΗ ΕΠΙΝΕ ΝΕΡΟ ΑΠΟ ΤΗ ΛΙΜΝΗ-

Του Βασίλη Ντάκη

Η λίμνη σχηματίζεται από τα ύδατα τριών κυρίως πηγών (Ντραμπάντοβας, Σεντενίκου και Κρύας), που αναβλύζουν στους πρόποδες του Μιτσικελίου και έχει ακόμη περίπου 165 υπόγειες πηγές. Η λεκάνη απορροής της λίμνης καταλαμβάνει έκταση περίπου 355 τετραγωνικών χιλιομέτρων με υψηλότερο σημείο τα 1810 μέτρα. Το πλεονάζουν νερό της λίμνης υπερχειλίζει και μέσω τάφρου, που βρίσκεται στη περιοχή του Περάματος. οδηγείται στον ποταμό Καλαμά. Δίκτυο ύδρευσης η πόλη των Ιωαννίνων άρχισε να αποκτά λίγο πριν από τον β’ παγκόσμιο πόλεμο. Μέχρι τότε, τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα (με αρρώστιες όπως ο τύφος να μη λείπουν). Στα μέσα του 19ου αιώνα, όπως μας πληροφορεί ο ιστοριοδίφης Παναγιώτης Αραβαντινός στο έργο του «Η Χρονογραφία της Ηπείρου», οι κάτοικοι «πίνουσι τον χειμώνα και τα λιμναία ύδατα, διότι καλής και αρεστής γεύσεως και ποιότητος εισί». Υπάρχουν αναφορές για «εφόδους» στο μέσο της λίμνης για τη συλλογή νερού. Οι προνομιούχοι Γιαννιώτες πήγαιναν απέναντι, στις πηγές της Ντραμπάτοβας και Σεντενικου. Εμείς πάνω από την Κιάφα διακρίναμε τα πέντε ποτάμια (λουρίδες) που είχε η λίμνη. Παίρναμε τα γκιούμια ..πηγαίναμε στον Λασπότοπο και με μπάνιο φτάναμε σε μια από αυτές τις λουρίδες…. Εκεί το νερό κυλούσε και ήταν τόσο διαυγές που φαινόταν πεντακάθαρα τα φύκια κ.τ.λ. Το είχαμε σαν παιχνίδι . Εκεί γεμίζαμε τα γκιούμια νερό για πόση. Στα οθωμανικά Γιάννενα, ύδρευση σήμαινε κυρίως πηγάδια, τα οποία τραβούσαν νερό είτε από τη λίμνη είτε από διάφορα δημόσια σημεία διανομής. Για την εξυπηρέτηση των πολιτών, οι οποίοι δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα για ιδιωτικό πηγάδι, υπήρχαν τα δημόσια πηγάδια και βρύσες, που συνήθως βρίσκονταν κοντά στα τζαμιά.

Τη δουλειά του εφοδιασμού των δημόσιων πηγαδιών, την έκαναν δύο υδρευτικά συστήματα που συνέλεγαν τα νερά από τη γύρω περιοχή και τα έφερναν προς την πόλη. Το ένα βρισκόταν στη βόρεια πλευρά και το άλλο στη νότια πλευρά των Ιωαννίνων. Τη δεκαετία του ’50, κατά τη διαπλάτυνση του δρόμου που οδηγεί σήμερα στο νοσοκομείο «Χατζηκώστα», είχε βρεθεί μια υπόγεια στοά. Όπως αναφέρει ο αρχαιολόγος Σωτήρης Δάκαρης στην εργασία του «Η ύδρευση των Ιωαννίνων στα χρόνια της τουρκοκρατίας» («Ηπειρωτική Εστία 1953»), η ανασκαφή έδειξε ότι επρόκειτο για τουρκικό πήλινο υδραγωγό, που μάζευε τα νερά της βορειοδυτικής ορεινής περιοχής και τα οποία προορίζονταν για τις κρήνες της πόλης. Στην ίδια εργασία, γίνεται λόγος και για ένα νοτιοδυτικό υδρευτικό σύστημα, το οποίο κατέληγε σε δύο ημιυπόγειες δεξαμενές κοντά στον σημερινό χώρο της πρώην Ζωσιμαίας Παιδαγωγικής Ακαδημίας, κι από κει με αγωγούς στις δημόσιες κρήνες. Δεν επρόκειτο για τεράστιες δεξαμενές. Η κάθε δεξαμενή εκτιμάται ότι δεν χωρούσε πάνω από 100 κυβικά μέτρα νερού.

Το 1902, στα Γιάννενα, σύμφωνα με έναν χάρτη του Παναγιώτη Τζαμακλή, υπήρχαν 41 δημόσια πηγάδια και δύο δημόσιες πηγές. Ο λόγιος Δημήτρης Σαλαμάγκας καταγράφει, από την πλευρά του, τις διάσημες βρύσες. Η πιο γνωστή ήταν η Βρύση του Παζαριού, δίπλα από το Μπαϊρακλή τζαμί στην οδό Ανεξαρτησίας. Πιο κάτω, στο Γυαλί Καφενέ, υπήρχε επίσης μια άλλη βρύση με τέσσερις κρουνούς. Γνωστή επίσης βρύση ήταν και η Ξερόβρυση, στην άλλη μεριά της πόλης, στη συμβολή των σημερινών οδών Ρώμα και Κουγκίου, λεγόμενη τότε Διακονοβίτσα. Μια ακόμη περίτεχνη βρυση με σκεπή στην Βρυσούλα στα σύνορα με την Ανατολή, είχε πέντε κρουνούς και δυο πέτρινες κουρίτες για τα ζώα. Την κατέστρεψαν δυστυχώς για διάνοιξη δρόμου.

Με την απελευθέρωση των Ιωαννίνων, ο εξευρωπαϊσμός της πόλης και η μέριμνα για δημόσια υγεία αποτέλεσαν πρώτη προτεραιότητα. Ωστόσο, οι διαδικασίες για ένα ολοκληρωμένο σύστημα ύδρευσης άργησε αρκετά. Μόλις το 1935, το δημοτικό συμβούλιο της πόλης πήρε την απόφασή του για την κατασκευή ενός δικτύου ύδρευσης που θα έπαιρνε νερό από τις πηγές της Κρύας. Πριν την απόφαση αυτή, το δημοτικό συμβούλιο είχε ταλαιπωρηθεί αρκετά για να αποφασίσει μεταξύ των πηγών Κρύας ή Σεντενίκου, τις οποίες είχαν υποδείξει μελετητές. Οι πηγές Κρύας αποτελούν μέχρι και σήμερα τις πηγές από όπου υδρεύεται η πόλη των Ιωαννίνων. Β. Αγγελή.

ΦΩΤΟ 1η. Το νερό το έφερναν οι βάρκες από τις πηγές της Ντραμπάντοβας & Σεντενίκου. Πάνω δεξιά η χαμάλα φορτωμένη με βαρέλια έτοιμη για διανομή ανά την πόλη. 

ΦΩΤΟ 2η. Παραλαβή φόρτωμα και κουβάλημα του νερού από την Ντραμπάτοβα και Σεντενίκου σε ημίονους από ιδιώτες.


 ΦΩΤΟ 3η. Δεκαετία του '30, Μώλος, Γιάννενα. Η Δημοτική υδροφόρα γεμίζει νερό απ΄ τη λίμνη.

ΦΩΤΟ 4η. Η ΠΗΓΗ ΤΗΣ ΝΤΡΑΜΠΑΤΟΒΑΣ ΤΟΤΕ.

 ΦΩΤΟ 5η. Ολοκληρώθηκε από τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ιωαννίνων το έργο προστασίας της πηγής Σεντενίκου και η αποκατάσταση της βατότητας της επαρχιακής οδού που διέρχεται από το συγκεκριμένο σημείο. «Το νερό πηγάζει από το Μιτσικέλι, που λειτουργεί ως φίλτρο της Λίμνης». Α. Καχριμάνης.

 

Αρχαίο Όρραον:
Η άγνωστη πέτρινη πόλη της Ηπείρου

Από τον αρχαίο Ελληνικό κόσμο διασώζονται, σε σπάνιες περιπτώσεις μοιάζοντας κιόλας άθικτα από τον χρόνο, κτίρια και αρχιτεκτονήματα διαφόρων ειδών- ναοί, αμφιθέατρα, στάδια, μαντεία, αγορές, νεκροπόλεις. Όχι όμως και ιδιωτικές οικίες, παρά μόνο τα θεμέλιά τους και αυτό όταν η αρχαιολογική σκαπάνη σταθεί τυχερή.

 

Στον Ελλαδικό χώρο, τα καλύτερα διατηρημένα σπίτια των αρχαίων Ελλήνων, διατρέχοντας όλη την χρονική περίοδο από τα κλασικά έως και τα ελληνιστικά χρόνια, δε βρίσκονται στις υπώρειες της Ακρόπολης των Αθηνών, ούτε σε κάποιον φημισμένο αρχαιολογικό χώρο- αλλά σε έναν γυμνό, πετρώδη λόφο της Ηπείρου, ακριβώς στα σύνορα των νομών Άρτας και Πρέβεζας.

Είναι το αρχαίο Όρραον, μια κωμόπολη των Μολοσσών της Ηπείρου– εκεί στέκουν ακόμη όρθια 4 κτίρια της ύστερης κλασικής περιόδου, τρεις ιδιωτικές κατοικίες και (μάλλον) ένα δημόσιο κτίριο. Και μόνο η ύπαρξη των κτιρίων αυτών, με τους τοίχους τους να στέκουν όρθιοι μέχρι το ύψος της στέγης του δευτέρου ορόφου τους, μεταμορφώνει τον άσημο λοφίσκο των 345 μέτρων ύψος, σε ένα εντυπωσιακό αρχαιολογικό τοπόσημο.

Το Όρραον ιδρύθηκε (πιθανότατα) στο δεύτερο μισό του 4ου αι. π.Χ., από τους Μολοσσούς σε θέση με στρατηγική σημασία, καθώς φρουρούσε την κυριότερη διάβαση από τον Αμβρακικό προς την ενδοχώρα τους- ήταν ένας σχετικά μικρός οικισμός, με περίπου 100 σπίτια, όλα τους κτισμένα από ντόπιο ασβεστόλιθο, όπως και το ισχυρό, διπλό πέτρινο τείχος που προστάτευε την αρχαία πολίχνη.

Ο πολεοδομικός της σχεδιασμός είχε σαν πρότυπο αυτόν της γειτονικής Αμβρακίας (σημερινή Άρτα)- δώδεκα στενοί, παράλληλοι δρόμοι, διασταυρώνονται με δύο κάθετους, σχηματίζοντας ορθογώνια οικοδομικά «τετράγωνα».

     Ο οικισμός υδρευόταν από μια πηγή που βρισκόταν εκτός των τειχών του- ένα μονοπάτι που ξεκινούσε από την ανατολική πύλη οδηγούσε εκεί. Εκτός της φυσικής πηγής, οι κάτοικοι του οικισμού διασφάλισαν την ύπαρξη πόσιμου νερού και με την κατασκευή μιας μεγάλης δεξαμενής όπου συγκεντρωνόταν το βρόχινο νερό. Η δεξαμενή ήταν έργο δημόσιο- ακόμα και με τα σημερινά δεδομένα είναι μια κατασκευή άρτια τεχνικά.

Μια πέτρινη κλίμακα από 19 σκαλοπάτια οδηγεί και τον σημερινό επισκέπτη στον πυθμένα της, που ήταν φτιαγμένος από πήλινα όστρακα. Περπατώντας τον αρχαίο οικισμό, παρατηρώ το άψογο λάξευμα των μεγάλων πέτρινων όγκων, τα απολύτως ευθετισμένα και (ακόμη) άρρηκτα μεταξύ τους «δεσίματα» και αναλογίζομαι την τεχνογνωσία των μηχανικών, μαστόρων και τεχνιτών που εργάστηκαν χιλιάδες χρόνια πριν στον ίδιο τόπο- το περφεξιονιστικό μεράκι και τον κόπο τους.

Τα παράθυρα των σπιτιών υπάρχουν ακόμα- μέσα από αυτά διαγράφεται ο ίδιος ορίζοντας με τα χρόνια που στα σημερινά πέτρινα κουφάρια έδιναν ζωή πολυμελείς οικογένειες. Τα ίδια τα σπίτια ήταν διώροφα- στους τοίχους τους χάσκουν ακόμα οι τρύπες (δοκοθήκες) που «κούμπωναν» τα δοκάρια του πάνω πατώματος.,

Η κ. Ανθή Αγγέλη, είναι προϊσταμένη της Εφορίας Αρχαιοτήτων Πρέβεζας, αρχαιολόγος που έχει συμμετάσχει στις ανασκαφές του Όρραον. «Το Όρραον έχει την εξής ιδιαιτερότητα: γενικά τα αρχαία σπίτια κτίζονταν ως ένα επίπεδο 70- 80 εκατοστών με λίθινα θεμέλια αλλά από εκεί και πάνω η δόμηση συνεχιζόταν με πλίνθινα τούβλα, για αυτό και σώζονται μέχρι ένα μικρό ύψος.

Επειδή, όμως, στη γύρω περιοχή του Όρραον αφθονεί, όπως και σήμερα, ο ασβεστόλιθος και η εξόρυξη του είναι σχετικά εύκολη, οι κάτοικοι εδώ έχτισαν τα σπίτια τους εξολοκλήρου από πέτρα, μέχρι και το ύψος της στέγης. Στον ελλαδικό χώρο δεν υπάρχουν άλλα τέτοια διατηρημένα σπίτια και αυτά στο Όρραον μας δίνουν μια πολύ καλή εικόνα για την αρχιτεκτονική των ιδιωτικών κατοικιών εκείνης της περιόδου.

Υπήρχε ένας προθάλαμος και μια εσωτερική αυλή που γύρω της διατάσσονταν αρκετά δωμάτια. Ένα τμήμα του σπιτιού μπορεί να ήταν μονώροφο για να εξασφαλίζει καλύτερο φωτισμό αλλά τα σπίτια του Όρραον ήταν δύο ορόφων. Στην «Οικία Α» διασώζεται και η βάση της πέτρινης κλίμακας που οδηγούσε πάνω».

Ρωτάω την κυρία Αγγέλη για το κίνητρο των Μολοσσών- ενός ελληνικού φύλου που από την βορειοδυτική Μακεδονία μετακινήθηκε στο οροπέδιο των Ιωαννίνων περίπου το 1.200 π.Χ.- να κτίσουν αυτή την πέτρινη πολίχνη. «Το Όρραον φύλασσε το πέρασμα από τον Αμβρακικό κόλπο προς το λεκανοπέδιο των Ιωαννίνων. Γνωρίζουμε από αρχαίες πηγές ότι οι Μολοσσοί είχαν πρόσβαση στον Αμβρακικό, μάλιστα κατείχαν μια μικρή έκταση περίπου 80 σταδίων στις ακτές του. Κανείς δεν μπορούσε να περάσει από τον Αμβρακικό και την πεδιάδα της Άρτας χωρίς να γίνει αντιληπτός από το Όρραον. Επίσης, φύλασσε το πέρασμα από την κοιλάδα του Αράχθου, που ήταν το όριο της επικράτειας των Μολοσσών».

Ήταν λοιπόν το Όρραον ένα οχυρό- παρατηρητήριο; «Ο φρουριακός του χαρακτήρας είναι σαφής. Διακρίνεται από την ισχυρή οχύρωση, τους στενούς δρόμους, ώστε ακόμα και αν οι εχθροί εισέβαλαν από τα τείχη να εγκλωβίζονταν, όπως επίσης από τα κτερίσματα που βρέθηκαν στις ταφές. Σχεδόν σε όλες βρέθηκαν όπλα, σε αντίθεση με την Αμβρακία, όπου μόνο σε ελάχιστους από τους χιλιάδες τάφους που ανασκάφηκαν, βρέθηκαν όπλα».

Τι γνωρίζουμε σήμερα για την αρχαία ζωή στον μικρό οικισμό; Πόσοι άνθρωποι ζούσαν εκεί, πως κατάφερναν να βιοπορίζονται; «Ο πληθυσμός του Όρραον εκτιμάται, βάση των περίπου 100 σπιτιών που περικλείονται από τα τείχη (εκτός βρισκόταν μόνο η νεκρόπολη), σε δύο χιλιάδες κατοίκους. Σε κάποιους χώρους των σπιτιών υπάρχουν ενδείξεις ότι σταβλίζονταν ζώα- σίγουρα λοιπόν ήταν ποιμένες και κτηνοτρόφοι, ενώ και ένας μικρός κάμπος στον γειτονικό Αμμότοπο, μάλλον καλλιεργούνταν από αυτούς τους ανθρώπους. Και σίγουρα κατοικούσαν εδώ αρκετοί στρατιώτες.

Οι σχέσεις τους με την κοντινή Αμβρακία, που ήταν το μεγαλύτερο αστικό κέντρο της Ηπείρου αλλά αποτελούσε αποικία των Κορινθίων και όχι τμήμα της «χώρας» των Μολοσσών, πιθανότατα ήταν φιλικές. Και εμπορικά αναπτυγμένες. Προϊόντα της Αμβρακίας, όπως αγγεία, αλλά και νομίσματα έχουν βρεθεί σε τάφους στο Όρραον.

Η Αμβρακία ήταν μια τυπική πόλη- κράτος, που γύρω από το άστυ είχε μια αγροτική περιοχή που ήλεγχε για να εξασφαλίζει την επάρκεια της σε αγαθά. Το Όρραον δεν ανήκε στην επικράτεια της Αμβρακίας, αλλά είναι σχεδόν σίγουρο ότι οι κάτοικοι του είχαν εμπορικές σχέσεις με την πόλη- θα διακινούσαν εκεί τα αγροτικά και κτηνοτροφικά προϊόντα τους, αγοράζοντας μετά ότι τους έλειπε».

Η ταύτιση του αρχαίου οικισμού- που είχε εντοπίσει τη δεκαετία του ’30 ο Βρετανός αρχαιολόγος Νίκολας Χάμοντ- με το Όρραον που αναφερόταν στις αρχαίες πηγές, επιτεύχθηκε βάσει ανασκαφικών ευρημάτων στη σημερινή Άρτα. Στις αρχές της δεκαετίας του ’80 σε ανασκαφές στον Ναό του Απόλλωνα, βρέθηκαν τμήματα ενεπίγραφης στήλης που καθόριζε τα όρια της χώρας της Αμβρακίας. Εκεί αναφερόταν και το Όρραον και σύμφωνα με τα τοπογραφικά στοιχεία που προέκυπταν- απόσταση από Αμβρακία, προς ποια κατεύθυνση- έγινε η ταύτιση του οικισμού με το Όρραον των αρχαίων πηγών.

Η μικρή αυτή αγροτική πολίχνη κρύβει και μια ηρωική ιστορία, που σχεδόν συμπίπτει με την παρακμή και το τέλος της. Το Όρραον υπήρξε μια από τις 4 μόνο πόλεις της Ηπείρου (του «Κοινού των Ηπειρωτών») που αντιστάθηκαν στους Ρωμαίους, το 168 π.Χ., έτος της ρωμαϊκής εισβολής. «Για αυτό οι Ρωμαίοι κατέστρεψαν ολοσχερώς τα τείχη της πόλης.

    Όχι όμως και τα σπίτια της- ήταν μια πόλη που πολιορκήθηκε και κατακτήθηκε, υπήρξαν σίγουρα καταστροφές αλλά δεν ήταν ολοσχερείς. Οι Ρωμαίοι της επέτρεψαν να συνεχίσει να υπάρχει, ατείχιστη όμως, σαν ένδειξη της δικής τους, πλέον, εξουσίας στην περιοχή. Η πόλη τελούσε υπό την ρωμαϊκή κυριαρχία, δεν μπορούσε να έχει δική της άμυνα», σχολιάζει η κα Αγγέλη.

Στα τέλη του 1ου αι. π.Χ., τα χρόνια που ακολούθησαν τη ναυμαχία του Ακτίου (31 π.Χ.), οι εναπομείναντες κάτοικοι του Όρραον μεταφέρθηκαν αναγκαστικά από τους Ρωμαίους του Οκταβιανού Αύγουστου στη νεοϊδρυθείσα Νικόπολη. Η ανθρώπινη παρουσία στο Όρραον έγινε παρελθόν.

Έμειναν, μέχρι και σήμερα, οι σωροί από τις πέτρες του τείχους που γκρέμισαν οι λεγεωνάριοι, τα κουφάρια των σπιτιών αυτών των περήφανων ανθρώπων με το «αγύριστο, ηπειρώτικο κεφάλι» τους, η δεξαμενή που φύλασσε το νερό τους, η νεκρόπολη των προγόνων τους. Στο σύγχρονο αρχαιολογικό μουσείο της Άρτας, μια προθήκη είναι αφιερωμένη στο Όρραον– αγγεία, κοσμήματα, μικροπράγματα καθημερινής χρήσης, αγροτικά εργαλεία.

Σήμερα, από το παράθυρο της οικίας Α. διακρίνεται ένα αποπερατωμένο τμήμα της Ιόνιας Οδού και αν προχωρήσεις προς το άκρο του οικισμού, παράλληλα με τα πεσμένα τείχη, ο κάμπος της Άρτας και στο βάθος ο Αμβρακικός.

     Φεύγοντας από τον οικισμό, στη δύση ενός ηλίου, καλοκαίρι του 2016, τους σκεφτόμουνα σεβαστικά- εκείνους τους Ηπειρώτες προπάτορες, να συσκέπτονται με τα βόρεια δωρικά τους για την στάση που θα κρατούσαν, βλέποντας από τα ίδια σπίτια τις ρωμαϊκές λεγεώνες να έρχονται.

Πηγή: https://arxaia-ellinika.blogspot.gr/2017/01/archeo-orraon-agnosti-petrini-poli-ipirou.html

 

ΤΕΤΑΡΤΟ «ΨΕΥΔΟΣ».

ΠΟΙΟΙ ΕΠΙΝΟΗΣΑΝ ΤΗΝ ΠΕΤΟΣΦΑΙΡΙΣΗ (ΒΟΛΕΫ), ΡΑΒΔΟΣΦΑΙΡΙΣΗ (ΧΟΚΕΫ), ΧΕΙΡΟΣΦΑΙΡΙΣΗ (ΧΑΝΤΜΠΟΛ), ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ (ΦΟΥΤΜΠΟΛ);

Του Στέφανου Κωλέττα

Είναι μήπως πάλι οι αρχαίοι Έλληνες; Πιθανόν, αφού οι υπάρχουσες γραπτές μαρτυρίες και τα γλυπτά, σ’ αυτούς μας παραπέμπουν. Οι Αγγλοσάξωνες και οι άλλοι, αιώνες πολλούς αργότερα, τα συστηματοποίησαν με άλλους βέβαια κανόνες.

Κατ’ αρχήν τα διασωθέντα αγαλματίδια και γλυπτά μιλούν από μόνα τους. Το παιδί με τη μικρή σφαίρα στο χέρι του ετοιμάζεται να την πετάξει (χειροσφαίριση). Το παιδί με τη σφαίρα πάνω στο κεκαμμένο πόδι του τι άλλο παίζει από «ποδο-σφαιρο»; Οι δυο παίχτες με το μικρό σφαιρίδιο και τις δύο ράβδους τι άλλο παίζουν από ραβδοσφαίριση (χόκεϋ -γκολφ);

Στα Ομηρικά έπη είναι γνωστή η σφαίρα (μπάλα) και χρησιμοποιείται σαν παιγνίδι στην αυλή του Αλκινόου των Φαιάκων, όταν εκείνος έδωσε εντολή να παίξουν με τη σφαίρα ένα είδος «πετόσφαιρας», προς τιμή του Οδυσσέα:

[Κι εκείνοι, αφού πήραν στα χέρια τους την όμορφη κόκκινη σφαίρα, που είχε κατασκευάσει ο ειδικός Πόλυβος, ο ένας την πετούσε ψηλά προς τα σκιερά σύννεφα, γέρνοντας το σώμα του προς τα πίσω, κι ο άλλος πεταζόταν στον αέρα και προσπαθούσε να την πιάσει πριν ακουμπήσει στη γη και στα πόδια του], (Οδύσσεια, θ, 370 κ. ε.)

Στον Μ. Αλέξανδρο, όταν ήταν παιδί, του έκανε κάποιος δώρο μία σφαίρα και ένα δερμάτινο περίβλημα για να παίζει και να εκπαιδεύεται: «Ἔπεμψα πρῶτος προς αὐτόν σκύτον ὁμοῦ καί σφαῖραν τοῦ παίζειν καί παιδεύσθαι…» (Ιστ. Μ. Αλεξάνδρου, στίχ. 2925).

Κατά τον Πόλλυκα Γραμματικό (Ονομαστικόν, 9, 103, 7 κ.ε.) και τον Σουετώνιο (Περί τῶν παρ’ Ἕλλησι παιδιῶν, 2,12 κ.ε.) τα κυριότερα παιγνίδια που οι αρχαίοι έπαιζαν με τη σφαίρα ήταν η «επίσκυρος», η «φαινίνδα», η «απόρραξις» και η «ουρανία» , τα οποία και περιγράφουν πολύ συνοπτικά. Αποδίδουμε στη σύγχρονη γλώσσα την περιγραφή ενός από αυτά:

[Η «επίσκυρος» παιζόταν από δυο ομάδες με ισάριθμους παίχτες, σε υπαίθριο χώρο στρωμένον με χαλίκια. Στη μέση του γηπέδου χάραζαν μια γραμμή χωρίζοντας το γήπεδο σε δυο ισομεγέθη τμήματα. Με μια γραμμή επίσης οριοθετούσε η κάθε ομάδα το πίσω μέρος του γηπέδου της. Στο κέντρο της μεσαίας γραμμής τοποθετούσαν τη σφαίρα. Η ομάδα που θα έπαιρνε πρώτη τη σφαίρα από τη μεσαία γραμμή την πετούσε με δύναμη προς τη περιοχή της αντίπαλης ομάδας στοχεύοντας να περάσει πάνω από την εξωτερική γραμμή και να βγει έξω από αυτήν, χωρίς να μπορέσει κάποιος παίχτης να τη συγκρατήσει με τα χέρια του. Νικούσε η ομάδα που κατάφερνε να περάσει περισσότερες φορές τη σφαίρα πάνω από την εξωτερική γραμμή της αντίπαλης ομάδας (αυτή δηλαδή που θα έβαζε τα περισσότερα σημερινά «γκολ»). Αν κάποιος παίχτης έβγαινε έξω από τη γραμμή της αντίπαλης ομάδας αποχωρούσε από το παιγνίδι, χωρίς να αναπληρωθεί.

 

ΨΕΥΔΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
ΠΡΩΤΟ ΨΕΥΔΟΣ
Του Στέφανου Κωλέττα
Ποιος διατύπωσε πρώτος τη θεωρία ότι η γη κινείται και έχει σφαιρικό σχήμα;
Φυσικά δεν είναι ο Γαλιλαίος και οι άλλοι Ευρωπαίοι του 16ου και 17ου αιώνα, όπως συνήθως γράφεται. Χίλια χρόνια πριν από αυτούς είχαν διατυπώσει τις απόψεις αυτές αρχαίοι Έλληνες μαθηματικοί, αστρονόμοι, γεωμέτρες και φιλόσοφοι, όπως:
α) Ο Πυθαγόρειος Φιλόλαος: «… κύκλῳ περιφέρεσθαι τήν γῆν περί τό πῦρ κατά κύκλον λοξόν…» [Κυκλικά περιφέρεται η γη γύρω από το πυρ (τον ήλιο) με τροχιά ελλειψοειδή]. (Πλούτ. Βίοι Φιλοσόφων 896,Α,3).
β) Ηρακλείδης ο Ποντικός και Έκφαντος ο Πυθαγόρειος: «…κινοῦσι μέν τήν γῆν…. τροχοῦ δίκην ἐνηξονισμένην, ἀπό δυσμῶν ἐπ’ ἀνατολάς, περί τό ἴδιον αὐτῆς κέντρον…» [Κινείται η γη, όπως ένας τροχός γύρω από τον άξονά του, εκ δυσμών προς ανατολάς, γύρω από το δικό της κέντρο (άξονα)].(Βίοι Φιλοσόφων, 896, Α, 5).
γ) Ἡράκλειτος και Δημόκριτος: «σφαιροειδῆ εἶναι τόν κόσμον» (Λεύκιππος απόσπ. 547, 1).
δ) Αμεινίας Διοχέτης ο Πυθαγόρειος: «Πρῶτος δέ οὗτος τήν γῆν ἀπέφανεν σφαιροειδῆ…». [Πρῶτος αυτός αποφάνθηκε ότι η γη είναι σφαιροειδής]. (Παρμενίδης, απόσπ. 1,4).
ε) Αριστοτέλης: «… διό καί εὐλόγως ἄν δόξειεν ὅλος ὁ οὐρανός σφαιροειδής εἶναι καί ἕκαστον τῶν ἄστρων…» [Γι’ αυτό και εύλογα θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι όλος ο ουρανός έχει σχήμα σφαίρας καθώς και το καθένα από τα αστέρια του. (Αριστοτ. Περί ουρανοῦ, 290, 7).
Στ) Στράβων: «… πάλιν δέ ἐπιμένων τῇ περί του σφαιροειδῆ τήν γῆν εἶναι αποδείξει…» Στράβων, Γεωγραφικά 1,4,6).
Υπάρχουν πάρα πολλές ακόμη παρόμοιες αναφορές στους αρχαίους συγγραφείς. Απλά σταχυολόγησα κάποιες από αυτές, που επιβεβαιώνουν ότι α) η γη έχει σχήμα περίπου σφαιρικό β) ότι περιστρέφεται γύρω από τον άξονά της και γ) ότι περιφέρεται γύρω από το πυρ (δηλαδή από τον ήλιο).
Υ.Γ. Ποιος όμως να θυμηθεί τώρα εκείνον τον Αμεινία, που πρώτος μας είπε, πριν από 2.600 χρόνια, ότι η γη είναι σφαιρική ή τον Φιλόλαο που μας είπε ότι η γη περιφέρεται γύρω από τον ήλιο!
 
ΨΕΥΔΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΠΟΙΟΣ ΕΠΙΝΟΗΣΕ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΕ ΤΟ ΤΗΛΕΣΚΟΠΙΟ;
Του Στέφανου Κωλέττα
Δυστυχώς και πάλι δεν είναι ούτε ο Νεύτων ούτε ο Γαλιλαίος ούτε κάποιος άλλος Ευρωπαίος του 16ου ή 17ου αιώνα. Αδιάψευστη μαρτυρία αφ’ ενός η εικονιζόμενη αγγειογραφία, που βρίσκεται στο αρχαιολογικό μουσείο της Αθήνας και αφ’ ετέρου οι πλείστες όσες αναφορές στα αρχαία κείμενα, με τη διαφορά ότι τότε δεν το ονόμαζαν τηλεσκόπιο, αλλά διόπτρα. Χρησιμοποιούσαν δηλαδή ως δεύτερο συνθετικό το ρήμα «ὁρῶ» (παρακ. ὄπωπα -οπτικά, ἐπόπτης) και όχι το «σκοπῶ» και ως πρώτο συνθετικό την πρόθεση «διά» και όχι το επίρρ. «τῆλε».
Μερικά ενδεικτικά αποσπάσματα από τα αρχαία κείμενα:
Πτολεμαίος: «…κατασκευάσαντες δέ καί αὐτοί τήν ὑποδεδειγμένην ὑπό τοῦ Ἱππάρχου διόπτραν καί διά ταύτης ποιούμενοι τάς παρατηρήσεις…». [… κατασκεύασαν και αυτοί τη διόπτρα, που είχε υποδείξει ο Ίππαρχος και με αυτή έκαναν τις παρατηρήσεις]. (Σύνταξις Μαθηματικών, 1,417,1).
Ευκλείδης: "... καί τεθεωρήσθω διά διόπτρας κειμένης προς τῷ Δ σημείῳ…" [… και ας θεωρήσουμε ότι διά μιας διόπτρας που βρίσκεται προς το σημείο Δ…], (Φαινόμενα 1,3).
Ἥρων: «… πρότερον οὖν ἐκθέμενοι τήν τῆς διόπτρας κατασκευήν ἑξῆς καί τάς χρείας προστάξομεν. Ἡ τοίνυν τῆς εἰρημένης διόπτρας κατασκευή ἐστιν τοιαύτη·…» [Κατά πρώτον θα περιγράψουμε την κατασκευή της διόπτρας και στη συνέχεια θα αναφέρουμε πού μπορούμε να τη χρησιμοποιήσουμε. Η συγκεκριμένη λοιπόν διόπτρα κατασκευάζεται ως εξής…»], (Περί Διόπτρας, 2,22). Και συνεχίζει με μια εκτενή περιγραφή την πολύπλοκη κατασκευή μιας διόπτρας, σε ένα ολόκληρο σύγγραμμά του, καθώς η διόπτρα δεν είχε μονάχα μία μορφή αλλά πολλές, ανάλογα με το πού θα την χρησιμοποιούσαν. 
 
Ο Πολύβιος μάλιστα αναφέρει και ένα είδος διόπτρας με δύο αυλούς, κάτι ανάλογο δηλαδή με τα σημερινά κυάλια: «…διόπτραν δυ’ αὐλίσκους ἔχουσαν….» [διόπτρα που έχει δύο αυλούς]. (Ιστορία, 10,46,1).
Σε κάθε περίπτωση πάντως δεν είναι οι Ευρωπαίοι εκείνοι που πρώτοι επινόησαν το τηλεσκόπιο, τα κυάλια και τους φακούς, αλλά κάποιοι πολύ αρχαιότεροί τους. Και φυσικά δεν είναι μόνο αυτοί που αναφέραμε.
 ΨΕΥΔΟΣ ΤΡΙΤΟ
ΚΑΤΑΚΡΗΜΝΙΖΑΝ ΟΙ ΣΠΑΡΤΙΑΤΕΣ ΤΑ ΑΝΑΠΗΡΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΤΟΝ ΚΑΙΑΔΑ;
Ελάχιστες είναι οι πρωτογενείς πηγές, που κάνουν λόγο για τον Καιάδα (ή Κεάδα), στον οποίο όλα τα παλιότερα σχολικά βιβλία έκαναν με έμφαση αναφορά, ότι οι Σπαρτιάτες κατακρήμνιζαν και θανάτωναν όσα παιδιά είχαν την ατυχία να γεννηθούν με κάποια σωματική αναπηρία.
Όμως από καμιά αρχαία πηγή δεν προκύπτει ότι όντως έτσι συνέβαινε. Ας δούμε τι ακριβώς γράφουν οι αρχαίοι, αλλά και οι μεσαιωνικοί ιστορικοί και συγγραφείς:
1) Πτολεμαίος: "... βάραθρον δέ ὄρυγμά τι Ἀθήνησιν, εἰς ὅ τούς κακούργους ἐνέβαλλον, ὥσπερ οἱ Λακεδαιμόνιοι τούς καταδικαζομένους ἐνέβαλλον εἰς τόν Κεάδα" (Περί διαφοράς Λέξεων, 409,4).
[Υπήρχε στην Αθήνα ένα βαραθρώδες όρυγμα μέσα στο οποίο έριχναν τους κακούργους, όπως οι Λακεδαιμόνιοι έριχναν στον Καιάδα, όσους καταδικάζονταν].
2) Παυσανίας Περιηγητής: "Τούτους (τους Μεσσηνίους) ἔγνωσαν οἱ Λακεδαιμόνιοι ῥῖψαι πάντας εἰς τόν Κεάδα. Ἐμβάλλουσι δέ ἐνταῦθα οὕς ἄν ἐπί μεγίστοις τιμωρῶνται" (Ἑλλάδος περιήγησις, 4,18,4,8).
[Αυτούς (τους Μεσσηνίους) αποφάσισαν οι Λακεδαιμόνιοι να ρίξουν στον Καιάδα. Σ' αυτό το μέρος ρίχνουν εκείνους που τιμωρούνται για μεγάλα κακουργήματα].
3) Σιμπλίκιος: "... ὡς παρά Λακεδαιμονίοις ἦν Κεάδας, εἰς ὅν τούς κατακρίτους ἐνέβαλλον"
[Όπως υπήρχε και στους Λακεδαιμονίους ο Καιάδας, στον οποίο έριχναν τους καταδικασθέντες].
4) Θουκυδίδης: Αναφερόμενος στον Παυσανία, τον οποίο οι Σπαρτιάτες σκέφτηκαν να ρίξουν στον Καιάδα, αλλά ύστερα άλλαξαν γνώμη και τον ενταφίασαν, γράφει: "οὗπερ τούς κακούργους ἐσβάλλειν", δηλαδή τόπο στον οποίο έριχναν τους κακούργους.
5) Ο Νικήτας Χωνιάτης: " Ὁ Κεάδας τόπος ὠρορυγμένος ἐν Λακωνικῇ, ὅπου τούς κακούργους εἰώθασιν ῥίπτειν. Κεάδας τόπος τις παρά Λακεδαιμονίοις, εἰς ὅν ἐνέβαλλον τούς κακούργους, ὡς Ἀθηναῖοι εἰς τό βάραθρον".
[Ο Καιάδας ήταν τόπος με όρυγμα στη Λακωνία, όπου συνήθιζαν να ρίχνουν τους κακούργους. Καιάδας, ένας τόπος στους Λακεδαιμονίους, μέσα στον οποίο έριχναν τους κακούργους, όπως τους έριχναν και οι Αθηναίοι στο βάραθρο.]
6) Τα ίδια ακριβώς βρίσκουμε και στα μεσαιωνικά λεξικά του Σουΐδα και του Φωτίου.
7) Κανένας απολύτως από τους παραπάνω δεν κάνει λόγο για ρίψη ή θανάτωση αναπήρων παιδιών, ούτε και υπάρχουν άλλες πηγές, πλην αυτή του Πλουτάρχου, στη βιογραφία του Λυκούργου, την οποία αφήσαμε τελευταία, γιατί από παρερμηνεία των γραφομένων του ξεκίνησε η πηγή του κακού.
Αναφερόμενος στην εποχή του Λυκούργου ο Πλούταρχος, δηλαδή 900 (!) περίπου χρόνια πριν από αυτόν, γράφει:
"... τῶν φυλετῶν οἱ πρεσβύτεροι καταμαθόντες το παιδάριον, εἰ μέν εὐπαγές εἴη καί ῥωμαλέον, τρέφειν ἐκέλευον... εἰ δέ ἀγενές καί ἄμορφον ἀπέπεμπον εἰς τάς λεγομένας ἀποθέτας, παρά Ταΰγετον βαραθρώδη τόπον..."
[Οι μεγαλύτεροι από τις φυλές εξέταζαν το παιδάριο και, αν μεν ήταν αρτιμελές και ρωμαλέο, έδιναν εντολή να το αναθρέψουν.... εάν δε είχε κάποιο ελάττωμα ή αναπηρία, το πήγαιναν στις ονομαζόμενες Αποθέτες, ένα βαραθρώδη τόπο κοντά στον Ταΰγετο..."
Επομένως δεν το κατακρήμνιζαν ούτε το θανάτωναν, αλλά το "απέπεμπαν" και το "απέθεταν". Και "ἀποπέμπω" σημαίνει αποστέλλω, στέλνω κάποιον μακριά, εξαποστέλλω και όχι κατακρημνίζω ούτε θανατώνω. Και «αποθέτω» σημαίνει αφήνω κάτι στο έδαφος. Και φυσικά ο κάθε περίοικος ή είλωτας μπορούσε να το πάρει και να το μεγαλώσει (ας θυμηθούμε την "απόθεση" του Οιδίποδα από τους γονείς του στον Κιθαιρώνα και τους βοσκούς που τον βρήκαν και τον έδωσαν στον Πόλυβο να τον αναθρέψει).
Αλλά η μεγαλύτερη απόδειξη είναι η περίπτωση του Αγησιλάου, ο οποίος ήταν χωλός στο ένα του πόδι! Ο ίδιος ο Πλούταρχος το γράφει στη βιογραφία του Αγησιλάου (2,1). Πώς λοιπόν ένα παιδί, που γεννήθηκε κουτσό, έγινε και βασιλιάς περιώνυμος της Σπάρτης; Και πώς γίνεται να υπάρχει αυτή η αντίφαση στα γραπτά του Πλουτάρχου; Από το ένα μέρος να μας γράφει ότι «απέπεμπον» τα σωματικά ανάπηρα παιδιά και τα απέθεταν στον Καιάδα και από το άλλο, ο ίδιος να μας γράφει, ότι ο βασιλιάς Αγησίλαος ήταν «χωλός»; Άρα ποτέ δεν «κατακρήμνιζαν» οι Σπαρτιάτες τα ανάπηρα παιδιά και πολύ περισσότερο στους κλασικούς τουλάχιστον χρόνους.
Σύγχρονες έρευνες απέδειξαν ότι κανένας από τους σκελετούς που βρέθηκαν στο βάραθρο του Ταϋγέτου δεν ανήκε σε παιδί. Επίσης τεκμαίρεται ότι στα βάραθρα έριχναν τους κακούργους προς ατίμωσή τους, αφού όμως προηγουμένως τους εκτελούσαν. Και φυσικά δεν ήταν μόνο οι Σπαρτιάτες που είχαν τέτοια βάραθρα ή ορύγματα για τους κακούργους και τους προδότες, όπως προαναφέραμε.

 Ο ΕΩΣΦΟΡΟΣ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

Του Στέφανου Κωλέττα

Σύμφωνα με τη «θεογονία»του Ησιόδου, ο Εωσφόρος ήταν γιος του Αστραίου και της Ηούς. Ο Αστραίος ήταν γόνος της Γαίας και του Ουρανού. Η Ηώς ήταν θυγατέρα του Υπερίωνα και της Θείας, αδελφή του Ήλιου και της Σελήνης και προσωποποίηση της ροδοδάκτυλης αυγής (πριν την ανατολή του ήλιου).

Ο γιος τους Εωσφόρος ήταν η προσωποποίηση του γνωστού μας λαμπερού αστεριού Αυγερινού (Αφροδίτης), που προαναγγέλλει τον ερχομό της κροκόπεπλης αυγής και τη χάραξη της καινούργιας ημέρας. Το απόβραδο ξαναφαίνεται στη Δύση, οπότε το ονομάζουμε «Έσπερο ή Αποσπερίτη».

Το όνομα Εωσφόρος προέρχεται από τη σύνθεση των λέξεων «Εώς» (ή Ηώς) και του «φέρω». Σημαίνει δε αυτόν που μας φέρνει την αυγή, δηλαδή το φως της νέας ημέρας.

Το κείμενο του Ησιόδου:

«Ἀστραίῳ δ’ Ἠώς τέκεν…. ἐν φιλότητι θεά θεῷ εὐνηθεῖσα… Ἑωσφόρον, Ἠριγένεια, Ἄστρα τε λαμπετόωντα, τά τ’ οὐρανός ἐστεφάνωται». (Θεογον. 381).

[ΑΠΟΔΟΣΗ: Με τον Αστραίο η Ηώς, αφού οι δυο θεοί έσμιξαν με αμοιβαία ερωτική έλξη, έτεκε τον Εωσφόρο, την Ηριγένεια και τα λαμπερά αστέρια που στεφανώνουν τον ουρανό]. 

Για τον Εωσφόρο ο Όμηρος γράφει:

«Ἦμος δ’ ἑωσφόρος εἶσι φόως ἐρέων ἐπί γαῖαν,/ὅν τε μέτα κροκόπεπλος ὑπείρ ἅλα κίδναται ἠώς…». (Ιλ. Ψ, 226).

[ΑΠΟΔΟΣΗ: … κι όταν ο Εωσφόρος ανατέλλει ψηλά, προμηνύοντας το φως που έρχεται στη γη και ύστερα χρυσή προβαίνει η Αυγή πάνω απ’ τον ορίζοντα της θάλασσας…]

Στο ετυμολογικό λεξικό Gudianum διαβάζουμε:

«Ἑωσφόρος ἑωασφόρος, διά τό ἐκ τῆς ἑώας φέρεσθαι. ὁ άνατολικός ἀστήρ, ὁ πρωινός, ὁ τήν ἑώαν φέρων. ὁ αὐτός και φωσφόρος καλεῖται (578,1).

[ΑΠΟΔΟΣΗ: Εωσφόρος ή εωασφόρος, (λέγεται έτσι) επειδή βγαίνει από τα ανατολικά· το αστέρι που βρίσκεται στην ανατολή, το πρωινό άστρο που μας φέρνει την αυγή. Το ίδιο αυτό αστέρι ονομάζεται και φωσφόρος (φως+φέρω).

Το τι σημαίνει σήμερα το όνομα Εωσφόρος είναι γνωστό. Το πώς έφτασαν να αλλοιώσουν την αρχική και κυριολεκτική σημασία του είναι μια άλλη ιστορία.

 

 ΠΩΣ Ο ΑΝΤΙΓΟΝΟΣ ΑΠΕΔΩΣΕ ΝΕΚΡΙΚΕΣ ΤΙΜΕΣ
ΣΤΟΝ ΑΝΤΙΠΑΛΟ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ ΠΥΡΡΟ
Του Στέφανου Κωλέττα
1. Τέσσερεις ελληνικοί στρατοί πολεμούσαν συνωστισμένοι μέσα στην πόλη του Άργους. Ο Πύρρος της Ηπείρου με τους Αργείους από το ένα μέρος, εναντίον των Σπαρτιατών και του Αντιγόνου της Μακεδονίας από το άλλο. Κάποια γυναίκα, βλέποντας τον γιο της να κινδυνεύει από το σπαθί του Πύρρου, εκσφενδόνισε στο κεφάλι του μια κεραμίδα από τη στέγη του σπιτιού της, με αποτέλεσμα ο Πύρρος να ζαλιστεί και να πέσει στο έδαφος με κάταγμα των σπονδύλων του τραχήλου του. Βλέποντάς τον στο έδαφος ένας οπλίτης του Αντιγόνου έσπευσε και του έκοψε το κεφάλι, με σκοπό να το προσκομίσει σαν λάφυρο στον βασιλιά του Αντίγονο. Ο γιος του Αντιγόνου όμως, ο Αλκυονεύς, βλέποντας το συμβάν αυτό, άρπαξε από τον οπλίτη το κεφάλι του Πύρρου, προκειμένου να σφετεριστεί ο ίδιος τη δόξα. Το πήγε λοιπόν αιμόφυρτο στον πατέρα του Αντίγονο και το ενέπαιζε μπροστά του, μαζί με κάποιους συμπολεμιστές του. Βλέποντας την προσβολή, την ατίμωση και τη βεβήλωση αυτή ο Αντίγονος κυνήγησε τον γιο του και του κατάφερε ισχυρό ράπισμα με τη βακτηρία του. Ταυτόχρονα τον αποκάλεσε δημόσια ποταπό, βέβηλο, υβριστή και βάρβαρο. Ύστερα ο Αντίγονος σκέπασε το πρόσωπό του με τη χλαμύδα και δάκρυσε. Ταυτόχρονα έδωσε εντολή να καθαρίσουν και να στολίσουν το σώμα και το κεφάλι του αντιπάλου του Πύρρου και στη συνέχεια να κάψουν τη σορό του, κατά το έθιμο των προγόνων του, με όλες τις βασιλικές τιμές που του άρμοζαν. (Πλουτάρχου, Πύρρος, 33).
     2. Θα πρέπει εδώ να σημειώσουμε και το γεγονός ότι σε προηγούμενη μάχη του Αντιγόνου με τον Πύρρο στον ποταμό Αώο, ο Πύρρος είχε συντρίψει τον Αντίγονο και ολόκληρος ο στρατός του είχε προσχωρήσει στον Πύρρο. Ο ίδιος ο Αντίγονος μόλις κατάφερε να διαφύγει με την προσωπική του φρουρά στη Θεσσαλονίκη. Παρά ταύτα, δακρυσμένος τώρα, απέδωσε όλες τις νεκρικές τιμές στον αντίπαλό του. Είναι δε βέβαιο ότι το ίδιο ακριβώς θα έκανε και ο Πύρρος, αν βρισκόταν τη θέση του Αντιγόνου. Η έχθρα μπροστά στον θάνατο παραμερίζεται και προτάσσεται το φρόνημα, η ευψυχία, η αξιοπρέπεια, η πολεμική αρετή και η εθιμική δεοντολογία.
3. Ύστερα από λίγο, ο γιος του, θέλοντας να απαλλαγεί από το άγος για την ύβρι που είχε διαπράξει απέναντι στον νεκρό Πύρρο, οδήγησε με κόσμιο και φιλάνθρωπο τρόπο μπροστά στον Αντίγονο τον αιχμάλωτο γιο του Πύρρου, τον Έλενο, με ξεσχισμένον όμως και καταλερωμένον τον χιτώνα του από τη μάχη. Βλέποντάς τους ο Αντίγονος, είπε στον γιο του: «Τώρα έπραξες καλύτερα από ό,τι προηγουμένως, γιε μου, αλλά και πάλι δεν συμπεριφέρθηκες όπως αρμόζει. Έπρεπε να του αντικαταστήσεις τον χιτώνα του με καινούργιον, γιατί η εικόνα αυτή του Ελένου εμάς ντροπιάζει περισσότερο, που νομίζουμε ότι έχουμε επικρατήσει και λιγότερο τον ίδιο. Ύστερα από αυτά, έντυσε με βασιλικά ρούχα τον Έλενο και τον έστειλε στην Ήπειρο. (Πλουτάρχου, Πύρρος, 34).
4. Σε αντίθεση με τα παραπάνω, έχουμε το γνωστό παράδειγμα του βασιλιά της Θήβας Κρέοντα, που έδωσε αυστηρή εντολή όχι μόνο να μην αποδοθούν νεκρικές τιμές στον Πολυνείκη, αλλά να παραμείνει και άταφος, επειδή, όπως ο ίδιος έκρινε, έστρεψε τα όπλα του εναντίον της πατρίδας του. Η αδελφή του όμως Αντιγόνη δεν υπάκουσε στη βασιλική διαταγή και δεν υποτάχτηκε στην εξουσία του Κρέοντα, αλλά πήγε και απέδωσε τις οφειλόμενες νεκρικές τιμές στον αδελφό της, άσχετα αν αυτό το πλήρωσε με τη ζωή της. (Σοφοκλέους, Αντιγόνη).
5. Αυτά είναι δυο χαρακτηριστικά παραδείγματα από την Ελλάδα την αρχαία και από τα όσα έπρατταν οι εν πολλοίς ξεχασμένοι τώρα πρόγονοί μας και φυσικά δεν είναι τα μοναδικά. Ούτε βέβαια και οι περιστάσεις είναι ίδιες. Το μόνο κοινό και βέβαιο στοιχείο, σε κάθε περίπτωση, καθώς και σε όλους μας, είναι το καταλυτικό και μη αναστρέψιμο γεγονός του θανάτου.

ΘΕΟΦΑΝΙΑ-ΠΛΥΝΤΗΡΙΑ-ΚΑΛΛΥΝΤΗΡΙΑ

ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ

Του Στέφανου Κωλέττα

Τρεις αρχαιοελληνικές γιορτές, εκ των οποίων η πρώτη, καλούμενη ΘΕΟΦΑΝΙΑ, γινόταν στους Δελφούς και οι δύο άλλες, καλούμενες ΠΛΥΝΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΚΑΛΛΥΝΤΗΡΙΑ αντίστοιχα, γίνονταν στην Αθήνα και στον Πειραιά τον μήνα Θαργηλιώνα. Τις παραθέτω, όπως αυτές διασώζονται στις πρωτογενείς πηγές. (Το ερέθισμα μου έδωσαν φίλοι στο f/b με παρόμοιες δημοσιεύσεις).

ΤΑ ΘΕΟΦΑΝΙΑ κατά τον Ηρόδοτο:

Ο Κροίσος απέστειλε στους Δελφούς πολλά χρυσά αναθήματα, μεταξύ των οποίων και δύο κρατήρες, έναν από χρυσό και έναν από ασήμι. Ο χρυσός στήθηκε στα δεξιά του ναού του Απόλλωνα και ο ασημένιος στα αριστερά. Τον δεύτερο κρατήρα (τον ασημένιο), συνεχίζει ο Ηρόδοτος, τον χρησιμοποιούσαν οι κάτοικοι των Δελφών, προκειμένου να αναμείξουν το κρασί με νερό (κεκραμένος οίνος), το οποίο θα κατανάλωναν στη μεγάλη γιορτή των «Θεοφανίων». Μας δίνει επίσης την πληροφορία ότι ο ασημένιος κρατήρας είχε χωρητικότητα εξακοσίων αμφορέων! Μαζί με τους κρατήρες και τα άλλα δώρα, αφιέρωσε επίσης (ο Κροίσος) τέσσερα ασημένια πιθάρια, καθώς και δύο «περιρραντήρια». Τα περιρραντήρια ήταν λεκάνες (μία χρυσή και μία ασημένια) μέσα στις οποίες έβαζαν νερό και, μετά από τελετές που έκαναν, ράντιζαν, εξάγνιζαν και έκαναν καθαρμούς στον χώρο. Μετά τις σχετικές τελετές, το ράντισμα και τους καθαρμούς με το νερό των περιρραντηρίων, ΦΑΝΕΡΩΝΑΝ (Θεοφάνια) στο κοινό το περίτεχνο άγαλμα του θεού του φωτός και της ουράνιας μουσικής αρμονίας του Ηΐου Φοίβου (Απόλλωνα), όπως τον προσφωνεί ο Όμηρος (Ιλ. Ο,365).

Και το σχετικό κείμενο του Ηροδότου για τα Θεοφάνια: «Ἐπιτελέσας δέ ὁ Κροῖσος ταῦτα ἀπέπεμπε εἰς Δελφούς… κρατῆρας δύο μεγάθεϊ μεγάλους χρύσεον καί ἀργύρεον… ὁ δε ἀργύριος…χωρέων ἀμφορέας ἑξακοσίους· ἐπικίρναται γάρ ὑπό Δελφῶν Θεοφανίοισι… καί πίθους ἀργυρέους τέσσερας ἀπέπεμψε καί περιρραντήρια δύο ἀνέθηκε…» (Κλειώ, στ. 51 κ.ε.).

ΠΛΥΝΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΚΑΛΛΥΝΤΗΡΙΑ:

1) Τα Καλλυντήρια και τα Πλυντήρια ήταν ονόματα γιορτών. Οι γιορτές αυτές γίνονταν κατά το μήνα Θαργηλιώνα*. Τα Καλλυντήρια γίνονταν τη δέκατη ένατη ημέρα και τα Πλυντήρια την εικοστή ένατη. Τα Πλυντήρια, όπως λένε, καθιερώθηκαν εξαιτίας της αυτοθυσίας της Αγραύλου**, καθώς (οι γυναίκες) δεν είχαν πλύνει για έναν χρόνο το φόρεμά τους (σε ένδειξη πένθους). Μετά από το συμβάν αυτό το έπλυναν και, εξαιτίας αυτού, έλαβε το όνομα η γιορτή. Τα Καλλυντήρια γίνονταν σε ανάμνηση του γεγονότος ότι η Άγραυλος ήταν η πρώτη ιέρεια που στόλισε τα αγάλματα των θεών και γι’ αυτό αποκάλεσαν τη γιορτή Καλλυντήρια.

2) Έφτασε με το πλοίο στον Πειραιά ο Αλκιβιάδης την ημέρα κατά την οποία η πόλη γιόρταζε «τα Πλυντήρια» και είχαν ολότελα καλυμμένο το άγαλμα της Αθηνάς, για το οποίο μερικοί μάντευαν ότι δεν θα βοηθήσει σε κάτι ούτε αυτόν ούτε την πόλη. Και βέβαια κανένας από τους Αθηναίους δεν τολμούσε να κάνει κάποια άξια λόγου εργασία την ημέρα αυτή.

ΟΙ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΕΣ ΠΗΓΕΣ:

1) «Καλλυντήρια καί Πλυντήρια ἑορτῶν ὀνόματα. Γίνονται μέν αὗται Θαργηλιῶνος μηνός ἐννάτη μέν ἐπί δέκα καλλυντήρια, δευτέρα δέ φθίνοντος τά Πλυντήρια. Τά μέν Πλυντήρια φησί διά τόν θάνατον τῆς Ἀγραύλου ἐντός ἐνιαυτοῦ μή πλυθῆναι ἐσθῆτας. Εἶθ’ οὕτω πλυθείσας τήν ὀνομασίαν λαβεῖν ταύτην. Τά δέ Καλλυντήρια, ὅτι πρώτη δοκεῖ ἡ Ἄγραυλος γενομένη ἱερεία τούς θεούς κοσμῆσαι διό καί καλλυντήρια αὐτῇ ἀπέδειξαν.» Λεξικογράφοι Ησύχιος, Φώτιος κ.ά.)

2) «… κατέπλευσεν εἰς τόν Πειραιᾶ (ὁ Ἀλκιβιάδης) ἡμέρᾳ ᾖ Πλυντήρια ἦγεν ἡ πόλις, τοῦ ἕδους κατακεκαλυμμένου τῆς Ἀθηνᾶς, ὅ τινες οἰωνίζοντο ἀνεπιτήδειον εἶναι καί αὐτῷ καί τῇ πόλει. Ἀθηναίων γάρ οὐδείς ἐν ταύτῃ τῇ ἡμέρᾳ οὐδενός σπουδαίου ἔργου τολμῆσαι ἄν ἅψασθαι…» (Ξενοφών, Ελληνικά, 1,4,12,3).

...................................................................

*Ο μήνας Θαργηλιών αντιστοιχίζεται σήμερα με το χρονικό διάστημα από 15 Μαΐου μέχρι 15 Ιουνίου.

**Άγραυλος ή Άγλαυρος. Θυγατέρα του πρώτου βασιλιά της Αθήνας Κέκροπα, η οποία αυτοθυσιάστηκε πέφτοντας από την ακρόπολη, προκειμένου να σώσει την Αθήνα, σύμφωνα με χρησμό. Οι Αθηναίοι την τίμησαν και οι νέοι επικαλούνταν και το δικό της όνομα στον όρκο που έδιναν. (Η εικόνα από το Αναγνωστικό Δ΄ Δημοτικού του έτους 1957).


 

ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΝ ΚΑΙΝΟΥΡΙΟ ΧΡΟΝΟ

Του Σπύρου Εργολάβου

Ετοιμαζόμαστε κι εφέτος, όπως άλλωστε το κάνουμε κάθε χρόνο, να στείλουμε τις  καθιερωμένες-ανθρώπινες-ευχές μας για τον ερχομό του Καινούργιου Χρόνου. Καθώς μάλιστα την περασμένη χρονιά γιορτάσαμε-κατά τρόπο επικοινωνιακό και όχι ουσιαστικό - τα 200 χρόνια από την έναρξη της Επανάστασης του 21, που μας χάρισε τη λευτεριά: Και καθώς εφέτος κλείνουμε 48 χρόνια από τη λεγόμενη μεταπολίτευση, που μας απάλλαξε από την εφτάχρονη τυραννία και, μαζί μ’ αυτήν, από την μακροχρόνια δυναστεία, που τόσα δεινά επισώρευσε στον τόπο, είναι, πιστεύω, ωφέλιμο ως ελεύθεροι και υπεύθυνοι πολίτες: Να πάρουμε τα μηνύματα του παρελθόντος, κάτω από το σύγχρονο λαϊκό πνεύμα που κρατήθηκε ζωντανό με τους θεσμούς, την αισθητική και τη νοημοσύνη του λαού μας, και μας επιτρέπει - ταυτόχρονα δε μας επιβάλλει-να θέσουμε στον εαυτό μας μερικά αδυσώπητα ερωτήματα, όπως:
Είναι η Πατρίδα που φτιάξαμε, όπως την ονειρεύτηκαν οι πατέρες μας που κάηκαν στη φωτιά του Μεγάλου Αγώνα ,για να τη θεμελιώσουν με το αίμα τους;
Είναι η Πολιτεία μας, σε όλα τα στρώματά της-πολίτες και πολιτικούς-Πολιτεία Ελευθερίας, Ισότητας και Δικαιοσύνης, Κράτος του νόμου και της αρετής;
Έχουμε διαφυλάξει άσβεστη την εθνική μας συνείδηση, αυτήν την αστείρευτη πηγή για την πραγματική μας αφύπνιση, και έχει εδραιωθεί βαθιά στην ψυχή μας η πίστη στην απεριόριστη δυνατότητα του Λαού μας να προσδιορίζει μόνος του τη ζωή και τη μοίρα του;
Τι Πατρίδα ο ν ε ι ρ ε ύ τ η κ α ν οι πατέρες μας; Το φανερώνει ξεκάθαρα η Γ’ Εθνοσυνέλευση των Ελλήνων, το 1827. Με ομόφωνη απόφασή της εκλέχτηκε ως πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδας, με επταετή θητεία, ο Ιωάννης Καποδίστριας, «άνδρας πολιτικός κατά πράξιν και θεωρίαν, διά τα προτερήματα του οποίου ημπορεί δικαίως να καυχηθή η Ελλάς, και από τον οποίον ημπορεί θαρρούντως να ελπίση την σωτηρίαν και την ευδαιμονίαν της». Και ενώ, με τη συνεργασία εκλεκτών προσωπικοτήτων πάσχιζε,  στηριζόμενος στη διεθνώς αναγνωριζόμενη εμπειρία του, να ανορθώσει την Ελλάδα από τα ερείπια που άφησε πίσω της η σκλαβιά, εμείς τον δολοφονήσαμε και παραδώσαμε την πατρίδα μας στους κοτζαμπάσηδες και στα κάθε λογής άνομα συμφέροντα από τα οποία μαστίζεται η πατρίδα μας μέχρι σήμερα.
Ισχύουν- κατά τη γνώμη μου-σε μεγάλο βαθμό, αν όχι κάθ’ ολοκληρίαν, αυτά που είπε ο Μίκης Θεοδωράκης προς τους πνευματικούς μας ηγέτες, κατά την επίσημη ανακήρυξή του σε επίτιμο μέλος της Ακαδημίας, στους οποίους επισήμανε:
« Πιστεύω στο γεγονός ότι η Ελευθερία που μας παρέδωσαν οι αγωνιστές του 21, επί δύο αιώνες, δεν μπόρεσε να στεφθεί με την απόκτηση πλήρους Εθνικής Ανεξαρτησίας. Μας έχει καταντήσει έτσι λαό ανάπηρο, και ανίκανο να εκμεταλλευθεί και να αναδείξει, όχι μόνο το φυσικό μας πλούτο, αλλά κυρίως τον ανθρώπινο, στους κρίσιμους τομείς της Κοινωνίας και του Πνεύματος». Τους πρότεινε, στη συνέχεια, να ηγηθούν μιας πραγματικής πνευματικής  εκστρατείας, ώστε να γίνει η Ελλάδα, όπως της αξίζει, «η Ελβετία του Πολιτισμού». Και αυτοί απλώς εθιμοτυπικά τον χειροκρότησαν. Έτσι καταντήσαμε, ή μάλλον μας κατάντησαν, να είμαστε μια χώρα που βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση. Σ’ αυτήν ας προσθέσουμε και το διαρκή και εθνικά επικίνδυνο εσωτερικό κομματικό διχασμό -στο βωμό της κατάκτησης και της διατήρησης της εξουσίας.
Αυτό οφείλεται βασικά στο γεγονός ότι οι ιοί του κοτζαμπασισμού και του ραγιαδισμού που μας κληροδότησε η τουρκοκρατία, μεταλλάχθηκαν σε φανατικό κομματισμό και σε ανεξέλεγκτο λαϊκισμό, και έγιναν πιο επικίνδυνοι, γιατί ενώ φαινομενικά εμφανίζονται ότι εξυπηρετούν το λαό και τα συμφέροντά του, στην πραγματικότητα γίνονται όργανα αυτών που τους υποθάλπουν και όσων βρίσκονται πίσω από αυτούς.
Υποχρεωνόμαστε έτσι να θυσιάζουμε το μεγαλύτερο εθνικό μας προϊόν για συνεχείς και πολυδάπανους εξοπλισμούς-πράγμα που δεν συμβαίνει με καμιά άλλη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης-προκειμένου να αντιμετωπίσουμε, όχι κάποιον φυσικό εχθρό αλλά έναν γειτονικό λαό, με τον οποίο βρισκόμαστε στον ίδιο αμυντικό οργανισμό - το περίφημο ΝΑΤΟ. Αυτός ο Οργανισμός, κατά τον Κανονισμό του, έχει χρέος να προστατεύει τα μέλη του από κάθε εξωτερική επιβολή και όχι να ανέχεται το ένα μέλος να απειλεί, σαν να μη συμβαίνει τίποτε, ένα άλλο μέλος. Αυτό είναι ένα θέατρο παραλόγου που παίζεται σε βάρος και των δυο λαών. Ανάγκασε δε τον Πρόεδρο της Γαλλίας να ονομάσει πρόσφατα το ΝΑΤΟ «Οργανισμό χωρίς εγκέφαλο», πράγμα που επιβεβαιώνει κάθε τόσο, με τις δηλώσεις του,ο Γενικός Γραμματέας του.
Αυτό όμως δεν γίνεται τυχαία. Την εξήγηση την έδωσε πρόσφατα επίσημος αμερικανικός παράγοντας που καθόρισε-κατά το πρότυπο του «Ηγεμόνα» του Μακιαβέλι - πως κύριος και αντικειμενικός σκοπός της εξωτερικής πολιτικής μιας υπερδύναμης είναι να υποχρεώνει τα κράτη που σχετίζονται με την υπερδύναμη να παίζουν το ρόλο που η υπερδύναμη τους επιτρέπει, και γι’ αυτό πρέπει να επιλέγει πρόσωπα που είναι πρόθυμα να εκτελούν τις εντολές της. Είμαστε, λοιπόν αναγκαστικά μια «Π ο λ ι τ ε ί α Π α ρ α λ ε ι τ ο υ ρ γ ο ύ σ α» και ένα « Κ ρ ά τ ο ς» που δεν είναι σε θέση να εφαρμόσει « τ ο δ ί κ α ι ο» και « τ η ν α ρ ε τ ή», αλλά είναι υποχρεωμένο να εφαρμόζει εκείνο που εξυπηρετεί τα συμφέροντα αυτών που ρυθμίζουν τις τύχες του, και αυτών που το υποχρεώνουν να «παραλειτουργεί».
Περνάμε- και θα εξακολουθήσουμε να περνάμε-κρίσιμες μέρες, αν δεν αντλήσουμε όσες δυνάμεις, ως λαός, διαθέτουμε, για μια πραγματική εθνική αφύπνιση που θα μας δώσει τη δυνατότητα να κατανοήσουμε πως η πορεία μας είναι αδιέξοδη και πως απ’ αυτήν μπορούμε και πρέπει να απαλλαγούμε, όταν βαθιά εδραιωθεί στην ψυχή μας η πίστη στην απεριόριστη δυνατότητα που έχουμε να προσδιορίζουμε μόνοι μας τη ζωή μας και τη μοίρα μας. Τότε- και μόνο τότε- εκφράζοντας, κατά τον καλύτερο τρόπο, το αίτημα της εποχής μας και του τόπου μας, για εθνική ανεξαρτησία, για εθνική. αξιοπρέπεια και ουσιαστική δημοκρατία, θα μπορούμε, μαζί με τον ποιητή μας, να πάρουμε σαφή θέση και χωρίς δυσκολία να δώσουμε την απάντηση:
« Μ π ρ ο σ τ ά  κ α ι ν ο ύ ρ ι ο ς  κ ό σ μ ο ς  θ α  β α δ ί σ ε ι,
ό τ α ν  ξ υ π ν ή σ ο υ ν  κ ά π ο τ ε  ο ι  λ α ο ί».
Ένα τέτοιο ξύπνημα μπορεί να έλθει μόνο με μια ουσιαστική παιδεία, μόνο με μια αέναη και σαφή πληροφόρηση, που θα μας απαλλάξουν από το φόβο και την κολακεία, θα μας επιτρέψουν με ηρεμία και ευπρέπεια να αναγνωρίσουμε τις αδυναμίες και τις παραλείψεις μας και να συνειδητοποιήσουμε τις ευθύνες μας.
Τότε οι ευχές μας για ένα ειρηνικό, γεμάτο υγεία, χαρά και ευτυχία, νέο έτος θα έχουν ασφαλώς τη θέση τους και τη συνακόλουθη αξία τους,  
ΤΟΤΕ ΤΟ 2023 ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΛΠΙΔΑ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΕΤΟΣ ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΑΠΟ ΤΑ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ. 
ΑΥΤΗ ΑΣΦΑΛΩΣ ΕΙΝΑΙ Η ΕΥΧΗ ΟΛΩΝ ΜΑΣ.

"ΠΡΩΙΝΟΣ ΛΟΓΟΣ"  30/12/2022
 ΤΟ ΑΣΜΑ ΤΗΣ ΕΙΡΕΣΙΩΝΗΣ
(ΔΗΛΑΔΗ ΚΑΤΙ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΟ ΜΕ ΤΑ ΚΑΛΑΝΤΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΣ ΣΗΜΕΡΑ)
Του Στέφανου Κωλέττα
[Ενώ περνούσε τον χειμώνα στη Σάμο (ο Όμηρος) κάθε πρωτομηνιά (νουμηνία), πήγαινε προπορευόμενος στα σπίτια των πιο πλούσιων και έπαιρνε κατιτί, τραγουδώντας τα παρακάτω λόγια, τα οποία καλούνται Ειρεσιώνη. Τον οδηγούσαν δε και πήγαιναν πάντα μαζί με τα παιδιά και μερικοί από τους εγχώριους.
Το αρχαίο κείμενο: "Παραχειμάζων δέ ἐν τῇ Σάμῳ (σ.σ. ὁ Ὅμηρος) ταῖς νουμηνίαις προσπορευόμενος πρός τάς οἰκίας τάς εὐδαιμονεστάτας, ἐλάμβανέ τι ἀείδων τά ἔπεα τάδε ἅ καλεῖται Εἰρεσιώνη. ὡδήγουν δέ αὐτόν καί συμπαρῆσαν αἰεί τῶν παίδων τινές τῶν ἐγχωρίων". (Βίος Ομήρου-Βίος Ηοροδότου, 462)
ΤΟ ΑΣΜΑ ΤΗΣ ΕΙΡΕΣΙΩΝΗΣ (αγερμός)
ΣΕ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΑΠΟΔΟΣΗ:
Σ' αυτό το σπίτι που 'ρθαμε, με άρχοντα μεγάλον,
όπου μετράει ο λόγος του κι έχει περίσσια πλούτη·
πόρτες ανοίξτε μοναχές να μπουν τα πλούτη μέσα,
πλούτη πολλά και με αυτά χαρά και ευτυχία,
πάντα ειρήνη αγαθή κι όλα τ' αγγειά γεμάτα.
Τ' αμπάρια, οι σκάφες του ψωμιού με ζύμη να γεμίζουν.
Και του παιδιού η νύφη σας σ' άμαξα επάνω να 'ρθει.
Μούλες με πόδια δυνατά στο σπίτι να τη φέρουν
κι απάνω σε χρυσό αργαλειό να υφαίνει καθισμένη.
Ο ένας χρόνος έφυγε και ο καινούριος ήρθε
και χελιδόνια φώλιασαν μπροστά στ' αυλόθυρά σας.
Αν θέλεις κάτι δώσε μας, αλλιώς γι' αλλού να πάμε,
δεν ήρθαμε να μείνουμε στο σπίτι αυτό για πάντα.
 
Τραγουδούσαν δε αυτά τα λόγια τα παιδιά για πολλά χρόνια στη Σάμο, όταν γίνονταν οι αγερμοί στη γιορτή του Απόλλωνα.
 
Το πρωτότυπο άσμα:
«Δῶμα προσετραπόμεσθ' ἀνδρός μέγα δυναμένοιο,
ὅς μέγα μέν δύναται, μέγα δέ βρέμει, ὄλβιος ἀεί.
αὐταί ἀνακλίνεσθε θύραι. πλοῦτος γάρ ἔσεισι
πολλός, σύν πλούτῳ δέ καί εὐφροσύνῃ τεθαλυῖᾳ,
εἰρήνη τ' ἀγαθή. ὅσα δ' ἄγγεα, μεστά μέν εἴη,
κυρβαίῃ δ' αἰεί κατά καρδόπου ἕρποι μάζα,
τοῦ παιδός δέ γυνή κατά διφράδα βήσεται ὕμμιν,
ἡμίονοι δ' ἄξουσι κραταίποδες ἐς τόδε δῶμα,
αὐτή δ' ἱστόν ὑφαίνοι ἐπ'ἠλέκτρῳ βεβαυῖα.
νεῦμαι τι νεῦμαι ἐνιαύσιος ὥστε χελιδών
ἔστηκ' ἐν προθύροις.
καί εἰ μέν τι δώσεις, εἰ δέ μή, οὐχ ἑστήξομεν,
οὐ γάρ συνοικήσοντες ἐνθἀδ' ἤλθομεν.»
ᾔδετο δέ τάδε τά ἔπεα ἐν τῇ Σάμῳ ἐπί πολύν χρόνον ὑπό τῶν παίδων ὅτε ἀγείροιεν ἐν τῇ ἑορτῇ τοῦ Ἀπόλλωνος." (Βίος Ὁμήρου, βίος Ηροδότου, 467 κ.ἑ.).

Η απεικόνιση της "Ειρεσιώνης" είναι της Κωνσταντίνας Μπαλντά).

 
 
«ΔΙΑΠΥΛΙΑ ΤΕΛΗ – ΦΟΡΟΙ»

Tα διόδια και οι Φόροι. Το τότε ΦΠΑ στις εισόδους πόλεων.

Του Βασίλη Ντάκη

«Στα Γιάννενα, οι αναφορές κάνουν λόγο για ύπαρξη έξι «Φόρων»: Στα Ζευγάρια, στην οδό Βηλαρά, στη Συνάντηση, στη Σκάλα, στον Ακραίο και στο Βελισάριο. Από αυτούς, σήμερα διασώζεται μόνο ο φόρος των Ζευγαριών ». Ήταν μικρά ομοιόμορφα κτηριάκια που στέγαζαν τους εκάστοτε φοροεισπράκτορες.( Βλέπε σήμερα το κτηριάκι δυτικά της πλατείας ζευγαριών) Τι ήταν τα «διαπύλια τέλη» . Το έτος 1847, με το Νόμο 68/1847 «Περί δημοτικών φόρων» καθιερώθηκαν, τα περίφημα «διαπύλια τέλη». Μια μορφή έμμεσης φορολογίας,(σημερινό Φ.Π.Α), η οποία επιβάλλονταν από τις δημοτικές αρχές στα προϊόντα που εισάγονταν στην περιοχή τους από άλλες περιοχές της επικράτειας. Δημοτικοί εισπράκτορες ήταν στημένοι στις εισόδους των πόλεων και εισέπρατταν φόρο στα εισερχόμενα υποζύγια τα οποία μετέφεραν εμπορεύματα. Κάθε δήμος τότε, φρόντιζε να «ενοικιάζει» τους φόρους των προϊόντων σε εισπράκτορες που συνήθως ήταν προσκείμενοι στην εκάστοτε δημοτική αρχή. ( ΦΕΚ A 36 - 31.12.1847) Γενικότερα « …ως διαπύλια τέλη νοούνται οι φόροι και τα τέλη, τα οποία εισπράττονται υπό των Δήμων και Κοινοτήτων, του Κράτους, των Λιμενικών Ταμείων, Ταμείων Αγροφυλακής, Οδοποιίας και άλλων πολυαρίθμων και πολυωνύμων οργανισμών. Ήταν η εποχή που η νέα Ελλάδα αναζητούσε την ταυτότητά της στον σύγχρονο κόσμο. Παράδειγμα επιβαρύνσεων Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι μία οκά τομάτας ήτις παράγεται στην επαρχία, δηλαδή 5 – 10 - και περισσότερα χιλιόμετρα μακράν της Πρωτευούσης της περιοχής , επιβαρύνεται με 80 δραχ. κατ’ οκάν ήτοι 20% επιβάρυνσης επί της τιμής εις τον τόπον της παραγωγής. Ανάλογος είναι η επιβάρυνσης και των λοιπών γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων σταφύλια, πατάτες, λαχανικά, σύκα, κρέας, τυρί, κλπ. τα οποία αποτελούν βασική τροφή διά τας λαϊκάς τάξεις ». Οι αντιδράσεις « Όπως ήταν φυσικό, η επιβολή του φόρου αυτού προκαλούσε αντιδράσεις, γιατί έπληττε καίρια το εσωτερικό εμπόριο. Μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις οι εισπράκτορες βιαιοπραγούσαν σε βάρος αγροτών, οι οποίοι προσπαθούσαν να «φοροδιαφύγουν». …..Ο δημοτικός αυτός φόρος έπληττε το εσωτερικό εμπόριο, αποτελούσε μέσο πλουτισμού των ενοικιαστών του και παράλληλα συντελούσε στην αύξηση της τιμής των αγροτικών προϊόντων, δεδομένου ότι μετακυλιόταν στους καταναλωτές. Γι’ αυτό έγιναν κατά καιρούς κινητοποιήσεις επαγγελματικών τάξεων. Για παράδειγμα οι παντοπώλες της Αθήνας την 6η Δεκεμβρίου 1898 πραγματοποίησαν συλλαλητήριο στην πλατεία Μητροπόλεως, για να διαμαρτυρηθούν «κατά των διαπυλίων τελών, κατά της πιέσεως την οποία υφίσταντο υπό των ενοικιαστών του φόρου και εναντίον της παρανόμου εισπράξεως φόρων από εμπορεύματα προερχόμενα εκ των δήμων ,Παράλληλα ο τύπος της εποχής τόνιζε την αποστροφή του κόσμου για το δημοτικό αυτό φόρο και κυρίως για τις μεθόδους που χρησιμοποιούσαν οι εισπράκτορές του, οι οποίοι δεν δίσταζαν να βυθίζουν τα χέρια τους στα καλάθια με τα χόρτα λ.χ. μήπως βρουν κρυμμένες μέσα σ’ αυτά ντομάτες ή πατάτες ή άλλα αγροτικά προϊόντα, για να τα φορολογήσουν. ….Το κράτος συναινούσε στη διατήρηση των «διαπυλίων τελών», γιατί αδυνατούσε να χρηματοδοτήσει τους δήμους. …Παρά τις καθολικές αντιδράσεις, τα «διαπύλια τέλη» καλά κρατούσαν. Με τους νόμους 641/1915, 1837/1920 (και οι δύο ψηφίστηκαν από τις κυβερνήσεις του Ε. Βενιζέλου) και 6429/1934 (ψηφίστηκε επί κυβερνήσεως Π. Τσαλδάρη) κατοχυρωνόταν η δυνατότητα των δήμων να επιβάλουν αυτό τον αναχρονιστικό και δυσβάστακτο φόρο (εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ, φύλλο της 7ης Σεπτεμβρίου 1948)». « Είναι γεγονός αναμφισβήτητον, ότι μία εκ των κυριωτέρων αιτιών, η οποία δημιούργησε το ζήτημα της μεταφοράς των επαρχιακών βιομηχανικών συγκροτημάτων εις το κέντρο ήτο η φορολογία των διαπυλίων τελών, διότι αι επαρχιακαι επιχειρήσεις μειονεκτούσαν έναντι των επιχειρήσεων της Πρωτευούσης. Η κατάργηση. Οι συνθήκες για την κατάργηση της επαχθούς αυτής φορολογίας ωρίμασαν το 1948. Στη συνεδρίαση της 9ης Δεκεμβρίου το υπουργικό συμβούλιο άκουσε την εισήγηση του τότε υπουργού Οικονομικών Χέλμη και ενέκρινε τον Αναγκαστικό Νόμο 843/1948 «περί καταργήσεως των διαπυλίων τελών». Τότε έκλεισαν και οι 6 Φόροι στα Γιάννενα.

Το πρώτο φορολογικό κέντρο στα Γιάννενα. Στο άσπρο κτηριάκι εισπράττονταν το λεγόμενο «ΚΟΜΜΕΡΚΙΟΝ» που ήταν ο εμπορικός φόρος (γνωστός από την μεσοβυζαντινή εποχή, που πιθανώς ήταν συνέχεια του ρωμαϊκού φόρου (octava, 12,5% επί της αξίας του εμπορεύματος), και που συνεχίστηκε και επί οθωμανικής αυτοκρατορίας μέχρι και του Αλή πασά. Στην Φώτο το Κλούκι , δηλαδή το φορολογικό και Αστυνομικό Τμήμα όπως λεγόταν επί Αλή πασά στην είσοδο του κάστρου.

Ο Φόρος στα ζευγάρια. Ο μόνος που σώζεται. Σήμερα λειτουργεί ως πολιτιστικός σύλλογος ζευγαριών.

 

Ο Φόρος στην Καλούτσια και ο για κάποια εποχή φοροεισπράκτορας Μάκης Γκιώκας καταγινόμενος με ακροβατικά επί μηχανής. Ο Μάκης ήταν γιος του Κίτσιο Γκιώκα από την Έλεζνα.

 Στη σκάλα που ήταν τότε το λιμάνι της πόλης το κτηριάκι δεξιά στο κέντρο της Φώτο
ήταν ο Φόρος της σκάλας, για τα εμπορεύματα από τα γύρω χωριά που έφταναν μέσω λίμνης .

 

ΑΡΧΑΙΕΣ ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ ΚΑΙ ΕΚΦΡΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΤΙΣ ΛΕΜΕ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ

Του Στέφανου Κωλέττα

Είναι πάρα πολλές οι αρχαίες παροιμίες, τα γνωμικά και τα αποφθέγματα, τα οποία έχουν φτάσει μέχρι τις μέρες μας με την ίδια ακριβώς ή έστω με παραπλήσια σημασία. Επέλεξα μερικές από τις ρήσεις αυτές, τις οποίες παραθέτω όπως ακριβώς είναι διατυπωμένες στην αρχαία γλώσσα και στη συνέχεια με την απόδοσή τους στη σύγχρονη.

-Ἀβίωτον ζῶμεν βίον. [Έγινε ο βίος αβίωτος].

-Κοσκίνῳ φέρεις ὕδωρ. [Κουβαλὰς νερό με το κόσκινο].

-Ἄγει δὲ εἰς φῶς τὴν ἀλήθειαν χρόνος. [Ο χρόνος φανερώνει την αλήθεια. Τίποτε δεν μένει κρυφό].

-Ξύλου ἅπτου. [Χτύπα ξύλο].

-Ἀεὶ τὰ πέρυσι βελτίω. [Κάθε πέρσι και καλύτερα].

-Μία χελιδὼν ἔαρ οὐ ποιεῖ. [Ένα χελιδόνι δεν φέρνει την άνοιξη].

-Ἠὼς ὁρῶσα τὰ νυκτὸς ἔργα γελᾷ. [Της νύχτας τα καμώματα τα βλέπει η μέρα και γελά].

-Κύων θωυκτὴρ οὐ βλάπτει. [Σκύλος που γαυγίζει δεν δαγκώνει].

-Ἀεὶ κολοιὸς ποτὶ κολοιὸν ἱζάνει. [Πάντοτε ο κολιός δίπλα στον κολιό κάθεται. Πρβλ. και «Ὅμοιος ὁμοίῳ ἀεὶ πελάζει»].

-Αἰθίοπα λευκαίνεις. [Προσπαθείς ν’ ασπρίσεις τον Αράπη. Τον αράπη κι αν τον πλένεις, το σαπούνι σου χαλάς].

-Ἐκ τριχὸς κρέμαται. [Κρέμεται από μια τρίχα].

-Ἐπὶ ξηροῦ ἀκμῆς. [Στην κόψῃ του ξυραφιού].

-Ἐς ψάμμον οἰκοδομεῖς. [Χτίζεις στην άμμο].

-Ἔχει γάρ τι πικρὸν ὁ τῆς ἀληθείας λόγος. [Έχει και κάποια πίκρα η αλήθεια όταν λέγεται. Είναι πικρὴ η αλήθεια].

-Κακοῖς ὁμιλῶν καὐτὸς ἐκβήσῃ κακός. [Αν κάνεις παρέα με κακούς κι εσύ κακός θα γίνεις. Πρβλ. Αν κάτσεις με κουτσό θα μάθεις να κουτσαίνεις].

-Καπνὸν φεύγων εἰς πῦρ περιέπεσον. [Ξέφυγα από τον καπνό κι έπεσα στη φωτιά. Πρβλ. Από το κακό στο χειρότερο].

-Καρπὸν ὃν ἔσπειρε θερίζει. [‘Ο,τι σπείρεις θα θερίσεις].

-Κατὰ μαχαιρῶν κυβιστᾷς. [Κάνεις τούμπες πάνω σε μαχαίρια. Χτυπάς γροθιά το μαχαίρι].

-Κοῦφά σοι ἔσοιτο χθὼν. [Ας είναι ανάλαφρο το χώμα].

Κύων τεῦτλα οὐκ ἐσθίει. [Ο σκύλος λάχανα δεν τρώει].

-Κωφῷ ὁμιλεῖς. [Σε κουφὸ μιλάς, Στου κουφού την πόρτα….]

-Λύεται γούνατα. [Μου λύθηκαν τα γόνατα].

-Λύκου πτερὸν ζητεῖς. [Γυρεύεις να βρεις φτερὸ στον λύκο].

-Λύκος ποιμὴν. [Βάλαμε τον λύκο τσοπάνο].

-Ξαίνεις εἰς πῦρ. [Σκαλίζεις τη φωτιά].

-Ὃν οἱ θεοὶ φιλοῦσιν ἀποθνῄσκει νέος. [Πεθαίνει νέος εκείνος τον οποίο αγαπούν οι θεοί].

-Ὄρνιθος γάλα ζητεῖς. [Του πουλιοὺ το γάλα γυρεύεις].

-Αἲξ οὔπω τέτοκεν, ἔριφος δ’ ἐπὶ δώματι παίζει. [Η γίδα ακόμη δεν γέννησε και το κατσικάκι παίζει στη στέγη. Πρβλ. τις σημερινές παροιμίες μας: «Ακόμα δεν τον είδαμε, Γιάννη τον βγάλαμε» και «Το σηκώτι στα Γιάννινα κι οι γύφτοι πλακωθήκαν»].

-Αἰσχρῶς μὲν ἔσπειρας, κακώς δ’ εθέρισας. [Άσχημα έσπειρες, κακά θα θερίσεις. Πρβλ. σημερινές παροιμίες: «Όπως έσπειρες θα θερίσεις» και «Όπως στρώσεις θα πλαγιάσεις»].

-Ἄκουε πολλά, λάλει καίρια. [Άκουε πολλά και λέγε όσα πρέπει].

-Ἄλλο γλαῦξ, ἄλλο κορώνη φθέγγεται. [Αλλιώς λαλάει η κουκουβάγια κι αλλιώς η κουρούνα. Πρβλ. Άλλα τα μάτια του λαγού κι άλλα της κουκουβάγιας].

-Ἄλλοι κάμον, ἄλλοι ὤναντο. [Άλλοι κόπιασαν κι άλλοι τα έφαγαν].

-Ἀμ’ ἔπος, ἀμ’ ἔργον. [Δεν προλάβαμε να πούμε κάτι κι έγινε αμέσως]

.

-Ἄνευ πτερῶν ζητεῖς ἴπτασθαι. [Χωρὶς φτερὰ θέλεις να πετάξεις].

-Ἀνὴρ στέγης στῦλος. [Ο αντρας είναι κολώνα του σπιτιού].

-Ἄνθρακες ὁ θησαυρὸς πέφηνεν. [Άνθρακες αποδείχτηκε ο θησαυρός].

-Ἄρκτου παρούσης, ἴχνη μὴ ζήτει. [Όταν η αρκούδα είναι μπροστά σου, μη γυρεύεις τα πατήματα της].

-Ἀρχὴ δήπου παντὸς ἔργου χαλεπωτέρα. [Κάθε αρχή και δύσκολη].

-Ἄστρα τοξεύεις. [Τ’ αστέρια σημαδεύεις. Ρίχνεις στον βρόντο λέμε σήμερα].

-Ἄχρι κόρου. [Μέχρι σκασμού].

-Γάλα ὀρνίθων. [Των πουλιών το γάλα].

-Γαστὴρ παχεῖα, λεπτὸν οὐ τίκτει νόον. [Φουσκωμένη κοιλιά δεν γεννάει έξυπνο μυαλό].

-Γελᾷ δ’ ὁ μωρὸς κἄν τὶ μὴ γελοῖον ᾖ. [Γελάει ο χαζός ακόμη και όταν κάτι δεν είναι γελοίο].

-Γλαύξ διέπτατο. [Πέταξε μια κουκουβάγια. Σήμερα λέμε: Πέταξε μια χήνα.

-Γλῶσσα ἁμαρτάνουσα τ’ ἀληθῆ λέγει. [Γλώσσα που λαθεύει, λέει την αλήθεια].

-Γλώσσης κρατεῖν. [Μάθε να κρατὰς τη γλώσσα σου].

-Γονεῖς αἰδοῦ. [Να σέβεσαι τους γονείς σου].

-Γραῦς βακχεύεται. [Μπήκε η βάβω στο χορό].

-Δακτύλῳ δείκνυται. [Τον δείχνουν με το δάχτυλο].

-Δελφῖνα νήχεσθαι διδάσκεις. [Μαθαίνεις το δελφίνι πώς να κολυμπάει].

-Δὶς παῖδες οἱ γέροντες. [Δυο φορὲς οι γέροντες γίνονται παιδιά].

-Δρυὸς πεσούσης πᾶς ἀνὴρ ξυλεύεται. [Όταν πέσει το δέντρο όλοι μαζεύουν τα ξύλα του].

-Δυοῖν κακοῖν προκειμένοιν τὸ μὴ χεῖρον βέλτιον. [Ανάμεσα σε δυο κακά, το λιγότερο κακό είναι καλύτερο].

-Δῶρον ἄδωρον . [Δώρο άδωρο].

-Ἔα ἐς κόρακα. [Άι (πήγαινε) στον κόρακα].

-Ἔασον χαίρειν. [Άι στο καλό, ασ’ το να πάει].

-Ἐγγὺς ἀγαθῷ παραπέφυκεν κακὸν. [Κοντά σε κάθε καλό παραφυλάει και το κακό. Και τα καλὰ δεχούμενα και τα κακὰ δεχούμενα. Πρβλ. και ουδέν κακόν αμιγές καλού].

-Ἐγὼ σκόροδά σοι λέγω σὺ δὲ κρόμμυ’ ἀποκρίνῃ. [Εγώ για σκόρδα σου μιλάω κι εσύ μου απαντάς για κρεμμύδια].

-Οὐδὲν κακὸν ἀμιγὲς καλοῦ. [Δεν ὑπάρχει κακό που να μην έχει και κάτι καλό].

-Πάντα τὸν βοῦν ἔφαγεν κ’ εἰς οὐρὰν ἀπέκαμεν. [Έφαγε ολόκληρο το βόδι και απόμεινε στην ουρά του].

-Πέμπειν ἐς κόρακα. [Στείλε τον στον κόρακα].

-Τὴν αὐτοῦ σκιὰν δέδοικεν. [Φοβάται τον ίσκιο του].

-Τράγον ἀμέλγεις. [Αρμέγεις τον τράγο].

-Τυφλῷ κάτοπτρον χαρίζῃ. [Χαρίζεις καθρέφτη στον τυφλὸ].

-Ἐλαίῳ πῦρ σβεννύεις. [Προσπαθεὶς να σβήσεις τη φωτιὰ ρίχνοντας λάδι].

-Υπέρ κάρα πτύει. [Φτύνει πάνω απ’ το κεφάλι του. Πρβλ. Όποιος φτύνει στον ανήφορο, τα μούτρα του θα φτύσει].

-Ὑπὲρ τὰ ἐσκαμμένα πηδᾷς. [Ξεπέρασες τα όρια].

-Φαλακρῷ κτένας δανείζεις. [Δανείζεις χτένια στον φαλακρό].

-Φέρει και όρνις γάλα. [Ακόμη και το πουλί φέρνει γάλα.]

-Χρόνος ἀληθείας πατὴρ. [Ο χρόνος είναι ο πατέρας της αλήθειας, ο χρόνος φανερώνει την ἀλήθεια].

-Ὤδινεν ὄρος, εἶτα δ’ ἀπέτοκε μῦν. [Γκαστρώθηκε το βουνό και τελικά γέννησε ποντίκι, δηλαδή πολύς ο λόγος για το τίποτε].

-Ὠὸν τίλλεις. [Μαδάς το αυγό -Πάρε τ’ αυγό και κούρεψέ το].

-Εἰ μὴ δύναιο βοῦν ἒλαυν’ ὄνον. [Αν δεν μπορείς με το βόδι, πάρε γάιδαρο].

-Εἷς ἀνήρ, οὐδεὶς ἀνὴρ. [Ένας άντρας, κανένας άντρας. Εις μάρτυς ουδεὶς μάρτυς].

-Εἰς πάγας ὁ λύκος. [Έπεσε στην παγίδα ο λύκος].

-Τροχός τα ανθρώπινα. [Ρόδα είναι και γυρίζει, λέμε σήμερα].

-Οὐδέν κρυπτόν ὑπό τον ἥλιον.

-Ἕως κόρακες λευκοί γένωνται. [Μέχρι ν’ ασπρίσει ο κόρακας, λέμε εμείς].

 



ΕΠΟΠΟΙΙΑΣ ΤΟΥ ’40 ΕΓΚΩΜΙΟΝ
(ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΗ ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΚΩΛΕΤΤΑ ΣΤΟ ΚΑΛΠΑΚΙ 27.10. 2022,
ενώπιον του Πρωθυπουργού, του Προέδρου της Βουλής των Ελλήνων, των Πολιτικών και Στρατιωτικών Αρχών και χιλιάδων Ελλήνων από όλη τη χώρα).
Σύναξη μεγάλη και πάλι σήμερα στο Καλπάκι, με τα περίγυρα μνημεία της τιμής, τους τύμβους, τα σύμβολα και τα κενοτάφια της νεώτερης ιστορίας μας, ενώπιον των αρχών της Ελληνικής Πολιτείας, που προσδίδουν αίγλη και περιποιούν τιμή, φαιδρύνοντας με την υψηλή παρουσία τους την τελετουργία αυτή·
ενώπιον της αυτού εξοχότητας του πρωθυπουργού της Ελλάδος,
της αυτού εξοχότητας του προέδρου της Βουλής των Ελλήνων,
της αυτού σεβασμιότητας του Μητροπολίτη Ιωαννίνων,
ενώπιον όλων των προσφωνηθέντων ήδη επισήμων της νομοθετικής, εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας, του Περιφερειάρχη Ηπείρου, του Δημάρχου Πωγωνίου, των άλλων παρισταμένων Δημάρχων, της ηγεσίας των ενόπλων δυνάμεων, της Ελληνικής Αστυνομίας και του Πυροσβεστικού σώματος, των προξένων, των πρυτάνεων, καθηγητών, εκπαιδευτικών, φοιτητών και μαθητών και ενώπιον όλων ημών των Ελλήνων, των Φιλελλήνων και των Πανελλήνων.
Σύναξη σε πάνδημη γιορταστική τελετουργία, εδώ όπου η ιστορία απόμεινε άναυδη και καθηλωμένη μπροστά στο μεγαλείο της ευψυχίας και όχι υποταγμένη στων όπλων την ισχύ.
Ο λόγος μου θα είναι καθαρά εγκωμιαστικός απέναντι σε όλους εκείνους, που πότισαν με τ’ αγνότατο αίμα τους -το αίμα του καθενός μας- το πάντα χλοερό δέντρο της λευτεριάς με τα θαλερά του κλωνάρια και τα κρυμμένα φύτρα του· σ’ εκείνους που δεν διαπραγματεύτηκαν τα ιδανικά τους και δεν αποποιήθηκαν τις αξίες τους.
Ανεμοθύελλα ξέσπασε ‘κείνες τις ώρες τις μεγάλες και ξεσήκωσε τους Πανέλληνες, για να τους μεταδώσει αστραπιαία το πολεμικό προσκλητήριο κάλεσμα.
Και άδραξε η φυλή μας τ’ άρματά της τα βροντερά, με της ψυχής το σθένος ακαταμάχητο, με το φρόνημά της αδάμαστο, με τις προγονικές της αξίες αλώβητες και με όλα τα ιδανικά της ασύλητα.
Ένας αισχύλειος παιάνας, βυζαμένος και θρεμμένος απ’ τους αιώνες γιγάντωσε τις ψυχές και χαλύβδωσε τα κορμιά· «ΙΤΕ ΠΑΙΔΕΣ ΕΛΛΗΝΩΝ», μεταπλασμένος τώρα σε δυο μονολεκτικές αιθερομήκεις κι εμψυχοκάρδιες πολεμικές ιαχές· «ΑΕΡΑ!» από τη μια και «ΟΧΙ» από την άλλη.
Αναρριγούν τα μάρμαρα τ’ αθάνατα στο άκουσμά τους, καθώς το σάλπισμα τη μνήμη τους ξανά ανασκαλεύει· και ξεγεννούν τα πνεύματα ηρώων και ημιθέων.
Αναταράζονται τα πάτρια χώματα συθέμελα κι αναθυμούνται κλέη και μεγαλεία πρόσφατα και περασμένα.
Και ξεφυλλίζει η δόξα άγραφες σελίδες να γεμίσει, καθώς αναχαιτίζονται όλες οι επιθέσεις του εισβολέα-σφετεριστή, από το μεγαλείο της αρετής και του δικαίου τη διεκδίκηση.
Το έπος του ’40 δεν ήταν μια σχηματοποιημένη ούτε μια επίπλαστη εποποιία. Ήταν μια εγγενής και μια ζώσα βιωματική πραγματικότητα. Ήταν μια έπαρση, μια ανάταση και μια ανάταξη της ψυχής ολόκληρου του λαού μας. Μια υπέρβαση και μια μέθεξη στον κόσμο των αρχέτυπων αξιών και του προγονικού μας στίγματος, μέσα στο διαχρονικό και ατελεύτητο γίγνεσθαι της ελληνικής κοσμοθέασης και της ελληνικής κοσμοαντίληψης, της ελευθεροφροσύνης και της ελευθεροπρέπειας.
Με αυτά τα ιδεώδη της γενιάς εκείνης μπόρεσε και δημιουργήθηκε το έπος του ’40·
από τους ηρωικούς εκείνους προμάχους, που πύργωσαν κάστρο απόρθητο την τιμή τους και ύψωσαν λάβαρο ακαταμάχητο την ανδρεία τους·
πού πρόταξαν επάλξεις και ασπίδες αλεξίβολες τα κορμιά τους και ανέμισαν θυρεούς και σημαίες την αυτοθυσία τους·
που κατρακύλησαν βράχους δυσθεόρατους και ροβόλησαν πολεμικούς ογκολίθους.
που κονταροχτυπιούνταν αδιάκοπα με τις βροντές της καταιγίδας και πάλευαν αντιμαχόμενοι της θύελλας την ορμή.
Μα πάνω απ’ όλα ήταν το σθένος το ακαταμάχητο, το φρόνημα το αλώβητο, η δύναμη της ψυχής η ακατανίκητη των πολεμιστών.
Ένας ατέρμονας και κλεόρρυτος κρουνός αείροων αξιών, που ανάβρυζε πολεμικά εύσημα, κοτίνους ανδραγαθημάτων, θυσάνους υπέρτατων θυσιών, ταξιανθίες ολοκαυτωμάτων και δέσμες ιδανικών και προτύπων, γιατί η Ελλάδα του τότε, η Ελλάδα του πάντοτε δεν είναι μια χώρα απλή.
Είναι ο τόπος που γεννοβολάει αξίες και αρετές ακατάπαυστα, μέσα στη διαχρονικότητα και στην αειφορία της Ελληνικής σκέψης και διανοίας.
Ο κάθε πόλεμος όμως, δεν είναι μονάχα γιορτή και πανηγύρι θριαμβολογίας.
Είναι μαζί και τάφοι πάμπολλοι, και εκατόμβες και χιλιόμβες νεκρών, είναι ακρωτηριασμοί και τραυματίες, είναι μάνες, γυναίκες και αδελφές μαυροφορούσες, είναι ορφανά και θυσίες αμέτρητες.
Είναι οι ατελείωτες πορείες στα χιονισμένα βουνά και στα παγωμένα καταρράχια, είναι η φωτιά και το σίδερο στην πρώτη γραμμή του μετώπου.
Και όλα αυτά πάλι ο ίδιος λαός τα επωμίστηκε, γιατί η προγονική μας ρίζα συνέχιζε να πατάει πάντα δυναμικά και στέρεα πάνω στα τιμημένα και γερά κόκκαλα της παλιάς μας αγέραστης μάνας.
Όχι. Δεν ψάχνουμε στους τάφους των προγόνων μας για να ‘βρουμε λείψανα αδειανά, μήτε ανασκαλεύουμε λάρνακες επίπλαστων ανδραγαθιών· ούτε θορυβούμε κι εναβρυνόμαστε με κραυγές ενθουσιασμού, διεπόμενοι από μια στείρα και άγονη προγονολατρεία.
Την ζωντανή ιστορική μας πραγματικότητα ήρθαμε να τιμήσουμε σήμερα.
Τα πεπρωμένα και τα πεπραγμένα του λαού μας και του τόπου μας·
όλους εκείνους τους δημιουργούς του έπους του 40, που μεταστοιχείωσαν την ύλη σε πνεύμα, το πνεύμα σε αρετή και την αρετή σε θυσία υπέρτατη.
Τους επώνυμους και τους ανώνυμους·
τους νεκρούς, τους τραυματίες και τους πολεμιστές·
τις ενσαρκωμένες οπτασίες των αντρογυναικών της Πίνδου, της ομίχλης και της αχλής, τα ξαφνιάσματα των φαραγγιών, που σε μακρόσυρτες εφοδιοπομπές αναμετρούσαν και δρασκέλιζαν τις λαγκαδιές και τα ρουμάνια, ιχνηλατώντας των αγριμιών τα περάσματα και τα πατήματα, με τα μάτια τους αδάκρυτα και στεγνά και με τα πολύτιμα φορτία να γέρνουν τους ώμους τους από τη μια και με το φρόνημα μπροστά στο καθήκον, να τους περισσεύει από την άλλη.
Όχι, δεν ήταν η ιστορία μας εκείνη που έγραψε καινούριες σελίδες δόξας.
Ήταν οι ίδιοι οι μαχητές και σύσσωμος ο Ελληνικός λαός, που πήραν την ιστορία στα χέρια τους και της άλλαξαν τη συνήθη ροή.
Ήταν η στιγμή που η φυλή μας συναπαντήθηκε με την ιστορία της για μια ακόμη φορά και δημιούργησαν το νεώτερο ελληνικό θαύμα. Το θαύμα του ’40, που δεν ήταν καν θαύμα.
Ήταν το σταυραδἐρφωμα, ο αλληλοασπασμός, το σφιχταγκάλιασμα και το σταυροφίλημα του λαού μας με την ιστορία μας μέσα στην ευρύστερνη αγκαλιά της αιωνιότητας.
Δόξα και τιμή σε όλους τους δημιουργούς της εποποιίας του ’40.
Κούφη ἔσοιτο χθών ὕπερθεν νεκύων ἀθανάτων, μνήμη δέ αὐτῶν ἄληστος ἐς ἀεί. (Ας είναι ανάλαφρο το χώμα που σκεπάζει τους αθάνατους νεκρούς και η μνήμη τους αξέχαστη για πάντα).

Στέφανος Κωλέττας.

ΤΟ ΛΕΩΦΟΡΕΙΟ

Του Μάνθου Σκαργιώτη


 

(Για να ξεφύγουμε λίγο από το ζόφο των ημερών…)

Οι παλιότεροι βιώσαμε ή απλώς είδαμε σκηνές αποχωρισμού στα χρόνια της μεταπολεμικής εξωτερικής μετανάστευσης. Τη συγκίνηση από μια τέτοια σκηνή –πραγματική– μοιράζομαι μαζί σας με το ακόλουθο κείμενό μου. (Οι γονείς έφευγαν και άφηναν τα τρία παιδιά τους στο χωριό με τη γιαγιά. Θα τα ξανάβλεπαν ένα ή περισσότερα χρόνια μετά.)

 

Την καλοκαιρινή άδεια τους την είχαν αποσώσει και θα έφευγαν ξανά για τη Σουηδία. Οι ώρες, την παραμονή της αναχώρησης, τους έσφιγγαν σαν πένθιμο ρούχο. Κόντευε κιόλας λιόγερμα και στα τρία κορίτσια τους –από πέντε ως εννιά χρονών– δεν το είπαν ακόμα. Το άφησαν για το βράδυ. Το βράδυ δεν μπόρεσαν. Το άφησαν για το πρωί.

Σαν κάτι να τα κέντρισε, τα κορίτσια σηκώθηκαν χαράματα. Έξω απ’ την πόρτα είδαν τις βαλίτσες. Κοκάλωσαν, έτριψαν τα μάτια, κοίταξαν ανήσυχα τριγύρω. Ο πατέρας, μόλις τα πρόσεξε, τράβηξε προς το καλύβι, η μάνα κρύφτηκε πίσω απ’ τη θημωνιά. Εκεί ξέσπασαν σε λυγμούς. Όταν ηρέμησαν, πέτρωσαν το στήθος τους και γύρισαν στην αυλή. Τα παιδιά το είχαν μάθει από τη γιαγιά. Ήταν αμίλητα, θυμωμένα.

«Γιατί φεύγετε;» τους ρώτησε αυστηρά το εννιάχρονο.

«Θα ματάρθουμε γρήγορα».

«Ψέματα! Του χρόνου…» σπάραξαν δυνατά τα δυο μεγαλύτερα. Το πιο μικρό κοίταζε με κάτι θεόρατα απορημένα μάτια.

Το μεσημέρι βρίσκονταν όλοι στον δημόσιο δρόμο, στη στάση. Το λεωφορείο της γραμμής –ένα εικοσιτεσσάρι πράσινο– σταμάτησε. Ο εισπράκτορας φόρτωσε τις βαλίτσες στη γαλαρία. Οι γονείς αγκάλιασαν τα παιδιά, τα κόλλησαν πάνω τους, τα φίλησαν, τα ανάσαναν, πάλι και πάλι, και κράτησαν τη μυρουδιά τους όπως κρατούσαν στο μαντίλι το αντίδωρο της Μεγάλης Πέμπτης. Ύστερα, έδωσαν τις τελευταίες οδηγίες στη γιαγιά και μπήκαν. Το αυτοκίνητο ξεκίνησε.

Και τότε απελπισμένες φωνές μπλέχτηκαν με το μούγκρισμα της μηχανής:

«Μαμά… μπαμπά… μη φεύγετε!»

Τα κορίτσια, χαμένα σ’ ένα σύννεφο σκόνη που σηκωνόταν απ’ το χωματόδρομο, πήραν να κυνηγούν το λεωφορείο κι άπλωναν τα χεράκια τους να το κρατήσουν. Παραπίσω ανταριασμένη η γιαγιά. Αργοσερνόταν λαχανιάζοντας, φώναζε, τα χούγιαζε. Οι επιβάτες κοίταζαν και σώπαιναν αμήχανοι. Τα μάτια της μάνας τρύπησαν το τζάμι, ο πατέρας έριξε μισή ματιά στο δρόμο και γύρισε αλλού το κεφάλι – δεν άντεχε. Το λεωφορείο ξεμάκρυνε, άφησε δεξιά το χωράφι με τις κερασιές, πέρασε το πέτρινο εκκλησάκι και χάθηκε πίσω απ’ το λόφο. Η σκόνη έσμιξε με τα δάκρυα και λέρωσε τα παιδικά πρόσωπα. Τα δυο μεγαλύτερα κορίτσια, κουρασμένα απ’ το πιλαλητό, έκαμαν μερικά βήματα ακόμα και στάθηκαν. Κοντόφτασε και το μικρό.

Απ’ το εκκλησάκι του δρόμου βγήκε μια γυναίκα. Είχε κατεβεί απ’ την εικόνα της Παναγίας. Μαύρο μαντίλι, μακρύ μαύρο φόρεμα, αδύνατη. Ολόιδια η γιαγιά τους. Τα πλησίασε, τα μάζεψε στην αγκαλιά της, τους σκούπισε τα μάτια. Ο κουρνιαχτός τα τύφλωνε και δεν την είδαν που ξαναμπήκε στο εκκλησάκι, τη στιγμή που έφτασε η γιαγιά –η δική τους– και πήρε τη θέση εκείνης. Κάτι σαν αλλαγή βάρδιας. Τώρα και μάνα και πατέρας ετούτη, φόρτωσε το μικρότερο κορίτσι στο κορμί της, πήρε και τα άλλα από το χέρι και γύρισαν στο άδειο σπίτι.

Για πολλές μέρες μετά, τα τρία κορίτσια κάποια μεσημέρια ξέφευγαν από τα μάτια της γιαγιάς και πήγαιναν στο χωράφι με τις κερασιές. Εκεί, λουφαγμένα μες στα χαμόδεντρα περίμεναν και, όταν περνούσε το λεωφορείο, το πετροβολούσαν. Ώσπου συνήθισαν το χωρισμό.

Ο ΣΠΥΡΟΣ ΜΟΥΣΕΛΙΜΗΣ
ΩΣ ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΟΣ
Με πρωτοβουλία του Κέντρου Ιστορικών Μελετών Θεσπρωτίας, οργανώθηκε την περασμένη εβδομάδα στην Παραμυθιά Θεσπρωτίας, διήμερο Συμπόσιο – Αφιέρωμα στο Σπύρο Μουσελίμη, τον πνευματικό άνθρωπο ή αν θέλετε καλύτερα το δάσκαλο, με την ευρύτερη σημασία που ο τιμητικός αυτός όρος προσέλαβε, καθώς, επί δεκαετίες ολόκληρες συνδέθηκε με το όνομά του.
Έζησε οπωσδήποτε σε εποχές δύσκολες για τον ίδιο, για την οικογένειά του και για τον τόπο του. Είχε όμως, παράλληλα, την τύχη να συνδέσει τη ζωή του με εκείνο το απόμακρο, αλλά ιστορικό απομεινάρι της ελληνικής γης, της γης που δέχτηκε στους κόλπους της τους πρώτους κατοίκους της, τους Θεσπρωτούς, που εμφανίστηκαν με αξιώσεις στο προσκήνιο της εθνικής μας ζωής, ήδη από τις αρχές της δεύτερης χιλιετίας.
Πλούσια τα βιώματά του, όπως αυτά τα έθρεψε και τα θέριεψε η παιδική ηλικία, καθώς έζησε κοντά στη στάνη του πατέρα του μια ζωή γνήσια βουκολική. Δεν ήταν όμως μόνο η ομορφιά της φύσης που σαγήνεψε την ψυχή του. Ήταν, μαζί μ’ αυτή, και η πλούσια ιστορία της που τον έκανε να αισθάνεται πραγματικό έρωτα προς την πατρική γη της Θεσπρωτίας.
Αρχίζει, όπως ήταν επόμενο, αυτό τον αγώνα, από τότε που οι συμπατριώτες του Θεσπρωτοί βρέθηκαν, στα πρώτα στάδια της ζωής τους, άοπλοι και ανίσχυροι.
Πολλά ήταν τα Νεκρομαντεία στην Αρχαία Ελλάδα απ’ όλα όμως το πιο ονομαστό ήταν της Εφύρας στη Θεσπρωτία. Αυτό τον ιερό χώρο της αρχαιότητας επισκέφτηκε, ερεύνησε, ανάσκαψε, μαζί με άλλους εκλεκτούς αρχαιολόγους ο Μουσελίμης, και τον απαθανάτισε στις μοναδικές και αριστουργηματικές σελίδες του βιβλίου του που έγραψε με μυαλό και με ιδρώτα, με ανησυχία και πάθος, ύστερα από μακροχρόνια και επιτόπια παρατήρηση, προϋπόθεση απαραίτητη για να γράψεις μια γνήσια ιστορία, γιατί, όπως λέει και ο ίδιος "ιστορία που γράφεται χωρίς την επιτόπια παρατήρηση είναι φαγητό που του λείπεται το αλάτι".
Μαζί με το Νεκρομαντείο της Εφύρας, στο στόχαστρο της ιστορικής και αρχαιολογικής έρευνας του Σπ. Μουσελίμη, μια άλλη από τις αποθαμένες πόλεις, η Φωτική. Εξετάζει με σχολαστικότητα και περιγράφει τα αγάλματα , τις επιγραφές, τα επιτύμβια και τους ναούς που συνάντησε στο χώρο της Φωτικής, εκφράζοντας, επιλογικά, το θαυμασμό του για τα πλούσια ευρήματά της, αλλά και τη θλίψη του για το γεγονός ότι "δεν υπάρχει πια πόλη, ότι η ενημέρωση είναι τέτοια που δεν απομνείσκει ψυχή, όχι μόνο για να μολογάει και να διηγείται την ιστορία της, τον πλούτο και τα πάθια της, αλλά έστω και αυτό το όνομά της" .
Με το ίδιο μεράκι και με τον ίδιο πόθο περιηγήθηκε ολόκληρη τη Θεσπρωτική γη, δρασκέλισε εποχές, περπάτησε τους αιώνες, μίλησε με τα έμψυχα και άψυχα στοιχεία της, έπιασε τον παλμό της γης και φανέρωσε τα μυστικά της. Και ήξερε να τα βρίσκει, να τα ξεχωρίζει, να τα μαζεύει και να τα απαθανατίζει με το έργο του, γιατί διέθετε το πάθος του αρχαιολόγου, τη χάρη του λαογράφου, το ταλέντο του ιστορικού ερευνητή και την πνοή του ποιητή. Έφερε έτσι σε φως, ζωντάνεψε και έδωσε διάρκεια σε όλα τα ιστορικά και αρχαιολογικά μνημεία και ευρήματα της Θεσπρωτίας, δημιούργησε μια πρωτόφαντη πνευματική πυραμίδα, την έστησε στη μέση της ιδιαίτερης πατρίδας του, για να περνούν προσκυνητές οι αιώνες.
Σύνθετη και πολυτάλαντη, κατά κοινή αναγνώριση, η προσωπικότητα του Σπύρου Μουσελίμη. Άριστος εκπαιδευτικός, συνειδητός ερευνητής και συγγραφέας, άνοιξε νέους ορίζοντες και νέες προοπτικές στην ιστορική και αρχαιολογική έρευνα της Θεσπρωτίας, και έζησε μια ζωή γεμάτη αγώνες, μια ζωή γεμάτη αγάπη για την ιδιαίτερη πατρίδα του, τη Θεσπρωτία. Αυτή η αγάπη για την πατρική γη, τον έκανε να νιώθει περήφανος για την πλούσια πολιτιστική της παράδοση, του άνοιγε τα μάτια και του ξυπνούσε μέσα στην ψυχή του την πεθυμιά αυτό το πλούσιο χτες όχι μονάχα να μη το καταπλακώσει η λησμονιά, αλλά με τη δύναμή του να γιομώσει με ανυψωτικά ιδεώδη και με πανανθρώπινες αξίες το σήμερα.
Σπύρος Εργολάβος
Fb: 19/10/2022

28 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1940

(ΤΟΤΕ ΚΑΙ ΤΩΡΑ)

 

Του Κωνσταντίνου Μαντόπουλου

 

Σαν σήμερα πριν από 82 χρόνια βροντόλαλο ακούστηκε το ΟΧΙ των Ελλήνων ενάντια στην εισβολή που ήθελαν να κάνουν στην πατρίδα μας οι Ιταλοί φασίστες του Μουσολίνι.

 Σαν σήμερα πριν 82 χρόνια άρχιζε ο ελληνοϊταλικός πόλεμος και το μεγάλο έπος του 1940.

Σήμερα κάθε ελληνική ψυχή οφείλει να στρέφει τη μνήμη της με σεβασμό κι ευλάβεια στον ένδοξο αγώνα και τα ηρωικά κατορθώματα των αγωνιστών του άδικου και άνισου εκείνου πολέμου.

Σήμερα κάθε ελληνική ψυχή πρέπει να φέρνει στο νου της ευλαβικά όλα εκείνα τα χιλιάδες παλικάρια που έπεσαν για την πατρίδα, την τιμή, την αξιοπρέπεια και την ελευθερία.

Ας θυμηθούμε λοιπόν τα γεγονότα εκείνης της εποχής:.


Στις τρεις το πρωί της 28ης Οκτωβρίου του 1940, ο Ιταλός πρέσβης Εμμανουέλε Γκράτσι φτάνει στο σπίτι του Έλληνα πρωθυπουργού Ιωάννη Μεταξά στην Κηφισιά και του παραδίδει τελεσίγραφο με το οποίο του ζητούσε την παράδοση της χώρας μας στους Ιταλούς και πως αν δεν γινόταν αυτό στις έξι το πρωί θα ξεκινούσε πόλεμος.

Ο Έλληνας πρωθυπουργός ερμηνεύοντας τη θέληση και το φρόνημα του λαού του απάντησε περήφανα πως αυτό δε γίνεται - ΟΧΙ.

Έτσι οι Ιταλοί από τις 5:30΄ το πρωί άρχισαν επίθεση εναντίον των φυλακίων των ελληνοαλβανικών συνόρων.

Ο πόλεμος πλέον άπλωνε τα μαύρα φτερά του πάνω από τη χώρα μας.

Τον ειρηνικό και φιλήσυχο λαό μας ξυπνούσαν στις πόλεις οι σειρήνες με τον εκκωφαντικό τους θόρυβο και στα χωριά ο έντονος χτύπος της καμπάνας.

Μια λέξη ακουγόταν παντού: πόλεμος – πόλεμος.

Οι Ιταλοί από την άνοιξη του 1939 πάνοπλοι είχαν καταλάβει την Αλβανία και ζητούσαν αφορμή να επιτεθούν  στη χώρα μας. Συχνές ήταν οι προκλήσεις  στα σύνορά μας. Αποκορύφωμα των διαθέσεων των Ιταλών ήταν ο τορπιλισμός του πλοίου μας Έλλη στο λιμάνι της Τήνου ανήμερα του Δεκαπενταύγουστου που ο λαός μας τιμούσε την Παναγιά.

Δυόμισι εκατομμύρια ιταλικός στρατός με όπλα, κανόνια, αεροπλάνα και πλοία ορμούσε κατά της χώρας μας που διέθετε 250.000 στρατιώτες μόνο με πολύ λιγότερο και κατώτερο οπλισμό.

Οι Ιταλοί υπολόγιζαν πως οι Έλληνες δε θα μπορούσαν να τους αντισταθούν και πως πολύ σύντομα θα έφταναν στην Αθήνα όπου όπως έλεγαν θα έπιναν το καφεδάκι τους κάτω από την Ακρόπολη.

Είχαν κάνει όμως λάθος υπολογισμό. Δεν είχαν μετρήσει τη δύναμη της ελληνικής ψυχής και τη μεγάλη αγάπη του Έλληνα για την  πατρίδα του.

Οι στρατιώτες των συνόρων μας άντεξαν στις πρώτες επιθέσεις των εχθρών με μικρές υποχωρήσεις.

Σύντομα όμως όταν έφτασαν στο μέτωπο ενισχύσεις άρχισαν να νικούν τους εχθρούς. Ορμώντας με την ξιφολόγχη και φωνάζοντας «αέρα-αέρα» πανικόβαλαν τους Ιταλούς και τους ανάγκασαν να υποχωρήσουν.

Χιλιάδες Ιταλοί σκοτώνονταν ή πιάνονταν αιχμάλωτοι.

Δίπλα στον αγωνιζόμενο Έλληνα στρατιώτη στάθηκαν στις κρίσιμες εκείνες μέρες γενναίες γυναίκες ηπειρώτισσες, οι γυναίκες της Πίνδου.

Έδωσαν κουράγιο με την παρουσία τους στα παλικάρια μας. Τους άνοιξαν δρόμους να περάσουν στα αδιάβατα βουνά. Τους κουβάλησαν τρόφιμα και πολεμοφόδια.

Αυτές τις ηρωικές γυναίκες τις ύμνησε ο μεγάλος μας  ποιητής Νικηφόρος Βρεττάκος ως εξής:

«Κι οἱ μάνες τὰ κοφτὰ γκρεμνὰ σὰν Παναγιὲς τ’ ἀνέβαιναν.
Μὲ τἠν εὐκὴ στὸν ὦμο τους κατὰ τὸ γιὸ πηγαίναν
καὶ τὶς ἀεροτραμπάλιζε ὁ ἄνεμος φορτωμένες
κι ἔλυνε τὰ τσεμπέρια τους κι ἔπαιρνε τὰ μαλλιά τους
κι ἔδερνε τὰ φουστάνια τους καὶ τὶς σπαθοκοποῦσε,
μ’ αὐτὲς ἀντροπατάγανε, ψηλά, πέτρα τὴν πέτρα
κι ἀνηφορίζαν στὴ γραμμή, ὅσο ποὺ μὲς στὰ σύννεφα
χάνονταν ὁρθομέτωπες ἡ μιὰ πίσω ἀπ’ τὴν ἄλλη.»

Οι Έλληνες όχι μόνο κράτησαν την πατρίδα τους ελεύθερη, αλλά μπόρεσαν και ελευθέρωσαν τη Βόρειο Ήπειρο. Οι ελληνικές πόλεις της Βορείου Ηπείρου ελευθερώνονταν η μια μετά την άλλη.

Στην Κορυτσά, το Πόγραδετς, το Τεπελένι, την Πρεμετή, τους Αγίους Σαράντα, το Αργυρόκαστρο κυμάτιζε η ελληνική σημαία.

Η νίκη μας ήταν λαμπρή. Ο ηρωισμός μας απίστευτος. Το κατόρθωμά μας μεγάλο.

Όμως όλα αυτά δεν έγιναν χωρίς αγώνα. Έγιναν κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες και με μεγάλες θυσίες.

Ο πόλεμος δεν ήταν πανηγύρι. Ο Έλληνας φαντάρος αντιμετώπισε πάνω στα κακοτράχαλα και χιονισμένα βουνά της Αλβανίας πολλές - πολλές δυσκολίες.

Να η πρώτη δυσκολία από τις πολλές. Το αφόρητο κρύο. «Από το κρύο σου πονούσε κυριολεκτικά η ψυχή και σου ’ρχόταν σα μωρό να μπήξεις τα κλάματα, έτσι χωρίς να ξέρεις κι εσύ τι ζητάς και τι θα βγάλεις μ’ αυτό» γράφει κάποιος που έζησε από κοντά τον πόλεμο της Αλβανίας.

Αλλά και οι ατέλειωτες πορείες, γράφει ένας άλλος. «Περπατούσα σαν αυτόματο… Το μόνο βαθύτερο ένστικτο που σε κυριεύει είναι να μην μείνεις πάση θυσία μακριά απ’ τους άλλους, έρημος στην ερημιά…»

Ύστερα τα βουνά, «παντού γύρω βουνά, κορφές η μια ψηλότερη απ’ την άλλη. Κι από κάτω παντού χαράδρες, βαθιές, σκοτεινές, βουβές – σαν έτοιμες να σε καταπιούν…»

Τα κρυοπαγήματα! Έβλεπες πάνω στο χιόνι ξαπλωμένους στρατιώτες ανήμπορους με πρησμένα, κατακόκκινα και μελανιασμένα πόδια από τα οποία έτρεχε πύον.

«Ήτανε και η λάσπη… Δεν είχα δει, ούτε νομίζω πως θα δω ξανά τέτοια λάσπη στη ζωή μου. Πάταγες στην αρχή ανύποπτος απάνω της και βυθιζόσουν, βυθιζόσουν, βούλιαζες ως τους αστραγάλους ως τη μέση του ποδιού σου, ως το γόνατο…»

Η ψείρα! Το κορμί σου γεμάτο ψείρες. Ξυνόσουν - ξυνόσουν ώσπου μάτωνες.

Η πείνα, η δίψα και προ πάντων ο θάνατος που παραμόνευε παντού… Δεν ήξερες από πού μπορούσε να σε βρει το βόλι, η σφαίρα, ο όλμος, η οβίδα κ.λπ..

Δεκατρεισήμισι  χιλιάδες παλικάρια σκοτώθηκαν σ’ εκείνον τον πόλεμο και χιλιάδες έμειναν ανάπηροι, χωρίς μάτια, χωρίς χέρια, χωρίς πόδια.

8.000 λεβέντες άφησαν τα κόκκαλά τους στα βουνά της Αλβανίας όπου παραμένουν θαμμένοι.

Αυτούς τους ηρωικούς νεκρούς τούς τιμά ευλαβικά με το ποίημά του «Διαβάτη στάσου» ο ποιητής Βασίλης Ρώτας.

Διαβάτη στάσου προσοχή,
δω χάμω κείτονται νεκροί,
που δεν επρόδωσαν ποτές,
ποτέ δεν είπαν ψέματα,
τύραννο δεν προσκύνησαν.


Διαβάτη στάσου προσοχή,
και μ’ άξιο νου μελέτα τους,
τι αν χαίρεσαι τ’ ωραίο φως
κι αν όλο θάρρος περπατάς


κι αν σ΄ αγαπούν κι αν αγαπάς
κι ό,τι καλό ’χεις στη ζωή
στο χάρισαν τούτοι οι νεκροί!

Ας τους πενθήσουμε κι εμείς με το μοιρολόι του Τάσου Χαλκιά:

    Εδώ δεν πρέπει να ξεχάσουμε και τα ελεζνιώτικα παλικάρια που έλαβαν μέρος σ’ αυτόν τον πόλεμο.

Αξίζει να τους θυμηθούμε: 

Ίσως να μου διαφεύγει και κάποιο ακόμη όνομα. Ζητώ προκαταβολικά συγγνώμη. Όλοι τους σήμερα είναι μακαρίτες. Αιωνία τους η μνήμη.

Την άνοιξη του 1941 μας επιτέθηκαν και πάλι οι Ιταλοί. Έφτασε μάλιστα στο μέτωπο και ο αρχηγός τους ο Μπενίτο Μουσολίνι, βέβαιος για τη νίκη. Και τούτη τη φορά όμως οι εχθροί μας έσπασαν τα μούτρα τους. Καταντροπιασμένοι  και πάλι υποχώρησαν. Παρά λίγο να τους πετάξουμε στη θάλασσα και θα γινόταν αυτό σίγουρα αν δεν κατέφθαναν στα βόρεια σύνορά μας οι Γερμανοί.

Ο στρατός μας αμύνθηκε ηρωικά και πάλι. Τα οχυρά του Ρούπελ ήταν άπαρτα χάρη στον ηρωισμό των πολεμιστών μας.

Όμως οι Γερμανοί, η πιο τέλεια πολεμική μηχανή που είχε γνωρίσει ποτέ ο κόσμος, πέρασαν. Η πατρίδα μας συνθηκολόγησε και στις 27 Απρίλη του ’41 οι Γερμανοί έμπαιναν στην Αθήνα.

Ύστερα και μετά από την ηρωική αντίσταση των κρητικών και την κατάληψη των νησιών από τους Γερμανούς ήρθε για όλη τη χώρα βαριά, τριπλή κατοχή. Βούλγαροι, Ιταλοί και  Γερμανοί κατέπνιγαν και καταδυνάστευαν την πατρίδα μας.

Άρχισαν στην Αθήνα και τις άλλες πόλεις της χώρας οι ελλείψεις των τροφίμων. Άρχισε φοβερή πείνα. Στους δρόμους της Αθήνας καθημερινές ήταν οι εικόνες μεγάλων και παιδιών να ψάχνουν τους κάδους για κάτι φαγώσιμο και μια κραυγή σου σπάραζε την καρδιά: πεινάω-πεινάω.

Μια ήταν η μαγική λέξη τότε ΧΩΡΙΟ! Όποιος είχε χωριό έφευγε εκεί για να σωθεί από την πείνα.

Στο διάστημα της κατοχής από την πείνα, τις ασθένειες και τις θηριωδίες των Γερμανών χάθηκαν πάνω από 600.000 άνθρωποι.

Όλα αυτά τα δεινά γέννησαν την αντίσταση του λαού μας την επονομαζόμενη  εθνική αντίσταση.

Χιλιάδες πατριώτες αντιστάθηκαν στους κατακτητές στις πόλεις και στην ύπαιθρο με σαμποτάζ και μάχες σώμα με σώμα με αποκορύφωμα την ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου από τις  ανταρτικές ομάδες του Ζέρβα και του Βελουχιώτη που έδρασαν από κοινού.

Οι νεκροί των μαχών της Εθνικής Αντίστασης έφτασαν τις 20.650.

Τον Οκτώβρη του ’44 οι εχθροί έφυγαν και ξανάρθε σε μας λευτεριά.

Όμως αυτός ο πόλεμος μας άφησε τεράστιες καταστροφές.

Πρώτα – πρώτα χάθηκαν γύρω στις 800.000 Έλληνες. Η χώρα μας καταστράφηκε. Δεν έμειναν δρόμοι, γεφύρια, λιμάνια. Τρεις χιλιάδες χωριά καταστράφηκαν και ένα σωρό άλλες ζημιές. Το χειρότερο όμως ήταν ότι οδηγηθήκαμε σε διχασμό και άρχισε νέα ολοκληρωτική καταστροφή. Ο εμφύλιος πόλεμος είχε νέα πολλά θύματα.

Από το χωριό μας στην κατοχή και στον εμφύλιο χάθηκαν έξι λεβέντες: ο Λάμπρο Μακάριος, ο Παναγιώτη Ναστάσης, ο Θοδωρής του Κώστα Βασίλη, ο Πέτρος ο Παπαδόπουλος, ο Πάνο Μάντης και ο Θόδωρος της Γιανν’ Παππούς.

Ας μείνει η μνήμη τους αιωνία!

Μετά από αυτή την αδελφοκτόνα περιπέτεια και τις μεγάλες καταστροφές, προσπάθησε η χώρα να ανορθωθεί. Θα μπορούσε να είναι σήμερα μια χώρα με ευημερία. Δυστυχώς όμως, η σπατάλη του εθνικού πλούτου, ο λαθεμένος σχεδιασμός, οι κλεψιές του κρατικού χρήματος, ο λαϊκισμός, η δημαγωγία, η απόκρυψη της αλήθειας, τα ψέματα και οι εύκολες υποσχέσεις, η αναξιοκρατία, ο υπέρμετρος δανεισμός έφτασαν τη χώρα 82 χρόνια μετά το μεγάλο κατόρθωμα της γενιάς του ’40 στα όρια της φτώχιας.

Σήμερα μαστίζουν τη χώρα μας  ανεργία, χαμηλές αμοιβές, υποβαθμισμένη παιδεία, υποβαθμισμένη υγεία, βαριά φορολογία και μετανάστευση των νέων μας σε άλλες χώρες προς εύρεση εργασίας.

Όμως κανείς μας δεν πρέπει να απογοητεύεται και να σκύβει το κεφάλι. Ας έχουμε οδηγό στις δυσκολίες μας τους γενναίους του ’40. Ας είμαστε αισιόδοξοι. Ας μη χάνουμε το κουράγιο μας. Ας προσπαθήσουμε καθένας μας και όλοι μαζί με αγάπη και αλληλεγγύη, βοηθώντας ο ένας τον άλλο, να ξεπεράσουμε την κρίση.

Ζήτω το θρυλικό ΟΧΙ.

Ζήτω το έπος του ’40.

Ζήτω η πατρίδα μας.

 

Τελευταίος στην πόλη ή πρώτος στο χωριό;

Του Γιώργου Θεοδωρακόπουλου*

Κολλημένος στην κίνηση, κάπου κοντά στο Σύνταγμα, παρατηρώ γύρω μου αυτοκίνητα με νέους-ηλικιωμένους (αναφέρομαι σε άτομα 70+ ετών) οι οποίοι απολαμβάνουν (λέμε τώρα) τη συνταξιοδότηση στην πρωτεύουσα.

Το ερώτημα που μου δημιουργήθηκε ήταν: Γιατί ένας 70άρης να επιλέγει να μένει στην Αθήνα και δεν προτιμά να έχει καλύτερη ποιότητα ζωής επιλέγοντας ένα οποιοδήποτε επαρχιακό μέρος;

Φυσικά αυτό το ερώτημά μου δεν αφορά το σύνολο της επαρχίας, αυτή τη δεδομένη στιγμή τουλάχιστον. Περίπου τα 2/3 των συνταξιούχων, από τα 3 εκατομμύρια αυτών, ζουν στην Αθήνα.  Αν αυτοί ζούσαν στην ελληνική επαρχία, αναλογιστείτε το τεράστιο όφελος για την ποιότητα ζωής τους, για τις επαρχιακές περιοχές όπου θα ζουν και το εξίσου σημαντικό όφελος για την Αθήνα η οποία θα αποσυμφορηθεί.

Στην επαρχία ήδη κινείται μια νέα οικονομία, σε μέρη που ως πριν λίγα χρόνια αργοπέθαιναν, λόγω της προσέλκυσης αλλοδαπών συνταξιούχων από χώρες του ευρωπαϊκού βορρά. 

Η Αθήνα ταυτόχρονα θα επωφεληθεί καθώς θα ανασάνει ο κλάδος των ακινήτων. Δεν θα είναι τα σπίτια τόσο δυσεύρετα ενώ τα ενοίκια θα πέσουν σε πιο φυσιολογικές τιμές. Ο κλάδος της Υγείας, επίσης θα αποσυμφορηθεί σημαντικά, μεταφέροντας όγκο περίθαλψης σε νοσοκομεία επαρχιακά που σίγουρα λειτουργούν κάτω από τις δυνατότητές τους.

Οι παραγωγικές ηλικίες θα αρχίσουν να ζουν και να εργάζονται σε μια πιο ανθρώπινη Αθήνα με καλύτερες παροχές υγείας, πολύ δε περισσότερο η βελτίωση της ποιότητας ζωής των Αθηναίων θα συμβάλλει δραστικά και στην παραγωγικότητα τους.

Φανταστείτε ένα σχεδόν ερημωμένο χωριό 100 κατοίκων, ξαφνικά να αποκτά άλλους 200 σε ήδη υπάρχοντα σπίτια που είναι άδεια σήμερα. Αρχίζουν έτσι να δημιουργούνται ανάγκες που θα καλύψουν νέοι άνθρωποι που ίσως σήμερα ζουν με επιδόματα ή ψάχνουν την ευκαιρία να φύγουν από την Αθήνα. Αυτοί θα δημιουργήσουν φούρνους, μπακάλικα, καφενεία και μια πλειάδα επαγγελμάτων, με αποτέλεσμα να εξυφαίνεται μια νέα τοπική οικονομία.

Τι είναι αυτό που κάνει κάποιους να μην θέλουν να μετακομίσουν;

Οι αντιλήψεις και η κουλτούρα θα πω. Επισημαίνω ότι δεν αναφέρομαι στα άτομα που έχουν ακόμα υποχρεώσεις (βοήθεια των παιδιών με τα εγγόνια κ.λπ.), αναφέρομαι στην πλειοψηφία των συνταξιούχων.

Η κουλτούρα, γιατί ο Έλληνας είναι δεμένος με το χώμα που πατάει. Ακόμα και αν αυτό το χώμα το πάτησε σε μεγάλη ηλικία. Όλες οι άλλες περιοχές, μοιάζουν ξένες. Θεωρεί ότι το να πάει σε κάποιο άλλο μέρος, είναι νέο ξεκίνημα και αυτό λειτουργεί αποτρεπτικά στο να σκεφτεί την αναβάθμιση της ποιότητας της ζωής του

Επίσης η εσφαλμένη πληροφόρηση λειτουργεί ανασταλτικά. Οι περισσότεροι συνταξιούχοι και δικαίως, ενδιαφέρονται να έχουν γρήγορη πρόσβαση σε καλά νοσοκομεία και συνήθως διακατέχονται από το μεταπολεμικό σύνδρομο της ιδιόκτητης κατοικίας. Όλοι θυμόμαστε την γενιά εκείνη που δούλευε όλη της την ζωή για να αγοράσει ένα σπίτι.

Εν έτει 2022 όμως, τα δεδομένα έχουν αλλάξει σε μεγάλο βαθμό. Ζω στην επαρχία και μπορώ να μιλήσω με σιγουριά, τα νοσοκομεία είναι εφάμιλλα της Αττικής, με εξαιρετικούς γιατρούς και με την τεχνολογία σε τέτοια επίπεδα που συμβάλλει στην σωστή αντιμετώπιση και θεραπεία. Όσο για την πρόσβαση; Είτε στους αστικούς ιστούς, είτε σε χωριά γύρω από αυτούς, οι χρόνοι είναι ελάχιστοι σε σχέση με την Αττική. Σε 5 έως 20 λεπτά, έχει μεταβεί κάποιος στο νοσοκομείο. Υπολογίστε λοιπόν το χρόνο που χρειάζεται κάποιος από το Παγκράτι να πρέπει να πάει στο Νοσοκομείο της Νίκαιας, μεσημέρι, με βροχή.

Τώρα αν μιλάμε για προγραμματισμένες και εξειδικευμένες επεμβάσεις; Δεν χρειάζεται καν να αναφέρουμε ότι σε τέτοιες περιπτώσεις κάποιοι αλλάζουν χώρα, όχι πόλη.

Η κατοικία αποτελεί το κρισιμότερο θέμα. Καλό είναι να σκεφτόμαστε ρεαλιστικά. Είτε κάποιος νοικιάζει είτε έχει ιδιόκτητο. Τα ενοίκια στην επαρχία ξεκινούν από το ένα τέταρτο (25%) εκείνων της Αττικής. Δηλαδή με τα ίδια λεφτά ένας συνταξιούχους εξασφαλίζει όχι μόνο σπίτι αλλά πληρώνει και τα πάγιά του και πιθανότατα αποταμιεύει κιόλας. 

Αναφορικά σε πρόσθετο εισόδημα για τον συνταξιούχο, η εμπορική εκμετάλλευση ενός ακινήτου του στην Αθήνα ενώ εκείνος ζει στην επαρχία, είναι μια ρεαλιστική και οικονομικά συμφέρουσα λύση.

Δεν είναι όλη η επαρχία φιλόξενη, δεκτό. Είναι όμως πολλές περιοχές που μπορούν να απορροφήσουν όλον αυτό τον κόσμο εύκολα και θα τον ανταμείψουν με μια καλύτερη ποιότητα ζωής. Θα απαλλαχθούν από το άγχος της φορτισμένης μεγαλούπολης σε ένα περιβάλλον πιο υγιεινό και ανθρώπινο. Τα παιδιά και τα εγγόνια τους, θα αποκτήσουν ένα χωριό, που θα αποφορτίζονται από το άγχος δίνοντας τους διέξοδο για σύντομες εξορμήσεις. 

Η επαρχία δεν είναι "ανώνυμη", σε γνωρίζει και σε αγκαλιάζει. Όπως θα την αγκαλιάσεις και εσύ με την σειρά σου, εφόσον την γνωρίσεις και την ζήσεις.

Η Πολιτεία, πρέπει να ξεκινήσει να σκέφτεται ανάποδα. Αν πραγματικά θέλει την ανάπτυξη της επαρχίας. Η μετοίκηση αυτών που είναι εξασφαλισμένη η καθημερινότητα τους, δημιουργεί τις ανάγκες που θα προσελκύσουν νέους. Το δημοσιονομικό κόστος είναι ελάχιστο. Ακόμα και η  απαλλαγή από δημοτικούς φόρους (που έτσι κι αλλιώς δεν εισπράττονται όταν τα χωριά είναι έρημα), είναι μια έμμεση αύξηση της σύνταξης τους. Ότι ακριβώς πρότεινε ο Πρωθυπουργός στους Σουηδούς, αν αποφασίσουν να ζήσουν τα συντάξιμα χρόνια τους στην Ελλάδα.

Κάντε μια βόλτα στην Πελοπόννησο και συνομιλήστε με τους συνταξιούχους εκεί. Θα τους ζηλέψετε πραγματικά.

 

* Ο κ. Γιώργος Θεοδωρακόπουλος επιχειρεί στον τομέα της πληροφορικής, στην Τρίπολη Αρκαδίας. Έχει διατελέσει αιρετός στην τοπική αυτοδιοίκηση του Δήμου Τρίπολης.
theo@symmetric.gr  - Twitter: @g_m_theo


14  ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ
"ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΒΑΛΕΝΤΙΝΟΥ"

Του Στέφανου Κωλέττα

Έρως ( Έρος και Έρωτας), ο γνωστός πανέμορφος και φτερωτός γιος της Αφροδίτης με την αιώνια νιότη του, που χαρίζει στους ανθρώπους το πιο υπέροχο συναίσθημα της ζωής! Είναι αυτός που τον εξύμνησαν οι ποιητές, που τον απεικόνισαν σε τόσες συνθέσεις σχημάτων και χρωμάτων οι γλύπτες και οι ζωγράφοι, που τον τραγουδούν συνεχώς όλου του κόσμου οι αοιδοί! Αυτός που πάντα είναι ανίκητος, που ξενυχτάει στα μάγουλα της κόρης τα τρυφερά, που αναστατώνει και ξελογιάζει τα μυαλά αντρών και που κανείς ποτέ να τον ξεφύγει δεν μπορεί, όπως μας λέει ο Σοφοκλής στο γνωστό χορικό της Αντιγόνης "Ἔρως ἀνίκατε μάχαν, Ἔρως ὅς ἐν κτήμασι πίπτεις..." Είναι ο Έρωτας που γεννήθηκε στην Ελλάδα!

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά, όσο πιο σύντομα γίνεται, μιας και το ζήτημα αυτό είναι τεράστιο και ανεξάντλητο.

Σαν συναίσθημα αναφέρεται για πρώτη φορά στην Ιλιάδα (Ξ, 314). Σαν θεότητα όμως στη «Θεογονία» του Ησιόδου, όπου πρώτα υπήρχε το Χάος, από το οποίο εμφανίστηκε η Γη (Γαῖα) ταυτόχρονα με τον Έρωτα, τον πιο καλλίμορφο απ' όλους τους μετέπειτα αθάνατους θεούς. Αυτός που παραλύει τα μέλη και κυριεύει τον νου και τη συνετή σκέψη μέσα στα στήθη όλων των θεών και όλων των ανθρώπων .

"... ἠδ' Ἔρος ὅς κάλλιστος ἐν ἀθανάτοισι θεοῖσι,/ λυσιμελής, πάντων δέ θεῶν πάντων τ' ἀνθρώπων/ δάμναται ἐν στήθεσσι νόον καί ἐπίφρονα βουλήν..." (στ. 120).

Αυτός είναι ο λεγόμενος "κοσμογονικός 'Ερωτας" που επέφερε την αρμονία μέσα στο απέραντο Χάος, γιατί ήταν η μοναδική ελκτική δύναμη που γονιμοποιούσε συνεχώς με "φιλότητα" (αμοιβαία αγάπη) τα στοιχεία της Γαίας και του Χάους, γεννοβολώντας περίγυρα τη ζωή. Είναι η αέναη κοσμογονική και αρμονική σύζευξη του αρσενικού με το θηλυκό, που αργότερα εκφράστηκε και μέσω του Διός, ο οποίος ως "Ζευς" ζευγαρώνει τα πάντα (αυτό σημαίνει το όνομά του), παίρνοντας κάθε φορά διαφορετικές μορφές, και στη συνέχεια ακολουθεί η ποικιλία των ειδών, ο διαχωρισμός, η διαίρεση (το Νεῖκος).

Κατά την Ορφική κοσμογονία ο Έρωτας είναι πάλι ο πρώτος που εμφανίστηκε από το "αυγό" που "γέννησε" ο Κρόνος (Χρόνος) μέσα στους κόλπους του Χάους.

Ύστερα έχουμε τον γνωστό φτερωτό γιο της Αφροδίτης, που είναι μεν απόρροια του κοσμογονικού Έρωτα, αλλά έχει να κάνει με τον άνθρωπο, αφού αναμφισβήτητα είναι το πιο υπέροχο, το πιο ευγενές, αλλά και το πιο ανεξέλεγκτο συναίσθημα. Ο Πλάτωνας στο Συμπόσιο (20) τον αποκαλεί συμβολικά γιο του Πόρου (πλούτου) και της Πενίας (φτώχειας). Στην κλασική εποχή, πέραν των άλλων εκδοχών, θεωρείται ως γιος της Αφροδίτης και του Διός ή του Ερμή ή του Άρη.

Είναι ένας πανέμορφος νέος, με τόξο, βέλη και φαρέτρα, που πετάει πάνω από τα λουλούδια, τις θάλασσες και τις στεριές, παραμένοντας ανίκητος, τόσο από τους θεούς, όσο και από τους ανθρώπους. Όπου περνάει δημιουργεί τον πόθο και την επιθυμία στο σώμα και στον νου (τον Ίμερο και τον Πόθο) και δίνει μια γλυκύτατη αίσθηση των πάντων. Ταυτόχρονα σε κάνει να πονάς και να υποφέρεις ψυχικά, αλλά είναι τόσο "γλυκόπικρο" αυτό το "μαρτύριο", ώστε να μην θέλεις να το απεκδυθείς. Με την έννοια αυτή είναι ο "γλυκός τύραννος" που "βασανίζει" εκείνους που "χτύπησε" με τα βέλη του. Είναι το "γλυκύπικρον ἀμάχανον ἑρπετόν" που εξυμνεί η δέκατη μούσα μας Σαπφώ, καθώς της δονεί ακατάπαυστα τον νου και την καρδιά της. Τη συγκλονίζει ολάκερη και της παραλύει τα μέλη, της παίρνει τα μυαλά, όπως ο δυνατός άνεμος πέφτει με ορμή πάνω στα κλαδιά των δέντρων και τα ταρακουνάει πέρα- δώθε. « Ἔρος δηῦτέ μ’ ὁ λυσιμέλης δόνει… Ἔρος δ’ἐτίναξέ μοι φρένας ὡς ἄνεμος δρύσιν ἐμπέτων».

Δεν αποχωρίζεται ποτέ από τη μητέρα του Αφροδίτη, το ύψιστο αυτό σύμβολο της γυναικείας ωραιότητας, του σωματικού κάλλους, της αρμονίας, αλλά και της ανύψωσης της αφηρημένης εννοίας του, δηλαδή του ιδεατού ή πλατωνικού λεγόμενου Έρωτα, με την ανάταση του πνεύματος προς αναζήτηση ανώτερων ιδεών. Γι' αυτό άλλωστε είναι διακριτές οι δυο προσωνυμίες της Αφροδίτης, η μία ως Ουράνια και η άλλη ως Πάνδημη. Η πρώτη έχει να κάνει με τον ιδεατό-πνευματικό Έρωτα, που δεν σχετίζεται με την επαφή του σώματος, αλλά με την άφατη ηδονή του πνεύματος και η δεύτερη είναι αυτή που χαρίζει σε όλους τους ανθρώπους τη σωματική ερωτική επαφή και την αναπαραγωγή.

Οι πρόγονοί μας δεν ήταν δυνατόν να μην καθιερώσουν και να μη διοργανώσουν, από τα πανάρχαια χρόνια, λαμπρές γιορτές και τελετές προς τιμήν της προσφιλέστατης και αξιαγάπητης αυτής θεότητας του Έρωτα. Ήταν οι γιορτές που τις ονόμαζαν "Ερώτια" ή "Ερωτίδια". Τελούνταν αρχικά στον Ελικώνα από τους Θεσπιείς και ήταν παρόμοιες με τις γιορτές που διοργάνωναν προς τιμήν των Ελικωνιάδων Μουσών. Ήταν μάλιστα εμπλουτισμένοι με μουσικούς και αθλητικούς αγώνες. Στις Θεσπιές υπήρχε και το αρχαιότερο λίθινο ομοίωμα του Έρωτα, "αργός λίθος" ονομαζόμενο. "Ἐν Ἑλικῶνι παρά ταῖς Μούσαις, τά Ἐρωτίδια Θεσπιέων ἀγόντων· ἄγουσι γάρ ἀγῶνα ὥσπερ καί ταῖς Μούσαις καί τῷ Ἔρωτι φιλοτίμως πάνυ καί λαμπρῶς".

Αυτό μας το διασώζει ο Αθήναιος στους "Δειπνοσοφιστές" και συνεχίζει γράφοντας ότι οι Αθηναίοι έστησαν μνημείο του Έρωτα στην είσοδο της Ακαδημίας, οι Σπαρτιάτες και οι Κρήτες πρόσφεραν θυσίες στον Έρωτα (2,2, 103), ενώ μεγάλες εορταστικές εκδηλώσεις προς τιμήν του Έρωτα λάβαιναν επίσης χώρα στα Μέγαρα, στην Ήλιδα, στη Σάμο, στην Επίδαυρο, στην Κύπρο και σε πολλές άλλες πόλεις-κράτη της αρχαίας Ελλάδας. Στην εποχή της Ρωμαιοκρατίας η γιορτή συνεχίστηκε και εντάχτηκε στο εορτολόγιο των Ρωμαίων. Φυσικά οι γιορτές αυτές απαγορεύτηκαν με νόμους, διατάγματα και κανόνες στα μαύρα, για τον Ελληνικό πολιτισμό, χρόνια του μεσαίωνα.

Αυτόν τον Έρωτα τιμούσαν και γιόρταζαν οι πρόγονοί μας με κάθε λαμπρότητα. Αυτόν που γεννήθηκε εδώ στην Ελλάδα, μέσα από τη σκέψη και τη διάνοια κάποιων σοφών, αλλά "ξεχασμένων" τώρα προγόνων μας. Αυτόν που φτερουγίζει μέσα στις καρδιές όλων των ερωτευμένων του κόσμου και τις θέτει σε παλμικές κινήσεις και δονήσεις, που κάνει τα σώματα να αναρριγούν στο άγγιγμά του, που συνεπαίρει τον νου και τη σκέψη, που εξάπτει τη φαντασία, που διεγείρει και ξεχειλίζει το συναίσθημα, που καθηλώνει το είναι μας ολάκερο και που μεταστοιχειώνει την ύλη σε πνεύμα όταν γίνεται πλατωνικός!

Αυτός είναι, εν ολίγοις, ο δικός μας, ο καθαρά "ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΕΡΟΣ" ή «ΕΡΩΣ» ή «ΕΡΩΤΑΣ», τον οποίο εμείς οι (Νέο) Έλληνες φροντίσαμε και τον διαγράψαμε τόσο αβασάνιστα από τα εορτολόγιά μας, για να ενδώσουμε αμαχητί σε κάποιον … «Άγιο Βαλεντίνο».

Εκείνος όμως, ο «ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΕΡΩΣ», δεν πρόκειται ποτέ να εγκαταλείψει τη χώρα που τον γέννησε, γιατί «Έρωτας» είναι ολόκληρη η Ελλάδα κι «Έρωτα» αποπνέουν περίγυρα και παντού ο μυροβόλος αέρας της, οι γαληνόρροες θάλασσές της, τα ηλίβατα βουνά της, ο πεύκος και το θυμάρι, αλλά και γιατί "ἄμαχος εμπαίζει θεός Ἀφροδίτα".

H ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΚΑΙ Η ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΤΗΣ ΟΠΩΣ ΤΗΝ ΕΙΔΑΝ ΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ

Το πρόβλημα της διοίκηση; των Πολιτειών, των κοινωνιών και των ανθρώπων είχε απασχολήσει τους αρχαίους περισσότερο από όσον εμάς.

Ο Θαλής είχε διατυπώσει τη γνώμη να ιδρύσουν στη νήσο Τέως κοινό βουλευτήριο των Μικρασιατικών ελληνικών πόλεων, ένα είδος ευρύτερης και κοινής πολιτείας.

Ο Ηράκλειτος ζητούσε να καταργηθούν οι διακρίσεις μεταξύ των Εθνών για χάρη μιας παγκοσμιοποίηση; και υπέδειξε το περίφημο ότι ο άνθρωπος πρέπει να εμβαθύνει και να γνωρίσει τον εαυτόν του, τη φύση και την ουσία του. Το ίδιο περίπου διαβάζουμε αργότερα και στο «Φαίδρο» του Πλάτωνα («Φαίδρος» 229 e) «ου δύναμαί πω κατά το Δελφικόν γράμμα γνώναι εμαυτόν, γελοίον δε μοι φαίνεται, τούτο έτι αγνοούντα τα αλλότρια σκοπείν», δηλαδή δεν μπορεί ακόμη,(αυτά τα λέει ο Σωκράτης προς τον Φαίδρο) όπως λέει το Δελφικό ρητό, να γνωρίσω τον εαυτό μου, μου φαίνεται λοιπόν γελοίο, αφού δεν ξέρω αυτό ακόμη, να νοιάζομαι για τα ξένα πράγματα.

Ο Εμπεδοκλής φαίνεται να είναι ο πρώτος κοινωνιολόγος μια και ζητάει την κατάργηση της ιδιοκτησίας και την ίδρυση μιας παγκόσμιο; κοινωνίας.

Ύστερα από όλους τους παραπάνω έρχεται, ο Σωκράτης (470-399 π. χ.), ο πρώτος Αθηναίος φιλόσοφος που από τη μια μεριά πολεμάει για να δείξει τα τρωτά της δημοκρατίας και από την άλλη διαστρέφοντας την έννοια του δίκαιου σε υπερανθρωπισμό και δίκαιο του ισχυρότερου. Οι μαθητές του, Πλάτωνας και Ξενοφώντας, μας τον παρουσιάζουν ότι τάχτηκε με τους επικριτές της δημοκρατίας και στάθηκε με καταφρόνια στη φυσική επιστήμη. Αντί να τρέχω, λέει, και να εξετάζω τον ουρανό, τις αστραπές και τις βροντές είναι καλύτερα να κάτσω και να καταλάβω τι είμαι εγώ ο ίδιος. Αυτό το έκανε για να ξαναφέρει τις αξίες και να δει την παλιά Αθήνα, την αριστοκρατική, όπως ήταν πριν οι σοφιστές φέρουν σύγχυση και χαλάσουν τα ήθη.

Ο Σωκράτης υποστηρίζει ότι η ηθική προηγείται από την κοινωνία και ότι αυτόν τον ενδιαφέρει ο ψυχικός και ηθικός κόσμος του ανθρώπου και όχι τα όρη και τα βουνά ή τα άστρα («Φαίδρος» Πλάτωνος). Σύμφωνα με το Σωκράτη λοιπόν η γνώση προηγείται της πράξης και δεν είναι απλά ένα μέσο πράξης, αλλά κάτι πιο πάνω και γι' αυτό το λόγο ανήγαγε την πράξη σε γνώση («Φαίδρος» Πλάτωνος, «Πολιτικά» Αριστοτέλη).

Ο Αναξαγόρας θεωρούσε το «νου» ως κινητική δύναμη της ύλης σε αντίθεση με το Σωκράτη και τον Πλάτωνα που θεωρούν το «νου» την υπέρτατη δύναμη που κινεί το σύμπαν, ουσία βέβαια ανεξάρτητη από την ύλη που δεν προέρχεται από αυτή αλλά που ασφαλώς υπερέχει.

Η φιλοσοφία, πολύ σωστά λέγεται και υποστηρίζεται, αρχίζει από το Σωκράτη, επειδή πρώτος αυτός την οδήγησε στον πραγματικό της προορισμό και ασχολήθηκε με σωστούς συλλογισμούς και με ζητήματα ηθικής και έρευνας του ανθρώπου δημιουργώντας την πραγματική επιστήμη.

Έρχεται μετά το Σωκράτη ο Πλάτωνας (427-347 π. Χ.) και δημιουργεί τον ιδεαλισμό αφού, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη («Μεταφυσικά» 1,5) παίρνει τα αισθητά από τον Κρατύλο, τα μαθηματικά από τους Πυθαγορείους και τα ηθικά και τους ορισμούς των πραγμάτων από το Σωκράτη.

Ο Πλάτωνας είναι από τις γονιμότερες διάνοιες που γνώρισε ο κόσμος μας. Ιδεαλιστής, στοχαστής και ποιητής, καλλιτέχνης και υποδειγματικός φιλόσοφος.

Ήταν ένας αριστοκράτης από τη γενιά του βασιλιά Κόδρου και του Νομοθέτη Σόλωνα. Μια γενιά που έμεινε ως την τελευταία στιγμή αριστοκρατική και αντιδημοκρατική.

Ο Πλάτωνας όμως παρά τις αριστοκρατικές του τάσεις, στην «Πολιτεία» του, δείχνει ότι θέλει την αρμονική συμβίωση των τάξεων και τη μέριμνα για την ευτυχία του πολίτη και την ψυχή του φλογίζει ο πόθος για τη μάθηση και τη σοφία.

Μετά το Σωκράτη , τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη είναι γεγονός ότι δεν έψαξε κανείς να βρει τον καλύτερο τρόπο που θα κυβερνούνται οι λαοί και κανείς δε μελέτησε τόσο καλά την ψυχολογία, και την ανθρώπινη φύση και δεν καθόρισε με τρόπο λεπτομερή και σαφή τους λόγους που η φυσική ανισότητα οδηγεί στην κοινωνική ανισότητα, που είναι το κύριο γνώρισμα των ανθρώπων και των κοινωνιών και σίγουρα η διοίκησή τους είναι το δυσκολότερο έργο εκείνων που έχουν τη δύναμη να αναλαμβάνουν και να διοικούν ανθρώπους.

Με το άνοιγμα της Ακαδημίας γράφει ο Πλάτωνας το «Γοργία» και ύστερα από 15 χρόνια περίπου την «Πολιτεία». Μεσολαβούν αρκετά χρόνια και η αλλαγή είναι μεγάλη. Ο πλατωνικός λόγος δεν είναι τώρα τόσο σκληρός απέναντι στους πολιτικούς, τους σοφιστές, τους ποιητές και τους ρήτορες. Η πείρα της ζωής, ο ανθρώπινος μόχθος και η σοφία τον έκαναν πιο επιεική και ζητάει από τον πολίτη να αφήσει στην άκρη κάθε τι που εναντιώνεται προς το γενικό καλό. Μίλησε ο Πλάτωνας στους συμπολίτες του με την «Πολιτεία» που είναι ένας σύμμετρος λόγος για την πολιτική πράξη και τους είπε τι πρέπει να γίνει για να ξαναγεννηθεί η παλιά, η ένδοξη πόλη των Αθηνών, αλλά όπως γράφει ο Ι.Ν. Θεοδωρακόπουλος («Πλάτωνος Φαίδρος», Τρίτη έκδοση, Αθήνα 1971, σελ. 14) «η Αθηναϊκή πολιτεία ήταν τόσο «νοσούσα», ώστε δεν ημπορούσε να αναρρώσει ... για τούτο και έμεινε με την αρρώστια της».

Ο Πλάτωνας στην «Πολιτεία» του ορίζει γιατί ο άνθρωπος δεν μπορεί να είναι αυτάρκης και αναγκάζεται να συγκροτηθεί σε κοινωνίες για να αντιμετωπίσει τις οικονομικές του ανάγκες που τον οδηγούν πολλές φορές σε πολέμους και καταστροφές.

Ζητεί να καταργηθεί η ιδιοκτησία, ομιλεί για κοινότητα παιδιών και γυναικών που θα ανατρέφει το Κράτος, για διανομή του πλούτου, για κατάργηση της ελευθερίας και της πρωτοβουλίας του ατόμου και ζητά μια πειθαρχημένη κοινωνία.

Πιστεύει επίσης ο Πλάτωνας ότι η κοινωνία και η πολιτεία μπορεί να γίνουν καλύτερες και με βίαια μέσα ακόμη και υποστηρίζει ότι αυτό πρέπει να προέρχεται από ΠΑΝΩ προς τα ΚΑΤΩ και σε ένα σημείο παρακάτω λέει ότι το χειρότερο πράγμα είναι να εξουσιάζεται κανείς από τον χειρότερό του και για το λόγο αυτό στην πολιτική πρέπει να μπαίνουν οι σοφοί, οι ενάρετοι, οι χρηστοί και οι καταρτισμένοι.

Η καθοριστική ηθική αρχή της καλής πολιτείας είναι η «δικαιοσύνη» και για να γίνει αυτό επιβάλλεται η κοινωνική τοποθέτηση του κάθε ανθρώπου στην πολιτική κοινωνία, στην πολιτεία, σύμφωνα με τα χαρίσματα και τις αδυναμίες του που υπάρχουν στη φύση του. «Έτσι η αρχή της δικαιοσύνης καλύπτει κάθε άνθρωπο και σαν σκοπό και σαν λειτουργό της πολιτικής κοινωνίας και διαπλέκει τη συνάρθρωση της πολιτικής κοινωνίας, εντάσσοντας κάθε άνθρωπο στον ειρμό της.» (Κ. Ι. Δεσποτόπουλος. «Πολιτική Φιλοσοφία του Πλάτωνος». Αθήναι 1957, σελ. 46). Αν γίνει κάτι τέτοιο τότε θα επιτευχθεί και η άριστη επίδοση του συγκεκριμένου ανθρώπου και η άριστη συμβολή του στην υπηρέτηση του σκοπού της πολιτικής κοινωνίας και του συνόλου των ανθρώπων.

Σύμφωνα με τον Πλάτωνα άριστη πολιτεία είναι εκείνη που σχηματίζεται με την ένωση της δύναμης και της γνώσης, της σοφίας και της ανδρείας. Αν λοιπόν λέει οι αρχηγοί των κρατών, ως ηγέτες των λαών, δεν «αναδειχθούν οι καταρτισμένοι και πεπαιδευμένοι» αυτοί που έχουν πείρα., δύναμη και μόρφωση και δεν αποκλειστούν από τη διοίκηση οι όχλοι δεν μπορεί ποτέ να έλθει ηρεμία και ησυχία στις ανθρώπινες κοινωνίες. Και συνεχίζει με μια ωραία παρομοίωση ο Πλάτωνας και λέει ότι οι «δημαγωγοί», οι «αμαθείς» και οι «φιλόδοξοι» που βγαίνουν από τον όχλο ως οι «άριστοι» γιατί έτυχε να αναδειχθούν στην τέχνη τους και οι οποίοι έχουν τη φιλοδοξία να διοικήσουν, μοιάζουν με τον «καζαντισμένο γύφτο» που έγινε πλούσιος και πάει να παντρευτεί την κόρη του πλούσιου αφέντη του που ήταν πλούσιος αλλά τώρα δυστυχώς πτώχευσε.

Σύμφωνα με το νόμο ότι κάθε τι που γεννιέται και δημιουργείται παθαίνει φθορά και επειδή οι συνθήκες της ζωής των λαών αλλάζουν και η πολιτεία και η κοινωνία γεννιέται και δημιουργείται, είναι φυσικό τα διάφορα πολιτεύματα να μην είναι πάντοτε σε θέση να εξυπηρετήσουν πέρα για πέρα τις κοινωνίες και τους ανθρώπους.

Ο Πλάτωνας έφτιαξε την ιδανική του πολιτεία όταν ήταν νέος, απογοητευμένος από την κατάπτωση της πολιτείας των Αθηνών και επηρεασμένος από τη Σπαρτιατική πολιτεία (μετά το 400 π. Χ.) και μάλιστα μετά την καταδίκη σε θάνατο του δασκάλου του Σωκράτη (399 π. Χ.). Αργότερα όμως στα γεράματά του και αφού προσπάθησε να εφαρμόσει αυτές τις αντιλήψεις του στις Συρακούσες και διαπίστωσε ότι αυτή η ιδανική πολιτεία ήταν μια ουτοπία έγραψε ότι για να πραγματοποιηθεί αυτή η πολιτεία πρέπει πρώτα να γίνουν οι άνθρωποι παιδιά των θεών. Δυστυχώ; όμως έχουμε να κάνουμε με ανθρώπους και όχι με θεούς. Πιθανότητα να γίνουν αυτά θα έχουμε μόνο αν οι άνθρωποι εκπαιδευτούν κατάλληλα.

Όταν ο άνθρωπος αναπτύξει το πνεύμα του, χωρίς να μεταχειρίζεται το «νου» του για το κακό και καταλάβει τις αλήθειες της ζωής και του ανθρώπινου βίου, τότε θα μπορέσει να αντιμετωπίσει τις τρικυμίες της ζωής και θα ανεβεί, θα υψωθεί στην τελειότητα που θα τον κάνει ένα είδος «επίγειου θεού» που θα καταλαβαίνει ακριβώς την αλήθεια και μόνο την αλήθεια.

Ύστερα από τον Πλάτωνα έρχεται ο Σταγιρίτης φιλόσοφος, ο μεγάλος εκείνος νους, ο Αριστοτέλης, και λέει ότι το καλύτερο πολίτευμα είναι εκείνο στο οποίο ο πολίτης έχει τη δύναμη και τη θέληση ΝΑ ΑΡΧΕΙ ΚΑΙ ΝΑ ΑΡΧΕΤAl ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ Τ1Σ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΑΡΕΤΗΣ Πολιτικά»).

Ο Αριστοτέλης (384-322 π. Χ.) παίρνει κάπως διαφορετική στάση από το δάσκαλό του. Άλλοι οι καιροί και διαφορετικοί οι άνθρωποι τώρα. Οι ολιγαρχίες και οι δικτατορίες είχαν μεγαλώσει. Η μακεδονική μοναρχία είχε αξιώσεις για κυριαρχία σ' όλη την Ελλάδα και οι δημοκρατίες περνούν μεγάλη δοκιμασία.

Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, ο άνθρωπος, δεν έκανε κοινωνίες για να προφυλαχθεί από τους εχθρούς του ή επειδή είχε οικονομικές ανάγκες, αλλά γιατί είναι από τη φύση του «ζώο πολιτικό» και μετά κοινωνικό και οικονομικό.

Για να ζήσει, ο άνθρωποι; κατά τον Αριστοτέλη πρέπει να είναι σε θέση να καταλαβαίνει τι είναι δίκαιο και τι άδικο, ποιο είναι το καλό και ποιο το κακό και όλες βέβαια τις έννοιες που φτιάχνουν τον πνευματικό κόσμο του ανθρώπου.

Κοινωνία χωρίς νόμους δεν μπορεί να υπάρξει και αν ο άνθρωπος ζήσει χωρίς νόμους θα πετάξει την ανθρώπινη ιδιότητά του και θα γίνει θηρίο. Το ίδιο ισχυρίζεται και ο Πλάτωνας («Κρίτων», «Πολιτεία», «Χαρμίδης», «Μένων», «Κριτίας κ.λπ.) ότι όπως, ο άνθρωπος, όταν εκπαιδευτεί κατάλληλα γίνεται το άριστο των ζώων, έτσι και όταν καταλάβει ότι δεν πρόκειται να έχει τις συνέπειες του νόμου γίνεται το αγριότερο και το χειρότερο από όλα τα ζώα.

Κατά τον Αριστοτέλη λοιπόν όταν δεν υπάρχει νόμος δεν υπάρχει κοινωνία ούτε οικονομία. Για το μόνο λόγο ότι οι άνθρωποι έχουν την ικανότητα να καταλαβαίνουν με τον ίδιο τρόπο, λόγω της νόησης και της γλώσσας, να συνεννοούνται και να διακρίνουν το δίκαιο και το άδικο, το βλαβερό και το ωφέλιμο, συγκροτούνται σε πολιτικέ; κοινότητες και διαφέρουν από τα ζώα.

Το κράτος κατά τον Αριστοτέλη πρέπει να είναι κράτος δικαίου. Όποιος υποστηρίζει ότι στο Κράτος πρέπει να κυβερνά ο νόμος, υποστηρίζει ότι πρέπει να κυβερνά ο «νους», ο Θεός. Όποιος όμως υποστηρίζει ότι πρέπει να κυβερνά ο ανεξέλεγκτος άνθρωπος, υποστηρίζει ότι πρέπει να κυβερνά και το θηρίο γιατί όποιος κυβερνά με το νόμο και το «νου» δεν παρασύρεται από μίση και πάθη, από ορμές παθολογικές και ορέξεις, σε αντίθεση με τον ανεξέλεγκτο άνθρωπο που κυβερνά κάτω από τα ένστικτά του και τις όποιες ορέξεις του.

Όταν σε μια πολιτεία λέει ο Αριστοτέλης δεν υπάρχουν η ηθική και η αρετή τότε η πολιτεία φθείρεται.

Η φιλοσοφία δεν έχει σκοπό να δημιουργεί και να μορφώνει φιλοσόφους, αλλά επιδιώκει να εξηγήσει με τη γνώση τις μεγάλες αλήθειες της ζωής του ανθρώπου και στο σημείο αυτό οι αθάνατες και αδιάσειστες αλήθειες, όσο παλιές κι αν είναι, είναι πάντοτε μεγάλες, σύγχρονες και επίκαιρες.

 Πανδημίες: Μια αληθινή ιστορία που ίσως σας κάνει να δείτε το σήμερα με άλλο μάτι.

 (Από την αρχή της ιστορίας της ανθρωπότητας μέχρι σήμερα)

 Του Δρ. Νικόλα Διέτη Ph.D*

Eκατοντάδες επιδημίες και πανδημίες έχουν θερίσε τον πλανήτη κατά καιρούς, φέρνοντας πόνο, θάνατο και καταστροφή. Επιτρέψτε μου να σας πω μια ιστορία που ίσως σας κάνει να δείτε το σήμερα με άλλο μάτι.

 Η κυριότερη πανδημία που έχει αποτυπωθεί ίσως περισσότερο από οποιανδήποτε άλλη στην ιστορία, είναι αυτή της βουβωνικής πανώλης του μεσαίωνα. Ο λεγόμενος «Μαύρος Θάνατος». Από το όνομα καταλαβαίνεις περί τίνος πρόκειται.

Ίσως η καλύτερη αποτύπωσή του Μαύρου Θανάτου είναι ο καταπληκτικός πίνακας του Pieter Bruegel, το 1562, με τίτλο “Ο Θρίαμβος του Θανάτου”, που κοσμεί το Μuseo del Prado στην Μαδρίτη. Εκφράζει τον θάνατο που προκάλεσε η βουβωνική πανώλη για 6 συνεχόμενα χρόνια (!), 1346-52.

O πίνακας του Bruegel δείχνει τον «στρατό» της βουβωνικής πανώλης: χιλιάδες σκελετοί με όπλα, να σκορπούν τον θάνατο στο διάβα τους, διαμελίζοντας τον κόσμο που τρέχει να κρυφτεί σε μια καταπακτή. Η λεπτομέρεια των σκηνών είναι ανατριχιαστική.


Για να αποτυπωθεί μια πανδημία με αυτόν τον τρόπο σε ένα έργο τέχνης, φανταστείτε τον θάνατο που έζησαν εκείνοι οι άνθρωποι από το μικρόβιο της πανώλης, το βακτήριο Yersinia Pestis, το οποίο μεταδιδόταν από μολυσμένα ποντίκια & ψύλλους, και από κει σε ανθρώπους.



Η πανδημία της βουβωνικής πανώλης σκότωσε περίπου 200 εκατομμύρια ανθρώπους σε Ευρώπη, Ασία, Αφρική, εκ των οποίων 50εκ Ευρωπαίους (40% της τότε Ευρώπης). Και όμως, ο πλανήτης έζησε μια άλλη, πιο αργή, πιο μακροπρόθεσμη, πιο τραγική πανδημία, με δεκάδες επιδημικά κύματα στο διάβα της..

Την ευλογιά! Αυτή ήταν η μεταδοτική ασθένεια που θέρισε πολύ περισσότερους ανθρώπους και από το Μαύρο Θάνατο, και έχει καταγραφεί στην Ιστορία ως η πιο θανατηφόρα ασθένεια που πέρασε ποτέ από τον πλανήτη γη.

Η ευλογιά (smallpox) ήταν μια ύπουλη, θανατηφόρα και πολύ μεταδοτική ασθένεια, που «έζησε» 40 αιώνες (!) αλλά με προέλευση απ’ το 10.000 π.Χ.. Μόνο μέσα στον 20ο αιώνα που υπήρχαν καταγεγραμμένα δεδομένα, οι ιστορικοί και ανθρωπολόγοι υπολογίζουν ότι θέρισε 300-500 εκ. ανθρώπους.

Η ευλογιά δεν διαχώριζε πλούσιους ή φτωχούς. Σκότωσε τον Φαραώ Ραμσή Ε’ στην Αίγυπτο, τον αυτοκράτορα Μάρκο Αυρήλιο της Ρώμης, τη Βασίλισσα Μαίρη Β’ της Αγγλίας, τον Τσάρο Πέτρο Β’ της Ρωσίας, τον Βασιλιά Λουδοβίκο ΙΕ’ της Γαλλίας και πολλούς άλλους ισχυρούς του κόσμου.

Η ευλογιά υπολογίζεται ότι σκότωσε περισσότερους ανθρώπους από όλους τους πολέμους, όλες τις πανδημίες και όλες τις φυσικές καταστροφές που έχουν καταγραφεί από την αρχή της ανθρωπότητας μέχρι σήμερα. Και όλα αυτά τα έκανε ένας ιός. Ο ιός της ευλογιάς, ο ιός Variola.

Ο ιός της ευλογιάς δεν μόλυνε ζώα, μόνο ανθρώπους. Μεταδιδόταν με υδροσταγονίδια ή μολυσμένες επιφάνειες. Δεν προκαλούσε ασυμπτωματική νόσο. Υπήρχαν δύο κύριες παραλλαγές, οι Variola Major και Minor. O πρώτος, πιο θανατηφόρος, είχε θνησιμότητα 30% αλλά πάνω από 60% σε παιδιά.

Ήταν μια βασανιστική νόσος, που δεν υπήρχε καμία βοήθεια αν μολυνόσουν. Στην αρχή είχες συμπτώματα πυρετού, πονοκέφαλου, έμετου. Σε 3 ημέρες γέμιζες εξανθήματα στο πρόσωπο, στα άκρα, και μετά σε όλο το σώμα. Mετά, έβγαιναν οι ουλές με πύο.

Μετά από 1-2 εβδομάδες απλά έπεφτε το δέρμα σου, αφήνοντας πληγές παντού, ενώ συχνά οδηγούσε και σε τύφλωση. Στα παιδιά προκαλούσε εγκεφαλίτιδα. Όσοι πέθαιναν, πέθαιναν από ακατάπαυστη αιμορραγία.. Μια τραγική ασθένεια. Και μεταδοτική.

Πολλά τραγικά συμβάντα που έχουν στιγματίσει τον πλανήτη είναι συνδεδεμένα με την ευλογιά. Το 1518 ο Herman Cortes, μεταφέροντας εφόδια στις αποικίες των Ισπανών στην Κ. Αμερική, από την Αφρική, έφερε και την ευλογιά, κρυμμένη στα αμπάρια των πλοίων σε Αφρικανούς «δούλους».

Ο ιός Variola έκανε αυτό που δεν μπορούσαν να κάνουν οι Ισπανοί στρατιώτες επί δεκαετίες. Σκότωσε 15 εκ. Αζτέκους και εξάλειψε ολοκληρωτικά τον πληθυσμό των Ίνκας, δύο από τους πιο ιστορικούς και θαυμαστούς πολιτισμούς που γνώρισε αυτός ο πλανήτης..

Ο ιός της ευλογιάς ήταν ο πρώτος ιός που χρησιμοποιήθηκε ως βιολογικό όπλο. Βρισκόμαστε στο 1764 στο «Νέο Κόσμο»: Οι Βρετανοί με τους Γάλλους προσπαθούν να κατακτήσουν εδάφη, και εξοντώνουν τις διάφορες φυλές των Ινδιάνων που βρίσκονται στο διάβα τους.

Σε μια κλασσική ανταλλαγή «δώρων» μεταξύ Βρετανών και Ινδιάνων προσπαθώντας να τους πείσουν να μην πολεμήσουν, τους δίνουν και ρούχα και κουβέρτες μολυσμένα από ασθενείς με ευλογιά. Οι ανυποψίαστοι Ινδιάνοι μολύνονται και θερίζονται από την ασθένεια, καταθέτοντας τα όπλα.

Σε πίνακα του 1766, ο ζωγράφος Benjamin West δείχνει μια χαρακτηριστική σκηνή του 1764, όπου Βρετανοί στρατιώτες υπό τον μισθοφόρο Ελβετό Συνταγματάρχη Henrey Bouquet βρίσκονται σε συνάντηση εκεχειρίας με τους Ινδιάνους στις όχθες του ποταμού Muskingum.

Ο αρχηγός των Ινδιάνων δείχνει έξαλλος στον Bouquet ένα κομμάτι ύφασμα, κατηγορώντας τον ότι τους έδωσε μολυσμένα υφάσματα που σκότωσαν την φυλή του. Πρόκειται για το πρώτο ιστορικό παράδειγμα χρησιμοποίησης της ευλογιάς ως βιολογικό όπλο.

Ο ιός της ευλογιάς υπολογίζεται ότι σκότωσε περίπου 1 δις ανθρώπους από την αρχή της εμφάνισής του (με θεωρητικές προσεγγίσεις). Είναι η αρχαιότερη, η συχνότερη, η μακροβιότερη και η πιο θανατηφόρα ασθένεια/επιδημία/πανδημία που έχει γνωρίσει ο πλανήτης.

Μέχρι που φτάνουμε στο 1790, τριάντα χρόνια μετά, ένας νεαρός Βρετανός γιατρός από το μικρό Berkeley του Gloucestershire, ο Edward Jenner, ακούει κάποιες «περίεργες» ιστορίες κάποιων γαλακτοπωλισσών (γυναίκες που άρμεγαν αγελάδες για να πουλήσουν ή να μαγειρέψουν).

Οι ιστορίες αυτές είχαν σχέση με μια μεταδοτική ασθένεια παρόμοια με την ευλογιά, αλλά πολύ πιο ήπια, την δαμαλίαση (cowpox). Ο ιός της δαμαλίασης έμοιαζε πολύ με τον ιό της ευλογιάς, ήταν της ίδιας οικογένειας ιών, και περνούσε από τις αγελάδες στους ανθρώπους.

Κάποιες γαλακτοπώλισσες λοιπόν ισχυρίζονταν ότι «η ομορφιά τους ήταν ανίκητη ενάντια στην ευλογιά, αν και όχι ενάντια στην δαμαλίαση». Με λίγα λόγια έλεγαν ότι είχαν μολυνθεί από τον ιό της δαμαλίασης, αλλά δεν τους έπιανε ο ιός της ευλογιάς!

Αυτές οι ιστορίες κίνησαν την περιέργεια του Edward Jenner. Είναι δυνατόν να υπήρχε άνθρωπος που να μην μπορούσε να μολυνθεί από αυτόν τον δαίμονα, τον ιό Variola;; Αν ίσχυαν αυτά που έλεγαν οι γαλακτοπώλισσες, τότε ίσως ο ιός της δαμαλίασης να προστάτευε απ’ τον ιό της ευλογιάς!

Ο Jenner έκανε το πείραμα που σκέφτηκε στον μικρό James Phipps, στις 14 Μαΐου 1796. Πήρε πύο από τις πληγές της Sarah Nelmes, μιας γαλακτοπώλισσας που είχε δαμαλίαση, και το έβαλε σε ένα κόψιμο που έκανε στον χέρι του μικρού James. Μετά τον εξέθεσε στον ιό της ευλογιάς.

Ο μικρός James δεν μολύνθηκε ποτέ από τον τρομερό ιό variola. Το πρώτο “εμβόλιο” στην ιστορία της ανθρωπότητας, ήταν γεγονός.

Ένας εκπληκτικός πίνακας του 1880 από τον Βέλγο ζωγράφο Edouard Hamman, που κοσμεί την Bibliothèque Nationale στο Παρίσι, δείχνει την ιστορική αυτή σκηνή όπου ο Edward Jenner δίνει το πρώτο εμβόλιο του κόσμου, στον μικρό James Phipps.

Η σκηνή εξελίσσεται υπό το βλέμμα της μητέρας του μικρού James και της γαλακτοπώλισσας Sarah Nelmes, ενώ στο βάθος βρίσκεται μια αγελάδα για να απεικονίσει το νόημα της ιστορίας!

Ο Edward Jenner εμβολίασε πολλούς ανθρώπους στο σπίτι του, συμπεριλαμβανομένου και του γιού του, για να συλλέξει δεδομένα της ανακάλυψής του. Κατέθεσε τα αποτελέσματά του στον Ιατρικό Σύλλογο της Αγγλίας, όπου αντιμετωπίστηκε με καθολική δυσπιστία και σκεπτικισμό.

Η ιατρική κοινότητα δεν δέχθηκε τα δεδομένα του Jenner μέχρι και τον θάνατό του το 1823. Χρειάστηκαν να περάσουν 10 χρόνια μετά τον θάνατό του, για να αρχίσουν γιατροί από όλη τη χώρα και το εξωτερικό να ακολουθούν τα βήματά του.

Εμβόλια κατά του ιού της ευλογιάς φτιάχτηκαν από πολλές χώρες τις επόμενες δεκαετίες και στάλθηκαν παντού στον κόσμο. Ακόμη και οι Ισπανοί έστειλαν εμβόλια για τον ιό της ευλογιάς ως κίνηση απολογίας, στους εναπομείναντες απόγονους των Ίνκας και Αζτέκων.

Η διασημότερη φωτογραφία του εμβολίου της ευλογιάς βγήκε το 1901 από τον Dr Allan Warner στο Leicester Isolation Hospital. Ήθελε να δείξει στους σκεπτικιστές τι σημαίνει εμβόλιο. Έβαλε δύο 13χρονους δίπλα-δίπλα, ο ένας μολυσμένος με ιό της ευλογιάς, ο άλλος εμβολιασμένος.

    Η φωτογραφία του Warner έκανε το γύρο του κόσμου και οι πιο δύσπιστοι πείθονταν. Ξεκίνησαν μαζικοί εμβολιασμοί σε διάφορες χώρες, αλλά οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι που ακολούθησαν, και τα λίγα διαθέσιμα μέσα, δεν βοήθησαν στο να χτιστεί παγκόσμια ανοσία στην ευλογιά γρήγορα.

Βεβαίως προσθέστε ότι εντωμεταξύ υπήρχαν και άλλες επιδημίες και πανδημίες, που δεν βοήθησαν στον εμβολιασμό κατά της ευλογιάς, όπως αυτή της Ισπανικής γρίπης του 1918.



Μέχρι που φτάσαμε στα 1950, όπου ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας το έβαλε σκοπό να εξαλείψει τον ιό που ταλαιπώρησε τον πλανήτη μας για αιώνες. Ξεκίνησε παγκόσμια καμπάνια μαζικού εμβολιασμού, σε κάθε χώρα, για το «πείραμα» δημιουργίας ανοσίας αγέλης.



Αυτή η χαρακτηριστική φωτογραφία είναι από κέντρο εμβολιασμού στην Ν. Υόρκη. Πολίτες περιμένουν υπομονετικά να εμβολιαστούν με κάτι που θα τους κάνει επιτέλους ανίκητους στον θανατηφόρο ιό. Στα επόμενα 30 χρόνια οι εμβολιασμοί συνεχίζονταν, με ό,τι μέσα διέθεταν τα κράτη.

Σταθερά και σταδιακά, τα κρούσματα ευλογιάς πέφτανε παγκοσμίως, μέχρι που έμειναν 1-2 χώρες με μερικά κρούσματα. Και το 1980 έρχεται η στιγμή που όλη η ανθρωπότητα περίμενε. Στις 8 Μαΐου 1980, το περιοδικό World Health, ανακοινώνει τα αποτελέσματα της 33ης Συνεδρίας του World Health Assembly του ΠΟΥ. Η ευλογιά έχει εξαλειφθεί! Ανατριχίλα.

Στην Σομαλία το 1977 ήταν το τελευταίο κρούσμα που καταγράφηκε. Περάσανε 3 χρόνια χωρίς ούτε ένα κρούσμα ευλογιάς πουθενά στον πλανήτη γη. Ο ιός είχε εξαλειφθεί. Η ανθρωπότητα κατάφερε να κερδίσει έναν ιό που σκότωσε τουλάχιστον 1 δις ανθρώπους μέσα σε 11.000 χρόνια..

Δυστυχώς η ευλογιά είναι η μοναδική μεταδοτική ασθένεια που έχουμε εξαλείψει ολοκληρωτικά. Αλλά το κατόρθωμα αυτό της ανθρωπότητας δείχνει τι μπορούμε να κάνουμε με συλλογική προσπάθεια, καθοδηγούμενη από την επιστήμη. Αυτή τη στιγμή είμαστε πολύ κοντά στο να επαναλάβουμε τον ίδιο άθλο, με τον ιό της πολιομυελίτιδας, έναν ακόμη άθλιο ιό που προσβάλει κυρίως παιδιά μικρότερα από 5 χρονών, χτυπώντας ύπουλα στην σπονδυλική στήλη, προκαλώντας παραισθησία και μόνιμη παράλυση, ενώ 10% των παιδιών αυτών πεθαίνουν.

Το 1955 βγάλαμε εμβόλιο εναντίον πολιομυελίτιδας και παντού εμβολιάζονται παιδιά. Από 200.000 κρούσματα το χρόνο παγκοσμίως, σήμερα έχουμε μόλις λίγες εκατοντάδες και μόνο σε 2 χώρες (Αφγανιστάν και Πακιστάν). Σε λίγα χρόνια θα εξαλειφθεί και ο ιός της πολιομυελίτιδας, όπως και αυτός της ευλογιάς! Άλλες 6 μεταδοτικές ασθένειες είναι κοντά στην ολοκληρωτική εξάλειψη από προσώπου γης, μεταξύ των οποίων η διφθερίτιδα, η ερυθρά, η παρωτίτιδα, o κοκίτης και η ιλαρά.

Τα εμβόλια που έχουμε μας έχουν «σώσει» από πανδημίες, σβήνοντας φωτιές επιδημιών. Τα παραδείγματα είναι πάρα πολλά. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, είναι αυτός που στηρίζει όλα τα προγράμματα εμβολιασμού σε αναπτυσσόμενες χώρες. Το έργο του είναι τεράστιο.

Κάθε χρόνο σώζουμε 3 εκ. ανθρώπους από αυτές τις ασθένειες. Παρ’ όλα αυτά, κάθε χρόνο πεθαίνουν 1.5 εκ. άνθρωποι από μεταδοτικές ασθένειες για τις οποίες ΕΧΟΥΜΕ εμβόλια, αλλά δεν εμβολιάζεται ο κόσμος. Η ελλιπής ενημέρωση, η έλλειψη παιδείας, καθώς και ο φόβος είναι οι κύριοι λόγοι.

Διαβάζοντας όλα τα παραπάνω, μπορεί κανείς να αναγνωρίσει και να εκτιμήσει πολλά πράγματα. Τη δύναμη της επιστήμης. Τη μακρόχρονη ιστορία των εμβολίων. Τα χίλια μύρια κύματα που πέρασε η ανθρωπότητα για να φτάσουμε στο σήμερα. Σε μια νέα πανδημία. Το σίγουρο είναι ότι θα κερδίσουμε και αυτή τη μάχη: Με κοινή προσπάθεια, συλλογικότητα, με εμπιστοσύνη στην επιστήμη, με τις νέες γνώσεις μας και τη νέα τεχνολογία στο πλάι μας, μακριά από προκαταλήψεις, από φόβο και από τον σκεπτικισμό της άγνοιας.

Θα σας αφήσω με την ετυμολογία της λέξης VACCINE, μιας λέξης που μας θυμίζει πάντα την ιστορία του πρώτου εμβολίου του κόσμου.



*Ο Δρ Νικόλας Διέτης είναι Επίκουρος Καθηγητής Φαρμακολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Κύπρου 

 

 Το Άνθος της Δουραχάνης...

                                                                                                                                 Της Μαρούλας Παπαευσταθίου – Τσάγκα * 

Ο πατήρ Αθανάσιος ήταν μια σπάνια προσωπικότητα που ο Θεός ευδόκησε να συναντήσουμε στη ζωή μας.

 Τα πλούσια χαρίσματα με τα οποία Εκείνος τον προίκισε τα αξιοποίησε όλα για να δημιουργήσει μια πολιτεία μέσα στην πόλη των Ιωαννίνων τόσο μικρή, όσο ήταν δυνατόν να χωρέσει στα περιορισμένα όρια της βραχώδους πλαγιάς, δίπλα και γύρω από το Μοναστήρι της Παναγίας Ντουραχάνης, που του δόθηκε και τόσο μεγάλη ώστε να ξεκουράζονται όλα τα Γιάννινα, και όχι μόνο! Παιδί της Ηπείρου βάδιζε από την πρώτη στιγμή χέρι με χέρι με τον λιτό αλλά πλούσιο σε εσωτερικότητα ηπειρωτικό λαό, σε αυτή την πρωτογενή συνύπαρξη κλήρου και λαού, σε θαυμαστό και αξεδιάλυτο αμάλγαμα.

Δεν υπάρχει Γιαννιώτης που να μη γνωρίζει το έργο του να μην το σέβεται και να μην το εκτιμά. Και ούτε είναι εύκολο να το αποτιμήσεις γιατί θα το αδικήσεις. Πρόκειται για μια ζωή θυσίας και αυταπάρνησης. Ο παππούλης εκδαπανούσε τον εαυτό του πολύ πριν τον γνωρίσουμε, παιδιόθεν. Εμείς τον θυμόμαστε από τη δεκαετία του ’70-’80, τότε που λειτουργούσε και στην Αγία Αικατερίνη, τις Κυριακές, επί 15 χρόνια. Ως εφήβων, μας είχε κάνει εντύπωση η φράση που επαναλάμβανε συχνά στα κηρύγματά του εκεί: «Γονείς, για να σας ακούν, μη μιλάτε στα παιδιά για τον Θεό αλλά στο Θεό για τα παιδιά».

Ένα κοφτερό πνεύμα φωτισμένο. Κοντά του νιώθαμε ασφάλεια και ένα αίσθημα ότι ο Θεός μάς αγαπά και μας ενδυναμώνει. «Δυσκολίες θα έχουμε. Με ασανσέρ δε θα πάμε στον Παράδεισο. Δεν μπορώ να ζητήσω από τον Θεό να μην έχω εμπόδια, αλλά του ζητώ να μου δίνει αντοχές και δύναμη να παλεύω και να τα ξεπερνώ», μας έλεγε για να μας δείχνει πώς πρέπει να σκεφτόμαστε και να μην παραπονιόμαστε.

Λάμβανε υπόψη του την ανθρώπινη αδυναμία και δεν έκρινε αλλά και δεν κατέκρινε, κάτι που μας υπενθυμίζει διαρκώς και με την φράση- έμβλημα στην είσοδο της Ιεράς Μονής Δουραχάνης: «Αγάπα, Συγχώρα και Προχώρα στη Ζωή σου». Μας προειδοποιούσε πάντοτε για όλα όσα θα συνέβαιναν και για τα τωρινά τεκταινόμενα, που τα έχει προβλέψει αρκετά χρόνια πριν. Γι αυτό και επέμενε στην δύναμη της Παράδοσης για να φυλάξουμε την ιδιοπροσωπία μας. «Στήκετε και κρατείτε τας παραδόσεις» και «ξύπνα καημένε μου ραγιά…», βροντοφώναζε όλα τα προηγούμενα έτη περικλείοντας όλα τα σημαινόμενα μέσα στη φράση. Τα τελευταία χρόνια είχε προσθέσει στο κήρυγμά του το «στήκετε και κρατείτε τη γλώσσα. Τα ελληνικά είναι η γλώσσα των γλωσσών»!

Μια από τις λεπτότερες έγνοιες του ήταν να μη χαθεί το άρωμα της Παράδοσης. «Το περιβόλι μας με τα τραγούδια και τα πλούσια νοήματα να το γνωρίζουμε, να το αγαπούμε». Μας προέτρεπε να δραματοποιούμε τα δημοτικά μας τραγούδια σε θεατρικές παραστάσεις «για να έχουν εικόνες τα παιδιά». Γνώριζε ανέκαθεν την παράμετρο αυτή της σύγχρονης Εκπαίδευσης, πως, δηλαδή, ευκολότερα έτσι θα «μιλούσαν» τα κείμενα στην καρδιά των μαθητών οδηγώντας τους σε υγιείς και δημιουργικούς δρόμους και μαθαίνοντάς τους, παράλληλα, να εστιάζουν στο θετικό, ώστε να γίνεται από μόνο του αποβλητέο το επιβλαβές των αρνητικών θεαμάτων και ακροαμάτων.

Ως πνευματικός πατέρας, την αυστηρότητα την κρατούσε για τον εαυτό του και σήκωνε στις πλάτες του το βάρος μας.«Τον συνάνθρωπο να τον πλησιάζεις με βελούδινα χέρια» έλεγε, φανερώνοντάς μας κάποια στιγμή - και με την περιεκτική αυτή έκφραση - τη μέθοδο της Παιδαγωγίας. Ο τρόπος του ήταν ένας συνδυασμός δυναμισμού και απαλότητας. Ο δυναμισμός του μπορούσε να παρεξηγηθεί ως σκληρότητα, αν δεν διέκρινες την κρυμμένη εσωτερική τρυφερότητα. Η χαρακτηριστική του φράση στα πολύμορφα εμπόδια ήταν: «το θάρρος σώζει» και «νίκα το κακό με το καλό».

Αλλά και «τσοπανόσκυλο» ήταν ο παπα Θανάσης για το ποίμνιο. Σαν τα πολλά σκυλιά που ζούνε κι αυτά στη Μονή Δουραχάνης και που κάθονταν γύρω του σαν αρνάκια. Τον αναζητούσαν όπου και να πήγαινε, σαν πιστοί ακόλουθοι και φίλοι. «Αυτά με αγαπούν περισσότερο…» μας έλεγε, πειράζοντάς μας. Παλαιότερα έπαιζε μπάλα με ένα από αυτά, το οποίο την απέκρουε με τη μουσούδα του με καταπληκτική ευστοχία. Ο αθλητισμός εξάλλου, στον παππούλη, ήταν κατάκτηση και … προίκα από τα νιάτα του, αφού έπαιζε σε επίσημη ποδοσφαιρική ομάδα των Ιωαννίνων, έχοντας διακριθεί. Επίσης διήνυε ως δρομέας αποστάσεις Μαραθωνίου ανηφορικές! Γι αυτό και οι μαθητές όλων των ετών που έχουν περάσει από τα χέρια του (τα πνευματικά και προσευχητικά χέρια, αφού ο ίδιος δίδασκε μόνο με το παράδειγμά του) αναπτύσσουν το πνεύμα, την ψυχή και το σώμα, καθώς οι εξαίρετοι συνεργάτες του, άνδρες και γυναίκες, εθελοντές σε όλους τους τομείς, και εκπαιδευτικοί, φροντίζουν για την διανοητική-ακαδημαϊκή, καλλιτεχνική-πνευματική και αθλητική ανάπτυξη των μαθητών.

Η όλη παρουσία του είναι οσμή ευωδίας πνευματικής. Η λεπτότητα της ψυχής του, μύρο που μας μεταδίδει την αγάπη του Θεού. «Απείραστος ο Θεός. Δεν τιμωρεί. Τα σφάλματά μας μάς εμπλέκουν σε καταστάσεις». Ή, συχνά: «Διαβάζετε πολλά βιβλία και συγγράμματα, αχ, δεν μπορώ να καταλάβω, βρε παιδιά μου, την Αγία Γραφή γιατί την αμελείτε; Έχει τις λύσεις για όλα τα προβλήματα. Εγώ ως ιερέας κολυμπάω, πώς να σας το πω, εσείς δεν το καταλαβαίνετε…».

Χωρίς να μάθει ποτέ γράμματα, είναι η Χάρις, η «σοφίζουσα νήπια», που τον δίδαξε. Άλλωστε με θεία φανέρωση έγινε η κλήση του σε κληρικό, που χειροτόνησε ο μακαριστός και πολύ αγαπητός στα Ιωάννινα Χρυσόστομος Βούλτσος, επίσκοπος Δωδώνης τότε, τον οποίον κάθε φορά που μας τον ανέφερε συγκινείτο.

Ήταν βασανισμένος από την τρυφερή ηλικία, που υπήρξε πολύ βίαια λόγω του Ελληνοϊταλικού πολέμου ’40-’41 και της Γερμανικής Κατοχής, από την οποία υπέφεραν πολύ τα χωριά μας, ιδιαίτερα του Ανατολικού Ζαγορίου, από όπου κατάγεται και στα οποία, δυστυχώς, έχουμε και ολοκαύτωμα. «Στο χωριό μας καήκαμε τέσσερις φορές», επαναλαμβάνει συχνά. «Σχολείο πήγα μόνο τρεις μήνες. Στη Βωβούσα μάς δίχασαν, είμαστε βλαχόφωνοι και μας υποχρέωναν να πάμε στο ρουμάνικο σχολείο που άρχισε να λειτουργεί στο χωριό μας. Αντέδρασα σαν θηρίο. Μας έβαλαν τιμωρία γονατιστούς σε σπασμένα τζάμια. Όταν τελείωσε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, ήμουν 12 στα 13 χρόνια. Τότε λειτούργησε ελληνικό σχολείο, μόνο για 25 μέρες, γιατί ξεκίνησε ο εμφύλιος και σταμάτησε…»

Έχει δημιουργήσει με τη βοήθεια του Θεού ένα τεράστιο έργο, από το 1974, που έγινε κληρικός ως σήμερα: ανακαίνιση στο ιστορικό μοναστήρι, κελιά γύρω από τον ναό της Παναγίας, αρχονταρίκι, μαγειρεία, σχολεία (Δημοτικό και Γυμνάσιο), οικοτροφείο, βιβλιοθήκες, μοναστική τράπεζα για τη συνεστίαση με τον κόσμο και άλλες τραπεζαρίες, αναγνωστήρια, αίθουσες ψυχαγωγίας, αίθουσα θεάτρου, χώρους άθλησης, χώρους διαμονής των συν-εργατών, χώρους φιλοξενίας και άλλες πτέρυγες οικοδομικές, αποθήκες, Ιερό Ναό του Αγίου Αθανασίου και άλλον, μικρότερο, της Αναστάσεως, ραδιοφωνικό σταθμό («Σπίνος»), ξυλουργείο, μουσείο με την εύστοχη επωνυμία - επιγραφή «Σταλαγματιές από την Παράδοση», κήπους…
Ο Ιερομόναχος Αθανάσιος. Ένας άνθρωπος καθαρότερος και από τις ακτίνες του ηλίου. Την καθαρότητα της Ορθοδοξίας υπερασπίστηκε πάντοτε τονίζοντάς την σε μας και με τη φράση: «δέχεσαι να μπει κάτι στο μάτι σου;». Έμπλεος ανείπωτης αγάπης, απλότητος και ανιδιοτέλειας μας υπενθύμιζε ότι «θα αναχωρήσουμε μια μέρα, αλλά όμως και εδώ θα πρέπει να έχουμε όλοι τα απαραίτητα∙ όχι ό ένας να πετάει και ο άλλος να πεινάει. Να έχουμε ενότητα και να φροντίζουμε τον συνάνθρωπο». Ο ίδιος είναι ο πρώτος που επισκέφτηκε την Αλβανία μόλις άνοιξαν τα σύνορα, με φορτηγά τροφίμων και χρειωδών. Το ίδιο έκανε και με αποστολές στη Σερβία, στους Πομάκους και όπου αλλού εμείς δε γνωρίζουμε. Προπάντων δεν αφήνει ποτέ τούς ενδεείς και «εν περιστάσει» όντας του Ν. Ιωαννίνων και της Ηπείρου, ευρύτερα. Ως και για τους φυλακισμένους βραχείας διαρκείας αυτός φροντίζει με δεκάδες μερίδες φαγητό κάθε μέρα. Η μέριμνά του και η προνοητικότητα θυμίζαν τη σοφία του Ιωσήφ της Παλαιάς Διαθήκης. Στο Δημοτικό, Γυμνάσιο και στο Οικοτροφείο, με παιδιά και του Λυκείου, που έχει ο Μορφωτικός και Πολιτιστικός Σύλλογος το «Άνθος», φιλοξενούνται μαζί με τα Ελληνάκια και παιδιά από την Αλβανία, από εικοσιπενταετίας και πλέον. Και στα κατατρεγμένα αυτά προσωπάκια όλων βλέπεις να ανθίζει ξανά το χαμόγελο, να ξαναβρίσκουν την χαμένη «ομοιόσταση». Να ανακαινίζεται η νεότης μικρών και μεγάλων, ως αετού.

Ένα διαμάντι αμόλευτο από την περιττή επεξεργασία, όπως το επέτρεψε ο Θεός, ίσως για να είναι πιο κοντά στο αρχαίον κάλλος και να διευκολύνει και τη δική μας κουρασμένη όραση.«Έναν πυρήνα έκανα και σεις αναπτύξτε τον», μας έλεγε με απλότητα, όταν αναλογιζόμαστε τη σπουδαιότητα της προσφοράς του. Το ήθος του μας μπόλιασε, μας στήριξε, μας σκέπασε, μας καθοδηγεί. Επρόκειτο για αληθινά σεμνή παρουσία. Ποτέ δεν επεδίωξε τιμές. Το χάρισμα της διάκρισης για όλα τα θέματα γίνεται κατανοητό από μας σε ανύποπτο χρόνο. Οι συμβουλές του καίριες, με προόραση και διόραση.

Κοινή συνείδηση των Γιαννιωτών -και όχι μόνο- πως στάθηκε υπεράξιος της κλήσης του, καθώς έχει προσφέρει τον εαυτό του, με όλες τις δυνάμεις, στον συνάνθρωπο. « Όλα για το λαό»∙ και ο ιδρώτας του λαού είναι ο προσφέρων τον οβολό ή το περίσσευμα, για την ανέγερση αυτού του μοναδικού οικοδομήματος της Αγάπης. «Με συγκινείτε με την αγάπη σας και, δεν ξέρω, πώς να το πω, με δεσμεύετε…». Η δύναμη της προσευχής του έκανε θαύματα. «Ελάτε αδέλφια μου»! Έτσι μας καλούσε αυτός ο κοινωνικός και αγαπητός άνθρωπος και πνευματικός πατέρας, στην κοινότητα προσώπων και όχι στη μόνωση που καταθλίβει και δε σώζει∙ γι αυτό συχνά επαναλάμβανε το «ουαί τω ενί». «Να μοσχοβολούν οι πράξεις μας, αυτό είναι καλή νηστεία.
Ζούσε σαν να είναι την επόμενη στιγμή να αναχωρήσει και δρούσε σαν να είναι αιώνιος. Σε μια ετοιμότητα και αιωνιότητα ταυτόχρονα. Σε μια ησυχία και αγωνιστικότητα παράλληλη. Σε μια ένωση με πίστη, δυνατή, «με συρματόσχοινο» με τον Θεό, όπως νιώθει ο ίδιος και όπως μας προτρέπει να συνδεθούμε κι εμείς. Αντίστοιχα, για τις άλλες συνδέσεις της ζωής μας, συμβουλεύει να είμαστε «δεμένοι με τριχιά με το συνάνθρωπο και με κλωστή με τα υλικά πράγματα». Επιπλέον παρατηρούσε: «Η αγάπη ξεσηκώθηκε από τον άνθρωπο. Έχουμε πρόχειρη αγάπη τώρα, συναισθήματα. Το να αγαπάς τον εχθρό σου είναι η βάση όλης της κοινωνίας».

Στην Κατασκήνωση που έχει χτίσει και φυτέψει επίσης ο ίδιος, στη Λευκάδα, και στην οποία χωρίς την παραμικρή καταβολή χρημάτων κάνουν τις διακοπές τους μαζί με τα άπορα και εύπορα παιδιά, έχουμε συναντήσει έναν άλλο παράδεισο. Για να έχουν οι παιδικές και εφηβικές ψυχές Χαρούμενες Αναμνήσεις για τις δυσχείμερες περιόδους του βίου, ο ίδιος έλουσε το φθαρμένο ράσο του με ιδρώτα.

Η ταπείνωση ήταν το πλούσιο και αφανές χαρακτηριστικό του, γιατί δεν έκανε τίποτε άλλο από το να κινείται φυσιολογικά και ανθρώπινα και αθόρυβα. Διεκδικητής μέχρι τέλους αλλά και υποχωρητικός εντελώς, σύμφωνα με τις περιστάσεις και προς όφελος του κόσμου πάντα. Οιακοστρόφος. Σιωπηλά και ομιλητικά, ανάλογα με τις περιστάσεις. «Τα λόγια να μην είναι ανάλατα», έλεγε πάντα.

Παρ’ όλες τις πολλές πίκρες και τα άπειρα εμπόδια, στάθηκε όρθιος και άκακος. Ένα φως στα Γιάννενα, στην Ήπειρο και στους πολλούς αποδήμους της. Εκατοντάδες μαθητές από τη δεκαετία του ’60-’70 ως σήμερα ευεργετήθηκαν. Στο οικοτροφείο-νοικιασμένο παλιό οίκημα των Ιωαννίνων από τον ίδιο ως λαϊκό, τότε, με όποια χρήματα έβγαζε από τον τίμιο μόχθο του ως ξυλουργός- διέμεναν μαθητές που διακρίθηκαν για την επιμέλεια, την τάξη, τη φιλοτιμία και τη φιλαλληλία. Στις πιθανές αταξίες τους η τιμωρία ήταν να τους πλένει ο ίδιος τα πόδια!

Το «φαινόμενο» παπα Θανάσης είναι ένας σύγχρονος Ευεργέτης των Ιωαννίνων και του οφείλουμε άπειρη ευγνωμοσύνη. Σε εκείνους που έμπρακτα ωφέλησαν την πόλη έμπρακτα αποδίδουμε τις τιμές, λέει ο αρχαίος Θουκυδίδης, διά του Περικλέους, στον «Επιτάφιο». Το ελάχιστο που μπορούμε να κάνουμε για εκείνον, εμείς, είναι να μιλήσουμε ευγνωμονώντας για τα θαυμαστά που είδαμε και νιώσαμε. Για το μέγα θαύμα να ανθίζει η πέτρα αλλά και για το μεγαλύτερο θαύμα να καρπίσει η μέσα πέτρα της ψυχής μας∙ «ἐὰν οὗτοι σιωπήσωσιν, οἱ λίθοι κεκράξονται». Έχτισε μια νέα «Βασιλειάδα», Αθανασιάδα θα την ονομάζαμε, προφρόνως, και «χτίστηκε» σ’ αυτήν ο ίδιος ο πρωτομάστορας! «Τούτα τα χέρια τα έκαναν όλα αυτά», επαναλάμβανε μέχρι και πριν αρκετόν καιρό -που η εξασθένηση του εαυτού του τον καθήλωσε στο κρεβάτι και έλειψε σε όλους μας τόσο πολύ- για να μας υπενθυμίζει το ελάχιστο χρέος της αναγνώρισης.

Η μνήμη και η απόδοση της οφειλής, έστω και μεταθανάτια, μας μετατοπίζει από τον χώρο των σιωπηλών παρατηρητών ενός θαύματος στους αναγνωρίζοντες την παρακαθήκη, την οποία με σεβασμό επιθυμούμε να μεταβιβάσουμε στους νεότερους. Ού κρύπτομεν την ευεργεσία, την οποία δεχθήκαμε όλοι ανεξαιρέτως, σε μικρό ή μεγάλο βαθμό, από την σπάνια αυτή ένθεη ύπαρξη, που -με το βίωμά της- μπόλιασε τη ζωή μας με την «καλλιέλαιο» του Κυρίου.

Στο Ντουραχάν έχει συντελεσθεί ένα έργο πολυδιάστατο, βασισμένο σε γερά θεμέλια, το οποίο συνεχίζεται και με τη χειροτονία των μοναζουσών της Δουραχάνης από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ιωαννίνων κ.κ. Μάξιμο, υπό την ευλογία του. Η «εμβληματική αυτή προσωπικότητα των Ιωαννίνων», όπως αποκαλεί τον πατέρα Αθανάσιο, ο Σεβασμιώτατος, στο επικήδειο μήνυμά του, «ήταν ένας άνθρωπος που θυσίασε τη ζωή του για τη διακονία του Θεού και τη διακονία των ανθρώπων… Στερήθηκε ο ίδιος, για να βοηθήσει εκείνους που στερούνταν, ώστε να βρουν το δρόμο…».

Η εξόδιος ακολουθία τελέστηκε σεμνοπρεπώς υπό του Πρωτοσυγκέλου της Ι. Μητροπόλεως Ιωαννίνων, Αρχιμανδρίτου π. Θωμά Ανδρέου. Η τελευταία κατοικία του παππούλη, δίπλα στο ιερό της Μονής Δουραχάνης, απέριττη, μιλάει από μόνη της στους προσκυνητές που συρρέουν για να εναποθέσουν τα δικά τους λουλούδια στο μυρίπνοον Άνθος του Ντουραχάν: ενθάδε κείται και αναπαύεται ο οσιότατος ιερομόναχος Αθανάσιος, ένας νικηφόρος μαχητής της ζωής.

Αιωνία η μνήμη σου αγαπημένε μας πάτερ.

 * Η Μαρούλα Παπαευσταθίου - Τσάγκα είναι Διδάκτωρ Ιστορίας - Συντονίστρια Εκπαιδευτικού Έργου Φιλολόγων ΠΕΚΕΣ Ηπείρου. e-mail: pmaroula@gmail.com

(Πηγή: Πρωινός Λόγος, 20/12/2021)


ΣΟΥΛΙΩΤΕΣ – ΑΥΤΟΙ ΟΙ ΑΠΡΟΣΚΥΝΗΤΟΙ ΑΕΤΟΙ ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ

Της Αλίκης Νάσση

Πολλές υπήρξαν οι προσπάθειες ετυμολόγησης του ονόματος Σούλι και από ιδιαίτερα αξιόλογους μελετητές και ιστορικούς. Αναφέρονται οι σημαντικότερες:

 Σύμφωνα με τον Χρ. Περραιβό, το όνομα Σούλι δόθηκε στην περιοχή από έναν Soul, i (Σούλ, ι), Μουσουλμάνο Αλβανό, ο οποίος, σε συμπλοκή μαζί τους, σκοτώθηκε στον τόπο τους και οι Σουλιώτες, εις ανάμνησιν αυτής της νίκης τους, έδωσαν αυτό το όνομα στην περιοχή τους…».

«… Σώζεται βέβαια και η προφορική παράδοση στην περιοχή Μαργαριτίου, σύμφωνα με την οποία ένας μουσουλμάνος Αλβανός (Τσάμης), ονόματι Σούλι-ιου, σκότωσε έναν ομόφυλό του και, φοβούμενος την αντεκδίκηση, κατέφυγε στα σουλιωτικά όρη και έγινε ο πρώτος οικιστής αυτού του τόπου, δίνοντάς του και το όνομά του…».

«… Η δεύτερη άποψη είναι του Π. Φουρίκη. Σύμφωνα με τον αξιόλογο αυτό μελετητή, αφού στον τόπο κατοίκησαν Αλβανοί, όπως ο ίδιος τους αποκαλεί, φυσικό είναι το όνομα να είναι και στη γλώσσα τους. Shul,i στα αλβανικά, σύμφωνα πάντα με τον μελετητή, σημαίνει ξύλο, κορμός δένδρου, και κατ’ επέκταση, «σούλα» που σημαίνει άκρη σκοπιάς, βίγλα. Αυτό το όνομα έδωσαν στη περιοχή αυτοί οι αλβανόφωνοι οικιστές της, και, λόγω των κορυφογραμμών που υψώνονται πάνω από το Τετραχώρι…».

«… Άλλη εκδοχή που έχει διατυπωθεί είναι ότι αυτό ήταν το όνομά του πρώτου οικιστή, κάποιου Έλληνα Σούλη (ίσως εκ του Αθανάσιος ή Αναστάσιος) από τον οποίο δόθηκε και το όνομα στην περιοχή…».

«… Ο ποιητής Ανδρέας Κάλβος στην ωδή του «Εις Σούλι» συνδέει το Σούλι με τη χώρα των Σελλών.

«Ο Γεώργιος Μπαμπινιώτης ετυμολογεί το Σούλι από το αλβανικό sul, i, που σημαίνει αιχμηρή κορυφή (βουνού)…».

«… Ο Κώστας Μπίρης θεωρεί ότι η ομώνυμη περιοχή (Shullan) στη μακρινή Δέβρη, κοντά στην λίμνη Αχρίδα, έδωσε το όνομα στην περιοχή καθώς και τους πρώτους οικιστές της…».

Έχουσα υπόψη μου όλες αυτές τις διαφορετικές μεταξύ τους ερμηνείες- ετυμολογήσεις από διακεκριμένους και αξιόλογους ιστορικούς και μελετητές και ως ένα βαθμό και επηρεασμένη από αυτές, άργησε να λάμψει μέσα μου, θέλω να πιστεύω, η αλήθεια.

Αρβανίτες ίδρυσαν το Σούλι, την αυτή με εμάς τους Φαναριώτες και Λακκασουλιώτες Αρβανίτες γλώσσα ομιλούντες, κατά συνέπεια και τους αυτούς με τους προγόνους μας γλωσσικούς δρόμους ακολουθούντες.

Παλαιά συνήθεια των Αρβανιτών και της γλώσσας μας, της πελασγικής, είναι να προσδίδουν στο ονομαζόμενο με το επίθετο τις μόνιμες ιδιότητες και γνωστά χαρακτηριστικά του, όπως πράττει άλλωστε και ο παππούς ο Όμηρος στα έπη του με τα γνωστά σε εμάς τους φιλολόγους τυπικά επίθετα και τις τυπικές φράσεις του (συνετός Τηλέμαχος, θεϊκός Οδυσσέας, κοσμοσείστης Ποσειδών, Κρονίδης Δίας, γλαυκομάτα Αθηνά, τα μάτια λάμποντας η Αθηνά, ο πορθητής της Τροίας Οδυσσέας κ.λπ.).

Οι Σουλιώτες, στη μεγάλη πλειοψηφία των γενών τους, μεταχειρίζονταν την αρβανίτικη στις καθημερινές τους επαφές και είναι λογικό και το τοπωνύμιο της εγκατάστασής τους στα απάτητα όρη τους να δοθεί στη μητρική τους γλώσσα.

Βασικό χαρακτηριστικό των Σουλιωτών υπήρξε το αδούλωτο, ανυπότακτο και απροσκύνητο φρόνημα, η αγάπη προς την ελευθερία, η περηφάνια και η λεβεντιά τους.

Suliet Sulioti! (Σούλιετ Σουλιώτη-Ο Σουλιώτης δεν προσκυνά!)

Σούλι και Σουλιώτες επομένως είναι ο τόπος και οι άνθρωποι που δεν προσκύνησαν, δεν παραδόθηκαν, δεν υποτάχτηκαν, δεν ταπεινώθηκαν, δεν ντροπιάστηκαν, δεν εξευτελίστηκαν. Οι Αρβανίτες Έλληνες (Ρωμιοί) Σουλιώτες.

Το ρήμα στην αρβανίτικη γλώσσα είναι:

ulem (ούλιεμ-αμετάβατο) = σκύβω, χαμηλώνω, προσκυνώ, υποτάσσομαι, ταπεινώνομαι, εξευτελίζομαι.

ul (ουλ- μεταβατικό) = χαμηλώνω, κατεβάζω, σκύβω, υποστέλλω (σημαία) και εξετάζουμε τη σύνταξη και τη σημασία του με αντικείμενα τις λέξεις kokën (κόκ’ν=κεφάλι), qafën (κιάφ’ν=σβέρκο) και armët (αρμ’τ=άρματα, όπλα).

Συνήθεις φράσεις στους Αρβανίτες είναι οι:

ul kokën (ουλ κόκ’ν = χαμηλώνω, σκύβω το κεφάλι, προσκυνώ, ταπεινώνομαι) και ul armët (ουλ αρμ’τ = χαμηλώνω, κατεβάζω, παραδίδω τα όπλα, παραδίδομαι).

ul qafën (ουλ κιάφ’ν-σκύβω το σβέρκο, υποτάσσομαι)

Στην φράση-απαίτηση του εχθρού (Μουσουλμάνων Αλβανών, συνήθως) uli armët (ούλι αρμ’τ = κατέβασε τα όπλα, παραδώσου), ulie kokën (ούλιε κόκ’ν = σκύψε το κεφάλι, προσκύνα, χαμήλωσε την περηφάνια σου), ulie qafën (υποτάξου) uliu (ούλιου-σκύψε, προσκύνησε, ταπεινώσου), ο Σουλιώτης απαντούσε και προ της μετοίκησής του και μετά:

Jo, se ul kokën ή sul kokën (όχι, δεν σκύβω το κεφάλι, δεν προσκυνώ, δεν ταπεινώνομαι), si ul armët ή sul armët (δεν παραδίδω τα όπλα), se ul, sul qafën (δεν υποτάσσομαι) suliem (δεν προσκυνώ, δεν ντροπιάζομαι).

Επομένως το Σούλι είναι:

Vendi që su ul (βέντι κι σου ουλ) = ο τόπος που δεν προσκύνησε, δεν παραδόθηκε, δεν έσκυψε, δεν ντροπιάστηκε, δεν ταπεινώθηκε, δεν έχασε την περηφάνιά του.

Ata (ατά-αυτοί οι Αρβανίτες) sulin kokën, sulin armët, sulin qafën, sulien (σ’ ούλιν κόκ’ν, σ’ούλιν άρμ’τ, σ’ούλιν κιάφ’ν, σ’ ούλιεν = δεν σκύβουν το κεφάλι, δεν παραδίδουν τα άρματα, δεν σκύβουν το σβέρκο (δεν υποτάσσονται), δεν προσκυνούν, δεν εξευτελίζονται, δεν ταπεινώνονται), έλεγαν συχνά οι κάτοικοι των γύρω περιοχών, αλλά και οι Τσάμηδες, αναφερόμενοι στους Σουλιώτες.

Βασικό χαρακτηριστικό των Σουλιωτών υπήρξε το αδούλωτο, ανυπότακτο και απροσκύνητο φρόνημα

Η ονομασία δε Κακοσούλι που συναντάμε σε πολλές πηγές και σε δημοτικά τραγούδια ως το πρώτο όνομα του οικισμού του Σουλίου, πολύ πιθανόν να προήλθε από την απάντηση των Σουλιωτών sul kokën (σ’ ουλ κόκ’ν) ή kokën sul (κόκ’ν σ’ ουλ-Κακοσούλ, εκ παραφθοράς).

Ο Αρβανίτης επομένως που δεν προσκύνησε, που δεν υπέκυψε στις πιέσεις των Μωαμεθανών, Τούρκων και Αλβανών, είναι ο suli armët (σ’ ουλι άρμ’τ), suli kokën, qafën (σ’ ούλι κόκ’ν, κιάφ’ν), ο τόπος του Sul, i-Σούλ,ι και εκείνος ο Αρβανίτης ο οποίος Suliet–Σ’ούλιετ = δεν προσκυνά-ο απροσκύνητος Σουλιώτης, με την προσθήκη της κατάληξης –ώτης, του τοπωνυμικού στην αρβανίτικη και την ελληνική γλώσσα, όπως Γιαννιώτης, Καστριώτης (Καστρί αρβ. λέξη), Καναλακιώτης, Γοριτσιώτης (Γορίτσα αρβ. λέξ) κ.λπ.

Οι Σουλιώτες έδωσαν στον τόπο τους το όνομα με το βασικότερο χαρακτηριστικό της φυλής τους.

Το αδούλωτο και απροσκύνητο πνεύμα, την αξιοπρέπεια και την περηφάνια τους.

Έγινε μία ετυμολογική προσέγγιση στη λέξη και με το ρήμα sulem-σούλεμ = εφορμώ, επιτίθεμαι και το ουσιαστικό sulm, i-σουλμ, ι = επίθεση, εφόρμηση, έφοδος, την οποία ίσως να φώναζαν οι Σουλιώτες κάθε φορά που πραγματοποιούσαν επίθεση κατά των εχθρών τους.

«suliu-σούλιου» = κουνήσου, ήταν η συνήθης προτροπή της μητέρας μου και kë sulme jan këto (κ’ σούλμε γιαν κ΄το); = τι καμώματα (δυσάρεστες ενέργειες) είναι αυτά;

Επειδή όμως δεν υπάρχει πουθενά καταγεγραμμένη, έστω και με προφορική παράδοση, αυτή η μαρτυρία, και επειδή, λογικά σκεπτόμενη, θεωρώ ότι θα ήτο παράδοξο να προηγηθεί η πράξις (επιθέσεις) της ονομασίας του οικισμού, εννοώντας με αυτό ότι οι Σουλιώτες, άμα τη εγκαταστάσει τους στον τόπο αυτό, προέβησαν και στην ονοματοθεσία, με κριτήριο την έως τότε στάση τους απέναντι στους μουσουλμάνους και το γενεσιουργό αίτιο της μετοίκησής τους, ήτοι το ελεύθερο και απροσκύνητο φρόνημά τους.

Πάντα πίστευα και θα συνεχίσω να το υποστηρίζω μετ’ επιτάσεως ότι την Ιστορία ενός τόπου καλό θα ήταν να συγγράφουν και εκείνοι που έζησαν σε αυτόν και γνωρίζουν καλώς τη γλώσσα του και τον πολιτισμό του.

Οι Αρβανίτες είναι γνήσιο πρωτοελληνικό φύλο, απόγονοι των Πελασγών

Οι έγκριτοι ιστορικοί, οι οποίοι ασχολήθηκαν με το Σούλι, δυστυχώς, δεν γνωρίζουν όλοι την αρβανίτικη γλώσσα. Κατά συνέπεια είναι φυσικό να διαπράττονται λάθη στην ετυμολόγηση λέξεων, άγνωστων σε εκείνους. Υπάρχει λ.χ. διαφορά στο –s και –sh της αρβανίτικης γλώσσας και είναι λάθος περιοχές με το -sh στο όνομά τους να αποδίδονται στο Σούλι, όπου το -σ δεν είναι –sh παχύ. Επίσης παρατηρείται σύγχυση σε ορισμένους μελετητές, ως προς τους όρους Αλβανός και αλβανικός και Αρβανίτης και αρβανίτικος.

Οι Αρβανίτες δεν είναι Αλβανοί και δεν αποτελούν φυλετική υποομάδα των Τόσκων. Οι Αρβανίτες είναι γνήσιο πρωτοελληνικό φύλο, απόγονοι όντες των Πελασγών, και φυσικά δεν ομιλούν διάλεκτο της αλβανικής αλλά αυτούσια και πρωτοελληνική γλώσσα, την πελασγική, ούσα μητρική της ελληνικής και αλβανικής γλώσσας και όχι μόνο…

Πολλοί γείτονές μας ιστορικοί αποδέχονται ότι η αρβανίτικη είναι αρχαιοτέρα της σύγχρονης αλβανικής και μητέρα της γλώσσας τους, αρνούνται, όμως, πεισματικά ότι οι Αρβανίτες είναι φύλο ελληνικό και όχι αλβανικό. Οι φίλοι μας οι Αλβανοί δεν έχουν παρά να εξετάσουν με μία πιο προσεχτική ματιά τη γλώσσα τους, να τη συγκρίνουν με την αρχαία ελληνική και τότε θα ανακαλύψουν γέφυρες που θα τους βοηθήσουν να αναθεωρήσουν απόψεις και για τη δική τους φυλετική καταγωγή…

Εμείς οι σε ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο διαβιούντες Αρβανίτες τους απαντάμε ότι οι πρόγονοί μας αλλά και εμείς, Πελασγών απόγονοι και Πρωτοέλληνες όντες στον ελλαδικό χώρο, είμαστε και θα εξακολουθήσουμε να είμαστε «παγά λαλέουσα του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας» ανά τους αιώνες…»

«Θα ήθελα δε εν κατακλείδι να επισημάνω, ότι όσοι ασχολούνται με τους Αλβανούς, τους Έλληνες και την καταγωγή των Αρβανιτών, καλόν θα ήτο πρώτα να μελετήσουν την αρβανίτικη, διότι η γλώσσα αυτή έχει πάρα πολλά να μας δώσει, τόσα, ώστε να είναι ικανά να μεταβάλουν τον ρουν της Ιστορίας…»

 
Ο Γιώργης Μελίκης της Παράδοσης,
ο ακούραστος και ονειροπόλος ερευνητής της
Συνέντευξη στη Δήμητρα Σμυρνή στις 28 Μαρτίου 2018
https://faretra.info/2018/03/28/sinentefksi-smyrni-g-melikis-akourastos-paradosis/
Είναι διαφορετικός. Σ’ έναν κόσμο που τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα προς το μέλλον χωρίς να βιώνει το παρόν και αγνοώντας το παρελθόν, ο Γιώργης Μελίκης ερευνά το παρελθόν και προσπαθεί με πάθος να δείξει τις βαθιές του ρίζες, που θα έπρεπε να τροφοδοτούν το παρόν αλλά και το μέλλον.
Δημοσιογράφος με την ουσιαστική σημασία της λέξης, με διαρκή παρουσία στην εφημερίδα, το ραδιόφωνο και την τηλεόραση, με χιλιάδες εκπομπές, ερευνητής της Παράδοσης χρόνια ολόκληρα, με σημαντικές βραβεύσεις στην Ελλάδα και το Εξωτερικό για την προσφορά του αυτή στον Πολιτισμό, συγγραφέας, κρατά για τον εαυτό του μόνο τον τίτλο που του δώσανε άλλοι, αλλά τον χαρακτηρίζει απόλυτα, «ο Μελίκης της Παράδοσης».
Με περιμένει στο «Εθνογραφικό Κέντρο Έρευνας  Γιώργης Μελίκης»,  που υπήρξε το πατρικό του σπίτι, ένα αρχοντικό  που  αντηχεί μνήμες  και λειτουργεί τώρα ως μουσείο, συμπυκνώνοντας στο περιεχόμενό του τα χρόνια μιας ατέλειωτης έρευνας.
Είτε ανεβαίνει τα σκαλοπάτια του «Κέντρου» μιλώντας για τα εκθέματά του και δείχνοντάς τα με περηφάνεια αλλά και με συγκίνηση, είτε κοιτάζοντάς σε πίσω από το παλιό του γραφείο, με φόντο τη βιβλιοθήκη του, ο Γιώργης Μελίκης είναι καθηλωτικός με το βλέμμα και το λόγο του.
Λόγος χειμαρρώδης, γνήσιος, τολμηρός, διεισδυτικός… Ματιά καθαρή, και γύρω του όλα, μέχρι και την πιο μικρή λεπτομέρεια, να αναδίδουν την προσωπικότητά του με τρόπο ατμοσφαιρικό. Και αφήνεσαι στη γοητεία του πάθους του για την Παράδοση, πάθος που θυμίζει αποστολική αυταπάρνηση.
Είστε από τους γνωστότερους σήμερα στην Ελλάδα ερευνητές του Λαϊκού Πολιτισμού και με διεθνή αναγνώριση. Πώς ένα παιδί από ένα μακεδονίτικο κεφαλοχώρι, τη Μελίκη, φτάνει τόσο ψηλά και τόσο μακριά; Πότε και πώς ξεκίνησε το πάθος για την έρευνα; Ποια ήταν τα παιδικά χρόνια, οι γονείς, οι επιδράσεις; Ποια ήταν η πορεία του Γιώργη Μελίκη μέχρι να καταλάβει ότι η Παράδοση ήταν γι’ αυτόν στόχος ζωής;
Μενέλαος Λουντέμης «Ένα παιδί μετράει τ’ άστρα»… Αν έφτασα ψηλά ή μακριά, το ‘κανα μετρώντας τ’ άστρα… Ακόμη και τώρα τα μετράω τ’ άστρα. Ακόμη και τώρα βλέπω το φεγγάρι, ακόμη και τώρα ονειροπολώ… Δεν ξέρω πραγματικά αν έφτασα μακριά ή ψηλά, αλλά τουλάχιστον άπλωσα τα χέρια μου κι απ’ την κληματαριά των ονείρων μου κράτησα μέσα τους κάποια τσαμπιά σταφύλι.
Είμαι πια σε μια ηλικία που δεν έχω κάποια απωθημένα. Και κάτι που αξίζει να ειπωθεί είναι ότι δεν έχω διαγκωνιστεί ποτέ, γιατί στο χώρο που τουλάχιστον εγώ κινούμαι - όχι τόσο τον δημοσιογραφικό, γιατί εκεί είναι πιο σκληρά και άγρια τα πράγματα- μιλώ για τον χώρο της Παράδοσης, εδώ υπάρχουν όλα τα στοιχεία της ανοχής, που δε χρειάζεται να κουνήσεις τους αγκώνες σου, για να διαγκωνιστείς, εδώ χωράμε όλοι.
Δε ζηλεύω. Δεν είμαι άνθρωπος που ζηλεύει κι αυτό είναι πολύ καλό. Ζηλεύω όμως κάτι πάρα πολύ, ζηλεύω τα ταξίδια. Παρόλο που έχω ταξιδέψει σε πολλές χώρες του κόσμου, αν αύριο κάποιος μου πει πως πάει κάπου κοντά, στη Ρώμη, στη Σόφια ας πούμε, τότε ζηλεύω. Δε χόρτασα ποτέ τα ταξίδια…
Ας γυρίσουμε όμως πίσω, στα παιδικά μου χρόνια. Τα παιδικά μου χρόνια είναι ο παράδεισός μου. Είναι τόσο πολύ καθοριστικά… Είχα την τύχη να γεννηθώ από δυο λατρεμένους γονείς. Η μάνα μου δεν είχε τελειώσει καν το Δημοτικό κι ο πατέρας μου το τέλειωσε μετά βίας κι όμως δε μου στέρησαν ποτέ πράγματα που θεωρούνταν παράξενα για την εποχή τους.
Το 1967-’68 τους λέω πως θέλω να γίνω δημοσιογράφος. Εκείνοι δεν ‘ξέραν τι ήταν κάτι τέτοιο, το μπερδεύαν με το …συμβολαιογράφος! Παρόλα αυτά δε μου το αρνήθηκαν. Όταν αργότερα τους λέω πως θέλω να πάω στην Αγγλία για σπουδές στα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας, στο ΒΒC, μου λέει ο πατέρας μου «κάπου το έχω ακούσει αυτό το ΒΒC, δεν ξέρω ακριβώς τι είναι, αλλά, αφού θέλεις να πας, πήγαινε». Δεν είχαν μεγάλη οικονομική άνεση, ποτέ όμως δεν μας στέρησαν, σε μένα και στην αδελφή μου, κάτι.
Έκανα, λοιπόν, σπουδές, αλλά σπουδές που τις αγαπούσα, σπουδές έξω από στενάχωρα καλούπια. Για παράδειγμα, δε θα μπορούσα ποτέ να γίνω φιλόλογος. Παρόλο που δούλεψα στην Ακαδημία Αθηνών και στο Λαογραφικό συνεργάστηκα στενά, δε θέλησα ποτέ να γίνω φιλόλογος. Δεν ξέρω αν έχασα ή κέρδισα. Παρά την πίεση πολλών φίλων μου Καθηγητών, δεν έκανα διδακτορικό, δεν μ’ ενδιέφερε να το κάνω.
Έκανα όμως και σπουδές που ίσως δε χρειάζονταν, όπως σεμινάρια στο Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο, αφού τελείωσα Πολιτικές Επιστήμες και Κοινωνιολογία. Στην πορεία δε μου χρειάστηκαν και πολλά πράγματα από τις σπουδές μου, γιατί αυτά που έκανα στη συνέχεια ήταν πράγματα βιωματικά, πράγματα της ψυχής… Είναι το  DNA και το έρμα που κουβαλάει ο καθένας μας, για να ξανοιχτεί σε οποιονδήποτε γνωστικό ωκεανό.
Τα παιδικά χρόνια με τα τραγούδια, τους χορούς του τόπου, τις ευωδιές, οδηγούν στο δρόμο της Παράδοσης, που αργότερα θα συνειδητοποιήσετε πως σας καλεί;
Οι αισθήσεις είναι καθοριστικές στη διαμόρφωση παραστάσεων και δεν είναι μόνο πέντε.  Σκεφτείτε το υποσυνείδητο του καθένα μας… Παράδειγμα ένα ζεστό καρβέλι που βγαίνει από το φούρνο δεν έχει να κάνει μόνο με την όραση, την αφή και τη μυρωδιά, έχει να κάνει με πολύ βαθύτερα ένστικτα, ένστικτα πρωτογενή. Έχει να κάνει με την ίδια την υπαρξιακή μας οντότητα, με άλλους κόσμους βαθύτερους που κουβαλά ο καθένας μας.
Γεννήθηκα εδώ στη Μελίκη, σε μια εποχή που ο κόσμος χόρευε και σ’ ένα χωριό που κάνει πολύ σαματά γύρω από τα πολιτιστικά, με τα Καρναβάλια του, με τα Ρουγκάτσια του, με τις Λαζαρίνες του… Αργότερα στα τοπικά έθιμα προστέθηκαν και έθιμα που μας έφεραν οι Θρακιώτες, όπως τ’ Αναστενάρια κι ο Καλόγερος, κι έτσι όλο το χρόνο σχεδόν έχουμε δράσεις, χορούς, πανηγύρια!
Η Μελίκη και τα χωριά μας εδώ γύρω είναι πολύ ενεργά και συμμετοχικά στις εθιμικές δράσεις μέσα στον κύκλο του χρόνου.
Από τα γεννοφάσκια μου, λοιπόν, έζησα μέσα σ’ αυτό το κλίμα, σ’ αυτήν την ατμόσφαιρα, ήταν δυνατόν να μην επηρεαστώ;
Και ποια στάθηκε η αφορμή να στραφείτε στην έρευνα της Παράδοσης; Σας οδήγησε κάποιος εκεί; Είχατε το Μέντορά σας;
Δεν είχα. Μέντορας για μένα ήταν η γιαγιά μου! Εγώ είχα την ανάγκη να την πλησιάσω, να την ακούσω να τραγουδάει, να τη δω να κεντάει, να ψάξω τις απαρχές της οικογένειάς μου και του τόπου μου. Είμαστε γηγενείς μελικιώτες αιώνες τώρα. Και η λέξη Μελίκ στα αραβοπερσικά σημαίνει ηγεμόνας. Γύρω στα 1250 ο γαμπρός του Παλαιολόγου της Νίκαιας, που κρατά τον τίτλο Μελίκ, έρχεται στη Βέροια και εγκαθιστά στον κάμπο της τους πρώτους κολίγους, που φτιάχνουν τις πρώτες καλύβες υλοτομώντας κυρίως. Έτσι, λοιπόν, ο τίτλος αυτός, το προσωνύμιο, έγινε τοπωνύμιο. Μελίκ, Μελίκη, πάντα στο διάβα των αιώνων.
Για το χωριό μου καμαρώνω για πολλούς λόγους. Όχι μόνο γιατί μου χάρισε τ’ όνομά του, αλλά και γιατί αναφέρεται σε πολλά τραγούδια, γιατί τα γύρω χωριά ονομάζονται μελικοχώρια, γιατί έχει τη δική του στράτα, τη μελικιόστρατα -παλιός δρόμος που καταλήγει στην Εγνατία- όπου η Αρχαιολογία ίσως αργότερα ανακαλύψει ενδιαφέροντα πράγματα.
Ήταν πάντα κεφαλοχώρι, ένα χωριό, που, ενώ υπαγόμαστε γεωγραφικά στην ομάδα του Ρουμλουκιού, στα 57 χωριά που το αποτελούν,  παρά το μικρό πληθυσμό της σε σχέση με την Αλεξάνδρεια, που είναι η διοικητική πρωτεύουσα, δεν έπαψε ποτέ η Μελίκη να είναι η πνευματική πρωτεύουσα του Ρουμλουκιού.
Όλα όσα είπατε αντανακλούν την αγάπη για το χωριό σας αλλά και ιδιαίτερα το «Γιώργης Μελίκης» που είναι πια η πνευματική σας ταυτότητα, χωρίς να αποτελεί το πραγματικό σας όνομα.
Το Γιώργης και όχι Γιώργος, όπως με φώναζαν εδώ –και μάλιστα πολλοί Γιωργάκη, γιατί ήμουν το καλομαθημένο παιδί μιας μεγάλης πατριαρχικής οικογένειας-  ξεκινά από τα φοιτητικά μου χρόνια. Οι εποχές εκείνες ήταν πιο ηρωικές και ήμασταν ο περισσότεροι ενταγμένοι σε κινήματα. Μου άρεσε και το κράτησα. Όσο για το Μελίκης, με το οποίο έγινα γνωστός ως δημοσιογράφος, ερευνητής και συγγραφέας, είναι σαφώς πιο σύντομο και εύηχο από το πραγματικό, Καραγκιοζόπουλος,  στο οποίο όμως έρχονται (γελώντας) οι τζερεμέδες και οι λογαριασμοί!
Αφήνουμε για λίγο τον όρο ερευνητής, ο οποίος σας χαρακτηρίζει πέρα για πέρα, και πάμε στη δημοσιογραφική σας ιδιότητα. Υπήρξατε δημοσιογράφος σε εφημερίδες και τηλεόραση. Πόσο η δημοσιογραφία στήριξε την έρευνα αλλά και τη διάδοση της έρευνας στο πλατύ κοινό; Αν δεν ήσασταν δημοσιογράφος θα είχατε το ίδιο αποτέλεσμα;
Ποτέ δεν υπήρξα δημοσιογράφος που έτρεχε πίσω από μια είδηση ζεστή και σπαρταριστή. Υπήρξα όμως από τους πρώτους δημοσιογράφους στην Ελλάδα που σπουδάσανε δημοσιογραφία, που πήρανε πτυχίο δημοσιογραφίας.
Πέρασα απ’ όλα τα είδη του ρεπορτάζ ξεκινώντας από τα φαρμακεία. Είχα όμως την πολυτέλεια στην πορεία να αφιερωθώ στο πολιτιστικό ρεπορτάζ, αυτό που πάντα μ’ ενδιέφερε. Παρόλο που πέρασα απ’ όλες τις θέσεις, του αρχισυντάκτη, του διευθυντή σύνταξης, το ρεπορτάζ μου ήταν το πολιτιστικό ρεπορτάζ.
Έχοντας όμως όλο αυτό το background κι όλη αυτή την αγάπη για την Παράδοση, τα πάντρεψα όλα  μ’  έναν ωραίο τρόπο και πρόβαλα την παράδοση βάζοντας την υπογραφή μου. Σήμερα οι περισσότεροι με ξέρουν όχι ως δημοσιογράφο αλλά ως λαογράφο.
Τα έντυπα μέσα, όπως η «Μακεδονία», που έβγαζε 120-130.000 φύλλα, είχαν ασύλληπτη δυναμική. Επομένως, ένα δημοσίευμα στη «Μακεδονία» τότε είχε πολύ μεγάλη δύναμη για ένα τέτοιο γεγονός, μια πολιτιστική λαογραφική εκδήλωση.
Το ραδιόφωνο, όπου έκανα τις πρώτες μου εκπομπές –τότε δεν υπήρχε η τηλεόραση- ήταν ένα εξαιρετικά δυναμικό λαϊκό μέσο! Και μάλιστα και τώρα, μετά από τόσα μέσα επικοινωνίας, το ραδιόφωνο εξακολουθώ να το αγαπώ, γιατί έκανα πολλά πράγματα σ’ αυτό. Η τηλεόραση μπορεί να μου χάρισε μεγαλύτερη αναγνώριση, αλλά  το ραδιόφωνο είναι ένα μέσο καταλυτικό, προσωπικό και συνάμα λαϊκό. Ακόμη και τώρα στο γραφείο μου το έχω ανοιχτό και ακούω τα προγράμματα της επιλογής μου.
Επομένως, συνοψίζοντας, η δημοσιογραφική μου ιδιότητα και τα μέσα επικοινωνίας στήριξαν δυναμικά την έρευνά μου και την προβολή της.
Αλλά ξέρετε κάτι; Αυτό το έλεγα συχνά στα παιδιά, στους νεαρούς συναδέλφους δημοσιογράφους. Μια καρέκλα, είτε είναι στην ΕΡΤ, στην τηλεόραση, είτε είναι στη «Μακεδονία», σε μια μεγάλη εφημερίδα, δε μπορεί να σε κρατήσει, αν δεν την κρατήσεις εσύ πρώτα. Δεν είναι δύσκολο να κάτσεις στην καρέκλα, πρέπει όμως να δώσεις βάρος στην καρέκλα με την οντότητά σου, γιατί διαφορετικά η καρέκλα, όλες οι καρέκλες σ’ όλα τα μήκη και πλάτη είναι αμείλικτες και περιμένουνε κάποιον άλλο να τις καθίσει. Πρέπει εσύ να οντοποιήσεις τη θέση και όχι εκείνη εσένα. Αν υπάρξει συγκερασμός, είναι το καλύτερο. Αν το πέτυχα, θα το πουν άλλοι, όχι εγώ.
Το 2011 ιδρύσατε στη Μελίκη το «Εθνογραφικό Κέντρο 'Ερευνας Γιώργης Μελίκης», ένα γοητευτικό και πρωτότυπο κέντρο, όπου χτυπάει η καρδιά του Λαϊκού Πολιτισμού. Ποιος ήταν ο στόχος σας όταν το αποφασίσατε, πώς συγκεντρώθηκε το υλικό και ποια απήχηση είχε εδώ στην Ημαθία και ευρύτερα στην Ελλάδα;
Το πατρικό μου σπίτι είναι ένας μεγάλος χώρος, 1300 τετραγωνικά περίπου. Είναι ένας χώρος που οι περιστάσεις και οι συγκυρίες το έφεραν έτσι που διαμορφώθηκε πια σε μουσείο. Συντηρούσα πάντα συλλογές και μέσα από δημοσιογραφικές προσεγγίσεις συγκροτήθηκε αυτός εδώ ο χώρος σε χώρο ανοιχτό πια, δημιουργώντας αυτό το Εθνογραφικό Κέντρο.
Εδώ μέσα δεν κινηθήκαμε με τη λογική να συγκροτήσουμε ένα λαογραφικό μουσείο. Δε μας ενδιαφέρει αυτό. Δε μας νοιάζει να πάρουμε πέντε φορεσιές και να τις αραδιάσουμε σε κάποιες βιτρίνες.
Έπρεπε να υπάρχει μια μουσειολογική προσέγγιση, μια μουσειολογική μελέτη. Αυτή βασίστηκε σε δύο σκέλη. Το πρώτο είναι οτιδήποτε καταγραφικά υπήρχε και υπάρχει και αφορά τον άυλο πολιτισμό, και το δεύτερο τον υλικό πολιτισμό.
Ας πάρουμε τον άυλο πολιτισμό. Υπήρχαν και υπάρχουν πάρα πολλά πράγματα. Χιλιάδες καταγραφές δημοτικών τραγουδιών. Πάνω από 400 ώρες τηλεοπτικό υλικό και 60.000 φωτογραφίες που κάθε φορά εμπλουτίζονται. Καταγραφές από τον «Λαϊκό Χειμώνα», που γίνονταν στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης, κι από όπου περίπου πέρασαν πάνω από 6.000 λαϊκοί οργανοπαίκτες και τραγουδιστές…
Αυτά και μόνο συγκροτούν ένα μεγάλο κεφάλαιο, που εγώ δε θα προλάβω να το ψηφιοποιήσω και να το αξιοποιήσω, και γι’ αυτό το ονομάζω Εθνογραφικό Κέντρο Έρευνας, γιατί ουσιαστικά εδώ έχουμε όλη την επιστημονική υποδομή για έρευνα. Αν έρθουν, για παράδειγμα, πέντε φοιτητές εδώ Λαογραφίας της Μουσικής και θελήσουν να κάνουν τις διπλωματικές τους εργασίες ή τα διδακτορικά τους, προφανώς και θα βρουν πλουσιότατο υλικό για τις εργασίες τους.
Η συνεργασία μας δε με την Εφορεία Αρχαιοτήτων, και με το «Σύλλογο των Φίλων του Εθνογραφικού Κέντρου», με Πρόεδρο την Αγγελική Κοτταρίδη, την αγαπημένη φίλη, και με τους υπόλοιπους αρχαιολόγους της ΕΦΑ Ημαθίας, μας βοηθά αφάνταστα, αφού χάρη στις γνώσεις και τις υποδείξεις τους πορευόμαστε. Έτσι το Κέντρο αποκτά μια επιστημονική οντότητα.
Όσον αφορά στον υλικό πολιτισμό. Η Μελίκη, όπως είπαμε και πριν, είναι ένα χωριό με πολλές πολιτιστικές δράσεις. Αυτές θελήσαμε να αναδείξουμε. Παίρνοντας, λοιπόν, τον κύκλο του χρόνου, και αρχίζοντας από τα Χριστούγεννα, φτάνουμε στην επόμενη χρονιά, μέσα από τα ήθη και τα έθιμα και μέσα από τις δράσεις, πολλές από τις οποίες γίνονται κι εδώ, μέσα στο χώρο.
Επομένως δεν είμαστε ένα μουσείο στατικό αλλά ένα μουσείο δράσεων, δράσεις λαογραφικές, καλλιτεχνικές… Είμαστε ένας χώρος με πολλές βιωματικές δράσεις, οι οποίες ακολουθούν, όπως είπα, τον κύκλο του χρόνου.
Ξεκινάμε, λοιπόν, από τα Ρουγκάτσια, που γίνονται το Δωδεκαήμερο, στη συνέχεια το Φλεβάρη πάμε στο Καρναβάλι της Μελίκης, που γίνεται χρόνια τώρα. Μέσα στο Καρναβάλι οι Θρακιώτες μάς φέρανε και τον «Καλόγερο», ένα πολύ σημαντικό δρώμενο λαϊκής λατρείας, από τα μοναδικά σήμερα στην Ελλάδα και που είναι πολύ γνωστό σ’ όλο τον επιστημονικό κόσμο. Το Πάσχα έχουμε τις Λαζαρίνες. Το Μάη ακολουθούν τα Αναστενάρια. Το Σεπτέμβρη έχουμε το πανηγύρι μας, με τις πολύ σημαντικές δράσεις πού κάνει ο «Λαογραφικός Όμιλος Μελίκης και Περιχώρων», ένας ιστορικός σύλλογος-ομπρέλα όλων μας εδώ. Τον προσέχουμε και τον αγαπάμε. Είμαστε όλοι παιδιά του, όλοι περάσαμε απ’ αυτόν.
Το κάθε έθιμο απ’ αυτά με την πλοκή και τη δράση του έχει μεγάλη σημασία, εθνογραφική, λαογραφική και δεν μπορεί να περιοριστεί στα πλαίσια μιας θεματικής βιτρίνας. Υπάρχουν τα πρόσωπα και οι πληροφορίες, ώστε το παιδί ή ο μεγάλος που θα ‘ρθει, τη μέρα που γίνονται παράδειγμα τα Ρουγκάτσια ή ο Καλόγερος, να έχει μια ολοκληρωμένη πληροφόρηση, ώστε φεύγοντας από ‘δω, και βγαίνοντας στους δρόμους της Μελίκης, να ξέρει να ερμηνεύσει τους συμβολισμούς που θα συναντήσει στα δρώμενα.
Παράδειγμα, ο Καλόγερος δε συμβολίζει κάποιον καλόγερο μοναστηριού, αλλά τον καλό γέρο που φέρνει την καλή χρονιά… Οι Λαζαρίνες μας πάλι έχουν σχέση με τις καλές νυφάδες του χωριού και δεν έχουν καμιά σχέση με την έγερση του Λαζάρου. Είναι ένα έθιμο που μ’ όλη τη σημειολογία του, το υπερβολικό στόλισμα, δίνεται στην κοπέλα η δυνατότητα να εντυπωσιάσει πηγαίνοντας στην πεθερά, καθώς θα την κοιτάζει ο γαμπρός μέσα από το παράθυρο…  Φυσικά κάτι τέτοιο δημιουργεί μία ξεχωριστή γοητεία με την ερωτική ατμόσφαιρα που αναδίδει μέσα στην Άνοιξη. Και βέβαια θέλουμε να προβάλουμε και τη μοναδική μας φορεσιά με το χαρακτηριστικό κεφαλοδέσιμο. Την λεγόμενη περικεφαλαία του Αλέξανδρου, καμαρώνοντας για την καταγωγή της από την εποχή των μακεδόνων βασιλιάδων, και που φτάνει μέχρι τις μέρες μας. Αυτά τα πράγματα θέλουμε να αναδείξουμε με την ύπαρξη του Εθνογραφικού μας Κέντρου.
Όμως έχουμε και δύο συλλογές για τις οποίες καυχιόμαστε.  Η μία είναι «Τάματα λατρείας- Ανθρώπινες ιστορίες- Αναστενάρια». Με αφορμή, λοιπόν, και με επίκεντρο το συγκεκριμένο φυσικό χώρο, και τα εκατοντάδες τάματα που υπάρχουν πάνω στις εικόνες, εδώ και πολλά χρόνια συγκέντρωσα μία σειρά από τάματα, τα ορθόδοξα προσκυνήματα, τα οποία είναι κοντά στις 2.500. Είναι μια μοναδική συλλογή και καμαρώνουμε γι’ αυτήν.
Η άλλη μας συλλογή, μοναδική στην Ελλάδα, είναι η συλλογή με τις μάσκες. Μάσκες όχι καρναβαλίστικες αλλά μάσκες από δρώμενα και πρακτικές Μεταφυσικής, τις οποίες συναντάμε σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, που αναδεικνύουν την ανάγκη του ανθρώπου να ξεφύγει ή να φιλιώσει με ορισμένες απειλές, να τις εξευμενίσει.
Για παράδειγμα, προκειμένου να εξευμενίσει την αρκούδα που τρώει τα ζωντανά του, ντύνεται κι ο ίδιος αρκούδα, υιοθετώντας αυτόν τον μαγικο-θρησκευτικό τρόπο. Ταυτίζεται με την απειλή και προσπαθεί έτσι να την αντιμετωπίσει. Ο μεγαλύτερος  φόβος είναι μέσα στο κεφάλι μας. Όταν αντιμετωπίσεις αυτόν τον φόβο, τον νικάς. Μα, θα πείτε, δεν κατέβαιναν στη συνέχεια οι αρκούδες, δεν τρώγανε τα ζώα τους; Κατέβαιναν. Όλη όμως αυτή η τελετή στην ψυχολογία των ανθρώπων γινόταν με τέτοιο επιτελεστικό τρόπο που πείθονταν ότι τις νικούσαν.
Έχουμε γύρω στις 120 μάσκες που γίνανε μ΄ αυτό το σκεπτικό. Είναι φτιαγμένες από γήινα και ζωικά υλικά. Δέρματα, κόκκαλα, ξηρούς καρπούς, πράγματα που περιβάλλουν τον άνθρωπο στον τόπο του.
Και οι δυο συλλογές μας είναι μοναδικές και δύσκολες και στη συγκρότησή τους και στη συλλογή τους. Ιδιαίτερα οι μάσκες είναι φθαρτή συλλογή. Το φυσικό δέρμα είναι πολύ ευαίσθητο. Και βέβαια, αυτό που ενδιαφέρει είναι η αισθητική, η λαϊκή αισθητική.
Και φυσικά, δεν έχει για μας σημασία το υλικό από το οποίο αποτελείται κάτι, αλλά η ίδια η πράξη στην οποία οδηγεί. Παράδειγμα τα τάματα. Η προσφυγή του λαϊκού ανθρώπου στο τάμα, ώστε μέσα από ένα χέρι, κεφάλι ή οτιδήποτε άλλο να εκφράσει την αγωνία ή την ευγνωμοσύνη του στο θείο, η ίδια η πράξη και όχι το απλοϊκό καλλιτεχνικό αποτέλεσμα έχει αξία.
Η αξία τους λοιπόν είναι η λαϊκή έκφραση, που αποτυπώνεται σ ΄ένα κομμάτι μέταλλο, χωρίς ίσως σημαντική οικονομική αξία, αλλά με μεγαλύτερη ακόμη αξία, γιατί είναι κίνηση της ψυχής.
Τι δυσκολίες συναντήσατε στο να συλλέξετε τα αντικείμενα των συλλογών σας, που μάλιστα προέρχονται και από άλλα μέρη της Ελλάδας και όχι μόνο από την περιοχή μας;
Κάποιες αρχές μου και κάποιες ευαισθησίες μου, παρά το γεγονός  ότι θα μπορούσα αυτήν τη στιγμή να έχω πολλά σημαντικά πράγματα από τον καιρό που ξεκίνησα να μαζεύω, με εμπόδισαν να δεχτώ αντικείμενα.
Θα μπορούσα να έχω πάρα πολλά κοσμήματα για παράδειγμα, και άλλα στοιχεία από φορεσιές των γυναικών της περιοχής μας. Κι όμως δεν τα ζήτησα, αντίθετα τα αγόρασα. Και ξέρετε γιατί; Για να μην μπορεί να πει ποτέ κανείς πως μου τα έδωσε ή πως του τα πήρα. Δεν ήθελα να ακούσω τα οποιαδήποτε σχόλια. Άσχετα αν κατέληξαν σε χέρια που δεν μπόρεσαν να τα εκτιμήσουν…
Εμείς εδώ είμαστε ένα μοναδικό μουσείο, γιατί, τόσο σε κτιριακή υποδομή, όσο και σε συλλογές, είναι όλα περιουσία μας. Δε μας έχει χαριστεί τίποτα απολύτως. Είναι όλα, μα όλα, αγορασμένα, εκτός από κάποια ελάχιστα που βρέθηκαν στην οικογένεια.
Είμαστε ένας χώρος που λειτουργούμε εθελοντικά, λειτουργούμε χάρη στην καλή διάθεση των εθελοντών. Είναι επιστήμονες που αγαπούνε το χώρο, έχουν κλειδιά, κάνουν ξεναγήσεις και είναι εξαιρετικοί.
Είναι ο Αχιλλέας ο Τσιάρας, ο Σωτήρης ο Τσιρογιάννης, η Γιούλη η Δήμου, ο Ηλίας Χρυσοστομίδης, η Ζωή η Βεσυροπούλου... Χωρίς αυτούς θα ήταν πολύ φτωχότερο το Εθνογραφικό μας Κέντρο. Ο ιστορικός μας ο Γιάννης Μοσχόπουλος, η Μαρία Χειμωνοπούλου από την Εφορεία Αρχαιοτήτων, ο Γιάννης ο Γρεκός… και βέβαια η Αγγελική Κοτταρίδη, που είναι η ψυχή και Πρόεδρος του Εθνογραφικού μας Κέντρου. Υπάρχει Σύλλογος Φίλων του Εθνογραφικού μας Κέντρου.
Πώς στηρίζεται οικονομικά η λειτουργία του Κέντρου; Μπορεί να είναι υπόθεση ψυχής για όλους σας και κυρίως για σας, η οικονομική στήριξη όμως είναι απαραίτητη προϋπόθεση βιωσιμότητας. Υπάρχει κάποια επιχορήγηση από την Πολιτεία;
Εδώ, σ’ αυτούς τους χώρους μας, δεν έχει μπει ποτέ ούτε μία δραχμή, ούτε ένα ευρώ! Όταν εγώ αποφάσισα να στήσω το Κέντρο, σε μια διαδικασία που στην πορεία το «εγώ» έγινε «εμείς», ξεκίνησα από μια αντίληψη ότι μπορώ να το κάνω. Στη συνέχεια το όνειρο αποδείχτηκε πολύ πιο έγχρωμο απ’ ότι εγώ το περίμενα, πιο ωραίο, πιο μεγάλο αλλά και πιο απαιτητικό. Μετατράπηκε σε πρόκληση που την αντιμετωπίζουμε καθημερινά.
Δε μας βοήθησε κανείς. Έχω όμως να πω το εξής, αν ο Πολιτισμός φορούσε ρούχα ζητιάνου, θα ήταν ένας έκπτωτος Πολιτισμός. Από ‘δω έχουν περάσει πρωτοκλασάτοι πολιτικοί που διαθέταν εξουσία, κι από μόνοι τους δεν είχαν την ευαισθησία, μέσα από τις δυνατότητές τους, να ενδιαφερθούν για τη στήριξη και προπαντός τη συνέχεια του χώρου μας. Το έθεσα ως θέμα αλλά δεν έγινα πιεστικός. Θα έπρεπε εκείνοι να το κάνουν. Με τις ελάχιστες δυνατότητες που έχω εγώ, θέλω να κινούμαι ως ευπατρίδης του Πολιτισμού και όχι ως ζήτουλας. Και να το κάνω και με τα λόγια μου και με τις πράξεις μου.
Ας πάμε για λίγο στ’ Αναστενάρια, μια μαγικο-θρησκευτική τελετή, που διατηρεί πάντα μια γοητεία για όλους, αφού ξεφεύγει από τα όρια της λογικής και της επιστήμης και δημιουργεί ερωτηματικά. Είστε αναστενάρης από παιδί. Πώς βιώνετε αυτήν την εμπειρία; Αλλά, αν και είστε ονειροπόλος, όπως δηλώνετε, η όλη σας πορεία και δράση δεν είναι αποκομμένη από τον ορθολογισμό. Αναστενάρια, λοιπόν, και αναστενάρηδες στη Μελίκη. Τι έχετε να πείτε;
Είμαι αναστενάρης από τα δώδεκά μου χρόνια. Το ερώτημά σας μου έγινε πολλές φορές, είναι εύλογο.
Αν σας πω ότι δεν ξέρω, δε γνωρίζω, τι θα πείτε; Και δεν είναι ότι αποφεύγω να απαντήσω. Δεν είναι φτωχά τα ελληνικά μου για να αποδώσω τις έννοιες. Είναι κάτι που κρατάει όσο το φτερούγισμα της καρδιάς και το πετάρισμα του ματιού. Έτσι γίνεται η υπέρβαση και πατάς στη φωτιά και δεν καίγονται τα πόδια σου. Αν μπορούσα να το εξηγήσω, θα είχα ανοίξει μια… σχολή πυροβατών!
Εδώ όμως θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε κάτι. Τα Αναστενάρια είναι μια πολυσήμαντη ιστορία, που απευθύνεται στο θυμικό του ανθρώπου. Δεν έχει να κάνει με… τσαλαβουτήματα!  Ή είσαι αναστενάρης ή δεν είσαι. Αν δεν είσαι, θα οδηγηθείς στο νοσοκομείο με εγκαύματα. Επομένως πρέπει να είσαι, να κρατάς απ’ αυτό το δέντρο, απ’ αυτήν τη ρίζα.
Και να προσθέσω και κάτι τελευταίο; Γιατί όλα στη ζωή μας πρέπει να τα εξηγούμε; Γιατί πρέπει σ’ όλα να δίνουμε μια ερμηνευτική διάσταση και να μην κατανοούμε ότι μέσα στον πολυσήμαντο αυτό πλανήτη που ζούμε μπορεί να υπάρχουν και κάποιες ερμηνευτικές δυσχέρειες; Ας τις δεχτούμε, ας γοητευτούμε μέσα απ’ αυτές κι ας πορευτούμε μαζί τους…
Όταν έχουμε να ερμηνεύσουμε άλλες δυσχέρειες μέσα από τους λογαριασμούς της ΔΕΗ, του τηλεφώνου, της εφορίας, καθημερινές ανάγκες που δεν μπορούμε να τις αποφύγουμε, και πρέπει να τις εξηγήσουμε  μέσα από κανόνες και όρντινα  των κρατούντων, είτε είναι Έλληνες είτε Ευρωπαίοι, γιατί πρέπει ν’ απαντάμε σε όλα; Ας μείνουν και κάποια ανερμήνευτα. Έχει κι αυτό τη γοητεία του. Μπορεί ένας ωραίος χορευτής να κάτσει να μετρήσει ένα τσάμικο, μια σέρα; Μετράς, αλλά την έκφραση που έχει ως έκφραση ζωής, δεν μπορείς να τη μετρήσεις.
Επιστήμονες μάς βάλαν ηλεκτρόδια να δουν αν ο εγκέφαλός μας λειτουργεί σωστά, αν έχουμε φυσιολογική πίεση, αν βάζουμε αλοιφές στα πόδια μας εμείς οι αναστενάρηδες, και δε βρήκαν τίποτα. Επομένως ας δεχτούμε τα πράγματα έτσι, όπως είναι…
Τελευταία διοργανώνονται τόσα πολλά φεστιβάλ παραδοσιακών χορών, που η πληθώρα τους μας ξαφνιάζει. Πρόκειται για πολιτιστική έκρηξη ή συμβαίνει κάτι άλλο;
Όπου ακούτε τη λέξη φεστιβάλ να είστε επιφυλακτική. Πίσω από τη λέξη συνήθως κρύβεται κάποια πολιτιστική…μπίζνα! Συνήθως πίσω της κρύβεται ό,τι πιο νάιλον, πλαστικό, εκμοντερνισμένο και μετανεοτερικό. Επομένως η λέξη φεστιβάλ από μόνη της και μάλιστα με την αγγλική της καταγωγή δε νομίζω ότι μπορεί να βρει μια εφαρμογή στον παραδοσιακό κόσμο. Η λέξη η ίδια με καθιστά εξ αρχής καχύποπτο. Δεν τη χρησιμοποίησα ποτέ.
«Καλλικράτης» και Πολιτισμός. Είπατε κάποτε ότι ο Καλλικράτης υπήρξε η πιο αποτυχημένη επιλογή στο χώρο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, όσον αφορά στον Πολιτισμό. Με το πέρασμα του χρόνου εμμένετε στην ίδια άποψη;
Όχι μόνο εμμένω αλλά και θλίβομαι. Τα πρώτο μου πτυχίο ήταν στην Κοινωνιολογία, άρα αφορά στην κοινωνία.
Όπου ο κοινωνικός ιστός διασπάται και αποσυντίθεται, επέρχεται η διάλυση. Όσο μικρή κι αν είναι μια κοινωνία, όταν είναι «κοινωνία» και εκφράζει ένα μικρό ή μεγάλο σύνολο, εκ των πραγμάτων έχει κάποιες δομές, όπως είναι το σχολείο, η εκκλησία, η περιφρούρηση, όπως είναι η καθημερινή διαχείριση, που ξεκινά από τα πιο απλά πράγματα, από τον κουρέα σου, το γιατρό σου, τον παπά που θα σε κοινωνήσει, το δάσκαλο που θα σε μάθει γράμματα…
Όταν αυτά όλα, στο όνομα μιας αυτοδιοικητικής καινοτομίας, τελείως ανέτοιμης να υποδεχτεί αυτές τις στοιχειώδεις οργανικές πρακτικές της καθημερινότητας, σε μια κοινωνία, η οποία καινοτομία μένει μόνο στο φαντασιακό και στο μεγαλεπήβολο να δημιουργήσουμε νομαρχίες ή αντιπεριφέρειες σήμερα, όπου οι επικεφαλής θα έχουν αρμοδιότητες … «πρωθυπουργού», άρα μιας μικρής κυβέρνησης και κατ’ επέκταση διαχείρισης κονδυλίων και κοινωνικών δομών, πώς μπορώ να μη διαφωνώ;
Ο «Καλλικράτης» έχει αποδομήσει όλη την Ελλάδα. Στο όνομα αυτής της αυτοδιοικητικής… φούσκας έχουν αποδομηθεί όλες οι κοινωνικές δομές. Θεωρώ ότι αποτέλεσε το χειρότερο αυτοδιοικητικό σόφισμα.
Ας μου βρουν ένα χωριό –και δε μιλάμε για τα δικά μας χωριά που είναι σε απόσταση αναπνοής από τις πόλεις, αλλά για νησιά που είναι καταμεσής στο πέλαγο ή για κάποια που είναι στις παρυφές της επικράτειας, όπως χωριά της Θράκης ή της Φλώρινας- ας μου βρουν ένα τέτοιο χωριό, που δεν προκαλεί οδύνη καθώς το βλέπεις.
Γυρνώντας για τις εκπομπές μου στα χωριά βλέπω με πόνο πως δεν απόμεινε τίποτα. Όταν βλέπεις ένα σχολείο διώροφο, που χτίστηκε το 1904-5, για να υποδεχτεί μαθητές και σήμερα είναι κουφάρι, πιάνεται η ψυχή σου.
Όταν βλέπεις χωριό με 2000 κατοίκους παλιά, να έχει τώρα 15 γέρους, που σαπίζουν μέσα στα σπίτια με απόγνωση, έχοντας χάσει τα παιδιά τους στην Αυστραλία και τον Καναδά, να μην υπάρχουν παιδιά στα σχολειά… για ποιες καινοτομίες μιλάμε;
Έχετε μια εμπειρία χρόνων στη δημοσιογραφία. Πώς πορεύεται η δημοσιογραφία στις μέρες μας;  
Ο δημοσιογράφος εντέλλεται, «επαγγελματικώ τω τρόπω», να πουλάει ειδήσεις. Οι ειδήσεις στα χρόνια τα δικά μου ήταν ακριβό είδος. Σήμερα η είδηση είναι το πιο φτηνό είδος και καλώς είναι. Όμως ξέρετε ό,τι είναι τζάμπα και φτηνό περνάει στη σφαίρα της απαξίωσης.
Οι ειδήσεις σήμερα με την ευκολία που έχουνε στο στάδιο της αναπαραγωγής τους, και κυρίως στον τεχνικό τρόπο υποστήριξης που έχουν μέσω του διαδικτύου, έχουν καταντήσει όχι μόνο φτηνές και απαξιωμένες αλλά και επικίνδυνες.
Είμαι υπέρ του πλουραλισμού και υπέρ της όσο πιο ευρυγώνιας δημοσιογραφίας γίνεται. Όμως με τον τρόπο που σήμερα γίνεται, με τη χειραφέτηση αλλά και τη χειραγώγηση που γίνεται, όπου πια το υποκειμενικό, σε τόσο μικρό και συρρικνωμένο εύρος, έχει φωλιάσει μέσα στη δυνατότητα του καθενός, οι ειδήσεις έχουν μετατραπεί σε επικίνδυνο εργαλείο.
Ειδήσεις που είναι τόσο αναλώσιμες και δεν μπορούν να κρατήσουνε το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης ούτε 24 ώρες, για μένα είναι ειδήσεις και επιπόλαιες και επικίνδυνες, ακόμη κι αν μιλάνε για όχι σημαντικά πράγματα. Έχουμε χάσει το όριο. Η ευκολία μάς έχει κάνει δυστυχείς. Ο ειδησεογραφικός και επικοινωνιακός πλουραλισμός με τον τρόπο που γίνεται έχει γίνει επικίνδυνος, ενώ θα έπρεπε να είναι ένα πολυσήμαντο εργαλείο. Θυμάμαι τη φράση του Καζαντζάκη «σε καταριέμαι να ζήσεις σε μια ενδιαφέρουσα εποχή»! Τόσο πλουραλιστική αλλά και τόσο φτηνή η «ενδιαφέρουσα» εποχή μας! Μια εποχή δυστυχίας!
Εύκολα στην εποχή μας βρίσκουμε ή κατασκευάζουμε μοντέλα και μάλιστα με το πάτημα ενός κουμπιού. Στον ερωτικό τομέα παράδειγμα κατασκευάζουμε σήμερα το ιδεατό πρόσωπο, πατώντας ένα κουμπί. Ιδεατό που γίνεται και φαντασιακό μέσα από την τεχνική του μοντάζ ή της ωραιοποίησης των τεχνικών δυνατοτήτων που υπάρχουν σήμερα. Κάτι τέτοιο όμως δεν μπορούμε να το συναντήσουμε στο δρόμο ή στις παρέες μας. Και γινόμαστε δυστυχείς.
Στον τομέα της επικοινωνίας πάλι. Χάθηκε ο διάλογος, ακόμη και ανάμεσα στα ζευγάρια που, ενώ βρίσκονται μαζί, επικοινωνούν μεσω των κινητών τους  με φίλους που είναι κάπου αλλού, κάπου μακριά. Αυτού του είδους η επικοινωνία δεν μπορεί παρά να φαλκιδεύει μια σχέση κι αυτό που λέμε «επικοινωνία» με την ουσιαστική σημασία του όρου.
Κι έτσι κλεινόμαστε στον εαυτό μας, απομονωνόμαστε, χωρίς να χρειαστεί πια να πας στο περίπτερο να πάρεις μια εφημερίδα να τη διαβάσεις και να δεις και πέντε ανθρώπους. Οδηγούμαστε σε μια απέραντη και τραγική μοναξιά κι ας βρισκόμαστε στην εποχή της πιο γρήγορης και ευκολότερης επικοινωνίας! ‘Εχουμε δυστυχώς χαθεί στον χαοτικό κόσμο του διαδικτύου!
Και η τηλεόραση; Πόσο έχει επιδράσει τα τελευταία χρόνια στο πολιτιστικό προφίλ του Έλληνα και πόσο γενικότερα έχει διαμορφώσει το χαρακτήρα του;
Η τηλεόραση είναι ένα λαϊκό επαναστατικό μέσο. Η ευκολία της να εισβάλλει κυριολεκτικά στα  σπίτια μας την κάνει μέσο καταλυτικό.
Σήμερα, όμως, με την τεχνολογία που τρέχει, είναι πια ένα αναχρονιστικό μέσο. Ένας νέος σήμερα δεν περιμένει τις ειδήσεις από την τηλεόραση, τις έχει με κατακλυσμιαίο τρόπο στον υπολογιστή του και στο κινητό του.
Η τηλεόραση είναι ένα εμπορικό εργαλείο στα χέρια των ιδιοκτητών της, οι οποίοι για να επενδύουν τόσα χρήματα, σημαίνει ότι αναγνωρίζουν και τη δυναμική που έχει. Ταυτόχρονα όμως είναι κι ένα δύσκολα βιώσιμο εμπορικά είδος.
Η δικιά μου εκπομπή για την Παράδοση δε θα ενδιέφερε τόσο πολύ όσο το survivor, ας πούμε, ή κάτι άλλο «πιασάρικο».
Άρα, το εμπορικό στοιχείο εδράζεται πάνω στην ηθική, πάνω στις ανοχές, πάνω στις αντοχές που έχει ο καθένας. Είναι ένα τεράστιο θέμα, αλλά θεωρώ ότι παρά την επαναστατική εικόνα που παρουσιάζει η οργανωμένη σήμερα τηλεόραση, η δυναμική της έχει υποχωρήσει μπροστά στο διαδίκτυο.
Οι κοινωνίες είναι υποκείμενα συστημάτων και δομών. Και είναι παλιά τακτική αυτή. Για παράδειγμα ο χρόνος οργανώνεται επ’ ωφελεία και αγαθώ των  κρατούντων. Άρα, πάρα πολλά πράγματα στις κοινωνίες οργανώνονται έτσι…
Έχετε διακριθεί στο χώρο της δημοσιογραφίας και της παράδοσης εδώ και πολλά χρόνια και έχετε τιμηθεί με βραβεία ιδιαίτερης βαρύτητας. Το 1989 πήρατε  την ανώτερη ευρωπαϊκή διάκριση, το Grand Prix de music Folklorik, την ανώτερη δημοσιογραφική διάκριση του Ιδρύματος Μπότση και το Βραβείο Μαρκίδες Πούλιου για τις  χιλιάδες ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές  σας εκπομπές. Οι βραβεύσεις ήταν ανάλογες κι εδώ στην Ημαθία ή ίσχυσε το "κανείς προφήτης στον τόπο του";
Είμαι πολύ χαρούμενος, γιατί για μένα τουλάχιστον δεν ίσχυσε το τελευταίο! Εισπράττω πολλή αγάπη και εκτίμηση από τον τόπο μου, τους χωριανούς μου, αλλά κι από όλους γύρω μας. Μ’ έχει τιμήσει ο Δήμος της Βέροιας, οι γειτονικοί πολιτιστικοί σύλλογοι και μπορείτε να το διαπιστώσετε κοιτάζοντας κάτω από τις ανώτερες διακρίσεις που έχω πάρει, ευρωπαϊκές, από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και  από τον εργασιακό μου χώρο της Ένωσης Συντακτών. Έχω εκτεθειμένες με ιδιαίτερη περηφάνεια και τις βραβεύσεις μικρών γειτονικών συλλόγων, που για μένα είναι το ίδιο σημαντικές! Ο κόσμος μ’ αγαπάει πολύ και νιώθει πως τον αγαπώ κι εγώ.
Δεν είμαι κλεισμένος εδώ μέσα. Επικοινωνώ με τον κόσμο καθημερινά κι ο κόσμος το χαίρεται.
Και κλείνοντας, τι είναι για σας η Παράδοση; Πώς θα δίνατε τη σχέση σας μαζί της μέσα σε λίγες λέξεις;
Γιορτάζοντας τα 100 χρόνια ελεύθερου βίου της Θεσσαλονίκης, η ΕΡΤ3 αποφάσισε να κάνει τα πορτρέτα τεσσάρων ανθρώπων, του Σαββόπουλου, του Χρίστου Τσολάκη, του Ντίνου του Χριστιανόπουλου και το δικό μου. Εξαιρετική τιμή για μένα!
Ο τίτλος που έβαλε ήταν «Ο Μελίκης της Παράδοσης». Κρατήστε, λοιπόν, αυτήν την απάντηση, ο Μελίκης της Παράδοσης.
Ο Γιώργης Μελίκης με το δάσκαλο Δημήτρη Τάσση σε χωριό της Λάκκας Σούλι στα γυρίσματα για την εκπομπή 
«Κάθε τόπος και τραγούδι». 

«Δεν λέγονται «πανηγύρια», αρπαχτές λέγονται…»
Γράφει ο Λάκης Χαλκιάς*
Αγαπητοί φίλες και φίλοι γεια σας,
Είμαι κάθετος με τον τρόπο που γίνονται αυτές οι μουσικές εκδηλώσεις που τις ονόμασαν αγόγγυστα (κάποιοι που δεν γνωρίζουν) άσχετοι ή ηθελημένα, συνδέοντάς τα με την ιερή λέξη, Πανηγύρι, γιατί η λέξη αυτή είναι πολύ βαριά, και κρύβει την τεράστια παρακαταθήκη που μας άφησε ο ίδιος ο παν φιλόσοφος λαός μας.
Αυτές οι εκδηλώσεις που εντέχνως όλοι αυτοί που τις διοργανώνουν κάνουν πως κόπτονται για την υπεράσπιση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, στην πραγματικότητα την έχουν ονομάσει πανήγυρη, για να την δικαιολογήσουν ως άκρως λαϊκή εκδήλωση, ενώ είναι καθαρά μια «ΑΡΠΑΧΤΗ», που έχει τους δικούς της κανόνες και τους ιδιαίτερους στόχους της.
Με τον τρόπο αυτό όμως κακοποιούν και ισοπεδώνουν ηθελημένα, θα έλεγα, ονομάζοντας και συνδέοντας αυτά τα θλιβερά και κακόγουστα γλέντια με τη λέξη πανηγύρι.
Το πανηγύρι είναι, μια καθαρά λαϊκή εκδήλωση που την σέβονταν ακόμα και οι Τούρκοι, τα χρόνια της τουρκοκρατίας, γιατί είχε καθαρά θρησκευτικό χαρακτήρα, αφού συμβόλιζε την γιορτή του εκάστοτε, Αγίου προστάτη του κάθε τόπου.
Ετούτα εδώ τα σημερινά γλέντια της συμφοράς είναι ένα κακό είδος της διασκέδασης, και η λέξη χαβαλές, τους πάει πιο καλά, που είναι και συνώνυμος με την εποχή που ζούμε. Γιατί ο χαβαλές και η βλακεία και η γελοιότητα κάνουν μεγααααάλες τηλεμετρήσεις. Και όσο πιο πολύ μουσικό σκουπίδι δίνουν στον κόσμο, τόσο πιο πολύ μεγαλώνει και ο χαβαλές (διασκέδαση) με λίγα λόγια, έχουν άλλο χαρακτήρα, δηλαδή, κουβαλάνε την νοοτροπία των κέντρων διασκέδασης των μεγάλων πόλεων, αυτών που λέγονται σκυλάδικα, όπου πρωταγωνιστούν (η ηχορύπανση, τα μουσικά σκουπίδια και τα Ντεσιμπέλ τέρμα κόκκινο).
Αυτή η μουσική που κράτησε τον λαό μας για πολλούς αιώνες όρθιο πολιτιστικά, χωρίς να χάσει την παράδοσή του, που μέσα σ’ αυτή φυλάσσονταν, η γλώσσα μας, η πολιτιστική μας κληρονομιά, η ιστορική μας πορεία ως έθνους και η εθνική μας ταυτότητα. Μήπως φταίει εν μέρει, το παντοδύναμο σύστημα των τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών εκπομπών, για όλη αυτή την σημερινή κατάντια;
Δεν τους βάζω όλους στο ίδιο τσουβάλι. Μήπως ορισμένα από τα τηλεοπτικά κανάλια και όχι μόνο, έχουν παίξει και εξακολουθούν να παίζουν άριστα αυτόν τον ύπουλο ρόλο τους, το ρόλο δηλαδή της υποβάθμισης, της ισοπέδωσης και της κακοποίησης της παράδοσής μας;
Η οικονομική κρίση έφερε καταιγίδες σάρωσης των πάντων και πιο πολύ χτύπησε πολύ βαριά τον πολιτισμό μας και τις τέχνες γενικά, όσες εξαρτιόνται από την προβολή, όπως το τραγούδι, γενικά η μουσική, όπως και η υποκριτική, και γενικά η αισθητική καλλιέργεια του λαού μας που την ισοπέδωσαν, με το κορύφωμα της πλύσης εγκεφάλου που μας περνάει αυτά τα μηνύματα που αυτοί θέλουν.
Η φιλοσοφία του χαμηλού κόστους σε όλο το καλλιτεχνικό γίγνεσθαι και όχι μόνο, γιγάντωσε στο χώρο της τέχνη ακόμα πιο πολύ, και έγινε το σημερινό τερατούργημα με όλο αυτό το σημερινό ατάλαντο, και αμόρφωτο, καλλιτεχνικό συνονθύλευμα, που μεσουρανεί κάθε μέρα στα τηλεοπτικά πλατώ και που όλο και πιο πολύ μεγαλώνει και μας πνίγει.
Αφορμή για όλα αυτά ήταν αυτό το χαβαλετζίδικο γλέντι, που έγινε τόσος λόγος, στην Αλίαρτο Βοιωτίας και επειδή έχω περάσει την εποχή που πήγαινα στα πανηγύρια, με τους δικούς μου, αυτές τις ιερές για την εποχή γιορτές, τις γνωρίζω πάρα πολύ καλά πως γλεντούσε ο κόσμος. Με πόση τάξη και σεβασμό ο ένας με τον άλλο, γλεντούσαν και χόρευαν και τα τραγούδια που παίζαμε, τα οποία δεν έχουν καμία σχέση με όλη αυτή τη βαβούρα και την ηχορύπανση που έγινε σήμερα τρόπος ζωής, για τον νεοέλληνα του 2020.
Τώρα, μέσα σε όλα αυτά που προανέφερα αν στους χώρους αυτούς, εκτός από μπύρα και κρασί, μπορεί να σερβίρουν και σκληρά ποτά, βράστε όριζα, για το μπάχαλο που μπορεί να προκύψει και κάθε οργανωτής, ή φορέας που διοργανώνει αυτού του είδους τις βραδιές, είναι υπεύθυνος γιατί το λεγόμενο «γλέντι», έχει καθαρά κερδοσκοπικό χαρακτήρα, δηλαδή είναι ένα πλήρες πακέτο της κακογουστιάς και της αρπαχτής.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες φίλες και φίλοι μου και με αυτού του είδους τα κακώς, λεγόμενα ως πανηγύρια, δεν μπορεί να υπάρχει κανένας έλεγχος, και κανένα πρωτόκολλο για τη σωστή λειτουργία όλων αυτών, σε καιρούς πανδημίας του κορωνοϊού, ώστε η ΑΤΟΝΙΚΗ ευθύνη πολύ περισσότερο η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ευθύνη να ΠΑΕΙ ΠΕΡΙΠΑΤΟ. Δηλαδή, άλλα λόγια να αγαπιόμαστε…
Από το προσωπικό ιστολόγιο του Λάκη Χαλκιά

*Ο Μιχάλης (Λάκης) Χαλκιάς (.Ιωάννινα, 1943) είναι Έλληνας συνθέτης, μουσικός και ερμηνευτής παραδοσιακών τραγουδιών.
Γιος του κλαρινίστα Τάσου Χαλκιά και της Μαρίκας Χαλκιά, προέρχεται από γνωστότατη οικογένεια του χώρου.
Ο ίδιος παίζει πέντε μουσικά όργανα (κιθάρα, μπουζούκι, λαούτο, τζουρά και ούτι), ενώ ασχολείται με το τραγούδι από την ηλικία των επτά ετών.
Ο Λάκης Χαλκιάς έχει συνεργασθεί κατά καιρούς με τα σπουδαιότερα ονόματα της μουσικής μας σκηνής, όπως τους τραγουδιστές Σωτηρία Μπέλλου, Γρηγόρη Μπιθικώτση, Στέλιο Καζαντζίδη, Λουκιανό Κηλαηδόνη κ.α. και τους δημιουργούς Γιάννη Παπαϊωάννου, Βασίλη Τσιτσάνη, Μάρκο Βαμβακάρη, Γιώργο Ζαμπέτα, Γιάννη Μαρκόπουλο, Χρήστο Λεοντή, Χρήστο Νικολόπουλο κ.α..
Κορυφαία στιγμή της σταδιοδρομίας του, αποτέλεσε, η παρουσίαση του έργου του "2.500 Χρόνια Ελληνική Μουσική, από τον Ο\Όμηρο μέχρι σήμερα", η οποία πραγματοποιήθηκε στο Ηρώδειο, στις 28 Μαΐου του 2002.


To σοφό τεστ του Σωκράτη
που είναι πάντα επίκαιρο και θα πρέπει να το εφαρμόζουμε

Μια μέρα, εκεί που ο μεγάλος αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος Σωκράτης έκανε τη βόλτα του στην Ακρόπολη, συνάντησε κάποιον γνωστό του, ο οποίος του ανακοίνωσε ότι έχει να του πει κάτι πολύ σημαντικό που άκουσε για κάποιον από τους μαθητές του.

Ο Σωκράτης του είπε ότι θα ήθελε, πριν του πει τι είχε ακούσει, να κάνουν το τεστ της “τριπλής διύλισης”.
“- Τριπλή διύλιση;” ρώτησε με απορία ο γνωστός του.
– Ναι, πριν μου πεις τι άκουσες για το μαθητή μου θα ήθελα να κάτσουμε για ένα λεπτό να φιλτράρουμε αυτό που θέλεις να μου πεις.
– Το πρώτο φίλτρο είναι αυτό της αλήθειας.
Είσαι λοιπόν εντελώς σίγουρος ότι αυτό που πρόκειται να μου πεις είναι αλήθεια;
– Ε… όχι ακριβώς, απλά το άκουσα όμως και…
-Μάλιστα, άρα δεν έχεις ιδέα αν αυτό που θέλεις να μου πεις είναι αλήθεια ή ψέματα.
– Ας δοκιμάσουμε τώρα το δεύτερο φίλτρο, αυτό της καλοσύνης.
Αυτό που πρόκειται να μου πεις για το μαθητή μου είναι κάτι καλό;
– Καλό; Όχι το αντίθετο μάλλον…
– Άρα, συνέχισε ο Σωκράτης, θέλεις να πεις κάτι κακό για το μαθητή μου αν και δεν είσαι καθόλου σίγουρος ότι είναι αλήθεια.
Ο γνωστός του έσκυψε το κεφάλι από ντροπή και αμηχανία.
– Παρόλα αυτά, συνέχισε ο Σωκράτης, μπορείς ακόμα να περάσεις το τεστ γιατί υπάρχει και το τρίτο φίλτρο.
Το τρίτο φίλτρο της χρησιμότητας.
Είναι αυτό που θέλεις να μου πεις για το μαθητή μου κάτι που μπορεί να μου φανεί χρήσιμο σε κάτι;
– Όχι δεν νομίζω…
– Άρα λοιπόν αφού αυτό που θα μου πεις δεν είναι ούτε αλήθεια, ούτε καλό, ούτε χρήσιμο, γιατί θα πρέπει να το ακούσω;
Ο γνωστός του έφυγε ντροπιασμένος, έχοντας πάρει ένα καλό μάθημα…

Μήπως είναι καιρός να βάλουμε κι εμείς αυτό το σοφό τεστ στη ζωή μας;

ΣΥΝΤΗΡΟΥΝΤΑΙ ΚΑΙ ΑΝΑΔΕΙΚΝΥΟΝΤΑΙ ΝΑΟΙ ΚΑΙ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ 
Για το Μοναστήρι της Καταμάχης θα ενδιαφερθεί κανείς;;;
_____________________________________________________

"Συντηρούνται και αναδεικνύονται Ναοί και Μοναστήρια της Ηπείρου

Εγκαταλελειμμένοι ναοί-μνημεία μοναστηριών της Ηπείρου, λεηλατημένοι από το χρόνο και παραδομένοι στη φθορά του, χρειάζονται ανακαίνιση, προκειμένου να αποκατασταθεί το παλαιό κάλλος τους.
Έτσι η Περιφέρεια Ηπείρου θα προχωρήσει στη συντήρηση των τοιχογραφιών του ναού της Μονής  Αγίας Σοφίας Βρυσοπούλας Θεσπρωτίας, στην αναστήλωση του ναού της Μονής Βέλλιανης  Παραμυθιάς και στην αποκατάσταση του ναού της Μονής Προφήτη Ηλία Βίτσας Ζαγορίου. 
Οι ναοί αυτοί είναι ένα κομμάτι από το μεγάλο θησαυρό της εκκλησιαστικής παράδοσης του τόπου, που μιλά εύγλωττα για την πορεία της Ορθοδοξίας, την ιστορία και τον πολιτισμό.
Το ανακαινιστικό έργο συμβάλλει στην ευπρέπεια «των οίκων του Κυρίου» και την ανάδειξη της δομής τους, έτσι ώστε η βαθιά κατανυκτική τους ατμόσφαιρα να κατακλύζει τον επισκέπτη, να τον συγκλονίζει και να μετουσιώνει κάθε αισθητική του συγκίνηση σε βίωμα.
Η Αγία Σοφία Βρυσοπούλας 
Ο ναός της Αγίας Σοφίας Βρυσοπούλας, είναι το μόνο κτίσμα, που σώζεται από τη Μονή, που υπήρχε στη θέση αυτή, χτίστηκε το 1878, όπως αναφέρεται σε εντοιχισμένη πλάκα.
Αυτό, που τον ξεχωρίζει, είναι οι αγιογραφίες του, που, έχουν ξεθωριάσει. Σ’ αυτό το ναό ο φιλόλογος-ερευνητής και πρώην βουλευτής Μιχάλης Παντούλας ανακάλυψε μια σπάνια αγιογραφία του αγίου Κοσμά σε μια θέση, που δεν φαίνεται εύκολα.
Ο ουρανός του θόλου του ναού, καλύπτεται από τη μάρτυρα Aγία Σοφία, ενώ υπάρχουν τέσσερις σειρές αγίων ολόσωμων και μικρόσωμων και στα διάκενα έχουν αγιογραφηθεί μικρές εικόνες από τα πάθη του Χριστού.
Στο ασβεστόχτιστο χώρισμα μεταξύ καθολικού και γυναικωνίτη, σώζεται η επιγραφή: «Ηστορίθη δε η ζωγραφιά εις 1879/ του επιτροπεύοντος κυρίου Αναγνώστη/Παπασταύρου αρχιερατεύοντος του θεοφιλεστάτου παραμηθύα γρηγορίου και πανταζή μιτσι διμιτρι ράφτι και τάσι λόλου δηα χηρός Βασιλήου Κ Μπαμπουργιώτη ηουλίου 8».
Η Μονή Γενεθλίου Προδρόμου Βέλλιανης
Μόνο ο νεότερος ναός σώζεται από τη Μονή Γενεθλίου Προδρόμου Βέλλιανης Παραμυθιάς, της οποίας ο χρόνος, που ιδρύθηκε, παραμένει άγνωστος.
Ο ιστορικός Γιάννης Λαμπρίδης  υποστηρίζει ότι αρχικά κατασκευάστηκε το 738 μ.Χ. Αυτή η άποψη δεν αποδεικνύεται, αφού πουθενά στο χώρο δεν βρέθηκαν βυζαντινά τεκμήρια και απομεινάρια.
Ο ετοιμόρροπος από το σεισμό του 1979 και μη επισκέψιμος ναός είναι νεότερος, λίγο πριν από το 1866. Το παλιό καθολικό, ερειπωμένο σήμερα, ανηγέρθηκε στα 1630, σύμφωνα με επιγραφή («ΕΤΟΥΣ ΖΡΛΗ», 7138-5508=1630) χαραγμένη σε μισοκυκλικό μαρμάρινο σκαλοπάτι της ωραίας πύλης του νέου ναού (που πάρθηκε από τον παλιό). 
Αξίζει να σημειωθεί ότι για τη διάσωση της Μονής, που από το 1935 είναι Μετόχι της Μονής Παγανιών και το 1965 ανακηρύχθηκε ιστορικό διατηρητέο μνημείο, συστάθηκε επιτροπή από κατοίκους της περιοχής.
Ο Προφήτης Ηλίας Βίτσας 
Ο σωζόμενος ναός, βασιλική μονόκλιτη με τρούλο, χτίστηκε το έτος 1632 στη θέση μοναστηριακού συγκροτήματος του 15ου αιώνα.
Το Μοναστήρι  ιδρύθηκε από τον Βοεβόδα Μιχαήλ Θεριανό και την οικογένειά του, οι οποίοι μετοίκησαν στην Βίτσα από τη Βαστανιά (κατεστραμμένο σήμερα χωριό στη θέση Τσερβάρι –Ελαφότοπος).
Ο ναός εσωτερικά είναι κατάγραφος με τοιχογραφίες που χρονολογούνται στον 17ο αιώνα (μετά το 1632). Σώζονται δύο επιγραφικές μαρτυρίες εξωτερικά του καθολικού: στο νότιο τοίχο του κυρίως ναού ανάγλυφη επιγραφή παραδίδει την χρονολογία 1668 και στο νότιο τοίχο του Ιερού εγχάρακτη επιγραφή αναφέρει το έτος 1673. Η τελευταία φάση ανακατασκευής του ναού χρονολογείται στα 1832. Νωρίτερα, το 1792, το καθολικό επεκτάθηκε επί ηγουμενίας του μοναχού Σεραφείμ.
Σήμερα, εκτός από το ναό, διατηρούνται η τραπεζαρία, τα μαγειρεία, μέρος των κελιών και η στέρνα.
Σε αυτό το Μοναστήρι, όπου υπάρχει ο τάφος του,  εγκαταστάθηκε το 1916 και παρέμεινε μέχρι την κοίμησή του το 1960 ο π. Ιάκωβος Βαλαδήμος, τον οποίο συμβολευόταν κατά τα νεανικά του χρόνια ο όσιος Παΐσιος."

ΠΡΩΙΝΟΣ ΛΟΓΟΣ 8/2/2020 H. M.

Ο ΠΥΡΡΟΣ ΚΑΙ Ο Μ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΗΤΑΝ ΞΑΔΕΡΦΙΑ
Του Στέφανου Κωλέττα
Η Ηπειρώτισσα μητέρα του Μ. Αλεξάνδρου Ολυμπιάδα, βασίλισσα της Μακεδονίας και της Ηπείρου και ο πατέρας τού Ηπειρώτη βασιλιά Πύρρου Αιακίδης ήταν πρώτα ξαδέρφια. Ο πατέρας της Ολυμπιάδας Νεοπτόλεμος Α΄ της Ηπείρου και ο πατέρας του Αιακίδη Αρρύβας Α΄ της Ηπείρου ήταν αδέρφια. Συνεπώς ο Πύρρος με τον Μ. Αλέξανδρο ήταν δεύτερα ξαδέρφια. Ο Μ. Αλέξανδρος γεννήθηκε το -356 και ο Πύρρος το -318. Δηλαδή ο Μ. Αλέξανδρος ήταν 38 χρόνια μεγαλύτερος από τον Πύρρο. Ο Παυσανίας Περιηγητής γράφει για τον Μ. Αλέξανδρο: "Καί γάρ Ἀλέξανδρος Ἠπειρώτης τε ἦν καί τῶν Αἰακιδῶν τά πρός μητρός". [Δηλαδή: Και βεβαίως ο Αλέξανδρος ήταν και Ηπειρώτης και μάλιστα με καταγωγή από τους Αιακίδες, από τη γενιά της μητέρας του.]

Ο ΑΝΝΙΒΑΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ΤΟΝ ΠΥΡΡΟ ΩΣ ΤΟΝ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΣΤΡΑΤΗΓΟ ΜΕΤΑ ΤΟΝ Μ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟ
Του Στέφανου Κωλέττα
Ο Αππιανός στα "Συριακά" του γράφει ότι κάποτε συναντήθηκαν σε ένα γυμναστήριο ο Σκιπίωνας με τον Αννίβα και άρχισαν να συζητούν για διάφορα πράγματα, ενώ γύρω τους είχαν μαζευτεί πολλοί περίεργοι να ακούσουν. Πάνω στη συζήτηση, ρώτησε κάποια στιγμή ο Σκιπίωνας τον Αννίβα να του πει, ποιον, κατά τη γνώμη του, θεωρούσε ως τον μεγαλύτερο στρατηγό και ο Αννίβας του απάντησε ότι θεωρεί τον Αλέξανδρο τον Μακεδόνα. Ο Σκιπίωνας δεν φάνηκε να έχει κάποια αντίρρηση για τις αδιαμφισβήτητες ικανότητες του Αλεξάνδρου και ξαναρώτησε τον Αννίβα ποιον θεωρεί δεύτερον μετά τον Αλέξανδρο. Ο Αννίβας του απάντησε ότι θεωρεί τον Ηπειρώτη Πύρρο για την πολεμική του αρετή, τη στρατηγική τέχνη του και την τόλμη του και ότι δεν μπορούσε να βρει άλλους στρατηγούς πιο ικανούς από αυτούς τους δυο βασιλιάδες. Δαγκώθηκε πλέον ο Σκιπίωνας αλλά επανήλθε με τρίτη ερώτηση, λέγοντας στον Αννίβα ποιον θεωρεί τρίτον, με την ελπίδα ότι ο Αννίβας θα κατέτασσε το δικό του όνομα στη θέση αυτή. Ο Αννίβας όμως του απάντησε ότι "στην τρίτη θέση κατατάσσω τον εαυτό μου" και άρχισε να του εξιστορεί τα κατορθώματά του και τις περιπέτειές του. Παραθέτουμε και το σχετικό κείμενο του Αππιανού:

"Λέγεται δέ ἐν ταῖσδε ταῖς διατριβαῖς ἐν τῷ γυμνασίῳ λεσχηνεῦσαί ποτε πρός ἀλλήλους Σκιπίωνα καί Ἀννίβαν περί στρατηγίας πολλῶν ἐφεστώτων· καί του Σκιπίωνος ἐρομένου, τίς δοκοίη οἱ στρατηγός ἄριστος γενέσθαι, τόν Ἀννίβα εἰπεῖν, ὁ Μακεδών Ἀλέξανδρος. Σκιπίωνα δ' ἡσυχάσαι μέν ἐπί τῷδ', ἐξιστάμενον ἄρα Ἀλεξάνδρῳ· ἐπανερέσθαι δέ, τίς εἴη δεύτερος μετ' Ἀλέξανδρον. Καί τόν φάναι, Πύῤῥος Ἠπειρώτης· τήν ἀρετήν ἄρα τήν στρατηγικήν ἐν τόλμῃ τιθέμενον, οὐ γάρ ἐστιν εὑρεῖν μεγαλοτολμοτέρους τῶνδε τῶν βασιλέων. δακνόμενον δ' ἤδη τόν Σκιπίωνα ὅμως ἐπανερέσθαι ἔτι, τίνι διδοίη τά τρίτα, ταχύ γοῦν ἐλπίζοντα ἕξειν τά τρίτα· τόν δέ, ἐμαυτῷ φάναι..."

Ο ΣΟΛΩΝΑΣ: ΚΑΤΑΡΓΗΣΕ ΤΗΝ ΠΡΟΙΚΑ ΠΡΙΝ 2.600 ΧΡΟΝΙΑ!
Του Στέφανου Κωλέττα
Γνωρίζουμε ότι ο Σόλωνας (Σόλων) εκτός του ότι ήταν ένας από τους εφτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας, ήταν και ένας από τους μεγαλύτερους νομοθέτες. Φαίνεται ίσως απίστευτο, αλλά αρκετοί από τους νόμους του συνεχίζουν να ισχύουν μέχρι και σήμερα. Παραθέτουμε ενδεικτικά μερικούς μόνο από αυτούς, όπως μας τους έχει διασώσει ο Πλούταρχος στη βιογραφία του. (Προτάσσουμε πάντα το αρχαίο κείμενο, λόγω επιβαλλόμενης δεοντολογίας και στη συνέχεια το αποδίδουμε στη σύγχρονη γλώσσα μας).
1.       Κατάργησε πρώτος την προίκα πριν 2.600 χρόνια!
"Τῶν δ' ἄλλων γάμων ἀφεῖλε τάς φερνάς, ἱμάτια τρία καί σκεύη μικροῦ νομίσματος ἄξια κελεύσας, ἕτερον δέ μηδέν, ἐπιφέρεσθαι τήν γαμουμένην. Οὐ γάρ ἐβούλετο μισθοφόρον οὐδ' ὤνιον εἶναι τόν γάμον, ἀλλ' ἐπί τεκνώσει καί χάριτι καί φιλότητι γίνεσθαι τον ἀνδρός καί γυναικός συνοικισμόν.
[Απόδοση: Από τους άλλους γάμους κατάργησε τις προίκες θέσπισε ότι, κάθε γυναίκα που παντρευόταν, είχε δικαίωμα να παίρνει μαζί της μονάχα τρία φορέματα, μερικά σκεύη πολύ μικρής αξίας και τίποτε περισσότερο από αυτά. Και αυτό το έκανε γιατί δεν ήθελε ο γάμος να καταντήσει αγοραπωλησία ούτε εμπόρευμα , αλλά να γίνεται η συγκατοίκηση του άντρα και της γυναίκας με σκοπό την απόκτηση παιδιών , την αρετή και την αληθινή αγάπη.]
2.       Έδωσε το δικαίωμα στους πολίτες για άσκηση έφεσης στο δικαστήριο.
"Καί γάρ ὅσα ταῖς ἀρχαῖς ἔταξε κρίνειν, ὁμοίως καί περί ἐκείνων εἰς τό δικαστήριον ἐφέσεις ἔδωκε τοις βουλομένοις".
[Απόδοση: Ακόμη και για υποθέσεις που έδωσε το δικαίωμα να τις κρίνουν οι άρχοντες , κατά τον ίδιο τρόπο έδωσε και το δικαίωμα, σε όσους ήθελαν, να μπορούν να ασκούν εφέσεις στο δικαστήριο.]
3. Απαγόρεψε να κακολογούν τούς νεκρούς
" Ἐπαινεῖται δέ τοῦ Σόλωνος καί ὁ κωλύων νόμος τόν τεθνηκότα κακῶς ἀγορεύειν".
[Επαινούν δε και εκείνον τον νόμο του Σόλωνα , με τον οποίο απαγόρεψε να κακολογούν τους νεκρούς].
4. Καθιέρωσε τις διαθήκες.
"Εὐδοκίμησε δέ κἀν τῷ περί διαθηκῶν νόμῳ· πρότερον γάρ οὐ ἐξῆν, ἀλλ' ἐν τῷ γένει τοῦ τεθνηκότος ἔδει τά χρήματα καί τόν οἶκον καταμένειν, δ' βούλεταί τις ἐπιτρέψας, εἰ μή παῖδες εἶεν αὐτῷ..."
[Ελεύθερη απόδοση: Εκτιμήθηκε δε πολύ (ο Σόλωνας) και εξαιτίας του νόμου που καθιέρωσε για τις διαθήκες. Προηγουμένως δεν μπορούσε να γίνει διαφορετικά, αλλά τα χρήματα και το σπίτι αυτού που πέθαινε έπρεπε να παραμένουν στους συγγενείς. Ο Σόλωνας όμως επέτρεψε να μπορεί να διαθέτει ο καθένας την περιουσία του σε όποιον ήθελε, σε περίπτωση που δεν είχε δικά του παιδιά.]
5. Πότε ο γιος ήταν υποχρεωμένος να γηροκομήσει τον πατέρα του.
"Καί νόμον ἔγραψεν υἱῷ τρέφειν τόν πατέρα μή διδαξάμενον τέχνην ἐπάναγκες μή εἶναι".
[Απόδοση: Θέσπισε και νόμο, σύμφωνα με τον οποίο ο γιος δεν ήταν υποχρεωμένος να γηροκομήσει τον πατέρα του, εάν ο πατέρας του δεν είχε φροντίσει να του μάθει κάποια τέχνη (για να μπορεί να εργάζεται).]
6. Καθιέρωσε το "Πόθεν έσχες"
"Ταῖς τέχναις ἀξίωμα περιέθηκεν καί τήν ἐξ Ἀρείου Πάγου βουλήν ἔταξεν ἐπισκοπεῖν, ὅθεν ἕκαστος ἔχει τά ἐπιτήδεια, καί τούς ἀργούς κολάζειν".

Έδωσε μεγάλη αξία στις τέχνες (επαγγέλματα) και ανέθεσε στον Άρειο Πάγο να διερευνά από ποιες πηγές αποκτούσε ο κάθε πολίτης τα εισοδήματά του, αλλά και να βάζει ποινές σε αυτούς που ήταν αργόσχολοι.

ΧΩΡΙΑ–«ΦΑΝΤΑΣΜΑΤΑ» Σ’ ΟΛΗ ΤΗΝ ΗΠΕΙΡΟ!
- Εικόνες ερημοποίησης συναντά κανείς τον χειμώνα

• Την ανάγκη να αναληφθούν πρωτοβουλίες και να δοθούν κίνητρα στους νέους να επιστρέψουν τονίζει στον «Π.Λ.» ο οικονομολόγος Άγγελος Κολέμπας.

Τα καφενεία τελευταίοι «πυρήνες» ζωής στην ύπαιθρο
Σπίτια με πόρτες και παντζούρια κλειστά, σχολεία κλειδωμένα από χρόνια, εκκλησιές βουβές, πλατείες και σοκάκια έρημα… Αυτή την εικόνα της εγκατάλειψης συναντά κανείς σήμερα, εν μέσω χειμώνα, στα περισσότερα ορεινά χωριά της Ηπείρου.
Πρόκειται για όλους εκείνους τους οικισμούς στους οποίους δεν έφτασε ποτέ η τουριστική ανάπτυξη, για χωριά που δεν διαθέτουν ξενώνες και καταλύματα, δεν έχουν χιονοδρομικά κέντρα κοντά, δεν υπάρχουν υποδομές για εναλλακτικές δραστηριότητες που να ελκύουν επισκέπτες έστω για τα γιορτινά τριήμερα και να κρατούν τους νέους τους. Είναι δηλαδή η συντριπτική πλειοψηφία των ορεινών οικισμών του τόπου μας. Είναι άραγε αντιστρέψιμη η αρνητική αυτή εικόνα; Δύσκολο να πει κανείς. Εκείνο ωστόσο που μπορεί να γίνει σε αυτή τη φάση είναι να ληφθούν μέτρα ενίσχυσης για τους εναπομείναντες κατοίκους προκειμένου να μην τα εγκαταλείψουν κι αυτοί, όπως τονίζει στον «Π.Λ.» ο οικονομολόγος Άγγελος Κολέμπας, ο οποίος δίνει μάλιστα ιδιαίτερη έμφαση στα καφενεία των χωριών που αποτελούν, όπως λέει, τον τελευταίο «πυρήνα» ζωής τους.
Πλήρης εγκατάλειψη
Η ερημοποίηση των χωριών μας και της υπαίθρου γενικότερα συνεχίζεται αμείωτη! Και πώς να μη συμβαίνει αυτό όταν δεν λαμβάνεται καμία πρόνοια, κανένα μέτρο και κίνητρο για επιστροφή των νέων ανέργων στον τόπο τους, στη μάνα γη, στον πρωτογενή τομέα παραγωγής, για τον οποίο όλοι μιλάνε και ευαγγελίζονται.
Όπως έχει επανειλημμένα επισημάνει ο Άγγγελος Κολέμπας στον «Π.Λ.», αυτός είναι ο κύριος τομέας ο οποίος μπορεί να σώσει τη φτωχοποιημένη χώρα μας, να σταματήσει την φυγή των νέων και την εγκατάλειψη των χωριών, το κλείσιμο των σχολείων, των υπηρεσιών και τραπεζών, αλλά και των καφενείων, που είναι πολιτιστικά κέντρα συζητήσεων και ανταλλαγής απόψεων, λήψεως αποφάσεων, αλλά και χώροι διασκέδασης!
Παράπονα και αδικίες…
Διηγείται με έμφαση ο κ. Κολέμπας: «Επισκέφτηκα το χωριό μου αλλά και άλλα χωριά, άκουσα τα ίδια προβλήματα, παράπονα, αδικίες από αυτούς που αντέχουν ακόμα και διατηρούν τα καφενεία, γιατί στα περισσότερα χωριά έχουν κλείσει εξαιτίας της καταστροφικής πολιτικής της πολιτείας και του κράτους. Για περισσότερο από ένα χρόνο ισχύει ότι κάθε νέος επαγγελματίας στο χωριό οφείλει να γράφει σε βιβλίο: Τρεις φορές την ημέρα την θερμοκρασία του ψυγείου. Την ημερομηνία και ώρα εισαγωγής στο ψυγείο των εμπορευμάτων. Την ημερομηνία απεντόμωσης και μυοκτονίας. Και πέραν αυτών έχουν την απαράδεχτη και άδικη φορολογία, την υποχρεωτική χρησιμοποίηση μηχανήματος ηλεκτρονικών συναλλαγών -POS- το τέρας της γραφειοκρατίας, αλλά και λοιπών επιβαρύνσεων ων ουκ έστι τέλος»!
Ο ίδιος αναρωτιέται: «Τι θα εμπόδιζε στα χωριά να μπορεί να ανοίγει το καφενείο ένας νέος ή συνταξιούχος χωρίς αυτές τις φορολογικές και λοιπές επιβαρύνσεις, όταν θα έδινε μια μορφή ζωής σ’ αυτά; Παλαιότερα πλήρωναν εφάπαξ το χρόνο ένα μηδαμινό ποσό και ήταν σε κάθε χωριό ένα τουλάχιστον καφενείο ανοιχτό! Είναι καλύτερα τώρα για τη χώρα μας η ερημοποίηση;  Θέλουμε και θα επιτρέψουμε, να χαθεί η ιστορία και ο πολιτισμός μας, τα ήθη και έθιμά μας, οι γιορτές και τα πανηγύρια και γενικά ό,τι συνδέεται με κάθε χωριό και περιφέρεια της πατρίδας μας;».
Ζητείται πρωτοβουλία
Τι μπορεί να γίνει λοιπόν; Σύμφωνα με τον γνωστό οικονομολόγο, κάποιος πολιτικός να αναλάβει πρωτοβουλία για να υπάρξει επιστροφή των νέων στα χωριά μας, στον πρωτογενή τομέα και να σταματήσει έτσι η καταστροφική πορεία της ερημοποίησης της υπαίθρου.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, «κίνητρα και βοήθεια θέλουν οι νέοι για να επιστρέψουν. Κίνητρα φορολογικά, γιατί όχι απαλλαγή από φόρο εισοδήματος για 10 χρόνια; Γιατί τα μηχανήματα όλων των περιφερειών που κάθονται και σκουριάζουν όλο σχεδόν το χρόνο -εκτός από τις μέρες που έχει χιόνι- δεν καθαρίζουν τις καλλιεργούμενες πριν από χρόνια εκτάσεις που έγιναν τώρα δάση και να τις παραχωρήσουν για 20 χρόνια με ένα ευρώ τίμημα;».
Κλείνοντας, ο Άγγελος Κολέμπας φέρνει ως παράδειγμα τον Αμερικανό πρόεδρο Φραγκλίνο Ρούσβελτ. Όπως λέει χαρακτηριστικά, εκείνος «έσωσε την Αμερική, βάζοντας τον κόσμο να δουλεύει, να σκάβει τα βουνά, να κάνει φράγματα και να δουλεύει, να μην είναι άνεργος. Εμείς τι κάναμε τα δέκα τελευταία χρόνια της φτωχοποίησής μας;».
ΠΡΩΙΝΟΣ ΛΟΓΟΣ 6/1/2020 Αρ. Φ. 680

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου