Ζηλευτή παρέα , χαριτωμένη συντροφιά , εκ Βελλάς ομοτράπεζοι και ομόσκηνοι , το καλώς ορίσατε στον τόπο μας δεν θα σας το πω εγώ , αλλά το θρόισμα των πλατάνων και το βούισμα των νερών του ποταμιού της Τύριας , καθώς, αγέρωχη , σχίζει τα λαγόνια της Ολύτσικας και θολή και ορμητική κατεβαίνει , να σμίξει με τον μεγάλο ποτάμι τον Καλαμά και αντάμα να χωνέψουν βαθιά μέσα στο Ιόνιο πέλαγος . Τα χωριά που περάσατε , ανατολικά της Τύριας : Το Ελευθεροχώρι , ο Πολύγυρος , η Ζαγόρτσα , Η Λάλιζα , η Χίνκα , η Γουργιάνιστα , τα Κούρεντα και η Πετσάλη ,αλλά και δυτικά της τα χωριά : Τόσκιες , Ραδοβύζι , Γρανίτσα και Πολύδωρο , είναι όλα τους παιδιά δικά της ,της Τύριας . Αυτή έφερε με τις κατεβασιές της και δώρισε στο καθένα παιδί της -χωριό ακριβό και πολύτιμο δώρο : το δικό του κάμπο . Και αυτή η λιπαρή γης ήταν η αιτία της γένεσής τους και αυτή στάθηκε το αναγκαίο θεμέλιο για την επιβίωσή τους .
Η απόφασή σας , καλοί μας φίλοι , να επισκεφθείτε τη γενέθλια γη μας , για να ακούσετε στο χωριό Κούρεντα το χαρούμενο μήνυμα από τον « Πρωτοστάτη άγγελο » ,για μένα σηματοδοτεί, ανεπίγνωστα σίγουρα από την πλευρά σας , και το μήνυμα για το δικό σας νόστο. Σηματοδοτεί το μήνυμα και την επιθυμία του καθενός σας ξεχωριστά , της νοσταλγίας της επιστροφής στη δική του γενέθλια γη , στις ρίζες του . Το δικό μας γενέθλιο τόπο επισκέπτεστε και μέσα σας κρύβεται ο πόθος της επιστροφής στις δικές σας ρίζες . Είναι , θα μου επιτρέψετε να πω , μια αθόρυβη , υπαρξιακή θα την έλεγα , προσπάθεια επιστροφής στη γενέθλια γη ,στα απλά και γνήσια σχήματα ζωής του παρελθόντος.
Καλοί μας φίλοι , γρηγορούσες σεις συνειδήσεις .
Είτε το θέλουμε , είτε όχι , ο τόπος που πρωτοείδαμε το φως και ζήσαμε τα παιδικά μας χρόνια είναι παράγων που καθορίζει και σημαδεύει δια βίου την πορεία μας . Είναι ο σταθερός βατήρας πάνω στον οποίο πάτησε στέρεα ο καθένας μας και ξεκίνησε τη δική του ξεχωριστή δημιουργική πορεία . Η γενέθλια γη είναι βαθιά ριζωμένη μέσα μας , συστατικό κομμάτι της ύπαρξης μας και σταθερό σημείο αναφοράς . Δεν είναι γέννημα της φαντασίας μας , δεν είναι εγκεφαλικό κατασκεύασμα , αλλά είναι ψηλαφητή με τις αισθήσεις μας.
Κατά το λόγο του Νομπελίστα ποιητή μας Γ.Σεφέρη : « Η μικρή μας πατρίδα είναι τα παιδικά μας χρόνια » . Είναι τα προσκυνητάρια της παιδικής μας ηλικίας που , σαν ποδαρώσαμε , με αυτά ζυμωθήκαμε και είναι ανεξίτηλα γραμμένα μέσα μας . ΄Ετσι το ασήμαντο έγινε σημαντικό και το μικρό σπουδαίο. Η φύση , ζωντανή και νεκρή , είναι καταχωρημένη στο βιβλίο των αναμνήσεων της παιδικής μας ηλικίας . Αλήθεια πως μπορεί να ξεχάσει κανείς :
Την αυλή του πατρικού σπιτιού , να τη ζώνουν και να τη σκιάζουν οι περικοκλάδες καταπράσινης κληματαριάς με τα κρεμασμένα από τα κλαδιά της κεχριμπαρένια σταφύλια .
Το ψάξιμο , γυμνόστηθοι και γυμνοπόδαροι, με τη σφεντόνα κρεμασμένη στο λαιμό και τη σουγιά στο ζωνάρι , για να βρούμε τη φωλιά του κότσυφα στις πυκνές φυλλωσιές των δένδρων και του σπίνου σε λουλουδένια φράχτη.
Το χάλασμα κουρουνοφωλιάς , για να βιώσουν τα ανυπεράσπιστα μικρά της την παιδική μας βαρβαρότητα .
Το ξεφάντωμα στις αλάνες του χωριού μας και στα αλώνια .
Την ανέμελη ζωή μας στο σχολείο μας παίζοντας τα σκλαβάκια και τη βόμβα .
Την αγωνία και το φόβο μας στο ξετρύπωμα και το σκότωμα φιδιού και το ψάρεμα με τα χέρια στις οβίρες της Τύριας .
Αλλά και το άναμμα του καντηλιού σε κάποιο ερημικό εικόνισμα , το προσκύνημα σε κάποιο ξωκκλήσι , το κτύπημα της καμπάνας , το γλέντι στα πανηγύρια .
Η σχέση μας όμως με τον γενέθλιο τόπο δεν περιοριζόταν μόνο στη νεκρή ή ζωντανή φύση , στην τοπολογία , αλλά αγκάλιαζε και τα πρόσωπα που κατοικούσαν σε αυτόν τον τόπο .
Τα κουβαλάμε ακόμη μέσα μας για να μας πουν : Για τις πίκρες τους , την ορφάνια τους , τη φτώχια τους , τα πλούτη τους, τα όνειρά τους , τον αγώνα τους , τον ανήφορο που τράβηξαν φορτωμένοι με ζαλίκια δυσβάσταχτα για τις πλάτες τους , τα ροζιασμένα από το χερουλάτη χέρια ρους και γιατί όχι τα « λερωμένα » πολλές φορές χέρια τους .
‘ Ετσι αυτός ο κόσμος ο μικρός γίνεται μεγάλος ,συμπαντικός , οικουμενικός και η απλή γενέθλια γη από φυσικό τοπίο γίνεται αισθητικό και πνευματικό γεγονός . Θαρρείς στέκεται ανάχωμα και μας εμποδίζει να μεγαλώσουμε .
Είναι λοιπόν ακατάλυτος ο δεσμός μας με τη γενέθλια γη και όσο μας λείπει , άλλο τόσο φουντώνει μέσα μας η επιθυμία της επιστροφής .
Ζει αυτήν την κατάσταση ο ξενιτεμένος . Η ψυχή του μονίμως αρμενίζει στο πέλαγος της θύμησης . Και ο γυρισμός γίνεται πολλές φορές ματωμένο όνειρο.
Όσους όμως λωτούς και να φάγει στην ξένη γη , όσο και νερό της λησμονιάς και αν πιει , πάντα ο νους του εκεί στα ιερά προσκυνητάρια της γενέθλιας γης γυρίζει . Λίγο να κλείσει τα μάτια του βλέπει , γαλάζιο συννεφάκι , τον αποθρώσκοντα καπνό να βγαίνει από την καμινάδα του πατρικού του σπιτιού κα να τον καλεί να έλθει , να γυρίσει .
Και αν η τύχη , του αρπάξει του γυρισμού τη μέρα και το ριζικό του γράφει στα ξένα χώματα να πεθάνει, μεγάλη και μόνη του επιθυμία είναι να θαφτεί μαζί του , πάνω στην καρδιά του , λίγο χώμα αγαπημένο , χώμα από το χωριό του .
΄Ετσι ποτέ μη πεις στον άλλο : Δεν είναι καλός ο γενέθλιος τόπος σου . Δεν έχει ανέσεις. Δεν έχει να μας προσφέρει κάτι .
Την απάντηση δεν θα στην δώσει αυτός . Την έδωσε ο λαός με την κουβέντα « Το λουλούδι μυρίζει στον τόπο του » .
Με τις σκέψεις αυτές , χαριτωμένη μας συντροφιά , σας καλωσορίζουμε και πάλι στη γενέθλια γης μας .
Σας ευχόμαστε να περάσετε όμορφα . Να ευφρανθεί πρώτα η ψυχή σας , από την πνευματική υπερτροφία της ιερής ακολουθίας των Χαιρετισμών , υπό την σκέπην και στέγην του Αγίου Γεωργίου , και ακολούθως και το σώμα σας από την υλική των εδεσμάτων υποτροφία .
Είναι επιπόλαιο έτσι με ελαφρά την καρδίαν να βγάζουμε συμπεράσματα προβάλλοντας αυθαίρετα την εγωκεντρική πολυγνωσία μας. Συνήθως λεμέ: Από εδώ πέρασαν όλες οι φυλές του κόσμου, και αναπόφευκτα δεν ξέρει η μάνα το παιδί και το παιδί την μάνα. Και όμως!!!!!!!!!! Με λίγη μελέτη… εύκολη σήμερα μέσω ιντερνέτ, έχεις απαντήσεις για όλα !!
Όλοι μας θα θέλαμε να μάθουμε την καταγωγή μας. Από που προερχόμαστε ποιοι ήταν οι προγονοί μας ποια ήταν η γεννητική μας σφραγίδα. Και βέβαια η επιστήμη δεν θα άφηνε αναπάντητο αυτό το σπουδαίο ερώτημα. Λοιπόν με τα στοιχεία που συγκέντρωσα παραθέτω κάποια αποτελέσματα των ερευνών τους.
Το ανθρώπινο γονιδίωμα.
Στην εξελικτική βιολογία, μία ομάδα φυλών έχει κοινή καταγωγή όταν τα μέλη της μοιράζονται έναν κοινό πρόγονο μεταξύ τους. Αυτό βέβαια όταν αποδεικνύεται επιστημονικά, μέσα από μελέτη και αντιπαραβολή πλούσιου υλικού, πλαισιωμένου από αξιόπιστων υπαρκτών αποδείξεων.
Επί πολλά χρόνια γενετιστές από ευρωπαϊκά πανεπιστημιακά ερευνητικά κέντρα μελέτησαν το μιτοχονδριακό DNA των σημερινών πληθυσμών της Ευρώπης και της Εγγύς Ανατολής και ανακάλυψαν τις σχέσεις που τους συνέδεαν πριν από 75.000 χρόνια!!!!!!!!!
Συγκεκριμένα: Είκοσι οκτώ(28) πανεπιστήμια της Ευρώπης ξεκίνησαν το 1990, υπό την αιγίδα του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης. Συμμετείχαν οι χώρες: Αγγλία, Ιταλία, Ρωσία, Γερμανία, Δανία, Ιρλανδία, Ρουμανία, Τσεχία, Ισραήλ, Εσθονία, Ιράκ, Συρία. Έκαναν έρευνες DNA για τους κατοίκους της Ευρώπης. Από πλευράς Ελλάδας συμμετείχε το Τμήμα Γενετικής και Μοριακής Βιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης υπό τον καθηγητή Κωνσταντίνο Τριανταφυλλίδη. Η έρευνα αυτή ήταν άκρως ενδιαφέρουσα, διότι απέδειξε ότι οι σημερινοί κάτοικοι της Ελλάδος είναι απευθείας απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων. Συγκεκριμένα απέδειξε ότι σε ποσοστό 70% οι σημερινοί Έλληνες έχουν το ίδιο DNA, με τους αυτόχθονες κατοίκους της Ελλάδας της προϊστορικής εποχής.
Το υπόλοιπο 30% από περιοχές της Εγγύς Ανατολής και προσδιορίζονται χρονικά στα νεολιθικά χρόνια, οι οποίες έχει αποδειχθεί ότι κατοικούνταν από ελληνικά φύλα. Όπως καταλαβαίνετε η έρευνα λέει με απλά λόγια, ότι οι πρόγονοι του Περικλή, του Σωκράτη, του Αριστοτέλη και εμείς, έχουμε το ίδιο DNA. Σε ποσοστό που αγγίζει το 99,5%.
Η έρευνα αυτή δεν προβλήθηκε από τα ΜΜΕ και δεν πέρασε ποτέ στην εκπαιδευτική ύλη!!! Και εδώ βοά ένα ερώτημα. Ποιος ρυθμίζει τι διδάσκεται και τι αποσιωπάται; Η έρευνα αυτή δημοσιεύτηκε στην «Καθημερινή» της 8ης Δεκεμβρίου του 2000. Επίσης στον «Ταχυδρόμο» της 2ας Απριλίου 2005. Άλλη μια έρευνα έγινε από το Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ των ΗΠΑ και της Παβίας της Ιταλίας. Η έρευνα δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή της Κυριακής» της 6ης Νοεμβρίου 2005. Το δημοσίευμα είχε τίτλο «Καθαρό το DNA των Ελλήνων». Το δημοσίευμα απαντά ευθέως στον περιβόητο Φαλμεράϋερ που χρόνια μέσω χρηματοδότησης του Σώρος προσπαθούσε να διαστρεβλώσει την αλήθεια.
ΒΑΣΙΛΗΣ ΝΤΑΚΗΣ. 8/8/24.
![]() |
Αντώνιος Παπαδόπουλος, αγροφύλακας. |
Οι αγροφύλακες τα παλιά χρόνια στην Ήπειρο
➤ Tου π. ΗΛΙΑ ΜΑΚΟΥ
Εικόνες αναπηδούν στη μνήμη των γεροντότερων από τους αγροφύλακες της Ηπείρου των παλαιών καιρών, όπου η προσφορά τους ήταν μεγάλη.
Το επάγγελμα του αγροφύλακα ήταν αρκετά δύσκολο, γιατί υποχρεωνόταν να γυρίζει όλη τη μέρα στα χωράφια και να ελέγχει να μη γίνονται αγροτικά αδικήματα.
Δεν είχαν συγκεκριμένο ωράριο, πρωί, μεσημέρι, βράδυ ήταν πάντα στο καθήκον.
Η δουλειά του αγροφύλακα ήταν δύσκολη και για έναν ακόμη λόγο. Επειδή συνεχώς ήταν υποχρεωμένος να ελέγχει και να τιμωρεί όσους κάνουν αδικήματα, βρισκόταν σε αντιδικία και φιλονικίες με αυτούς, που δεν δεχόταν τα αδικήματα. Εκτός από τον έλεγχο, προσέφεραν και άλλες υπηρεσίες. Για παράδειγμα, την περίοδο της Άνοιξης, έπαιρναν μαζί τους "μπόλια" και εμβολίαζαν τα άγρια δέντρα, που υπήρχαν στους αγρούς ή σε δρόμους.
Ο αγροφύλακας ήταν ο φύλακας άγγελος της περιουσίας των αγροτών. Γνώριζε με κάθε λεπτομέρεια, τίνος ήταν το χωράφι, πόσα στρέμματα ήταν, τι καλλιέργεια είχε. Γι' αυτό και ήταν αυτός που έδινε και επίσημες βεβαιώσεις σε αγρότες για να πάρουν κάποια βοηθήματα ή να συνταξιοδοτηθούν. Ακόμη πληροφορούσε και τους γεωπόνους για καλλιέργειες, στρεμματικές εκτάσεις κ.λπ..
Oι δραγάτες
Πριν την ίδρυση της αγροφυλακής, υπήρξαν οι δραγάτες. Οι κάτοικοι συμφωνούσαν μεταξύ τους και προσελάμβαναν ιδιωτικούς φύλακες για τα χωράφια τους. Το χρονικό διάστημα των καθηκόντων τους περιοριζόταν την περίοδο που υπήρχε καρποφορία. Αυτοί οι ιδιωτικοί φύλακες ήταν γνωστοί με το όνομα δραγάτες. Οι δραγάτες πληρωνόταν σε είδος. Για παράδειγμα κάθε νοικοκύρης πλήρωνε έναν τενεκέ σιτάρι ως ετήσια αμοιβή.
Ανάλογη ήταν η αμοιβή και στα υπόλοιπα είδη παραγωγής.
Οι δραγάτες ήταν άτομα που έχαιραν γενικής εκτίμησης και αποδοχής. Γι’ αυτό και τους εμπιστευόταν τη φύλαξη των ιδιοκτησιών τους. Βέβαια, η δουλειά του Δραγάτη δεν ήταν αποκλειστική. Τους υπόλοιπους μήνες είχαν κάποια άλλη δουλειά, συνήθως είχαν κάποια μερίδα γης ή λίγα ζώα.
ΠPΩΪNOΣ ΛOΓOΣ Σάββατο – Κυριακή 3-4 Αυγούστου 2024 σελ. 7η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΑΙΟΙ ΑΡΤΟΠΟΥΛΑΣ
(χωρίς συγγένεια μεταξύ τους-κοινώς φάρες)
Του Μιχαήλ Ν. Παπαδόπουλου
1. Παπαδόπουλος Κώστας (Πουρνάρας)
2. Παπαδόπουλος Χρήστος (Χρήστο Πέτρης - Ναστάση Πέτρης – Κώστα Πέτρης – Γληγόρη Γιώτης – Γάκη Πέτρης – Μήτρο Μπόρος)
3. Παπαδόπουλος Γιώργος (Γιώργο Λάμπρος)
4. Παπαδόπουλος Ιωάννης (Γιάννη Παππάς)
5. Παπαδόπουλος Παύλος (Παύλο Κώστας)
6. Παπαδόπουλος Ηλίας (Ηλία Παππάς, Σπύρο Λίας)
7. Παπαδόπουλος Ιωάννης (Θόδωρ΄ Γιάννης, Νάσιο Γιάννης)
8. Παπαδόπουλος Μιχάλης (Μίχο Γιώρης, Κώστα Γιώρης)
9. Παπαδόπουλος Χρήστος (Χρήστο Σπύρος-Λαμπράκης)
10. Παπαδόπουλος Θωμάς (Θωμά Παππάς, Αντώνης ΔΕΗ)
11. Παπαδόπουλος Διονύσης (Νόνιος-Χρύσω)
12. Παπαδόπουλος Σπύρος (Γιώργο Σπύρος, Χρήστο Σπύρος)
13. Παπαδόπουλος Γιώργος (Αναγνώστη Γιάννης)
14. Παπαδόπουλος Σταύρος (Νικολά Σταύρος, Λουκάς Σταύρος)
15. Παπαδόπουλος Παναγιώτης (Βαγγέλη Γιώτης)
ΥΔΡΕΥΣΗ ΣΤΑ ΓΙΑΝΝΙΝΑ.
-ΚΑΠΟΤΕ Η ΠΟΛΗ ΕΠΙΝΕ ΝΕΡΟ ΑΠΟ ΤΗ ΛΙΜΝΗ-
Του Βασίλη Ντάκη
Η λίμνη σχηματίζεται από τα ύδατα τριών κυρίως πηγών (Ντραμπάντοβας, Σεντενίκου και Κρύας), που αναβλύζουν στους πρόποδες του Μιτσικελίου και έχει ακόμη περίπου 165 υπόγειες πηγές. Η λεκάνη απορροής της λίμνης καταλαμβάνει έκταση περίπου 355 τετραγωνικών χιλιομέτρων με υψηλότερο σημείο τα 1810 μέτρα. Το πλεονάζουν νερό της λίμνης υπερχειλίζει και μέσω τάφρου, που βρίσκεται στη περιοχή του Περάματος. οδηγείται στον ποταμό Καλαμά. Δίκτυο ύδρευσης η πόλη των Ιωαννίνων άρχισε να αποκτά λίγο πριν από τον β’ παγκόσμιο πόλεμο. Μέχρι τότε, τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα (με αρρώστιες όπως ο τύφος να μη λείπουν). Στα μέσα του 19ου αιώνα, όπως μας πληροφορεί ο ιστοριοδίφης Παναγιώτης Αραβαντινός στο έργο του «Η Χρονογραφία της Ηπείρου», οι κάτοικοι «πίνουσι τον χειμώνα και τα λιμναία ύδατα, διότι καλής και αρεστής γεύσεως και ποιότητος εισί». Υπάρχουν αναφορές για «εφόδους» στο μέσο της λίμνης για τη συλλογή νερού. Οι προνομιούχοι Γιαννιώτες πήγαιναν απέναντι, στις πηγές της Ντραμπάτοβας και Σεντενικου. Εμείς πάνω από την Κιάφα διακρίναμε τα πέντε ποτάμια (λουρίδες) που είχε η λίμνη. Παίρναμε τα γκιούμια ..πηγαίναμε στον Λασπότοπο και με μπάνιο φτάναμε σε μια από αυτές τις λουρίδες…. Εκεί το νερό κυλούσε και ήταν τόσο διαυγές που φαινόταν πεντακάθαρα τα φύκια κ.τ.λ. Το είχαμε σαν παιχνίδι . Εκεί γεμίζαμε τα γκιούμια νερό για πόση. Στα οθωμανικά Γιάννενα, ύδρευση σήμαινε κυρίως πηγάδια, τα οποία τραβούσαν νερό είτε από τη λίμνη είτε από διάφορα δημόσια σημεία διανομής. Για την εξυπηρέτηση των πολιτών, οι οποίοι δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα για ιδιωτικό πηγάδι, υπήρχαν τα δημόσια πηγάδια και βρύσες, που συνήθως βρίσκονταν κοντά στα τζαμιά.
Τη δουλειά του εφοδιασμού των δημόσιων πηγαδιών, την έκαναν δύο υδρευτικά συστήματα που συνέλεγαν τα νερά από τη γύρω περιοχή και τα έφερναν προς την πόλη. Το ένα βρισκόταν στη βόρεια πλευρά και το άλλο στη νότια πλευρά των Ιωαννίνων. Τη δεκαετία του ’50, κατά τη διαπλάτυνση του δρόμου που οδηγεί σήμερα στο νοσοκομείο «Χατζηκώστα», είχε βρεθεί μια υπόγεια στοά. Όπως αναφέρει ο αρχαιολόγος Σωτήρης Δάκαρης στην εργασία του «Η ύδρευση των Ιωαννίνων στα χρόνια της τουρκοκρατίας» («Ηπειρωτική Εστία 1953»), η ανασκαφή έδειξε ότι επρόκειτο για τουρκικό πήλινο υδραγωγό, που μάζευε τα νερά της βορειοδυτικής ορεινής περιοχής και τα οποία προορίζονταν για τις κρήνες της πόλης. Στην ίδια εργασία, γίνεται λόγος και για ένα νοτιοδυτικό υδρευτικό σύστημα, το οποίο κατέληγε σε δύο ημιυπόγειες δεξαμενές κοντά στον σημερινό χώρο της πρώην Ζωσιμαίας Παιδαγωγικής Ακαδημίας, κι από κει με αγωγούς στις δημόσιες κρήνες. Δεν επρόκειτο για τεράστιες δεξαμενές. Η κάθε δεξαμενή εκτιμάται ότι δεν χωρούσε πάνω από 100 κυβικά μέτρα νερού.
Το 1902, στα Γιάννενα, σύμφωνα με έναν χάρτη του Παναγιώτη Τζαμακλή, υπήρχαν 41 δημόσια πηγάδια και δύο δημόσιες πηγές. Ο λόγιος Δημήτρης Σαλαμάγκας καταγράφει, από την πλευρά του, τις διάσημες βρύσες. Η πιο γνωστή ήταν η Βρύση του Παζαριού, δίπλα από το Μπαϊρακλή τζαμί στην οδό Ανεξαρτησίας. Πιο κάτω, στο Γυαλί Καφενέ, υπήρχε επίσης μια άλλη βρύση με τέσσερις κρουνούς. Γνωστή επίσης βρύση ήταν και η Ξερόβρυση, στην άλλη μεριά της πόλης, στη συμβολή των σημερινών οδών Ρώμα και Κουγκίου, λεγόμενη τότε Διακονοβίτσα. Μια ακόμη περίτεχνη βρυση με σκεπή στην Βρυσούλα στα σύνορα με την Ανατολή, είχε πέντε κρουνούς και δυο πέτρινες κουρίτες για τα ζώα. Την κατέστρεψαν δυστυχώς για διάνοιξη δρόμου.
Με την απελευθέρωση των Ιωαννίνων, ο εξευρωπαϊσμός της πόλης και η μέριμνα για δημόσια υγεία αποτέλεσαν πρώτη προτεραιότητα. Ωστόσο, οι διαδικασίες για ένα ολοκληρωμένο σύστημα ύδρευσης άργησε αρκετά. Μόλις το 1935, το δημοτικό συμβούλιο της πόλης πήρε την απόφασή του για την κατασκευή ενός δικτύου ύδρευσης που θα έπαιρνε νερό από τις πηγές της Κρύας. Πριν την απόφαση αυτή, το δημοτικό συμβούλιο είχε ταλαιπωρηθεί αρκετά για να αποφασίσει μεταξύ των πηγών Κρύας ή Σεντενίκου, τις οποίες είχαν υποδείξει μελετητές. Οι πηγές Κρύας αποτελούν μέχρι και σήμερα τις πηγές από όπου υδρεύεται η πόλη των Ιωαννίνων. Β. Αγγελή.
ΦΩΤΟ 1η. Το νερό το έφερναν οι βάρκες από τις πηγές της Ντραμπάντοβας & Σεντενίκου. Πάνω δεξιά η χαμάλα φορτωμένη με βαρέλια έτοιμη για διανομή ανά την πόλη.
ΦΩΤΟ 2η. Παραλαβή φόρτωμα και κουβάλημα του νερού από την Ντραμπάτοβα και Σεντενίκου σε ημίονους από ιδιώτες.
ΦΩΤΟ 3η. Δεκαετία του '30, Μώλος, Γιάννενα. Η Δημοτική υδροφόρα γεμίζει νερό απ΄ τη λίμνη.
ΦΩΤΟ 4η. Η ΠΗΓΗ ΤΗΣ ΝΤΡΑΜΠΑΤΟΒΑΣ ΤΟΤΕ.
ΦΩΤΟ 5η. Ολοκληρώθηκε από τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ιωαννίνων το έργο προστασίας της πηγής Σεντενίκου και η αποκατάσταση της βατότητας της επαρχιακής οδού που διέρχεται από το συγκεκριμένο σημείο. «Το νερό πηγάζει από το Μιτσικέλι, που λειτουργεί ως φίλτρο της Λίμνης». Α. Καχριμάνης.
Από τον αρχαίο Ελληνικό κόσμο διασώζονται, σε σπάνιες περιπτώσεις μοιάζοντας κιόλας άθικτα από τον χρόνο, κτίρια και αρχιτεκτονήματα διαφόρων ειδών- ναοί, αμφιθέατρα, στάδια, μαντεία, αγορές, νεκροπόλεις. Όχι όμως και ιδιωτικές οικίες, παρά μόνο τα θεμέλιά τους και αυτό όταν η αρχαιολογική σκαπάνη σταθεί τυχερή.
Στον Ελλαδικό χώρο, τα καλύτερα διατηρημένα σπίτια των αρχαίων Ελλήνων, διατρέχοντας όλη την χρονική περίοδο από τα κλασικά έως και τα ελληνιστικά χρόνια, δε βρίσκονται στις υπώρειες της Ακρόπολης των Αθηνών, ούτε σε κάποιον φημισμένο αρχαιολογικό χώρο- αλλά σε έναν γυμνό, πετρώδη λόφο της Ηπείρου, ακριβώς στα σύνορα των νομών Άρτας και Πρέβεζας.
Είναι το αρχαίο Όρραον, μια κωμόπολη των Μολοσσών της Ηπείρου– εκεί στέκουν ακόμη όρθια 4 κτίρια της ύστερης κλασικής περιόδου, τρεις ιδιωτικές κατοικίες και (μάλλον) ένα δημόσιο κτίριο. Και μόνο η ύπαρξη των κτιρίων αυτών, με τους τοίχους τους να στέκουν όρθιοι μέχρι το ύψος της στέγης του δευτέρου ορόφου τους, μεταμορφώνει τον άσημο λοφίσκο των 345 μέτρων ύψος, σε ένα εντυπωσιακό αρχαιολογικό τοπόσημο.
Το Όρραον ιδρύθηκε (πιθανότατα) στο δεύτερο μισό του 4ου αι. π.Χ., από τους Μολοσσούς σε θέση με στρατηγική σημασία, καθώς φρουρούσε την κυριότερη διάβαση από τον Αμβρακικό προς την ενδοχώρα τους- ήταν ένας σχετικά μικρός οικισμός, με περίπου 100 σπίτια, όλα τους κτισμένα από ντόπιο ασβεστόλιθο, όπως και το ισχυρό, διπλό πέτρινο τείχος που προστάτευε την αρχαία πολίχνη.
Ο πολεοδομικός της σχεδιασμός είχε σαν πρότυπο αυτόν της γειτονικής Αμβρακίας (σημερινή Άρτα)- δώδεκα στενοί, παράλληλοι δρόμοι, διασταυρώνονται με δύο κάθετους, σχηματίζοντας ορθογώνια οικοδομικά «τετράγωνα».
Μια πέτρινη κλίμακα από 19 σκαλοπάτια οδηγεί και τον σημερινό επισκέπτη στον πυθμένα της, που ήταν φτιαγμένος από πήλινα όστρακα. Περπατώντας τον αρχαίο οικισμό, παρατηρώ το άψογο λάξευμα των μεγάλων πέτρινων όγκων, τα απολύτως ευθετισμένα και (ακόμη) άρρηκτα μεταξύ τους «δεσίματα» και αναλογίζομαι την τεχνογνωσία των μηχανικών, μαστόρων και τεχνιτών που εργάστηκαν χιλιάδες χρόνια πριν στον ίδιο τόπο- το περφεξιονιστικό μεράκι και τον κόπο τους.
Τα παράθυρα των σπιτιών υπάρχουν ακόμα- μέσα από αυτά διαγράφεται ο ίδιος ορίζοντας με τα χρόνια που στα σημερινά πέτρινα κουφάρια έδιναν ζωή πολυμελείς οικογένειες. Τα ίδια τα σπίτια ήταν διώροφα- στους τοίχους τους χάσκουν ακόμα οι τρύπες (δοκοθήκες) που «κούμπωναν» τα δοκάρια του πάνω πατώματος.,
Η κ. Ανθή Αγγέλη, είναι προϊσταμένη της Εφορίας Αρχαιοτήτων Πρέβεζας, αρχαιολόγος που έχει συμμετάσχει στις ανασκαφές του Όρραον. «Το Όρραον έχει την εξής ιδιαιτερότητα: γενικά τα αρχαία σπίτια κτίζονταν ως ένα επίπεδο 70- 80 εκατοστών με λίθινα θεμέλια αλλά από εκεί και πάνω η δόμηση συνεχιζόταν με πλίνθινα τούβλα, για αυτό και σώζονται μέχρι ένα μικρό ύψος.
Επειδή, όμως, στη γύρω περιοχή του Όρραον αφθονεί, όπως και σήμερα, ο ασβεστόλιθος και η εξόρυξη του είναι σχετικά εύκολη, οι κάτοικοι εδώ έχτισαν τα σπίτια τους εξολοκλήρου από πέτρα, μέχρι και το ύψος της στέγης. Στον ελλαδικό χώρο δεν υπάρχουν άλλα τέτοια διατηρημένα σπίτια και αυτά στο Όρραον μας δίνουν μια πολύ καλή εικόνα για την αρχιτεκτονική των ιδιωτικών κατοικιών εκείνης της περιόδου.
Υπήρχε ένας προθάλαμος και μια εσωτερική αυλή που γύρω της διατάσσονταν αρκετά δωμάτια. Ένα τμήμα του σπιτιού μπορεί να ήταν μονώροφο για να εξασφαλίζει καλύτερο φωτισμό αλλά τα σπίτια του Όρραον ήταν δύο ορόφων. Στην «Οικία Α» διασώζεται και η βάση της πέτρινης κλίμακας που οδηγούσε πάνω».
Ρωτάω την κυρία Αγγέλη για το κίνητρο των Μολοσσών- ενός ελληνικού φύλου που από την βορειοδυτική Μακεδονία μετακινήθηκε στο οροπέδιο των Ιωαννίνων περίπου το 1.200 π.Χ.- να κτίσουν αυτή την πέτρινη πολίχνη. «Το Όρραον φύλασσε το πέρασμα από τον Αμβρακικό κόλπο προς το λεκανοπέδιο των Ιωαννίνων. Γνωρίζουμε από αρχαίες πηγές ότι οι Μολοσσοί είχαν πρόσβαση στον Αμβρακικό, μάλιστα κατείχαν μια μικρή έκταση περίπου 80 σταδίων στις ακτές του. Κανείς δεν μπορούσε να περάσει από τον Αμβρακικό και την πεδιάδα της Άρτας χωρίς να γίνει αντιληπτός από το Όρραον. Επίσης, φύλασσε το πέρασμα από την κοιλάδα του Αράχθου, που ήταν το όριο της επικράτειας των Μολοσσών».
Ήταν λοιπόν το Όρραον ένα οχυρό- παρατηρητήριο; «Ο φρουριακός του χαρακτήρας είναι σαφής. Διακρίνεται από την ισχυρή οχύρωση, τους στενούς δρόμους, ώστε ακόμα και αν οι εχθροί εισέβαλαν από τα τείχη να εγκλωβίζονταν, όπως επίσης από τα κτερίσματα που βρέθηκαν στις ταφές. Σχεδόν σε όλες βρέθηκαν όπλα, σε αντίθεση με την Αμβρακία, όπου μόνο σε ελάχιστους από τους χιλιάδες τάφους που ανασκάφηκαν, βρέθηκαν όπλα».
Τι γνωρίζουμε σήμερα για την αρχαία ζωή στον μικρό οικισμό; Πόσοι άνθρωποι ζούσαν εκεί, πως κατάφερναν να βιοπορίζονται; «Ο πληθυσμός του Όρραον εκτιμάται, βάση των περίπου 100 σπιτιών που περικλείονται από τα τείχη (εκτός βρισκόταν μόνο η νεκρόπολη), σε δύο χιλιάδες κατοίκους. Σε κάποιους χώρους των σπιτιών υπάρχουν ενδείξεις ότι σταβλίζονταν ζώα- σίγουρα λοιπόν ήταν ποιμένες και κτηνοτρόφοι, ενώ και ένας μικρός κάμπος στον γειτονικό Αμμότοπο, μάλλον καλλιεργούνταν από αυτούς τους ανθρώπους. Και σίγουρα κατοικούσαν εδώ αρκετοί στρατιώτες.
Οι σχέσεις τους με την κοντινή Αμβρακία, που ήταν το μεγαλύτερο αστικό κέντρο της Ηπείρου αλλά αποτελούσε αποικία των Κορινθίων και όχι τμήμα της «χώρας» των Μολοσσών, πιθανότατα ήταν φιλικές. Και εμπορικά αναπτυγμένες. Προϊόντα της Αμβρακίας, όπως αγγεία, αλλά και νομίσματα έχουν βρεθεί σε τάφους στο Όρραον.
Η Αμβρακία ήταν μια τυπική πόλη- κράτος, που γύρω από το άστυ είχε μια αγροτική περιοχή που ήλεγχε για να εξασφαλίζει την επάρκεια της σε αγαθά. Το Όρραον δεν ανήκε στην επικράτεια της Αμβρακίας, αλλά είναι σχεδόν σίγουρο ότι οι κάτοικοι του είχαν εμπορικές σχέσεις με την πόλη- θα διακινούσαν εκεί τα αγροτικά και κτηνοτροφικά προϊόντα τους, αγοράζοντας μετά ότι τους έλειπε».
Η ταύτιση του αρχαίου οικισμού- που είχε εντοπίσει τη δεκαετία του ’30 ο Βρετανός αρχαιολόγος Νίκολας Χάμοντ- με το Όρραον που αναφερόταν στις αρχαίες πηγές, επιτεύχθηκε βάσει ανασκαφικών ευρημάτων στη σημερινή Άρτα. Στις αρχές της δεκαετίας του ’80 σε ανασκαφές στον Ναό του Απόλλωνα, βρέθηκαν τμήματα ενεπίγραφης στήλης που καθόριζε τα όρια της χώρας της Αμβρακίας. Εκεί αναφερόταν και το Όρραον και σύμφωνα με τα τοπογραφικά στοιχεία που προέκυπταν- απόσταση από Αμβρακία, προς ποια κατεύθυνση- έγινε η ταύτιση του οικισμού με το Όρραον των αρχαίων πηγών.
Η μικρή αυτή αγροτική πολίχνη κρύβει και μια ηρωική ιστορία, που σχεδόν συμπίπτει με την παρακμή και το τέλος της. Το Όρραον υπήρξε μια από τις 4 μόνο πόλεις της Ηπείρου (του «Κοινού των Ηπειρωτών») που αντιστάθηκαν στους Ρωμαίους, το 168 π.Χ., έτος της ρωμαϊκής εισβολής. «Για αυτό οι Ρωμαίοι κατέστρεψαν ολοσχερώς τα τείχη της πόλης.
Στα τέλη του 1ου αι. π.Χ., τα χρόνια που ακολούθησαν τη ναυμαχία του Ακτίου (31 π.Χ.), οι εναπομείναντες κάτοικοι του Όρραον μεταφέρθηκαν αναγκαστικά από τους Ρωμαίους του Οκταβιανού Αύγουστου στη νεοϊδρυθείσα Νικόπολη. Η ανθρώπινη παρουσία στο Όρραον έγινε παρελθόν.
Έμειναν, μέχρι και σήμερα, οι σωροί από τις πέτρες του τείχους που γκρέμισαν οι λεγεωνάριοι, τα κουφάρια των σπιτιών αυτών των περήφανων ανθρώπων με το «αγύριστο, ηπειρώτικο κεφάλι» τους, η δεξαμενή που φύλασσε το νερό τους, η νεκρόπολη των προγόνων τους. Στο σύγχρονο αρχαιολογικό μουσείο της Άρτας, μια προθήκη είναι αφιερωμένη στο Όρραον– αγγεία, κοσμήματα, μικροπράγματα καθημερινής χρήσης, αγροτικά εργαλεία.
Σήμερα, από το παράθυρο της οικίας Α. διακρίνεται ένα αποπερατωμένο τμήμα της Ιόνιας Οδού και αν προχωρήσεις προς το άκρο του οικισμού, παράλληλα με τα πεσμένα τείχη, ο κάμπος της Άρτας και στο βάθος ο Αμβρακικός.
Πηγή: https://arxaia-ellinika.blogspot.gr/2017/01/archeo-orraon-agnosti-petrini-poli-ipirou.html
ΤΕΤΑΡΤΟ «ΨΕΥΔΟΣ».
ΠΟΙΟΙ ΕΠΙΝΟΗΣΑΝ ΤΗΝ ΠΕΤΟΣΦΑΙΡΙΣΗ (ΒΟΛΕΫ), ΡΑΒΔΟΣΦΑΙΡΙΣΗ (ΧΟΚΕΫ), ΧΕΙΡΟΣΦΑΙΡΙΣΗ (ΧΑΝΤΜΠΟΛ), ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ (ΦΟΥΤΜΠΟΛ);
Του Στέφανου Κωλέττα
Είναι μήπως πάλι οι αρχαίοι Έλληνες; Πιθανόν, αφού οι υπάρχουσες γραπτές μαρτυρίες και τα γλυπτά, σ’ αυτούς μας παραπέμπουν. Οι Αγγλοσάξωνες και οι άλλοι, αιώνες πολλούς αργότερα, τα συστηματοποίησαν με άλλους βέβαια κανόνες.
Κατ’ αρχήν τα διασωθέντα αγαλματίδια και γλυπτά μιλούν από μόνα τους. Το παιδί με τη μικρή σφαίρα στο χέρι του ετοιμάζεται να την πετάξει (χειροσφαίριση). Το παιδί με τη σφαίρα πάνω στο κεκαμμένο πόδι του τι άλλο παίζει από «ποδο-σφαιρο»; Οι δυο παίχτες με το μικρό σφαιρίδιο και τις δύο ράβδους τι άλλο παίζουν από ραβδοσφαίριση (χόκεϋ -γκολφ);
Στα Ομηρικά έπη είναι γνωστή η σφαίρα (μπάλα) και χρησιμοποιείται σαν παιγνίδι στην αυλή του Αλκινόου των Φαιάκων, όταν εκείνος έδωσε εντολή να παίξουν με τη σφαίρα ένα είδος «πετόσφαιρας», προς τιμή του Οδυσσέα:
[Κι εκείνοι, αφού πήραν στα χέρια τους την όμορφη κόκκινη σφαίρα, που είχε κατασκευάσει ο ειδικός Πόλυβος, ο ένας την πετούσε ψηλά προς τα σκιερά σύννεφα, γέρνοντας το σώμα του προς τα πίσω, κι ο άλλος πεταζόταν στον αέρα και προσπαθούσε να την πιάσει πριν ακουμπήσει στη γη και στα πόδια του], (Οδύσσεια, θ, 370 κ. ε.)
Στον Μ. Αλέξανδρο, όταν ήταν παιδί, του έκανε κάποιος δώρο μία σφαίρα και ένα δερμάτινο περίβλημα για να παίζει και να εκπαιδεύεται: «Ἔπεμψα πρῶτος προς αὐτόν σκύτον ὁμοῦ καί σφαῖραν τοῦ παίζειν καί παιδεύσθαι…» (Ιστ. Μ. Αλεξάνδρου, στίχ. 2925).
Κατά τον Πόλλυκα Γραμματικό (Ονομαστικόν, 9, 103, 7 κ.ε.) και τον Σουετώνιο (Περί τῶν παρ’ Ἕλλησι παιδιῶν, 2,12 κ.ε.) τα κυριότερα παιγνίδια που οι αρχαίοι έπαιζαν με τη σφαίρα ήταν η «επίσκυρος», η «φαινίνδα», η «απόρραξις» και η «ουρανία» , τα οποία και περιγράφουν πολύ συνοπτικά. Αποδίδουμε στη σύγχρονη γλώσσα την περιγραφή ενός από αυτά:
[Η «επίσκυρος» παιζόταν από δυο ομάδες με ισάριθμους παίχτες, σε υπαίθριο χώρο στρωμένον με χαλίκια. Στη μέση του γηπέδου χάραζαν μια γραμμή χωρίζοντας το γήπεδο σε δυο ισομεγέθη τμήματα. Με μια γραμμή επίσης οριοθετούσε η κάθε ομάδα το πίσω μέρος του γηπέδου της. Στο κέντρο της μεσαίας γραμμής τοποθετούσαν τη σφαίρα. Η ομάδα που θα έπαιρνε πρώτη τη σφαίρα από τη μεσαία γραμμή την πετούσε με δύναμη προς τη περιοχή της αντίπαλης ομάδας στοχεύοντας να περάσει πάνω από την εξωτερική γραμμή και να βγει έξω από αυτήν, χωρίς να μπορέσει κάποιος παίχτης να τη συγκρατήσει με τα χέρια του. Νικούσε η ομάδα που κατάφερνε να περάσει περισσότερες φορές τη σφαίρα πάνω από την εξωτερική γραμμή της αντίπαλης ομάδας (αυτή δηλαδή που θα έβαζε τα περισσότερα σημερινά «γκολ»). Αν κάποιος παίχτης έβγαινε έξω από τη γραμμή της αντίπαλης ομάδας αποχωρούσε από το παιγνίδι, χωρίς να αναπληρωθεί.
Ο ΕΩΣΦΟΡΟΣ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
Του Στέφανου Κωλέττα
Σύμφωνα με τη «θεογονία»του Ησιόδου, ο Εωσφόρος ήταν γιος του Αστραίου και της Ηούς. Ο Αστραίος ήταν γόνος της Γαίας και του Ουρανού. Η Ηώς ήταν θυγατέρα του Υπερίωνα και της Θείας, αδελφή του Ήλιου και της Σελήνης και προσωποποίηση της ροδοδάκτυλης αυγής (πριν την ανατολή του ήλιου).
Ο γιος τους Εωσφόρος ήταν η προσωποποίηση του γνωστού μας λαμπερού αστεριού Αυγερινού (Αφροδίτης), που προαναγγέλλει τον ερχομό της κροκόπεπλης αυγής και τη χάραξη της καινούργιας ημέρας. Το απόβραδο ξαναφαίνεται στη Δύση, οπότε το ονομάζουμε «Έσπερο ή Αποσπερίτη».
Το όνομα Εωσφόρος προέρχεται από τη σύνθεση των λέξεων «Εώς» (ή Ηώς) και του «φέρω». Σημαίνει δε αυτόν που μας φέρνει την αυγή, δηλαδή το φως της νέας ημέρας.
Το κείμενο του Ησιόδου:
«Ἀστραίῳ δ’ Ἠώς τέκεν…. ἐν φιλότητι θεά θεῷ εὐνηθεῖσα… Ἑωσφόρον, Ἠριγένεια, Ἄστρα τε λαμπετόωντα, τά τ’ οὐρανός ἐστεφάνωται». (Θεογον. 381).
[ΑΠΟΔΟΣΗ: Με τον Αστραίο η Ηώς, αφού οι δυο θεοί έσμιξαν με αμοιβαία ερωτική έλξη, έτεκε τον Εωσφόρο, την Ηριγένεια και τα λαμπερά αστέρια που στεφανώνουν τον ουρανό].
Για τον Εωσφόρο ο Όμηρος γράφει:
«Ἦμος δ’ ἑωσφόρος εἶσι φόως ἐρέων ἐπί γαῖαν,/ὅν τε μέτα κροκόπεπλος ὑπείρ ἅλα κίδναται ἠώς…». (Ιλ. Ψ, 226).
[ΑΠΟΔΟΣΗ: … κι όταν ο Εωσφόρος ανατέλλει ψηλά, προμηνύοντας το φως που έρχεται στη γη και ύστερα χρυσή προβαίνει η Αυγή πάνω απ’ τον ορίζοντα της θάλασσας…]
Στο ετυμολογικό λεξικό Gudianum διαβάζουμε:
«Ἑωσφόρος ἑωασφόρος, διά τό ἐκ τῆς ἑώας φέρεσθαι. ὁ άνατολικός ἀστήρ, ὁ πρωινός, ὁ τήν ἑώαν φέρων. ὁ αὐτός και φωσφόρος καλεῖται (578,1).
[ΑΠΟΔΟΣΗ: Εωσφόρος ή εωασφόρος, (λέγεται έτσι) επειδή βγαίνει από τα ανατολικά· το αστέρι που βρίσκεται στην ανατολή, το πρωινό άστρο που μας φέρνει την αυγή. Το ίδιο αυτό αστέρι ονομάζεται και φωσφόρος (φως+φέρω).
Το τι σημαίνει σήμερα το όνομα Εωσφόρος είναι γνωστό. Το πώς έφτασαν να αλλοιώσουν την αρχική και κυριολεκτική σημασία του είναι μια άλλη ιστορία.
ΘΕΟΦΑΝΙΑ-ΠΛΥΝΤΗΡΙΑ-ΚΑΛΛΥΝΤΗΡΙΑ
ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ
Του Στέφανου Κωλέττα
Τρεις αρχαιοελληνικές γιορτές, εκ των οποίων η πρώτη, καλούμενη ΘΕΟΦΑΝΙΑ, γινόταν στους Δελφούς και οι δύο άλλες, καλούμενες ΠΛΥΝΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΚΑΛΛΥΝΤΗΡΙΑ αντίστοιχα, γίνονταν στην Αθήνα και στον Πειραιά τον μήνα Θαργηλιώνα. Τις παραθέτω, όπως αυτές διασώζονται στις πρωτογενείς πηγές. (Το ερέθισμα μου έδωσαν φίλοι στο f/b με παρόμοιες δημοσιεύσεις).
ΤΑ ΘΕΟΦΑΝΙΑ κατά τον Ηρόδοτο:
Ο Κροίσος απέστειλε στους Δελφούς πολλά χρυσά αναθήματα, μεταξύ των οποίων και δύο κρατήρες, έναν από χρυσό και έναν από ασήμι. Ο χρυσός στήθηκε στα δεξιά του ναού του Απόλλωνα και ο ασημένιος στα αριστερά. Τον δεύτερο κρατήρα (τον ασημένιο), συνεχίζει ο Ηρόδοτος, τον χρησιμοποιούσαν οι κάτοικοι των Δελφών, προκειμένου να αναμείξουν το κρασί με νερό (κεκραμένος οίνος), το οποίο θα κατανάλωναν στη μεγάλη γιορτή των «Θεοφανίων». Μας δίνει επίσης την πληροφορία ότι ο ασημένιος κρατήρας είχε χωρητικότητα εξακοσίων αμφορέων! Μαζί με τους κρατήρες και τα άλλα δώρα, αφιέρωσε επίσης (ο Κροίσος) τέσσερα ασημένια πιθάρια, καθώς και δύο «περιρραντήρια». Τα περιρραντήρια ήταν λεκάνες (μία χρυσή και μία ασημένια) μέσα στις οποίες έβαζαν νερό και, μετά από τελετές που έκαναν, ράντιζαν, εξάγνιζαν και έκαναν καθαρμούς στον χώρο. Μετά τις σχετικές τελετές, το ράντισμα και τους καθαρμούς με το νερό των περιρραντηρίων, ΦΑΝΕΡΩΝΑΝ (Θεοφάνια) στο κοινό το περίτεχνο άγαλμα του θεού του φωτός και της ουράνιας μουσικής αρμονίας του Ηΐου Φοίβου (Απόλλωνα), όπως τον προσφωνεί ο Όμηρος (Ιλ. Ο,365).
Και το σχετικό κείμενο του Ηροδότου για τα Θεοφάνια: «Ἐπιτελέσας δέ ὁ Κροῖσος ταῦτα ἀπέπεμπε εἰς Δελφούς… κρατῆρας δύο μεγάθεϊ μεγάλους χρύσεον καί ἀργύρεον… ὁ δε ἀργύριος…χωρέων ἀμφορέας ἑξακοσίους· ἐπικίρναται γάρ ὑπό Δελφῶν Θεοφανίοισι… καί πίθους ἀργυρέους τέσσερας ἀπέπεμψε καί περιρραντήρια δύο ἀνέθηκε…» (Κλειώ, στ. 51 κ.ε.).
ΠΛΥΝΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΚΑΛΛΥΝΤΗΡΙΑ:
1) Τα Καλλυντήρια και τα Πλυντήρια ήταν ονόματα γιορτών. Οι γιορτές αυτές γίνονταν κατά το μήνα Θαργηλιώνα*. Τα Καλλυντήρια γίνονταν τη δέκατη ένατη ημέρα και τα Πλυντήρια την εικοστή ένατη. Τα Πλυντήρια, όπως λένε, καθιερώθηκαν εξαιτίας της αυτοθυσίας της Αγραύλου**, καθώς (οι γυναίκες) δεν είχαν πλύνει για έναν χρόνο το φόρεμά τους (σε ένδειξη πένθους). Μετά από το συμβάν αυτό το έπλυναν και, εξαιτίας αυτού, έλαβε το όνομα η γιορτή. Τα Καλλυντήρια γίνονταν σε ανάμνηση του γεγονότος ότι η Άγραυλος ήταν η πρώτη ιέρεια που στόλισε τα αγάλματα των θεών και γι’ αυτό αποκάλεσαν τη γιορτή Καλλυντήρια.
2) Έφτασε με το πλοίο στον Πειραιά ο Αλκιβιάδης την ημέρα κατά την οποία η πόλη γιόρταζε «τα Πλυντήρια» και είχαν ολότελα καλυμμένο το άγαλμα της Αθηνάς, για το οποίο μερικοί μάντευαν ότι δεν θα βοηθήσει σε κάτι ούτε αυτόν ούτε την πόλη. Και βέβαια κανένας από τους Αθηναίους δεν τολμούσε να κάνει κάποια άξια λόγου εργασία την ημέρα αυτή.
ΟΙ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΕΣ ΠΗΓΕΣ:
1) «Καλλυντήρια καί Πλυντήρια ἑορτῶν ὀνόματα. Γίνονται μέν αὗται Θαργηλιῶνος μηνός ἐννάτη μέν ἐπί δέκα καλλυντήρια, δευτέρα δέ φθίνοντος τά Πλυντήρια. Τά μέν Πλυντήρια φησί διά τόν θάνατον τῆς Ἀγραύλου ἐντός ἐνιαυτοῦ μή πλυθῆναι ἐσθῆτας. Εἶθ’ οὕτω πλυθείσας τήν ὀνομασίαν λαβεῖν ταύτην. Τά δέ Καλλυντήρια, ὅτι πρώτη δοκεῖ ἡ Ἄγραυλος γενομένη ἱερεία τούς θεούς κοσμῆσαι διό καί καλλυντήρια αὐτῇ ἀπέδειξαν.» Λεξικογράφοι Ησύχιος, Φώτιος κ.ά.)
2) «… κατέπλευσεν εἰς τόν Πειραιᾶ (ὁ Ἀλκιβιάδης) ἡμέρᾳ ᾖ Πλυντήρια ἦγεν ἡ πόλις, τοῦ ἕδους κατακεκαλυμμένου τῆς Ἀθηνᾶς, ὅ τινες οἰωνίζοντο ἀνεπιτήδειον εἶναι καί αὐτῷ καί τῇ πόλει. Ἀθηναίων γάρ οὐδείς ἐν ταύτῃ τῇ ἡμέρᾳ οὐδενός σπουδαίου ἔργου τολμῆσαι ἄν ἅψασθαι…» (Ξενοφών, Ελληνικά, 1,4,12,3).
...................................................................
*Ο μήνας Θαργηλιών αντιστοιχίζεται σήμερα με το χρονικό διάστημα από 15 Μαΐου μέχρι 15 Ιουνίου.
**Άγραυλος ή Άγλαυρος. Θυγατέρα του πρώτου βασιλιά της Αθήνας Κέκροπα, η οποία αυτοθυσιάστηκε πέφτοντας από την ακρόπολη, προκειμένου να σώσει την Αθήνα, σύμφωνα με χρησμό. Οι Αθηναίοι την τίμησαν και οι νέοι επικαλούνταν και το δικό της όνομα στον όρκο που έδιναν. (Η εικόνα από το Αναγνωστικό Δ΄ Δημοτικού του έτους 1957).
ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΝ ΚΑΙΝΟΥΡΙΟ ΧΡΟΝΟ
Του Σπύρου Εργολάβου
Tα διόδια και οι Φόροι. Το τότε ΦΠΑ στις εισόδους πόλεων.
Του Βασίλη Ντάκη
«Στα Γιάννενα, οι αναφορές κάνουν λόγο για ύπαρξη έξι «Φόρων»: Στα Ζευγάρια, στην οδό Βηλαρά, στη Συνάντηση, στη Σκάλα, στον Ακραίο και στο Βελισάριο. Από αυτούς, σήμερα διασώζεται μόνο ο φόρος των Ζευγαριών ». Ήταν μικρά ομοιόμορφα κτηριάκια που στέγαζαν τους εκάστοτε φοροεισπράκτορες.( Βλέπε σήμερα το κτηριάκι δυτικά της πλατείας ζευγαριών) Τι ήταν τα «διαπύλια τέλη» . Το έτος 1847, με το Νόμο 68/1847 «Περί δημοτικών φόρων» καθιερώθηκαν, τα περίφημα «διαπύλια τέλη». Μια μορφή έμμεσης φορολογίας,(σημερινό Φ.Π.Α), η οποία επιβάλλονταν από τις δημοτικές αρχές στα προϊόντα που εισάγονταν στην περιοχή τους από άλλες περιοχές της επικράτειας. Δημοτικοί εισπράκτορες ήταν στημένοι στις εισόδους των πόλεων και εισέπρατταν φόρο στα εισερχόμενα υποζύγια τα οποία μετέφεραν εμπορεύματα. Κάθε δήμος τότε, φρόντιζε να «ενοικιάζει» τους φόρους των προϊόντων σε εισπράκτορες που συνήθως ήταν προσκείμενοι στην εκάστοτε δημοτική αρχή. ( ΦΕΚ A 36 - 31.12.1847) Γενικότερα « …ως διαπύλια τέλη νοούνται οι φόροι και τα τέλη, τα οποία εισπράττονται υπό των Δήμων και Κοινοτήτων, του Κράτους, των Λιμενικών Ταμείων, Ταμείων Αγροφυλακής, Οδοποιίας και άλλων πολυαρίθμων και πολυωνύμων οργανισμών. Ήταν η εποχή που η νέα Ελλάδα αναζητούσε την ταυτότητά της στον σύγχρονο κόσμο. Παράδειγμα επιβαρύνσεων Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι μία οκά τομάτας ήτις παράγεται στην επαρχία, δηλαδή 5 – 10 - και περισσότερα χιλιόμετρα μακράν της Πρωτευούσης της περιοχής , επιβαρύνεται με 80 δραχ. κατ’ οκάν ήτοι 20% επιβάρυνσης επί της τιμής εις τον τόπον της παραγωγής. Ανάλογος είναι η επιβάρυνσης και των λοιπών γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων σταφύλια, πατάτες, λαχανικά, σύκα, κρέας, τυρί, κλπ. τα οποία αποτελούν βασική τροφή διά τας λαϊκάς τάξεις ». Οι αντιδράσεις « Όπως ήταν φυσικό, η επιβολή του φόρου αυτού προκαλούσε αντιδράσεις, γιατί έπληττε καίρια το εσωτερικό εμπόριο. Μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις οι εισπράκτορες βιαιοπραγούσαν σε βάρος αγροτών, οι οποίοι προσπαθούσαν να «φοροδιαφύγουν». …..Ο δημοτικός αυτός φόρος έπληττε το εσωτερικό εμπόριο, αποτελούσε μέσο πλουτισμού των ενοικιαστών του και παράλληλα συντελούσε στην αύξηση της τιμής των αγροτικών προϊόντων, δεδομένου ότι μετακυλιόταν στους καταναλωτές. Γι’ αυτό έγιναν κατά καιρούς κινητοποιήσεις επαγγελματικών τάξεων. Για παράδειγμα οι παντοπώλες της Αθήνας την 6η Δεκεμβρίου 1898 πραγματοποίησαν συλλαλητήριο στην πλατεία Μητροπόλεως, για να διαμαρτυρηθούν «κατά των διαπυλίων τελών, κατά της πιέσεως την οποία υφίσταντο υπό των ενοικιαστών του φόρου και εναντίον της παρανόμου εισπράξεως φόρων από εμπορεύματα προερχόμενα εκ των δήμων ,Παράλληλα ο τύπος της εποχής τόνιζε την αποστροφή του κόσμου για το δημοτικό αυτό φόρο και κυρίως για τις μεθόδους που χρησιμοποιούσαν οι εισπράκτορές του, οι οποίοι δεν δίσταζαν να βυθίζουν τα χέρια τους στα καλάθια με τα χόρτα λ.χ. μήπως βρουν κρυμμένες μέσα σ’ αυτά ντομάτες ή πατάτες ή άλλα αγροτικά προϊόντα, για να τα φορολογήσουν. ….Το κράτος συναινούσε στη διατήρηση των «διαπυλίων τελών», γιατί αδυνατούσε να χρηματοδοτήσει τους δήμους. …Παρά τις καθολικές αντιδράσεις, τα «διαπύλια τέλη» καλά κρατούσαν. Με τους νόμους 641/1915, 1837/1920 (και οι δύο ψηφίστηκαν από τις κυβερνήσεις του Ε. Βενιζέλου) και 6429/1934 (ψηφίστηκε επί κυβερνήσεως Π. Τσαλδάρη) κατοχυρωνόταν η δυνατότητα των δήμων να επιβάλουν αυτό τον αναχρονιστικό και δυσβάστακτο φόρο (εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ, φύλλο της 7ης Σεπτεμβρίου 1948)». « Είναι γεγονός αναμφισβήτητον, ότι μία εκ των κυριωτέρων αιτιών, η οποία δημιούργησε το ζήτημα της μεταφοράς των επαρχιακών βιομηχανικών συγκροτημάτων εις το κέντρο ήτο η φορολογία των διαπυλίων τελών, διότι αι επαρχιακαι επιχειρήσεις μειονεκτούσαν έναντι των επιχειρήσεων της Πρωτευούσης. Η κατάργηση. Οι συνθήκες για την κατάργηση της επαχθούς αυτής φορολογίας ωρίμασαν το 1948. Στη συνεδρίαση της 9ης Δεκεμβρίου το υπουργικό συμβούλιο άκουσε την εισήγηση του τότε υπουργού Οικονομικών Χέλμη και ενέκρινε τον Αναγκαστικό Νόμο 843/1948 «περί καταργήσεως των διαπυλίων τελών». Τότε έκλεισαν και οι 6 Φόροι στα Γιάννενα.
![]() |
Ο Φόρος στα ζευγάρια. Ο μόνος που σώζεται. Σήμερα λειτουργεί ως πολιτιστικός σύλλογος ζευγαριών. |
![]() |
Ο Φόρος στην Καλούτσια και ο για κάποια εποχή φοροεισπράκτορας Μάκης Γκιώκας καταγινόμενος με ακροβατικά επί μηχανής. Ο Μάκης ήταν γιος του Κίτσιο Γκιώκα από την Έλεζνα. |
![]() |
Στη σκάλα που ήταν τότε το λιμάνι της πόλης το κτηριάκι δεξιά
στο κέντρο της Φώτο ήταν ο Φόρος της σκάλας, για τα εμπορεύματα από τα γύρω χωριά που έφταναν μέσω λίμνης . |
ΑΡΧΑΙΕΣ ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ ΚΑΙ ΕΚΦΡΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΤΙΣ ΛΕΜΕ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ
Του Στέφανου Κωλέττα
Είναι πάρα πολλές οι αρχαίες παροιμίες, τα γνωμικά και τα αποφθέγματα, τα οποία έχουν φτάσει μέχρι τις μέρες μας με την ίδια ακριβώς ή έστω με παραπλήσια σημασία. Επέλεξα μερικές από τις ρήσεις αυτές, τις οποίες παραθέτω όπως ακριβώς είναι διατυπωμένες στην αρχαία γλώσσα και στη συνέχεια με την απόδοσή τους στη σύγχρονη.
-Ἀβίωτον ζῶμεν βίον. [Έγινε ο βίος αβίωτος].
-Κοσκίνῳ φέρεις ὕδωρ. [Κουβαλὰς νερό με το κόσκινο].
-Ἄγει δὲ εἰς φῶς τὴν ἀλήθειαν χρόνος. [Ο χρόνος φανερώνει την αλήθεια. Τίποτε δεν μένει κρυφό].
-Ξύλου ἅπτου. [Χτύπα ξύλο].
-Ἀεὶ τὰ πέρυσι βελτίω. [Κάθε πέρσι και καλύτερα].
-Μία χελιδὼν ἔαρ οὐ ποιεῖ. [Ένα χελιδόνι δεν φέρνει την άνοιξη].
-Ἠὼς ὁρῶσα τὰ νυκτὸς ἔργα γελᾷ. [Της νύχτας τα καμώματα τα βλέπει η μέρα και γελά].
-Κύων θωυκτὴρ οὐ βλάπτει. [Σκύλος που γαυγίζει δεν δαγκώνει].
-Ἀεὶ κολοιὸς ποτὶ κολοιὸν ἱζάνει. [Πάντοτε ο κολιός δίπλα στον κολιό κάθεται. Πρβλ. και «Ὅμοιος ὁμοίῳ ἀεὶ πελάζει»].
-Αἰθίοπα λευκαίνεις. [Προσπαθείς ν’ ασπρίσεις τον Αράπη. Τον αράπη κι αν τον πλένεις, το σαπούνι σου χαλάς].
-Ἐκ τριχὸς κρέμαται. [Κρέμεται από μια τρίχα].
-Ἐπὶ ξηροῦ ἀκμῆς. [Στην κόψῃ του ξυραφιού].
-Ἐς ψάμμον οἰκοδομεῖς. [Χτίζεις στην άμμο].
-Ἔχει γάρ τι πικρὸν ὁ τῆς ἀληθείας λόγος. [Έχει και κάποια πίκρα η αλήθεια όταν λέγεται. Είναι πικρὴ η αλήθεια].
-Κακοῖς ὁμιλῶν καὐτὸς ἐκβήσῃ κακός. [Αν κάνεις παρέα με κακούς κι εσύ κακός θα γίνεις. Πρβλ. Αν κάτσεις με κουτσό θα μάθεις να κουτσαίνεις].
-Καπνὸν φεύγων εἰς πῦρ περιέπεσον. [Ξέφυγα από τον καπνό κι έπεσα στη φωτιά. Πρβλ. Από το κακό στο χειρότερο].
-Καρπὸν ὃν ἔσπειρε θερίζει. [‘Ο,τι σπείρεις θα θερίσεις].
-Κατὰ μαχαιρῶν κυβιστᾷς. [Κάνεις τούμπες πάνω σε μαχαίρια. Χτυπάς γροθιά το μαχαίρι].
-Κοῦφά σοι ἔσοιτο χθὼν. [Ας είναι ανάλαφρο το χώμα].
Κύων τεῦτλα οὐκ ἐσθίει. [Ο σκύλος λάχανα δεν τρώει].
-Κωφῷ ὁμιλεῖς. [Σε κουφὸ μιλάς, Στου κουφού την πόρτα….]
-Λύεται γούνατα. [Μου λύθηκαν τα γόνατα].
-Λύκου πτερὸν ζητεῖς. [Γυρεύεις να βρεις φτερὸ στον λύκο].
-Λύκος ποιμὴν. [Βάλαμε τον λύκο τσοπάνο].
-Ξαίνεις εἰς πῦρ. [Σκαλίζεις τη φωτιά].
-Ὃν οἱ θεοὶ φιλοῦσιν ἀποθνῄσκει νέος. [Πεθαίνει νέος εκείνος τον οποίο αγαπούν οι θεοί].
-Ὄρνιθος γάλα ζητεῖς. [Του πουλιοὺ το γάλα γυρεύεις].
-Αἲξ οὔπω τέτοκεν, ἔριφος δ’ ἐπὶ δώματι παίζει. [Η γίδα ακόμη δεν γέννησε και το κατσικάκι παίζει στη στέγη. Πρβλ. τις σημερινές παροιμίες μας: «Ακόμα δεν τον είδαμε, Γιάννη τον βγάλαμε» και «Το σηκώτι στα Γιάννινα κι οι γύφτοι πλακωθήκαν»].
-Αἰσχρῶς μὲν ἔσπειρας, κακώς δ’ εθέρισας. [Άσχημα έσπειρες, κακά θα θερίσεις. Πρβλ. σημερινές παροιμίες: «Όπως έσπειρες θα θερίσεις» και «Όπως στρώσεις θα πλαγιάσεις»].
-Ἄκουε πολλά, λάλει καίρια. [Άκουε πολλά και λέγε όσα πρέπει].
-Ἄλλο γλαῦξ, ἄλλο κορώνη φθέγγεται. [Αλλιώς λαλάει η κουκουβάγια κι αλλιώς η κουρούνα. Πρβλ. Άλλα τα μάτια του λαγού κι άλλα της κουκουβάγιας].
-Ἄλλοι κάμον, ἄλλοι ὤναντο. [Άλλοι κόπιασαν κι άλλοι τα έφαγαν].
-Ἀμ’ ἔπος, ἀμ’ ἔργον. [Δεν προλάβαμε να πούμε κάτι κι έγινε αμέσως]
.
-Ἄνευ πτερῶν ζητεῖς ἴπτασθαι. [Χωρὶς φτερὰ θέλεις να πετάξεις].
-Ἀνὴρ στέγης στῦλος. [Ο αντρας είναι κολώνα του σπιτιού].
-Ἄνθρακες ὁ θησαυρὸς πέφηνεν. [Άνθρακες αποδείχτηκε ο θησαυρός].
-Ἄρκτου παρούσης, ἴχνη μὴ ζήτει. [Όταν η αρκούδα είναι μπροστά σου, μη γυρεύεις τα πατήματα της].
-Ἀρχὴ δήπου παντὸς ἔργου χαλεπωτέρα. [Κάθε αρχή και δύσκολη].
-Ἄστρα τοξεύεις. [Τ’ αστέρια σημαδεύεις. Ρίχνεις στον βρόντο λέμε σήμερα].
-Ἄχρι κόρου. [Μέχρι σκασμού].
-Γάλα ὀρνίθων. [Των πουλιών το γάλα].
-Γαστὴρ παχεῖα, λεπτὸν οὐ τίκτει νόον. [Φουσκωμένη κοιλιά δεν γεννάει έξυπνο μυαλό].
-Γελᾷ δ’ ὁ μωρὸς κἄν τὶ μὴ γελοῖον ᾖ. [Γελάει ο χαζός ακόμη και όταν κάτι δεν είναι γελοίο].
-Γλαύξ διέπτατο. [Πέταξε μια κουκουβάγια. Σήμερα λέμε: Πέταξε μια χήνα.
-Γλῶσσα ἁμαρτάνουσα τ’ ἀληθῆ λέγει. [Γλώσσα που λαθεύει, λέει την αλήθεια].
-Γλώσσης κρατεῖν. [Μάθε να κρατὰς τη γλώσσα σου].
-Γονεῖς αἰδοῦ. [Να σέβεσαι τους γονείς σου].
-Γραῦς βακχεύεται. [Μπήκε η βάβω στο χορό].
-Δακτύλῳ δείκνυται. [Τον δείχνουν με το δάχτυλο].
-Δελφῖνα νήχεσθαι διδάσκεις. [Μαθαίνεις το δελφίνι πώς να κολυμπάει].
-Δὶς παῖδες οἱ γέροντες. [Δυο φορὲς οι γέροντες γίνονται παιδιά].
-Δρυὸς πεσούσης πᾶς ἀνὴρ ξυλεύεται. [Όταν πέσει το δέντρο όλοι μαζεύουν τα ξύλα του].
-Δυοῖν κακοῖν προκειμένοιν τὸ μὴ χεῖρον βέλτιον. [Ανάμεσα σε δυο κακά, το λιγότερο κακό είναι καλύτερο].
-Δῶρον ἄδωρον . [Δώρο άδωρο].
-Ἔα ἐς κόρακα. [Άι (πήγαινε) στον κόρακα].
-Ἔασον χαίρειν. [Άι στο καλό, ασ’ το να πάει].
-Ἐγγὺς ἀγαθῷ παραπέφυκεν κακὸν. [Κοντά σε κάθε καλό παραφυλάει και το κακό. Και τα καλὰ δεχούμενα και τα κακὰ δεχούμενα. Πρβλ. και ουδέν κακόν αμιγές καλού].
-Ἐγὼ σκόροδά σοι λέγω σὺ δὲ κρόμμυ’ ἀποκρίνῃ. [Εγώ για σκόρδα σου μιλάω κι εσύ μου απαντάς για κρεμμύδια].
-Οὐδὲν κακὸν ἀμιγὲς καλοῦ. [Δεν ὑπάρχει κακό που να μην έχει και κάτι καλό].
-Πάντα τὸν βοῦν ἔφαγεν κ’ εἰς οὐρὰν ἀπέκαμεν. [Έφαγε ολόκληρο το βόδι και απόμεινε στην ουρά του].
-Πέμπειν ἐς κόρακα. [Στείλε τον στον κόρακα].
-Τὴν αὐτοῦ σκιὰν δέδοικεν. [Φοβάται τον ίσκιο του].
-Τράγον ἀμέλγεις. [Αρμέγεις τον τράγο].
-Τυφλῷ κάτοπτρον χαρίζῃ. [Χαρίζεις καθρέφτη στον τυφλὸ].
-Ἐλαίῳ πῦρ σβεννύεις. [Προσπαθεὶς να σβήσεις τη φωτιὰ ρίχνοντας λάδι].
-Υπέρ κάρα πτύει. [Φτύνει πάνω απ’ το κεφάλι του. Πρβλ. Όποιος φτύνει στον ανήφορο, τα μούτρα του θα φτύσει].
-Ὑπὲρ τὰ ἐσκαμμένα πηδᾷς. [Ξεπέρασες τα όρια].
-Φαλακρῷ κτένας δανείζεις. [Δανείζεις χτένια στον φαλακρό].
-Φέρει και όρνις γάλα. [Ακόμη και το πουλί φέρνει γάλα.]
-Χρόνος ἀληθείας πατὴρ. [Ο χρόνος είναι ο πατέρας της αλήθειας, ο χρόνος φανερώνει την ἀλήθεια].
-Ὤδινεν ὄρος, εἶτα δ’ ἀπέτοκε μῦν. [Γκαστρώθηκε το βουνό και τελικά γέννησε ποντίκι, δηλαδή πολύς ο λόγος για το τίποτε].
-Ὠὸν τίλλεις. [Μαδάς το αυγό -Πάρε τ’ αυγό και κούρεψέ το].
-Εἰ μὴ δύναιο βοῦν ἒλαυν’ ὄνον. [Αν δεν μπορείς με το βόδι, πάρε γάιδαρο].
-Εἷς ἀνήρ, οὐδεὶς ἀνὴρ. [Ένας άντρας, κανένας άντρας. Εις μάρτυς ουδεὶς μάρτυς].
-Εἰς πάγας ὁ λύκος. [Έπεσε στην παγίδα ο λύκος].
-Τροχός τα ανθρώπινα. [Ρόδα είναι και γυρίζει, λέμε σήμερα].
-Οὐδέν κρυπτόν ὑπό τον ἥλιον.
-Ἕως κόρακες λευκοί γένωνται. [Μέχρι ν’ ασπρίσει ο κόρακας, λέμε εμείς].
ΤΟ ΛΕΩΦΟΡΕΙΟ
Του Μάνθου Σκαργιώτη
(Για να ξεφύγουμε λίγο από το ζόφο των ημερών…)
Οι παλιότεροι βιώσαμε ή απλώς είδαμε σκηνές αποχωρισμού στα χρόνια της μεταπολεμικής εξωτερικής μετανάστευσης. Τη συγκίνηση από μια τέτοια σκηνή –πραγματική– μοιράζομαι μαζί σας με το ακόλουθο κείμενό μου. (Οι γονείς έφευγαν και άφηναν τα τρία παιδιά τους στο χωριό με τη γιαγιά. Θα τα ξανάβλεπαν ένα ή περισσότερα χρόνια μετά.)
Την καλοκαιρινή άδεια τους την είχαν αποσώσει και θα έφευγαν ξανά για τη Σουηδία. Οι ώρες, την παραμονή της αναχώρησης, τους έσφιγγαν σαν πένθιμο ρούχο. Κόντευε κιόλας λιόγερμα και στα τρία κορίτσια τους –από πέντε ως εννιά χρονών– δεν το είπαν ακόμα. Το άφησαν για το βράδυ. Το βράδυ δεν μπόρεσαν. Το άφησαν για το πρωί.
Σαν κάτι να τα κέντρισε, τα κορίτσια σηκώθηκαν χαράματα. Έξω απ’ την πόρτα είδαν τις βαλίτσες. Κοκάλωσαν, έτριψαν τα μάτια, κοίταξαν ανήσυχα τριγύρω. Ο πατέρας, μόλις τα πρόσεξε, τράβηξε προς το καλύβι, η μάνα κρύφτηκε πίσω απ’ τη θημωνιά. Εκεί ξέσπασαν σε λυγμούς. Όταν ηρέμησαν, πέτρωσαν το στήθος τους και γύρισαν στην αυλή. Τα παιδιά το είχαν μάθει από τη γιαγιά. Ήταν αμίλητα, θυμωμένα.
«Γιατί φεύγετε;» τους ρώτησε αυστηρά το εννιάχρονο.
«Θα ματάρθουμε γρήγορα».
«Ψέματα! Του χρόνου…» σπάραξαν δυνατά τα δυο μεγαλύτερα. Το πιο μικρό κοίταζε με κάτι θεόρατα απορημένα μάτια.
Το μεσημέρι βρίσκονταν όλοι στον δημόσιο δρόμο, στη στάση. Το λεωφορείο της γραμμής –ένα εικοσιτεσσάρι πράσινο– σταμάτησε. Ο εισπράκτορας φόρτωσε τις βαλίτσες στη γαλαρία. Οι γονείς αγκάλιασαν τα παιδιά, τα κόλλησαν πάνω τους, τα φίλησαν, τα ανάσαναν, πάλι και πάλι, και κράτησαν τη μυρουδιά τους όπως κρατούσαν στο μαντίλι το αντίδωρο της Μεγάλης Πέμπτης. Ύστερα, έδωσαν τις τελευταίες οδηγίες στη γιαγιά και μπήκαν. Το αυτοκίνητο ξεκίνησε.
Και τότε απελπισμένες φωνές μπλέχτηκαν με το μούγκρισμα της μηχανής:
«Μαμά… μπαμπά… μη φεύγετε!»
Τα κορίτσια, χαμένα σ’ ένα σύννεφο σκόνη που σηκωνόταν απ’ το χωματόδρομο, πήραν να κυνηγούν το λεωφορείο κι άπλωναν τα χεράκια τους να το κρατήσουν. Παραπίσω ανταριασμένη η γιαγιά. Αργοσερνόταν λαχανιάζοντας, φώναζε, τα χούγιαζε. Οι επιβάτες κοίταζαν και σώπαιναν αμήχανοι. Τα μάτια της μάνας τρύπησαν το τζάμι, ο πατέρας έριξε μισή ματιά στο δρόμο και γύρισε αλλού το κεφάλι – δεν άντεχε. Το λεωφορείο ξεμάκρυνε, άφησε δεξιά το χωράφι με τις κερασιές, πέρασε το πέτρινο εκκλησάκι και χάθηκε πίσω απ’ το λόφο. Η σκόνη έσμιξε με τα δάκρυα και λέρωσε τα παιδικά πρόσωπα. Τα δυο μεγαλύτερα κορίτσια, κουρασμένα απ’ το πιλαλητό, έκαμαν μερικά βήματα ακόμα και στάθηκαν. Κοντόφτασε και το μικρό.
Απ’ το εκκλησάκι του δρόμου βγήκε μια γυναίκα. Είχε κατεβεί απ’ την εικόνα της Παναγίας. Μαύρο μαντίλι, μακρύ μαύρο φόρεμα, αδύνατη. Ολόιδια η γιαγιά τους. Τα πλησίασε, τα μάζεψε στην αγκαλιά της, τους σκούπισε τα μάτια. Ο κουρνιαχτός τα τύφλωνε και δεν την είδαν που ξαναμπήκε στο εκκλησάκι, τη στιγμή που έφτασε η γιαγιά –η δική τους– και πήρε τη θέση εκείνης. Κάτι σαν αλλαγή βάρδιας. Τώρα και μάνα και πατέρας ετούτη, φόρτωσε το μικρότερο κορίτσι στο κορμί της, πήρε και τα άλλα από το χέρι και γύρισαν στο άδειο σπίτι.
Για πολλές μέρες μετά, τα τρία κορίτσια κάποια μεσημέρια ξέφευγαν από τα μάτια της γιαγιάς και πήγαιναν στο χωράφι με τις κερασιές. Εκεί, λουφαγμένα μες στα χαμόδεντρα περίμεναν και, όταν περνούσε το λεωφορείο, το πετροβολούσαν. Ώσπου συνήθισαν το χωρισμό.
28 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1940
(ΤΟΤΕ ΚΑΙ ΤΩΡΑ)
Του Κωνσταντίνου Μαντόπουλου
Σαν σήμερα πριν από 82 χρόνια βροντόλαλο ακούστηκε το ΟΧΙ των Ελλήνων ενάντια στην εισβολή που ήθελαν να κάνουν στην πατρίδα μας οι Ιταλοί φασίστες του Μουσολίνι.
Σαν σήμερα πριν 82 χρόνια άρχιζε ο ελληνοϊταλικός πόλεμος και το μεγάλο έπος του 1940.
Σήμερα κάθε ελληνική ψυχή οφείλει να στρέφει τη μνήμη της με σεβασμό κι ευλάβεια στον ένδοξο αγώνα και τα ηρωικά κατορθώματα των αγωνιστών του άδικου και άνισου εκείνου πολέμου.
Σήμερα κάθε ελληνική ψυχή πρέπει να φέρνει στο νου της ευλαβικά όλα εκείνα τα χιλιάδες παλικάρια που έπεσαν για την πατρίδα, την τιμή, την αξιοπρέπεια και την ελευθερία.
Ας
θυμηθούμε λοιπόν τα γεγονότα εκείνης της εποχής:.
Στις τρεις το πρωί της 28ης Οκτωβρίου του 1940, ο Ιταλός πρέσβης Εμμανουέλε Γκράτσι φτάνει στο σπίτι του Έλληνα πρωθυπουργού Ιωάννη Μεταξά στην Κηφισιά και του παραδίδει τελεσίγραφο με το οποίο του ζητούσε την παράδοση της χώρας μας στους Ιταλούς και πως αν δεν γινόταν αυτό στις έξι το πρωί θα ξεκινούσε πόλεμος.
Ο Έλληνας πρωθυπουργός ερμηνεύοντας τη θέληση και το φρόνημα του λαού του απάντησε περήφανα πως αυτό δε γίνεται - ΟΧΙ.
Έτσι οι Ιταλοί από τις 5:30΄ το πρωί άρχισαν επίθεση εναντίον των φυλακίων των ελληνοαλβανικών συνόρων.
Ο πόλεμος πλέον άπλωνε τα μαύρα φτερά του πάνω από τη χώρα μας.
Τον ειρηνικό και φιλήσυχο λαό μας ξυπνούσαν στις πόλεις οι σειρήνες με τον εκκωφαντικό τους θόρυβο και στα χωριά ο έντονος χτύπος της καμπάνας.
Μια λέξη ακουγόταν παντού: πόλεμος – πόλεμος.
Οι Ιταλοί από την άνοιξη του 1939 πάνοπλοι είχαν καταλάβει την Αλβανία και ζητούσαν αφορμή να επιτεθούν στη χώρα μας. Συχνές ήταν οι προκλήσεις στα σύνορά μας. Αποκορύφωμα των διαθέσεων των Ιταλών ήταν ο τορπιλισμός του πλοίου μας Έλλη στο λιμάνι της Τήνου ανήμερα του Δεκαπενταύγουστου που ο λαός μας τιμούσε την Παναγιά.
Δυόμισι εκατομμύρια ιταλικός στρατός με όπλα, κανόνια, αεροπλάνα και πλοία ορμούσε κατά της χώρας μας που διέθετε 250.000 στρατιώτες μόνο με πολύ λιγότερο και κατώτερο οπλισμό.
Οι Ιταλοί υπολόγιζαν πως οι Έλληνες δε θα μπορούσαν να τους αντισταθούν και πως πολύ σύντομα θα έφταναν στην Αθήνα όπου όπως έλεγαν θα έπιναν το καφεδάκι τους κάτω από την Ακρόπολη.
Είχαν κάνει όμως λάθος υπολογισμό. Δεν είχαν μετρήσει τη δύναμη της ελληνικής ψυχής και τη μεγάλη αγάπη του Έλληνα για την πατρίδα του.
Οι στρατιώτες των συνόρων μας άντεξαν στις πρώτες επιθέσεις των εχθρών με μικρές υποχωρήσεις.
Σύντομα όμως όταν έφτασαν στο μέτωπο ενισχύσεις άρχισαν να νικούν τους εχθρούς. Ορμώντας με την ξιφολόγχη και φωνάζοντας «αέρα-αέρα» πανικόβαλαν τους Ιταλούς και τους ανάγκασαν να υποχωρήσουν.
Χιλιάδες Ιταλοί σκοτώνονταν ή πιάνονταν αιχμάλωτοι.
Δίπλα στον αγωνιζόμενο Έλληνα στρατιώτη στάθηκαν στις κρίσιμες εκείνες μέρες γενναίες γυναίκες ηπειρώτισσες, οι γυναίκες της Πίνδου.
Έδωσαν κουράγιο με την παρουσία τους στα παλικάρια μας. Τους άνοιξαν δρόμους να περάσουν στα αδιάβατα βουνά. Τους κουβάλησαν τρόφιμα και πολεμοφόδια.
Αυτές τις ηρωικές γυναίκες τις ύμνησε ο μεγάλος μας ποιητής Νικηφόρος Βρεττάκος ως εξής:
«Κι οἱ μάνες τὰ κοφτὰ γκρεμνὰ σὰν Παναγιὲς τ’
ἀνέβαιναν.
Μὲ τἠν εὐκὴ στὸν ὦμο τους κατὰ τὸ γιὸ πηγαίναν
καὶ τὶς ἀεροτραμπάλιζε ὁ ἄνεμος φορτωμένες
κι ἔλυνε τὰ τσεμπέρια τους κι ἔπαιρνε τὰ μαλλιά τους
κι ἔδερνε τὰ φουστάνια τους καὶ τὶς σπαθοκοποῦσε,
μ’ αὐτὲς ἀντροπατάγανε, ψηλά, πέτρα τὴν πέτρα
κι ἀνηφορίζαν στὴ γραμμή, ὅσο ποὺ μὲς στὰ σύννεφα
χάνονταν ὁρθομέτωπες ἡ μιὰ πίσω ἀπ’ τὴν ἄλλη.»
Οι Έλληνες όχι μόνο κράτησαν την πατρίδα τους ελεύθερη, αλλά μπόρεσαν και ελευθέρωσαν τη Βόρειο Ήπειρο. Οι ελληνικές πόλεις της Βορείου Ηπείρου ελευθερώνονταν η μια μετά την άλλη.
Στην Κορυτσά, το Πόγραδετς, το Τεπελένι, την Πρεμετή, τους Αγίους Σαράντα, το Αργυρόκαστρο κυμάτιζε η ελληνική σημαία.
Η νίκη μας ήταν λαμπρή. Ο ηρωισμός μας απίστευτος. Το κατόρθωμά μας μεγάλο.
Όμως όλα αυτά δεν έγιναν χωρίς αγώνα. Έγιναν κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες και με μεγάλες θυσίες.
Ο πόλεμος δεν ήταν πανηγύρι. Ο Έλληνας φαντάρος αντιμετώπισε πάνω στα κακοτράχαλα και χιονισμένα βουνά της Αλβανίας πολλές - πολλές δυσκολίες.
Να η πρώτη δυσκολία από τις πολλές. Το αφόρητο κρύο. «Από το κρύο σου πονούσε κυριολεκτικά η ψυχή και σου ’ρχόταν σα μωρό να μπήξεις τα κλάματα, έτσι χωρίς να ξέρεις κι εσύ τι ζητάς και τι θα βγάλεις μ’ αυτό» γράφει κάποιος που έζησε από κοντά τον πόλεμο της Αλβανίας.
Αλλά και οι ατέλειωτες πορείες, γράφει ένας άλλος. «Περπατούσα σαν αυτόματο… Το μόνο βαθύτερο ένστικτο που σε κυριεύει είναι να μην μείνεις πάση θυσία μακριά απ’ τους άλλους, έρημος στην ερημιά…»
Ύστερα τα βουνά, «παντού γύρω βουνά, κορφές η μια ψηλότερη απ’ την άλλη. Κι από κάτω παντού χαράδρες, βαθιές, σκοτεινές, βουβές – σαν έτοιμες να σε καταπιούν…»
Τα κρυοπαγήματα! Έβλεπες πάνω στο χιόνι ξαπλωμένους στρατιώτες ανήμπορους με πρησμένα, κατακόκκινα και μελανιασμένα πόδια από τα οποία έτρεχε πύον.
«Ήτανε και η λάσπη… Δεν είχα δει, ούτε νομίζω πως θα δω ξανά τέτοια λάσπη στη ζωή μου. Πάταγες στην αρχή ανύποπτος απάνω της και βυθιζόσουν, βυθιζόσουν, βούλιαζες ως τους αστραγάλους ως τη μέση του ποδιού σου, ως το γόνατο…»
Η ψείρα! Το κορμί σου γεμάτο ψείρες. Ξυνόσουν - ξυνόσουν ώσπου μάτωνες.
Η πείνα, η δίψα και προ πάντων ο θάνατος που παραμόνευε παντού… Δεν ήξερες από πού μπορούσε να σε βρει το βόλι, η σφαίρα, ο όλμος, η οβίδα κ.λπ..
Δεκατρεισήμισι χιλιάδες παλικάρια σκοτώθηκαν σ’ εκείνον τον πόλεμο και χιλιάδες έμειναν ανάπηροι, χωρίς μάτια, χωρίς χέρια, χωρίς πόδια.
8.000 λεβέντες άφησαν τα κόκκαλά τους στα βουνά της Αλβανίας όπου παραμένουν θαμμένοι.
Αυτούς τους ηρωικούς νεκρούς τούς τιμά ευλαβικά με το ποίημά του «Διαβάτη στάσου» ο ποιητής Βασίλης Ρώτας.
Διαβάτη στάσου προσοχή,
δω χάμω κείτονται νεκροί,
που δεν επρόδωσαν ποτές,
ποτέ δεν είπαν ψέματα,
τύραννο δεν προσκύνησαν.
Διαβάτη στάσου προσοχή,
και μ’ άξιο νου μελέτα τους,
τι αν χαίρεσαι τ’ ωραίο φως
κι αν όλο θάρρος περπατάς
κι αν σ΄ αγαπούν κι αν αγαπάς
κι ό,τι καλό ’χεις στη ζωή
στο χάρισαν τούτοι οι νεκροί!
Ας τους πενθήσουμε κι εμείς με το μοιρολόι του Τάσου Χαλκιά:
Εδώ δεν πρέπει να ξεχάσουμε και τα ελεζνιώτικα παλικάρια που έλαβαν μέρος σ’ αυτόν τον πόλεμο.
Αξίζει να τους θυμηθούμε:
Ίσως να μου διαφεύγει και κάποιο ακόμη όνομα. Ζητώ προκαταβολικά συγγνώμη. Όλοι τους σήμερα είναι μακαρίτες. Αιωνία τους η μνήμη.
Την άνοιξη του 1941 μας επιτέθηκαν και πάλι οι Ιταλοί. Έφτασε μάλιστα στο μέτωπο και ο αρχηγός τους ο Μπενίτο Μουσολίνι, βέβαιος για τη νίκη. Και τούτη τη φορά όμως οι εχθροί μας έσπασαν τα μούτρα τους. Καταντροπιασμένοι και πάλι υποχώρησαν. Παρά λίγο να τους πετάξουμε στη θάλασσα και θα γινόταν αυτό σίγουρα αν δεν κατέφθαναν στα βόρεια σύνορά μας οι Γερμανοί.
Ο στρατός μας αμύνθηκε ηρωικά και πάλι. Τα οχυρά του Ρούπελ ήταν άπαρτα χάρη στον ηρωισμό των πολεμιστών μας.
Όμως οι Γερμανοί, η πιο τέλεια πολεμική μηχανή που είχε γνωρίσει ποτέ ο κόσμος, πέρασαν. Η πατρίδα μας συνθηκολόγησε και στις 27 Απρίλη του ’41 οι Γερμανοί έμπαιναν στην Αθήνα.
Ύστερα και μετά από την ηρωική αντίσταση των κρητικών και την κατάληψη των νησιών από τους Γερμανούς ήρθε για όλη τη χώρα βαριά, τριπλή κατοχή. Βούλγαροι, Ιταλοί και Γερμανοί κατέπνιγαν και καταδυνάστευαν την πατρίδα μας.
Άρχισαν στην Αθήνα και τις άλλες πόλεις της χώρας οι ελλείψεις των τροφίμων. Άρχισε φοβερή πείνα. Στους δρόμους της Αθήνας καθημερινές ήταν οι εικόνες μεγάλων και παιδιών να ψάχνουν τους κάδους για κάτι φαγώσιμο και μια κραυγή σου σπάραζε την καρδιά: πεινάω-πεινάω.
Μια ήταν η μαγική λέξη τότε ΧΩΡΙΟ! Όποιος είχε χωριό έφευγε εκεί για να σωθεί από την πείνα.
Στο διάστημα της κατοχής από την πείνα, τις ασθένειες και τις θηριωδίες των Γερμανών χάθηκαν πάνω από 600.000 άνθρωποι.
Όλα αυτά τα δεινά γέννησαν την αντίσταση του λαού μας την επονομαζόμενη εθνική αντίσταση.
Χιλιάδες πατριώτες αντιστάθηκαν στους κατακτητές στις πόλεις και στην ύπαιθρο με σαμποτάζ και μάχες σώμα με σώμα με αποκορύφωμα την ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου από τις ανταρτικές ομάδες του Ζέρβα και του Βελουχιώτη που έδρασαν από κοινού.
Οι νεκροί των μαχών της Εθνικής Αντίστασης έφτασαν τις 20.650.
Τον Οκτώβρη του ’44 οι εχθροί έφυγαν και ξανάρθε σε μας λευτεριά.
Όμως αυτός ο πόλεμος μας άφησε τεράστιες καταστροφές.
Πρώτα – πρώτα χάθηκαν γύρω στις 800.000 Έλληνες. Η χώρα μας καταστράφηκε. Δεν έμειναν δρόμοι, γεφύρια, λιμάνια. Τρεις χιλιάδες χωριά καταστράφηκαν και ένα σωρό άλλες ζημιές. Το χειρότερο όμως ήταν ότι οδηγηθήκαμε σε διχασμό και άρχισε νέα ολοκληρωτική καταστροφή. Ο εμφύλιος πόλεμος είχε νέα πολλά θύματα.
Από το χωριό μας στην κατοχή και στον εμφύλιο χάθηκαν έξι λεβέντες: ο Λάμπρο Μακάριος, ο Παναγιώτη Ναστάσης, ο Θοδωρής του Κώστα Βασίλη, ο Πέτρος ο Παπαδόπουλος, ο Πάνο Μάντης και ο Θόδωρος της Γιανν’ Παππούς.
Ας μείνει η μνήμη τους αιωνία!
Μετά από αυτή την αδελφοκτόνα περιπέτεια και τις μεγάλες καταστροφές, προσπάθησε η χώρα να ανορθωθεί. Θα μπορούσε να είναι σήμερα μια χώρα με ευημερία. Δυστυχώς όμως, η σπατάλη του εθνικού πλούτου, ο λαθεμένος σχεδιασμός, οι κλεψιές του κρατικού χρήματος, ο λαϊκισμός, η δημαγωγία, η απόκρυψη της αλήθειας, τα ψέματα και οι εύκολες υποσχέσεις, η αναξιοκρατία, ο υπέρμετρος δανεισμός έφτασαν τη χώρα 82 χρόνια μετά το μεγάλο κατόρθωμα της γενιάς του ’40 στα όρια της φτώχιας.
Σήμερα μαστίζουν τη χώρα μας ανεργία, χαμηλές αμοιβές, υποβαθμισμένη παιδεία, υποβαθμισμένη υγεία, βαριά φορολογία και μετανάστευση των νέων μας σε άλλες χώρες προς εύρεση εργασίας.
Όμως κανείς μας δεν πρέπει να απογοητεύεται και να σκύβει το κεφάλι. Ας έχουμε οδηγό στις δυσκολίες μας τους γενναίους του ’40. Ας είμαστε αισιόδοξοι. Ας μη χάνουμε το κουράγιο μας. Ας προσπαθήσουμε καθένας μας και όλοι μαζί με αγάπη και αλληλεγγύη, βοηθώντας ο ένας τον άλλο, να ξεπεράσουμε την κρίση.
Ζήτω το θρυλικό ΟΧΙ.
Ζήτω το έπος του ’40.
Ζήτω η πατρίδα μας.
Τελευταίος στην πόλη ή πρώτος στο χωριό;
Του
Γιώργου Θεοδωρακόπουλου*
Κολλημένος στην
κίνηση, κάπου κοντά στο Σύνταγμα, παρατηρώ γύρω μου αυτοκίνητα με
νέους-ηλικιωμένους (αναφέρομαι σε άτομα 70+ ετών) οι οποίοι απολαμβάνουν (λέμε
τώρα) τη συνταξιοδότηση στην πρωτεύουσα.
Το ερώτημα που μου
δημιουργήθηκε ήταν: Γιατί ένας 70άρης να επιλέγει να μένει στην Αθήνα και δεν
προτιμά να έχει καλύτερη ποιότητα ζωής επιλέγοντας ένα οποιοδήποτε επαρχιακό
μέρος;
Φυσικά αυτό το
ερώτημά μου δεν αφορά το σύνολο της επαρχίας, αυτή τη δεδομένη στιγμή
τουλάχιστον. Περίπου τα 2/3 των συνταξιούχων, από τα 3 εκατομμύρια αυτών, ζουν
στην Αθήνα. Αν αυτοί ζούσαν στην ελληνική επαρχία, αναλογιστείτε το
τεράστιο όφελος για την ποιότητα ζωής τους, για τις επαρχιακές περιοχές όπου θα
ζουν και το εξίσου σημαντικό όφελος για την Αθήνα η οποία θα αποσυμφορηθεί.
Στην επαρχία ήδη
κινείται μια νέα οικονομία, σε μέρη που ως πριν λίγα χρόνια αργοπέθαιναν, λόγω
της προσέλκυσης αλλοδαπών συνταξιούχων από χώρες του ευρωπαϊκού βορρά.
Η Αθήνα ταυτόχρονα
θα επωφεληθεί καθώς θα ανασάνει ο κλάδος των ακινήτων. Δεν θα είναι τα σπίτια
τόσο δυσεύρετα ενώ τα ενοίκια θα πέσουν σε πιο φυσιολογικές τιμές. Ο κλάδος της
Υγείας, επίσης θα αποσυμφορηθεί σημαντικά, μεταφέροντας όγκο περίθαλψης σε
νοσοκομεία επαρχιακά που σίγουρα λειτουργούν κάτω από τις δυνατότητές τους.
Οι παραγωγικές
ηλικίες θα αρχίσουν να ζουν και να εργάζονται σε μια πιο ανθρώπινη Αθήνα με
καλύτερες παροχές υγείας, πολύ δε περισσότερο η βελτίωση της ποιότητας ζωής των
Αθηναίων θα συμβάλλει δραστικά και στην παραγωγικότητα τους.
Φανταστείτε ένα
σχεδόν ερημωμένο χωριό 100 κατοίκων, ξαφνικά να αποκτά άλλους 200 σε ήδη
υπάρχοντα σπίτια που είναι άδεια σήμερα. Αρχίζουν έτσι να δημιουργούνται
ανάγκες που θα καλύψουν νέοι άνθρωποι που ίσως σήμερα ζουν με επιδόματα ή
ψάχνουν την ευκαιρία να φύγουν από την Αθήνα. Αυτοί θα δημιουργήσουν φούρνους,
μπακάλικα, καφενεία και μια πλειάδα επαγγελμάτων, με αποτέλεσμα να εξυφαίνεται
μια νέα τοπική οικονομία.
Τι είναι αυτό που
κάνει κάποιους να μην θέλουν να μετακομίσουν;
Οι αντιλήψεις και η
κουλτούρα θα πω. Επισημαίνω ότι δεν αναφέρομαι στα άτομα που έχουν ακόμα
υποχρεώσεις (βοήθεια των παιδιών με τα εγγόνια κ.λπ.), αναφέρομαι στην
πλειοψηφία των συνταξιούχων.
Η κουλτούρα, γιατί ο
Έλληνας είναι δεμένος με το χώμα που πατάει. Ακόμα και αν αυτό το χώμα το
πάτησε σε μεγάλη ηλικία. Όλες οι άλλες περιοχές, μοιάζουν ξένες. Θεωρεί ότι το
να πάει σε κάποιο άλλο μέρος, είναι νέο ξεκίνημα και αυτό λειτουργεί
αποτρεπτικά στο να σκεφτεί την αναβάθμιση της ποιότητας της ζωής του
Επίσης η εσφαλμένη
πληροφόρηση λειτουργεί ανασταλτικά. Οι περισσότεροι συνταξιούχοι και δικαίως,
ενδιαφέρονται να έχουν γρήγορη πρόσβαση σε καλά νοσοκομεία και συνήθως
διακατέχονται από το μεταπολεμικό σύνδρομο της ιδιόκτητης κατοικίας. Όλοι
θυμόμαστε την γενιά εκείνη που δούλευε όλη της την ζωή για να αγοράσει ένα
σπίτι.
Εν έτει 2022 όμως,
τα δεδομένα έχουν αλλάξει σε μεγάλο βαθμό. Ζω στην επαρχία και μπορώ να μιλήσω
με σιγουριά, τα νοσοκομεία είναι εφάμιλλα της Αττικής, με εξαιρετικούς γιατρούς
και με την τεχνολογία σε τέτοια επίπεδα που συμβάλλει στην σωστή αντιμετώπιση και
θεραπεία. Όσο για την πρόσβαση; Είτε στους αστικούς ιστούς, είτε σε χωριά γύρω
από αυτούς, οι χρόνοι είναι ελάχιστοι σε σχέση με την Αττική. Σε 5 έως 20
λεπτά, έχει μεταβεί κάποιος στο νοσοκομείο. Υπολογίστε λοιπόν το χρόνο που
χρειάζεται κάποιος από το Παγκράτι να πρέπει να πάει στο Νοσοκομείο της
Νίκαιας, μεσημέρι, με βροχή.
Τώρα αν μιλάμε για
προγραμματισμένες και εξειδικευμένες επεμβάσεις; Δεν χρειάζεται καν να
αναφέρουμε ότι σε τέτοιες περιπτώσεις κάποιοι αλλάζουν χώρα, όχι πόλη.
Η κατοικία αποτελεί
το κρισιμότερο θέμα. Καλό είναι να σκεφτόμαστε ρεαλιστικά. Είτε κάποιος
νοικιάζει είτε έχει ιδιόκτητο. Τα ενοίκια στην επαρχία ξεκινούν από το ένα
τέταρτο (25%) εκείνων της Αττικής. Δηλαδή με τα ίδια λεφτά ένας συνταξιούχους
εξασφαλίζει όχι μόνο σπίτι αλλά πληρώνει και τα πάγιά του και πιθανότατα
αποταμιεύει κιόλας.
Αναφορικά σε
πρόσθετο εισόδημα για τον συνταξιούχο, η εμπορική εκμετάλλευση ενός ακινήτου
του στην Αθήνα ενώ εκείνος ζει στην επαρχία, είναι μια ρεαλιστική και
οικονομικά συμφέρουσα λύση.
Δεν είναι όλη η
επαρχία φιλόξενη, δεκτό. Είναι όμως πολλές περιοχές που μπορούν να απορροφήσουν
όλον αυτό τον κόσμο εύκολα και θα τον ανταμείψουν με μια καλύτερη ποιότητα
ζωής. Θα απαλλαχθούν από το άγχος της φορτισμένης μεγαλούπολης σε ένα
περιβάλλον πιο υγιεινό και ανθρώπινο. Τα παιδιά και τα εγγόνια τους, θα
αποκτήσουν ένα χωριό, που θα αποφορτίζονται από το άγχος δίνοντας τους διέξοδο
για σύντομες εξορμήσεις.
Η επαρχία δεν είναι
"ανώνυμη", σε γνωρίζει και σε αγκαλιάζει. Όπως θα την αγκαλιάσεις και
εσύ με την σειρά σου, εφόσον την γνωρίσεις και την ζήσεις.
Η Πολιτεία, πρέπει
να ξεκινήσει να σκέφτεται ανάποδα. Αν πραγματικά θέλει την ανάπτυξη της
επαρχίας. Η μετοίκηση αυτών που είναι εξασφαλισμένη η καθημερινότητα τους,
δημιουργεί τις ανάγκες που θα προσελκύσουν νέους. Το δημοσιονομικό κόστος είναι
ελάχιστο. Ακόμα και η απαλλαγή από δημοτικούς φόρους (που έτσι κι αλλιώς
δεν εισπράττονται όταν τα χωριά είναι έρημα), είναι μια έμμεση αύξηση της
σύνταξης τους. Ότι ακριβώς πρότεινε ο Πρωθυπουργός στους Σουηδούς, αν
αποφασίσουν να ζήσουν τα συντάξιμα χρόνια τους στην Ελλάδα.
Κάντε μια βόλτα στην
Πελοπόννησο και συνομιλήστε με τους συνταξιούχους εκεί. Θα τους ζηλέψετε
πραγματικά.
* Ο κ. Γιώργος Θεοδωρακόπουλος επιχειρεί στον τομέα
της πληροφορικής, στην Τρίπολη Αρκαδίας. Έχει διατελέσει αιρετός στην τοπική
αυτοδιοίκηση του Δήμου Τρίπολης.
theo@symmetric.gr
- Twitter: @g_m_theo

Του Στέφανου Κωλέττα
Έρως ( Έρος και Έρωτας), ο γνωστός πανέμορφος και φτερωτός γιος της Αφροδίτης με την αιώνια νιότη του, που χαρίζει στους ανθρώπους το πιο υπέροχο συναίσθημα της ζωής! Είναι αυτός που τον εξύμνησαν οι ποιητές, που τον απεικόνισαν σε τόσες συνθέσεις σχημάτων και χρωμάτων οι γλύπτες και οι ζωγράφοι, που τον τραγουδούν συνεχώς όλου του κόσμου οι αοιδοί! Αυτός που πάντα είναι ανίκητος, που ξενυχτάει στα μάγουλα της κόρης τα τρυφερά, που αναστατώνει και ξελογιάζει τα μυαλά αντρών και που κανείς ποτέ να τον ξεφύγει δεν μπορεί, όπως μας λέει ο Σοφοκλής στο γνωστό χορικό της Αντιγόνης "Ἔρως ἀνίκατε μάχαν, Ἔρως ὅς ἐν κτήμασι πίπτεις..." Είναι ο Έρωτας που γεννήθηκε στην Ελλάδα!
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά, όσο πιο σύντομα γίνεται, μιας και το ζήτημα αυτό είναι τεράστιο και ανεξάντλητο.
Σαν συναίσθημα αναφέρεται για πρώτη φορά στην Ιλιάδα (Ξ,
314). Σαν θεότητα όμως στη «Θεογονία» του Ησιόδου, όπου πρώτα υπήρχε το Χάος,
από το οποίο εμφανίστηκε η Γη (Γαῖα) ταυτόχρονα με τον Έρωτα, τον πιο
καλλίμορφο απ' όλους τους μετέπειτα αθάνατους θεούς. Αυτός που παραλύει τα μέλη
και κυριεύει τον νου και τη συνετή σκέψη μέσα στα στήθη όλων των θεών και όλων
των ανθρώπων .
"... ἠδ' Ἔρος ὅς κάλλιστος ἐν ἀθανάτοισι θεοῖσι,/
λυσιμελής, πάντων δέ θεῶν πάντων τ' ἀνθρώπων/ δάμναται ἐν στήθεσσι νόον καί
ἐπίφρονα βουλήν..." (στ. 120).
Αυτός είναι ο λεγόμενος "κοσμογονικός 'Ερωτας"
που επέφερε την αρμονία μέσα στο απέραντο Χάος, γιατί ήταν η μοναδική ελκτική
δύναμη που γονιμοποιούσε συνεχώς με "φιλότητα" (αμοιβαία αγάπη) τα
στοιχεία της Γαίας και του Χάους, γεννοβολώντας περίγυρα τη ζωή. Είναι η αέναη
κοσμογονική και αρμονική σύζευξη του αρσενικού με το θηλυκό, που αργότερα
εκφράστηκε και μέσω του Διός, ο οποίος ως "Ζευς" ζευγαρώνει τα πάντα
(αυτό σημαίνει το όνομά του), παίρνοντας κάθε φορά διαφορετικές μορφές, και στη
συνέχεια ακολουθεί η ποικιλία των ειδών, ο διαχωρισμός, η διαίρεση (το Νεῖκος).
Κατά την Ορφική κοσμογονία ο Έρωτας είναι πάλι ο πρώτος
που εμφανίστηκε από το "αυγό" που "γέννησε" ο Κρόνος
(Χρόνος) μέσα στους κόλπους του Χάους.
Ύστερα έχουμε τον γνωστό φτερωτό γιο της Αφροδίτης, που
είναι μεν απόρροια του κοσμογονικού Έρωτα, αλλά έχει να κάνει με τον άνθρωπο,
αφού αναμφισβήτητα είναι το πιο υπέροχο, το πιο ευγενές, αλλά και το πιο
ανεξέλεγκτο συναίσθημα. Ο Πλάτωνας στο Συμπόσιο (20) τον αποκαλεί συμβολικά γιο
του Πόρου (πλούτου) και της Πενίας (φτώχειας). Στην κλασική εποχή, πέραν των
άλλων εκδοχών, θεωρείται ως γιος της Αφροδίτης και του Διός ή του Ερμή ή του
Άρη.
Είναι ένας πανέμορφος νέος, με τόξο, βέλη και φαρέτρα,
που πετάει πάνω από τα λουλούδια, τις θάλασσες και τις στεριές, παραμένοντας
ανίκητος, τόσο από τους θεούς, όσο και από τους ανθρώπους. Όπου περνάει
δημιουργεί τον πόθο και την επιθυμία στο σώμα και στον νου (τον Ίμερο και τον
Πόθο) και δίνει μια γλυκύτατη αίσθηση των πάντων. Ταυτόχρονα σε κάνει να πονάς
και να υποφέρεις ψυχικά, αλλά είναι τόσο "γλυκόπικρο" αυτό το
"μαρτύριο", ώστε να μην θέλεις να το απεκδυθείς. Με την έννοια αυτή
είναι ο "γλυκός τύραννος" που "βασανίζει" εκείνους που
"χτύπησε" με τα βέλη του. Είναι το "γλυκύπικρον ἀμάχανον
ἑρπετόν" που εξυμνεί η δέκατη μούσα μας Σαπφώ, καθώς της δονεί ακατάπαυστα
τον νου και την καρδιά της. Τη συγκλονίζει ολάκερη και της παραλύει τα μέλη,
της παίρνει τα μυαλά, όπως ο δυνατός άνεμος πέφτει με ορμή πάνω στα κλαδιά των δέντρων
και τα ταρακουνάει πέρα- δώθε. « Ἔρος δηῦτέ μ’ ὁ λυσιμέλης δόνει… Ἔρος
δ’ἐτίναξέ μοι φρένας ὡς ἄνεμος δρύσιν ἐμπέτων».
Δεν αποχωρίζεται ποτέ από τη μητέρα του Αφροδίτη, το
ύψιστο αυτό σύμβολο της γυναικείας ωραιότητας, του σωματικού κάλλους, της αρμονίας,
αλλά και της ανύψωσης της αφηρημένης εννοίας του, δηλαδή του ιδεατού ή
πλατωνικού λεγόμενου Έρωτα, με την ανάταση του πνεύματος προς αναζήτηση
ανώτερων ιδεών. Γι' αυτό άλλωστε είναι διακριτές οι δυο προσωνυμίες της
Αφροδίτης, η μία ως Ουράνια και η άλλη ως Πάνδημη. Η πρώτη έχει να κάνει με τον
ιδεατό-πνευματικό Έρωτα, που δεν σχετίζεται με την επαφή του σώματος, αλλά με
την άφατη ηδονή του πνεύματος και η δεύτερη είναι αυτή που χαρίζει σε όλους
τους ανθρώπους τη σωματική ερωτική επαφή και την αναπαραγωγή.
Οι πρόγονοί μας δεν ήταν δυνατόν να μην καθιερώσουν και
να μη διοργανώσουν, από τα πανάρχαια χρόνια, λαμπρές γιορτές και τελετές προς
τιμήν της προσφιλέστατης και αξιαγάπητης αυτής θεότητας του Έρωτα. Ήταν οι
γιορτές που τις ονόμαζαν "Ερώτια" ή "Ερωτίδια". Τελούνταν
αρχικά στον Ελικώνα από τους Θεσπιείς και ήταν παρόμοιες με τις γιορτές που
διοργάνωναν προς τιμήν των Ελικωνιάδων Μουσών. Ήταν μάλιστα εμπλουτισμένοι με
μουσικούς και αθλητικούς αγώνες. Στις Θεσπιές υπήρχε και το αρχαιότερο λίθινο
ομοίωμα του Έρωτα, "αργός λίθος" ονομαζόμενο. "Ἐν Ἑλικῶνι παρά
ταῖς Μούσαις, τά Ἐρωτίδια Θεσπιέων ἀγόντων· ἄγουσι γάρ ἀγῶνα ὥσπερ καί ταῖς
Μούσαις καί τῷ Ἔρωτι φιλοτίμως πάνυ καί λαμπρῶς".
Αυτό μας το διασώζει ο Αθήναιος στους
"Δειπνοσοφιστές" και συνεχίζει γράφοντας ότι οι Αθηναίοι έστησαν
μνημείο του Έρωτα στην είσοδο της Ακαδημίας, οι Σπαρτιάτες και οι Κρήτες
πρόσφεραν θυσίες στον Έρωτα (2,2, 103), ενώ μεγάλες εορταστικές εκδηλώσεις προς
τιμήν του Έρωτα λάβαιναν επίσης χώρα στα Μέγαρα, στην Ήλιδα, στη Σάμο, στην
Επίδαυρο, στην Κύπρο και σε πολλές άλλες πόλεις-κράτη της αρχαίας Ελλάδας. Στην
εποχή της Ρωμαιοκρατίας η γιορτή συνεχίστηκε και εντάχτηκε στο εορτολόγιο των
Ρωμαίων. Φυσικά οι γιορτές αυτές απαγορεύτηκαν με νόμους, διατάγματα και
κανόνες στα μαύρα, για τον Ελληνικό πολιτισμό, χρόνια του μεσαίωνα.
Αυτόν τον Έρωτα τιμούσαν και γιόρταζαν οι πρόγονοί μας με
κάθε λαμπρότητα. Αυτόν που γεννήθηκε εδώ στην Ελλάδα, μέσα από τη σκέψη και τη
διάνοια κάποιων σοφών, αλλά "ξεχασμένων" τώρα προγόνων μας. Αυτόν που
φτερουγίζει μέσα στις καρδιές όλων των ερωτευμένων του κόσμου και τις θέτει σε
παλμικές κινήσεις και δονήσεις, που κάνει τα σώματα να αναρριγούν στο άγγιγμά
του, που συνεπαίρει τον νου και τη σκέψη, που εξάπτει τη φαντασία, που
διεγείρει και ξεχειλίζει το συναίσθημα, που καθηλώνει το είναι μας ολάκερο και
που μεταστοιχειώνει την ύλη σε πνεύμα όταν γίνεται πλατωνικός!
Αυτός είναι, εν ολίγοις, ο δικός μας, ο καθαρά
"ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΕΡΟΣ" ή «ΕΡΩΣ» ή «ΕΡΩΤΑΣ», τον οποίο εμείς οι (Νέο)
Έλληνες φροντίσαμε και τον διαγράψαμε τόσο αβασάνιστα από τα εορτολόγιά μας,
για να ενδώσουμε αμαχητί σε κάποιον … «Άγιο Βαλεντίνο».
Εκείνος όμως, ο «ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΕΡΩΣ», δεν πρόκειται ποτέ να
εγκαταλείψει τη χώρα που τον γέννησε, γιατί «Έρωτας» είναι ολόκληρη η Ελλάδα κι
«Έρωτα» αποπνέουν περίγυρα και παντού ο μυροβόλος αέρας της, οι γαληνόρροες
θάλασσές της, τα ηλίβατα βουνά της, ο πεύκος και το θυμάρι, αλλά και γιατί
"ἄμαχος εμπαίζει θεός Ἀφροδίτα".
H ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΚΑΙ Η ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΤΗΣ ΟΠΩΣ ΤΗΝ ΕΙΔΑΝ ΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ
Το πρόβλημα της διοίκηση; των
Πολιτειών, των κοινωνιών και των
ανθρώπων είχε απασχολήσει τους αρχαίους περισσότερο από όσον εμάς.
Ο Θαλής είχε διατυπώσει τη γνώμη να
ιδρύσουν στη νήσο
Τέως κοινό
βουλευτήριο των Μικρασιατικών ελληνικών πόλεων, ένα είδος ευρύτερης και κοινής
πολιτείας.
Ο Ηράκλειτος ζητούσε να καταργηθούν
οι διακρίσεις μεταξύ των Εθνών για χάρη μιας παγκοσμιοποίηση; και υπέδειξε το
περίφημο ότι ο άνθρωπος πρέπει να εμβαθύνει και να γνωρίσει τον εαυτόν του, τη φύση και την ουσία του. Το ίδιο
περίπου διαβάζουμε αργότερα και στο «Φαίδρο» του Πλάτωνα («Φαίδρος» 229 e) «ου
δύναμαί πω κατά το Δελφικόν γράμμα γνώναι εμαυτόν, γελοίον δε μοι φαίνεται, τούτο έτι αγνοούντα τα αλλότρια
σκοπείν», δηλαδή δεν μπορεί ακόμη,(αυτά τα λέει ο Σωκράτης προς τον
Φαίδρο) όπως λέει το Δελφικό ρητό, να γνωρίσω τον εαυτό μου, μου φαίνεται λοιπόν γελοίο, αφού δεν ξέρω αυτό ακόμη, να νοιάζομαι για τα ξένα πράγματα.
Ο Εμπεδοκλής φαίνεται να είναι ο
πρώτος κοινωνιολόγος μια και ζητάει την κατάργηση της ιδιοκτησίας και την
ίδρυση μιας παγκόσμιο; κοινωνίας.
Ύστερα από όλους τους παραπάνω
έρχεται, ο Σωκράτης (470-399 π. χ.), ο πρώτος Αθηναίος φιλόσοφος
που από τη μια μεριά πολεμάει για να δείξει τα τρωτά της δημοκρατίας και από
την άλλη διαστρέφοντας την έννοια του δίκαιου σε υπερανθρωπισμό και δίκαιο του
ισχυρότερου. Οι μαθητές του, Πλάτωνας και Ξενοφώντας, μας τον παρουσιάζουν ότι τάχτηκε με
τους επικριτές της δημοκρατίας και στάθηκε με καταφρόνια στη φυσική επιστήμη. Αντί να τρέχω, λέει, και να εξετάζω τον ουρανό, τις αστραπές και τις βροντές είναι
καλύτερα να κάτσω και να καταλάβω τι είμαι εγώ ο ίδιος. Αυτό το έκανε για να ξαναφέρει τις
αξίες και να δει την παλιά Αθήνα, την αριστοκρατική, όπως ήταν
πριν οι σοφιστές φέρουν σύγχυση και χαλάσουν τα ήθη.
Ο Σωκράτης υποστηρίζει ότι η ηθική
προηγείται από την κοινωνία και ότι αυτόν τον ενδιαφέρει ο ψυχικός και ηθικός
κόσμος του ανθρώπου και όχι τα όρη και τα βουνά ή τα άστρα («Φαίδρος» Πλάτωνος). Σύμφωνα με το Σωκράτη λοιπόν η γνώση
προηγείται της πράξης και δεν είναι απλά ένα μέσο πράξης, αλλά κάτι πιο πάνω και γι' αυτό το λόγο ανήγαγε την πράξη σε
γνώση («Φαίδρος» Πλάτωνος, «Πολιτικά»
Αριστοτέλη).
Ο Αναξαγόρας θεωρούσε το «νου» ως
κινητική δύναμη της ύλης σε αντίθεση με το Σωκράτη και τον Πλάτωνα που θεωρούν
το «νου» την υπέρτατη δύναμη που κινεί το σύμπαν, ουσία βέβαια ανεξάρτητη από την ύλη
που δεν προέρχεται από αυτή αλλά που ασφαλώς υπερέχει.
Η φιλοσοφία, πολύ σωστά λέγεται και υποστηρίζεται, αρχίζει από το Σωκράτη, επειδή πρώτος αυτός την οδήγησε στον
πραγματικό της προορισμό και ασχολήθηκε με σωστούς συλλογισμούς και με ζητήματα
ηθικής και έρευνας του ανθρώπου δημιουργώντας την πραγματική επιστήμη.
Έρχεται μετά το Σωκράτη ο Πλάτωνας
(427-347 π. Χ.) και δημιουργεί τον
ιδεαλισμό αφού,
σύμφωνα με τον
Αριστοτέλη («Μεταφυσικά» 1,5) παίρνει
τα αισθητά από τον Κρατύλο, τα μαθηματικά
από τους Πυθαγορείους και τα ηθικά και τους ορισμούς των πραγμάτων από το
Σωκράτη.
Ο Πλάτωνας είναι από τις γονιμότερες
διάνοιες που γνώρισε ο κόσμος μας. Ιδεαλιστής, στοχαστής και ποιητής, καλλιτέχνης και υποδειγματικός
φιλόσοφος.
Ήταν ένας αριστοκράτης από τη γενιά
του βασιλιά Κόδρου και του Νομοθέτη Σόλωνα. Μια γενιά που έμεινε ως την
τελευταία στιγμή αριστοκρατική και αντιδημοκρατική.
Ο Πλάτωνας όμως παρά τις
αριστοκρατικές του τάσεις, στην
«Πολιτεία» του,
δείχνει ότι
θέλει την αρμονική συμβίωση των τάξεων και τη μέριμνα για την ευτυχία του
πολίτη και την ψυχή του φλογίζει ο πόθος για τη μάθηση και τη σοφία.
Μετά το Σωκράτη , τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη είναι
γεγονός ότι δεν έψαξε κανείς να βρει τον
καλύτερο τρόπο που θα κυβερνούνται οι λαοί και κανείς δε μελέτησε τόσο καλά την
ψυχολογία, και την ανθρώπινη φύση και
δεν καθόρισε με τρόπο λεπτομερή και σαφή τους λόγους που η φυσική ανισότητα
οδηγεί στην κοινωνική ανισότητα, που είναι το κύριο γνώρισμα των ανθρώπων και των κοινωνιών και σίγουρα η διοίκησή τους
είναι το δυσκολότερο έργο εκείνων που έχουν τη δύναμη να αναλαμβάνουν και να
διοικούν ανθρώπους.
Με το άνοιγμα της Ακαδημίας γράφει ο Πλάτωνας το «Γοργία» και ύστερα από 15 χρόνια περίπου την «Πολιτεία». Μεσολαβούν αρκετά χρόνια και η αλλαγή είναι μεγάλη. Ο πλατωνικός λόγος δεν είναι τώρα τόσο σκληρός απέναντι στους πολιτικούς, τους σοφιστές, τους ποιητές και τους ρήτορες. Η πείρα της ζωής, ο ανθρώπινος μόχθος και η σοφία τον έκαναν πιο επιεική και ζητάει από τον πολίτη να αφήσει στην άκρη κάθε τι που εναντιώνεται προς το γενικό καλό. Μίλησε ο Πλάτωνας στους συμπολίτες του με την «Πολιτεία» που είναι ένας σύμμετρος λόγος για την πολιτική πράξη και τους είπε τι πρέπει να γίνει για να ξαναγεννηθεί η παλιά, η ένδοξη πόλη των Αθηνών, αλλά όπως γράφει ο Ι.Ν. Θεοδωρακόπουλος («Πλάτωνος Φαίδρος», Τρίτη έκδοση, Αθήνα 1971, σελ. 14) «η Αθηναϊκή πολιτεία ήταν τόσο «νοσούσα», ώστε δεν ημπορούσε να αναρρώσει ... για τούτο και έμεινε με την αρρώστια της».
Ο Πλάτωνας στην «Πολιτεία» του ορίζει γιατί ο άνθρωπος δεν μπορεί να είναι αυτάρκης και αναγκάζεται να συγκροτηθεί σε κοινωνίες για να αντιμετωπίσει τις οικονομικές του ανάγκες που τον οδηγούν πολλές φορές σε πολέμους και καταστροφές.
Ζητεί να καταργηθεί η ιδιοκτησία, ομιλεί για κοινότητα παιδιών και γυναικών που θα ανατρέφει το Κράτος, για διανομή του πλούτου, για κατάργηση της ελευθερίας και της πρωτοβουλίας του ατόμου και ζητά μια πειθαρχημένη κοινωνία.
Πιστεύει επίσης ο Πλάτωνας ότι η κοινωνία και η πολιτεία μπορεί να γίνουν καλύτερες και με βίαια μέσα ακόμη και υποστηρίζει ότι αυτό πρέπει να προέρχεται από ΠΑΝΩ προς τα ΚΑΤΩ και σε ένα σημείο παρακάτω λέει ότι το χειρότερο πράγμα είναι να εξουσιάζεται κανείς από τον χειρότερό του και για το λόγο αυτό στην πολιτική πρέπει να μπαίνουν οι σοφοί, οι ενάρετοι, οι χρηστοί και οι καταρτισμένοι.
Η καθοριστική ηθική αρχή της καλής πολιτείας είναι η «δικαιοσύνη» και για να γίνει αυτό επιβάλλεται η κοινωνική τοποθέτηση του κάθε ανθρώπου στην πολιτική κοινωνία, στην πολιτεία, σύμφωνα με τα χαρίσματα και τις αδυναμίες του που υπάρχουν στη φύση του. «Έτσι η αρχή της δικαιοσύνης καλύπτει κάθε άνθρωπο και σαν σκοπό και σαν λειτουργό της πολιτικής κοινωνίας και διαπλέκει τη συνάρθρωση της πολιτικής κοινωνίας, εντάσσοντας κάθε άνθρωπο στον ειρμό της.» (Κ. Ι. Δεσποτόπουλος. «Πολιτική Φιλοσοφία του Πλάτωνος». Αθήναι 1957, σελ. 46). Αν γίνει κάτι τέτοιο τότε θα επιτευχθεί και η άριστη επίδοση του συγκεκριμένου ανθρώπου και η άριστη συμβολή του στην υπηρέτηση του σκοπού της πολιτικής κοινωνίας και του συνόλου των ανθρώπων.
Σύμφωνα με τον Πλάτωνα άριστη πολιτεία είναι εκείνη που σχηματίζεται με την ένωση της δύναμης και της γνώσης, της σοφίας και της ανδρείας. Αν λοιπόν λέει οι αρχηγοί των κρατών, ως ηγέτες των λαών, δεν «αναδειχθούν οι καταρτισμένοι και πεπαιδευμένοι» αυτοί που έχουν πείρα., δύναμη και μόρφωση και δεν αποκλειστούν από τη διοίκηση οι όχλοι δεν μπορεί ποτέ να έλθει ηρεμία και ησυχία στις ανθρώπινες κοινωνίες. Και συνεχίζει με μια ωραία παρομοίωση ο Πλάτωνας και λέει ότι οι «δημαγωγοί», οι «αμαθείς» και οι «φιλόδοξοι» που βγαίνουν από τον όχλο ως οι «άριστοι» γιατί έτυχε να αναδειχθούν στην τέχνη τους και οι οποίοι έχουν τη φιλοδοξία να διοικήσουν, μοιάζουν με τον «καζαντισμένο γύφτο» που έγινε πλούσιος και πάει να παντρευτεί την κόρη του πλούσιου αφέντη του που ήταν πλούσιος αλλά τώρα δυστυχώς πτώχευσε.
Σύμφωνα με το νόμο ότι κάθε τι που γεννιέται και δημιουργείται παθαίνει φθορά και επειδή οι συνθήκες της ζωής των λαών αλλάζουν και η πολιτεία και η κοινωνία γεννιέται και δημιουργείται, είναι φυσικό τα διάφορα πολιτεύματα να μην είναι πάντοτε σε θέση να εξυπηρετήσουν πέρα για πέρα τις κοινωνίες και τους ανθρώπους.
Ο Πλάτωνας έφτιαξε την ιδανική του πολιτεία όταν ήταν νέος, απογοητευμένος από την κατάπτωση της πολιτείας των Αθηνών και επηρεασμένος από τη Σπαρτιατική πολιτεία (μετά το 400 π. Χ.) και μάλιστα μετά την καταδίκη σε θάνατο του δασκάλου του Σωκράτη (399 π. Χ.). Αργότερα όμως στα γεράματά του και αφού προσπάθησε να εφαρμόσει αυτές τις αντιλήψεις του στις Συρακούσες και διαπίστωσε ότι αυτή η ιδανική πολιτεία ήταν μια ουτοπία έγραψε ότι για να πραγματοποιηθεί αυτή η πολιτεία πρέπει πρώτα να γίνουν οι άνθρωποι παιδιά των θεών. Δυστυχώ; όμως έχουμε να κάνουμε με ανθρώπους και όχι με θεούς. Πιθανότητα να γίνουν αυτά θα έχουμε μόνο αν οι άνθρωποι εκπαιδευτούν κατάλληλα.
Όταν ο άνθρωπος αναπτύξει το πνεύμα του, χωρίς να μεταχειρίζεται το «νου» του για το κακό και καταλάβει τις αλήθειες της ζωής και του ανθρώπινου βίου, τότε θα μπορέσει να αντιμετωπίσει τις τρικυμίες της ζωής και θα ανεβεί, θα υψωθεί στην τελειότητα που θα τον κάνει ένα είδος «επίγειου θεού» που θα καταλαβαίνει ακριβώς την αλήθεια και μόνο την αλήθεια.
Ύστερα από τον Πλάτωνα έρχεται ο Σταγιρίτης φιλόσοφος, ο μεγάλος εκείνος νους, ο Αριστοτέλης, και λέει ότι το καλύτερο πολίτευμα είναι εκείνο στο οποίο ο πολίτης έχει τη δύναμη και τη θέληση ΝΑ ΑΡΧΕΙ ΚΑΙ ΝΑ ΑΡΧΕΤAl ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ Τ1Σ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΑΡΕΤΗΣ («Πολιτικά»).
Ο Αριστοτέλης (384-322 π. Χ.) παίρνει κάπως διαφορετική στάση από το δάσκαλό του. Άλλοι οι καιροί και διαφορετικοί οι άνθρωποι τώρα. Οι ολιγαρχίες και οι δικτατορίες είχαν μεγαλώσει. Η μακεδονική μοναρχία είχε αξιώσεις για κυριαρχία σ' όλη την Ελλάδα και οι δημοκρατίες περνούν μεγάλη δοκιμασία.
Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, ο άνθρωπος, δεν έκανε κοινωνίες για να προφυλαχθεί από τους εχθρούς του ή επειδή είχε οικονομικές ανάγκες, αλλά γιατί είναι από τη φύση του «ζώο πολιτικό» και μετά κοινωνικό και οικονομικό.
Για να ζήσει, ο άνθρωποι; κατά τον Αριστοτέλη πρέπει να είναι σε θέση να καταλαβαίνει τι είναι δίκαιο και τι άδικο, ποιο είναι το καλό και ποιο το κακό και όλες βέβαια τις έννοιες που φτιάχνουν τον πνευματικό κόσμο του ανθρώπου.
Κοινωνία χωρίς νόμους δεν μπορεί να υπάρξει και αν ο άνθρωπος ζήσει χωρίς νόμους θα πετάξει την ανθρώπινη ιδιότητά του και θα γίνει θηρίο. Το ίδιο ισχυρίζεται και ο Πλάτωνας («Κρίτων», «Πολιτεία», «Χαρμίδης», «Μένων», «Κριτίας κ.λπ.) ότι όπως, ο άνθρωπος, όταν εκπαιδευτεί κατάλληλα γίνεται το άριστο των ζώων, έτσι και όταν καταλάβει ότι δεν πρόκειται να έχει τις συνέπειες του νόμου γίνεται το αγριότερο και το χειρότερο από όλα τα ζώα.
Κατά τον Αριστοτέλη λοιπόν όταν δεν υπάρχει νόμος δεν υπάρχει κοινωνία ούτε οικονομία. Για το μόνο λόγο ότι οι άνθρωποι έχουν την ικανότητα να καταλαβαίνουν με τον ίδιο τρόπο, λόγω της νόησης και της γλώσσας, να συνεννοούνται και να διακρίνουν το δίκαιο και το άδικο, το βλαβερό και το ωφέλιμο, συγκροτούνται σε πολιτικέ; κοινότητες και διαφέρουν από τα ζώα.
Το κράτος κατά τον Αριστοτέλη πρέπει να είναι κράτος δικαίου. Όποιος υποστηρίζει ότι στο Κράτος πρέπει να κυβερνά ο νόμος, υποστηρίζει ότι πρέπει να κυβερνά ο «νους», ο Θεός. Όποιος όμως υποστηρίζει ότι πρέπει να κυβερνά ο ανεξέλεγκτος άνθρωπος, υποστηρίζει ότι πρέπει να κυβερνά και το θηρίο γιατί όποιος κυβερνά με το νόμο και το «νου» δεν παρασύρεται από μίση και πάθη, από ορμές παθολογικές και ορέξεις, σε αντίθεση με τον ανεξέλεγκτο άνθρωπο που κυβερνά κάτω από τα ένστικτά του και τις όποιες ορέξεις του.
Όταν σε μια πολιτεία λέει ο Αριστοτέλης δεν υπάρχουν η ηθική και η αρετή τότε η πολιτεία φθείρεται.
Η φιλοσοφία δεν έχει σκοπό να δημιουργεί και να μορφώνει φιλοσόφους, αλλά επιδιώκει να εξηγήσει με τη γνώση τις μεγάλες αλήθειες της ζωής του ανθρώπου και στο σημείο αυτό οι αθάνατες και αδιάσειστες αλήθειες, όσο παλιές κι αν είναι, είναι πάντοτε μεγάλες, σύγχρονες και επίκαιρες.
Πανδημίες: Μια αληθινή ιστορία που ίσως σας κάνει να δείτε το σήμερα με άλλο μάτι.
(Από την αρχή της ιστορίας της ανθρωπότητας μέχρι σήμερα)
Η κυριότερη πανδημία που έχει αποτυπωθεί ίσως περισσότερο από οποιανδήποτε άλλη στην ιστορία, είναι αυτή της βουβωνικής πανώλης του μεσαίωνα. Ο λεγόμενος «Μαύρος Θάνατος». Από το όνομα καταλαβαίνεις περί τίνος πρόκειται.
Ίσως η καλύτερη αποτύπωσή του Μαύρου Θανάτου είναι ο καταπληκτικός πίνακας
του Pieter Bruegel, το 1562, με τίτλο “Ο Θρίαμβος του Θανάτου”, που κοσμεί το Μuseo del Prado στην Μαδρίτη. Εκφράζει τον θάνατο που προκάλεσε η βουβωνική πανώλη για 6
συνεχόμενα χρόνια (!), 1346-52.
O πίνακας του Bruegel δείχνει τον «στρατό» της βουβωνικής πανώλης: χιλιάδες σκελετοί με όπλα, να σκορπούν τον θάνατο στο διάβα τους, διαμελίζοντας τον κόσμο που τρέχει να κρυφτεί σε μια καταπακτή. Η λεπτομέρεια των σκηνών είναι ανατριχιαστική.
Για να αποτυπωθεί μια πανδημία με αυτόν τον τρόπο σε ένα έργο τέχνης,
φανταστείτε τον θάνατο που έζησαν εκείνοι οι άνθρωποι από το μικρόβιο της
πανώλης, το βακτήριο Yersinia Pestis, το οποίο μεταδιδόταν από μολυσμένα ποντίκια & ψύλλους, και από κει σε
ανθρώπους.
Η πανδημία της βουβωνικής πανώλης σκότωσε περίπου 200 εκατομμύρια ανθρώπους
σε Ευρώπη, Ασία, Αφρική, εκ των οποίων 50εκ Ευρωπαίους (40% της τότε Ευρώπης).
Και όμως, ο πλανήτης έζησε μια άλλη, πιο αργή, πιο μακροπρόθεσμη, πιο τραγική
πανδημία, με δεκάδες επιδημικά κύματα στο διάβα της..
Την ευλογιά! Αυτή ήταν η μεταδοτική ασθένεια που θέρισε πολύ περισσότερους
ανθρώπους και από το Μαύρο Θάνατο, και έχει καταγραφεί στην Ιστορία ως η πιο
θανατηφόρα ασθένεια που πέρασε ποτέ από τον πλανήτη γη.
Η ευλογιά (smallpox) ήταν μια ύπουλη, θανατηφόρα και πολύ μεταδοτική ασθένεια, που «έζησε» 40
αιώνες (!) αλλά με προέλευση απ’ το 10.000 π.Χ.. Μόνο μέσα στον 20ο αιώνα που
υπήρχαν καταγεγραμμένα δεδομένα, οι ιστορικοί και ανθρωπολόγοι υπολογίζουν ότι
θέρισε 300-500 εκ. ανθρώπους.
Η ευλογιά δεν διαχώριζε πλούσιους ή φτωχούς. Σκότωσε τον Φαραώ Ραμσή Ε’
στην Αίγυπτο, τον αυτοκράτορα Μάρκο Αυρήλιο της Ρώμης, τη Βασίλισσα Μαίρη Β’
της Αγγλίας, τον Τσάρο Πέτρο Β’ της Ρωσίας, τον Βασιλιά Λουδοβίκο ΙΕ’ της
Γαλλίας και πολλούς άλλους ισχυρούς του κόσμου.
Η ευλογιά υπολογίζεται ότι σκότωσε περισσότερους ανθρώπους από όλους τους
πολέμους, όλες τις πανδημίες και όλες τις φυσικές καταστροφές που έχουν
καταγραφεί από την αρχή της ανθρωπότητας μέχρι σήμερα. Και όλα αυτά τα έκανε
ένας ιός. Ο ιός της ευλογιάς, ο ιός Variola.
Ο ιός της ευλογιάς δεν μόλυνε ζώα, μόνο ανθρώπους. Μεταδιδόταν με
υδροσταγονίδια ή μολυσμένες επιφάνειες. Δεν προκαλούσε ασυμπτωματική νόσο.
Υπήρχαν δύο κύριες παραλλαγές, οι Variola Major και Minor. O πρώτος, πιο θανατηφόρος, είχε θνησιμότητα 30% αλλά πάνω από 60% σε παιδιά.
Ήταν μια βασανιστική νόσος, που δεν υπήρχε καμία βοήθεια αν μολυνόσουν.
Στην αρχή είχες συμπτώματα πυρετού, πονοκέφαλου, έμετου. Σε 3 ημέρες γέμιζες
εξανθήματα στο πρόσωπο, στα άκρα, και μετά σε όλο το σώμα. Mετά, έβγαιναν οι ουλές με πύο.
Μετά από 1-2 εβδομάδες απλά έπεφτε το δέρμα σου, αφήνοντας πληγές παντού, ενώ συχνά οδηγούσε και σε τύφλωση. Στα παιδιά προκαλούσε εγκεφαλίτιδα. Όσοι πέθαιναν, πέθαιναν από ακατάπαυστη αιμορραγία.. Μια τραγική ασθένεια. Και μεταδοτική.
Πολλά τραγικά συμβάντα που έχουν στιγματίσει τον πλανήτη είναι συνδεδεμένα
με την ευλογιά. Το 1518 ο Herman Cortes, μεταφέροντας
εφόδια στις αποικίες των Ισπανών στην Κ. Αμερική, από την Αφρική, έφερε και την
ευλογιά, κρυμμένη στα αμπάρια των πλοίων σε Αφρικανούς «δούλους».
Ο ιός Variola έκανε αυτό που δεν μπορούσαν να κάνουν οι Ισπανοί στρατιώτες επί
δεκαετίες. Σκότωσε 15 εκ. Αζτέκους και εξάλειψε ολοκληρωτικά τον πληθυσμό των
Ίνκας, δύο από τους πιο ιστορικούς και θαυμαστούς πολιτισμούς που γνώρισε αυτός
ο πλανήτης..
Ο ιός της ευλογιάς ήταν ο πρώτος ιός που χρησιμοποιήθηκε ως βιολογικό όπλο.
Βρισκόμαστε στο 1764 στο «Νέο Κόσμο»: Οι Βρετανοί με τους Γάλλους προσπαθούν να
κατακτήσουν εδάφη, και εξοντώνουν τις διάφορες φυλές των Ινδιάνων που
βρίσκονται στο διάβα τους.
Σε μια κλασσική ανταλλαγή «δώρων» μεταξύ Βρετανών και Ινδιάνων προσπαθώντας να τους πείσουν να μην πολεμήσουν, τους δίνουν και ρούχα και κουβέρτες μολυσμένα από ασθενείς με ευλογιά. Οι ανυποψίαστοι Ινδιάνοι μολύνονται και θερίζονται από την ασθένεια, καταθέτοντας τα όπλα.
Σε πίνακα του 1766, ο ζωγράφος Benjamin West δείχνει μια χαρακτηριστική σκηνή του 1764, όπου Βρετανοί στρατιώτες υπό τον μισθοφόρο Ελβετό Συνταγματάρχη Henrey Bouquet βρίσκονται σε συνάντηση εκεχειρίας με τους Ινδιάνους στις όχθες του ποταμού Muskingum.
Ο αρχηγός των Ινδιάνων δείχνει έξαλλος στον Bouquet ένα κομμάτι ύφασμα, κατηγορώντας τον ότι τους έδωσε μολυσμένα υφάσματα που σκότωσαν την φυλή του. Πρόκειται για το πρώτο ιστορικό παράδειγμα χρησιμοποίησης της ευλογιάς ως βιολογικό όπλο.
Ο ιός της ευλογιάς υπολογίζεται ότι σκότωσε περίπου 1 δις ανθρώπους από
την αρχή της εμφάνισής του (με θεωρητικές προσεγγίσεις). Είναι η αρχαιότερη, η
συχνότερη, η μακροβιότερη και η πιο θανατηφόρα ασθένεια/επιδημία/πανδημία που
έχει γνωρίσει ο πλανήτης.
Μέχρι που φτάνουμε στο 1790, τριάντα χρόνια
μετά, ένας νεαρός Βρετανός γιατρός από το μικρό Berkeley του Gloucestershire, ο Edward Jenner, ακούει κάποιες «περίεργες» ιστορίες κάποιων γαλακτοπωλισσών (γυναίκες που
άρμεγαν αγελάδες για να πουλήσουν ή να μαγειρέψουν).
Οι ιστορίες αυτές είχαν σχέση με μια μεταδοτική ασθένεια παρόμοια με την
ευλογιά, αλλά πολύ πιο ήπια, την δαμαλίαση (cowpox). Ο ιός της
δαμαλίασης έμοιαζε πολύ με τον ιό της ευλογιάς, ήταν της ίδιας οικογένειας ιών,
και περνούσε από τις αγελάδες στους ανθρώπους.
Κάποιες γαλακτοπώλισσες λοιπόν ισχυρίζονταν ότι «η ομορφιά τους ήταν
ανίκητη ενάντια στην ευλογιά, αν και όχι ενάντια στην δαμαλίαση». Με λίγα λόγια
έλεγαν ότι είχαν μολυνθεί από τον ιό της δαμαλίασης, αλλά δεν τους έπιανε ο ιός
της ευλογιάς!
Αυτές οι ιστορίες κίνησαν την περιέργεια του Edward Jenner. Είναι δυνατόν να υπήρχε άνθρωπος που να μην μπορούσε να μολυνθεί από
αυτόν τον δαίμονα, τον ιό Variola;; Αν ίσχυαν αυτά που
έλεγαν οι γαλακτοπώλισσες, τότε ίσως ο ιός της δαμαλίασης να προστάτευε απ’ τον
ιό της ευλογιάς!
Ο Jenner έκανε το πείραμα που σκέφτηκε στον μικρό James Phipps, στις 14 Μαΐου 1796. Πήρε πύο από τις πληγές της Sarah Nelmes, μιας γαλακτοπώλισσας που είχε δαμαλίαση, και το έβαλε σε ένα κόψιμο που
έκανε στον χέρι του μικρού James. Μετά τον εξέθεσε στον
ιό της ευλογιάς.
Ο μικρός James δεν μολύνθηκε ποτέ από τον τρομερό ιό variola. Το πρώτο
“εμβόλιο” στην ιστορία της ανθρωπότητας, ήταν γεγονός.
Ένας εκπληκτικός πίνακας του 1880 από τον Βέλγο ζωγράφο Edouard Hamman, που κοσμεί την Bibliothèque Nationale στο Παρίσι, δείχνει την ιστορική αυτή σκηνή όπου ο Edward Jenner δίνει το πρώτο εμβόλιο του κόσμου, στον μικρό James Phipps.
Η σκηνή εξελίσσεται υπό το βλέμμα της μητέρας του μικρού James και της γαλακτοπώλισσας Sarah Nelmes, ενώ στο βάθος
βρίσκεται μια αγελάδα για να απεικονίσει το νόημα της ιστορίας!
Ο Edward Jenner εμβολίασε πολλούς ανθρώπους στο σπίτι του, συμπεριλαμβανομένου και του
γιού του, για να συλλέξει δεδομένα της ανακάλυψής του. Κατέθεσε τα αποτελέσματά
του στον Ιατρικό Σύλλογο της Αγγλίας, όπου αντιμετωπίστηκε με καθολική
δυσπιστία και σκεπτικισμό.
Η ιατρική κοινότητα δεν δέχθηκε τα δεδομένα του Jenner μέχρι και τον θάνατό του το 1823. Χρειάστηκαν να περάσουν 10 χρόνια μετά
τον θάνατό του, για να αρχίσουν γιατροί από όλη τη χώρα και το εξωτερικό να
ακολουθούν τα βήματά του.
Εμβόλια κατά του ιού της ευλογιάς φτιάχτηκαν από πολλές χώρες τις επόμενες
δεκαετίες και στάλθηκαν παντού στον κόσμο. Ακόμη και οι Ισπανοί έστειλαν
εμβόλια για τον ιό της ευλογιάς ως κίνηση απολογίας, στους εναπομείναντες απόγονους
των Ίνκας και Αζτέκων.
Η διασημότερη φωτογραφία του εμβολίου της ευλογιάς βγήκε το 1901 από τον Dr Allan Warner στο Leicester Isolation Hospital. Ήθελε να δείξει στους σκεπτικιστές τι σημαίνει εμβόλιο. Έβαλε δύο
13χρονους δίπλα-δίπλα, ο ένας μολυσμένος με ιό της ευλογιάς, ο άλλος
εμβολιασμένος.
Η φωτογραφία του Warner έκανε το γύρο του κόσμου και οι πιο δύσπιστοι πείθονταν. Ξεκίνησαν μαζικοί εμβολιασμοί σε διάφορες χώρες, αλλά οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι που ακολούθησαν, και τα λίγα διαθέσιμα μέσα, δεν βοήθησαν στο να χτιστεί παγκόσμια ανοσία στην ευλογιά γρήγορα.
Βεβαίως προσθέστε ότι εντωμεταξύ υπήρχαν και άλλες επιδημίες και πανδημίες,
που δεν βοήθησαν στον εμβολιασμό κατά της ευλογιάς, όπως αυτή της Ισπανικής
γρίπης του 1918.
Μέχρι που φτάσαμε στα 1950, όπου ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας το έβαλε
σκοπό να εξαλείψει τον ιό που ταλαιπώρησε τον πλανήτη μας για αιώνες. Ξεκίνησε
παγκόσμια καμπάνια μαζικού εμβολιασμού, σε κάθε χώρα, για το «πείραμα»
δημιουργίας ανοσίας αγέλης.
Αυτή η χαρακτηριστική φωτογραφία είναι από κέντρο εμβολιασμού στην Ν.
Υόρκη. Πολίτες περιμένουν υπομονετικά να εμβολιαστούν με κάτι που θα τους κάνει
επιτέλους ανίκητους στον θανατηφόρο ιό. Στα επόμενα 30 χρόνια οι εμβολιασμοί
συνεχίζονταν, με ό,τι μέσα διέθεταν τα κράτη.
Σταθερά και σταδιακά, τα κρούσματα ευλογιάς πέφτανε παγκοσμίως, μέχρι που έμειναν 1-2 χώρες με μερικά κρούσματα. Και το 1980 έρχεται η στιγμή που όλη η ανθρωπότητα περίμενε. Στις 8 Μαΐου 1980, το περιοδικό World Health, ανακοινώνει τα αποτελέσματα της 33ης Συνεδρίας του World Health Assembly του ΠΟΥ. Η ευλογιά έχει εξαλειφθεί! Ανατριχίλα.
Στην Σομαλία το 1977 ήταν το τελευταίο κρούσμα που καταγράφηκε. Περάσανε 3
χρόνια χωρίς ούτε ένα κρούσμα ευλογιάς πουθενά στον πλανήτη γη. Ο ιός είχε
εξαλειφθεί. Η ανθρωπότητα κατάφερε να κερδίσει έναν ιό που σκότωσε τουλάχιστον
1 δις ανθρώπους μέσα σε 11.000 χρόνια..
Δυστυχώς η ευλογιά είναι η μοναδική μεταδοτική ασθένεια που έχουμε
εξαλείψει ολοκληρωτικά. Αλλά το κατόρθωμα αυτό της ανθρωπότητας δείχνει τι
μπορούμε να κάνουμε με συλλογική προσπάθεια, καθοδηγούμενη από την επιστήμη.
Αυτή τη στιγμή είμαστε πολύ κοντά στο να επαναλάβουμε τον ίδιο άθλο, με τον ιό
της πολιομυελίτιδας, έναν ακόμη άθλιο ιό που προσβάλει κυρίως παιδιά μικρότερα
από 5 χρονών, χτυπώντας ύπουλα στην σπονδυλική στήλη, προκαλώντας παραισθησία
και μόνιμη παράλυση, ενώ 10% των παιδιών αυτών πεθαίνουν.
Το 1955 βγάλαμε εμβόλιο εναντίον πολιομυελίτιδας και παντού εμβολιάζονται
παιδιά. Από 200.000 κρούσματα το χρόνο παγκοσμίως, σήμερα έχουμε μόλις λίγες
εκατοντάδες και μόνο σε 2 χώρες (Αφγανιστάν και Πακιστάν). Σε λίγα χρόνια θα
εξαλειφθεί και ο ιός της πολιομυελίτιδας, όπως και αυτός της ευλογιάς! Άλλες 6
μεταδοτικές ασθένειες είναι κοντά στην ολοκληρωτική εξάλειψη από προσώπου γης,
μεταξύ των οποίων η διφθερίτιδα, η ερυθρά, η παρωτίτιδα, o κοκίτης και η ιλαρά.
Τα εμβόλια που έχουμε μας έχουν «σώσει» από πανδημίες, σβήνοντας φωτιές επιδημιών. Τα παραδείγματα είναι πάρα πολλά. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, είναι αυτός που στηρίζει όλα τα προγράμματα εμβολιασμού σε αναπτυσσόμενες χώρες. Το έργο του είναι τεράστιο.
Κάθε χρόνο σώζουμε 3 εκ. ανθρώπους από αυτές τις ασθένειες. Παρ’ όλα αυτά, κάθε χρόνο πεθαίνουν 1.5 εκ. άνθρωποι από μεταδοτικές ασθένειες για τις οποίες ΕΧΟΥΜΕ εμβόλια, αλλά δεν εμβολιάζεται ο κόσμος. Η ελλιπής ενημέρωση, η έλλειψη παιδείας, καθώς και ο φόβος είναι οι κύριοι λόγοι.
Διαβάζοντας όλα τα παραπάνω, μπορεί κανείς να αναγνωρίσει και να εκτιμήσει
πολλά πράγματα. Τη δύναμη της επιστήμης. Τη μακρόχρονη ιστορία των εμβολίων. Τα
χίλια μύρια κύματα που πέρασε η ανθρωπότητα για να φτάσουμε στο σήμερα. Σε μια
νέα πανδημία. Το σίγουρο είναι ότι θα κερδίσουμε και αυτή τη μάχη: Με κοινή
προσπάθεια, συλλογικότητα, με εμπιστοσύνη στην επιστήμη, με τις νέες γνώσεις
μας και τη νέα τεχνολογία στο πλάι μας, μακριά από προκαταλήψεις, από φόβο και
από τον σκεπτικισμό της άγνοιας.
Θα σας αφήσω με την ετυμολογία της λέξης VACCINE, μιας λέξης που μας θυμίζει πάντα την ιστορία του πρώτου εμβολίου του
κόσμου.
*Ο Δρ Νικόλας Διέτης είναι Επίκουρος Καθηγητής Φαρμακολογίας στην Ιατρική
Σχολή του Πανεπιστημίου Κύπρου
Το Άνθος της Δουραχάνης...
Της Μαρούλας Παπαευσταθίου – Τσάγκα *
Ο πατήρ Αθανάσιος ήταν μια σπάνια
προσωπικότητα που ο Θεός ευδόκησε να συναντήσουμε στη ζωή μας.
Δεν υπάρχει Γιαννιώτης που να μη γνωρίζει το έργο του να
μην το σέβεται και να μην το εκτιμά. Και ούτε είναι εύκολο να το αποτιμήσεις
γιατί θα το αδικήσεις. Πρόκειται για μια ζωή θυσίας και αυταπάρνησης. Ο
παππούλης εκδαπανούσε τον εαυτό του πολύ πριν τον γνωρίσουμε, παιδιόθεν. Εμείς
τον θυμόμαστε από τη δεκαετία του ’70-’80, τότε που λειτουργούσε και στην Αγία
Αικατερίνη, τις Κυριακές, επί 15 χρόνια. Ως εφήβων, μας είχε κάνει εντύπωση η
φράση που επαναλάμβανε συχνά στα κηρύγματά του εκεί: «Γονείς, για να σας ακούν,
μη μιλάτε στα παιδιά για τον Θεό αλλά στο Θεό για τα παιδιά».
Ένα κοφτερό πνεύμα φωτισμένο. Κοντά του νιώθαμε ασφάλεια
και ένα αίσθημα ότι ο Θεός μάς αγαπά και μας ενδυναμώνει. «Δυσκολίες θα έχουμε.
Με ασανσέρ δε θα πάμε στον Παράδεισο. Δεν μπορώ να ζητήσω από τον Θεό να μην
έχω εμπόδια, αλλά του ζητώ να μου δίνει αντοχές και δύναμη να παλεύω και να τα
ξεπερνώ», μας έλεγε για να μας δείχνει πώς πρέπει να σκεφτόμαστε και να μην
παραπονιόμαστε.
Λάμβανε υπόψη του την ανθρώπινη αδυναμία και δεν έκρινε
αλλά και δεν κατέκρινε, κάτι που μας υπενθυμίζει διαρκώς και με την φράση-
έμβλημα στην είσοδο της Ιεράς Μονής Δουραχάνης: «Αγάπα, Συγχώρα και Προχώρα στη
Ζωή σου». Μας προειδοποιούσε πάντοτε για όλα όσα θα συνέβαιναν και για τα
τωρινά τεκταινόμενα, που τα έχει προβλέψει αρκετά χρόνια πριν. Γι αυτό και
επέμενε στην δύναμη της Παράδοσης για να φυλάξουμε την ιδιοπροσωπία μας.
«Στήκετε και κρατείτε τας παραδόσεις» και «ξύπνα καημένε μου ραγιά…»,
βροντοφώναζε όλα τα προηγούμενα έτη περικλείοντας όλα τα σημαινόμενα μέσα στη
φράση. Τα τελευταία χρόνια είχε προσθέσει στο κήρυγμά του το «στήκετε και
κρατείτε τη γλώσσα. Τα ελληνικά είναι η γλώσσα των γλωσσών»!
Μια από τις λεπτότερες έγνοιες του ήταν να μη χαθεί το
άρωμα της Παράδοσης. «Το περιβόλι μας με τα τραγούδια και τα πλούσια νοήματα να
το γνωρίζουμε, να το αγαπούμε». Μας προέτρεπε να δραματοποιούμε τα δημοτικά μας
τραγούδια σε θεατρικές παραστάσεις «για να έχουν εικόνες τα παιδιά». Γνώριζε
ανέκαθεν την παράμετρο αυτή της σύγχρονης Εκπαίδευσης, πως, δηλαδή, ευκολότερα
έτσι θα «μιλούσαν» τα κείμενα στην καρδιά των μαθητών οδηγώντας τους σε υγιείς
και δημιουργικούς δρόμους και μαθαίνοντάς τους, παράλληλα, να εστιάζουν στο
θετικό, ώστε να γίνεται από μόνο του αποβλητέο το επιβλαβές των αρνητικών
θεαμάτων και ακροαμάτων.
Ως πνευματικός πατέρας, την αυστηρότητα την κρατούσε για
τον εαυτό του και σήκωνε στις πλάτες του το βάρος μας.«Τον συνάνθρωπο να τον
πλησιάζεις με βελούδινα χέρια» έλεγε, φανερώνοντάς μας κάποια στιγμή - και με
την περιεκτική αυτή έκφραση - τη μέθοδο της Παιδαγωγίας. Ο τρόπος του ήταν ένας
συνδυασμός δυναμισμού και απαλότητας. Ο δυναμισμός του μπορούσε να παρεξηγηθεί
ως σκληρότητα, αν δεν διέκρινες την κρυμμένη εσωτερική τρυφερότητα. Η
χαρακτηριστική του φράση στα πολύμορφα εμπόδια ήταν: «το θάρρος σώζει» και
«νίκα το κακό με το καλό».
Αλλά και «τσοπανόσκυλο» ήταν ο παπα Θανάσης για το
ποίμνιο. Σαν τα πολλά σκυλιά που ζούνε κι αυτά στη Μονή Δουραχάνης και που
κάθονταν γύρω του σαν αρνάκια. Τον αναζητούσαν όπου και να πήγαινε, σαν πιστοί
ακόλουθοι και φίλοι. «Αυτά με αγαπούν περισσότερο…» μας έλεγε, πειράζοντάς μας.
Παλαιότερα έπαιζε μπάλα με ένα από αυτά, το οποίο την απέκρουε με τη μουσούδα
του με καταπληκτική ευστοχία. Ο αθλητισμός εξάλλου, στον παππούλη, ήταν
κατάκτηση και … προίκα από τα νιάτα του, αφού έπαιζε σε επίσημη ποδοσφαιρική
ομάδα των Ιωαννίνων, έχοντας διακριθεί. Επίσης διήνυε ως δρομέας αποστάσεις
Μαραθωνίου ανηφορικές! Γι αυτό και οι μαθητές όλων των ετών που έχουν περάσει
από τα χέρια του (τα πνευματικά και προσευχητικά χέρια, αφού ο ίδιος δίδασκε
μόνο με το παράδειγμά του) αναπτύσσουν το πνεύμα, την ψυχή και το σώμα, καθώς
οι εξαίρετοι συνεργάτες του, άνδρες και γυναίκες, εθελοντές σε όλους τους
τομείς, και εκπαιδευτικοί, φροντίζουν για την διανοητική-ακαδημαϊκή,
καλλιτεχνική-πνευματική και αθλητική ανάπτυξη των μαθητών.
Η όλη παρουσία του είναι οσμή ευωδίας πνευματικής. Η
λεπτότητα της ψυχής του, μύρο που μας μεταδίδει την αγάπη του Θεού. «Απείραστος
ο Θεός. Δεν τιμωρεί. Τα σφάλματά μας μάς εμπλέκουν σε καταστάσεις». Ή, συχνά:
«Διαβάζετε πολλά βιβλία και συγγράμματα, αχ, δεν μπορώ να καταλάβω, βρε παιδιά
μου, την Αγία Γραφή γιατί την αμελείτε; Έχει τις λύσεις για όλα τα προβλήματα.
Εγώ ως ιερέας κολυμπάω, πώς να σας το πω, εσείς δεν το καταλαβαίνετε…».
Χωρίς να μάθει ποτέ γράμματα, είναι η Χάρις, η «σοφίζουσα
νήπια», που τον δίδαξε. Άλλωστε με θεία φανέρωση έγινε η κλήση του σε κληρικό,
που χειροτόνησε ο μακαριστός και πολύ αγαπητός στα Ιωάννινα Χρυσόστομος
Βούλτσος, επίσκοπος Δωδώνης τότε, τον οποίον κάθε φορά που μας τον ανέφερε
συγκινείτο.
Ήταν βασανισμένος από την τρυφερή ηλικία, που υπήρξε πολύ
βίαια λόγω του Ελληνοϊταλικού πολέμου ’40-’41 και της Γερμανικής Κατοχής, από
την οποία υπέφεραν πολύ τα χωριά μας, ιδιαίτερα του Ανατολικού Ζαγορίου, από
όπου κατάγεται και στα οποία, δυστυχώς, έχουμε και ολοκαύτωμα. «Στο χωριό μας
καήκαμε τέσσερις φορές», επαναλαμβάνει συχνά. «Σχολείο πήγα μόνο τρεις μήνες.
Στη Βωβούσα μάς δίχασαν, είμαστε βλαχόφωνοι και μας υποχρέωναν να πάμε στο
ρουμάνικο σχολείο που άρχισε να λειτουργεί στο χωριό μας. Αντέδρασα σαν θηρίο.
Μας έβαλαν τιμωρία γονατιστούς σε σπασμένα τζάμια. Όταν τελείωσε ο Β΄
Παγκόσμιος Πόλεμος, ήμουν 12 στα 13 χρόνια. Τότε λειτούργησε ελληνικό σχολείο,
μόνο για 25 μέρες, γιατί ξεκίνησε ο εμφύλιος και σταμάτησε…»
Έχει δημιουργήσει με τη βοήθεια του Θεού ένα τεράστιο
έργο, από το 1974, που έγινε κληρικός ως σήμερα: ανακαίνιση στο ιστορικό
μοναστήρι, κελιά γύρω από τον ναό της Παναγίας, αρχονταρίκι, μαγειρεία, σχολεία
(Δημοτικό και Γυμνάσιο), οικοτροφείο, βιβλιοθήκες, μοναστική τράπεζα για τη
συνεστίαση με τον κόσμο και άλλες τραπεζαρίες, αναγνωστήρια, αίθουσες
ψυχαγωγίας, αίθουσα θεάτρου, χώρους άθλησης, χώρους διαμονής των συν-εργατών,
χώρους φιλοξενίας και άλλες πτέρυγες οικοδομικές, αποθήκες, Ιερό Ναό του Αγίου
Αθανασίου και άλλον, μικρότερο, της Αναστάσεως, ραδιοφωνικό σταθμό («Σπίνος»),
ξυλουργείο, μουσείο με την εύστοχη επωνυμία - επιγραφή «Σταλαγματιές από την
Παράδοση», κήπους…
Ο Ιερομόναχος Αθανάσιος. Ένας άνθρωπος καθαρότερος και από τις ακτίνες του
ηλίου. Την καθαρότητα της Ορθοδοξίας υπερασπίστηκε πάντοτε τονίζοντάς την σε
μας και με τη φράση: «δέχεσαι να μπει κάτι στο μάτι σου;». Έμπλεος ανείπωτης
αγάπης, απλότητος και ανιδιοτέλειας μας υπενθύμιζε ότι «θα αναχωρήσουμε μια
μέρα, αλλά όμως και εδώ θα πρέπει να έχουμε όλοι τα απαραίτητα∙ όχι ό ένας να
πετάει και ο άλλος να πεινάει. Να έχουμε ενότητα και να φροντίζουμε τον
συνάνθρωπο». Ο ίδιος είναι ο πρώτος που επισκέφτηκε την Αλβανία μόλις άνοιξαν
τα σύνορα, με φορτηγά τροφίμων και χρειωδών. Το ίδιο έκανε και με αποστολές στη
Σερβία, στους Πομάκους και όπου αλλού εμείς δε γνωρίζουμε. Προπάντων δεν αφήνει
ποτέ τούς ενδεείς και «εν περιστάσει» όντας του Ν. Ιωαννίνων και της Ηπείρου,
ευρύτερα. Ως και για τους φυλακισμένους βραχείας διαρκείας αυτός φροντίζει με
δεκάδες μερίδες φαγητό κάθε μέρα. Η μέριμνά του και η προνοητικότητα θυμίζαν τη
σοφία του Ιωσήφ της Παλαιάς Διαθήκης. Στο Δημοτικό, Γυμνάσιο και στο
Οικοτροφείο, με παιδιά και του Λυκείου, που έχει ο Μορφωτικός και Πολιτιστικός
Σύλλογος το «Άνθος», φιλοξενούνται μαζί με τα Ελληνάκια και παιδιά από την Αλβανία,
από εικοσιπενταετίας και πλέον. Και στα κατατρεγμένα αυτά προσωπάκια όλων
βλέπεις να ανθίζει ξανά το χαμόγελο, να ξαναβρίσκουν την χαμένη «ομοιόσταση».
Να ανακαινίζεται η νεότης μικρών και μεγάλων, ως αετού.
Ένα διαμάντι αμόλευτο από την περιττή επεξεργασία, όπως
το επέτρεψε ο Θεός, ίσως για να είναι πιο κοντά στο αρχαίον κάλλος και να
διευκολύνει και τη δική μας κουρασμένη όραση.«Έναν πυρήνα έκανα και σεις
αναπτύξτε τον», μας έλεγε με απλότητα, όταν αναλογιζόμαστε τη σπουδαιότητα της
προσφοράς του. Το ήθος του μας μπόλιασε, μας στήριξε, μας σκέπασε, μας
καθοδηγεί. Επρόκειτο για αληθινά σεμνή παρουσία. Ποτέ δεν επεδίωξε τιμές. Το
χάρισμα της διάκρισης για όλα τα θέματα γίνεται κατανοητό από μας σε ανύποπτο
χρόνο. Οι συμβουλές του καίριες, με προόραση και διόραση.
Κοινή συνείδηση των Γιαννιωτών -και όχι μόνο- πως στάθηκε
υπεράξιος της κλήσης του, καθώς έχει προσφέρει τον εαυτό του, με όλες τις
δυνάμεις, στον συνάνθρωπο. « Όλα για το λαό»∙ και ο ιδρώτας του λαού είναι ο
προσφέρων τον οβολό ή το περίσσευμα, για την ανέγερση αυτού του μοναδικού
οικοδομήματος της Αγάπης. «Με συγκινείτε με την αγάπη σας και, δεν ξέρω, πώς να
το πω, με δεσμεύετε…». Η δύναμη της προσευχής του έκανε θαύματα. «Ελάτε αδέλφια
μου»! Έτσι μας καλούσε αυτός ο κοινωνικός και αγαπητός άνθρωπος και πνευματικός
πατέρας, στην κοινότητα προσώπων και όχι στη μόνωση που καταθλίβει και δε
σώζει∙ γι αυτό συχνά επαναλάμβανε το «ουαί τω ενί». «Να μοσχοβολούν οι πράξεις
μας, αυτό είναι καλή νηστεία.
Ζούσε σαν να είναι την επόμενη στιγμή να αναχωρήσει και δρούσε σαν να είναι
αιώνιος. Σε μια ετοιμότητα και αιωνιότητα ταυτόχρονα. Σε μια ησυχία και
αγωνιστικότητα παράλληλη. Σε μια ένωση με πίστη, δυνατή, «με συρματόσχοινο» με
τον Θεό, όπως νιώθει ο ίδιος και όπως μας προτρέπει να συνδεθούμε κι εμείς. Αντίστοιχα,
για τις άλλες συνδέσεις της ζωής μας, συμβουλεύει να είμαστε «δεμένοι με τριχιά
με το συνάνθρωπο και με κλωστή με τα υλικά πράγματα». Επιπλέον παρατηρούσε: «Η
αγάπη ξεσηκώθηκε από τον άνθρωπο. Έχουμε πρόχειρη αγάπη τώρα, συναισθήματα. Το
να αγαπάς τον εχθρό σου είναι η βάση όλης της κοινωνίας».
Στην Κατασκήνωση που έχει χτίσει και φυτέψει επίσης ο
ίδιος, στη Λευκάδα, και στην οποία χωρίς την παραμικρή καταβολή χρημάτων κάνουν
τις διακοπές τους μαζί με τα άπορα και εύπορα παιδιά, έχουμε συναντήσει έναν
άλλο παράδεισο. Για να έχουν οι παιδικές και εφηβικές ψυχές Χαρούμενες
Αναμνήσεις για τις δυσχείμερες περιόδους του βίου, ο ίδιος έλουσε το φθαρμένο
ράσο του με ιδρώτα.
Η ταπείνωση ήταν το πλούσιο και αφανές χαρακτηριστικό
του, γιατί δεν έκανε τίποτε άλλο από το να κινείται φυσιολογικά και ανθρώπινα
και αθόρυβα. Διεκδικητής μέχρι τέλους αλλά και υποχωρητικός εντελώς, σύμφωνα με
τις περιστάσεις και προς όφελος του κόσμου πάντα. Οιακοστρόφος. Σιωπηλά και
ομιλητικά, ανάλογα με τις περιστάσεις. «Τα λόγια να μην είναι ανάλατα», έλεγε
πάντα.
Παρ’ όλες τις πολλές πίκρες και τα άπειρα εμπόδια,
στάθηκε όρθιος και άκακος. Ένα φως στα Γιάννενα, στην Ήπειρο και στους πολλούς
αποδήμους της. Εκατοντάδες μαθητές από τη δεκαετία του ’60-’70 ως σήμερα
ευεργετήθηκαν. Στο οικοτροφείο-νοικιασμένο παλιό οίκημα των Ιωαννίνων από τον
ίδιο ως λαϊκό, τότε, με όποια χρήματα έβγαζε από τον τίμιο μόχθο του ως
ξυλουργός- διέμεναν μαθητές που διακρίθηκαν για την επιμέλεια, την τάξη, τη
φιλοτιμία και τη φιλαλληλία. Στις πιθανές αταξίες τους η τιμωρία ήταν να τους
πλένει ο ίδιος τα πόδια!
Το «φαινόμενο» παπα Θανάσης είναι ένας σύγχρονος
Ευεργέτης των Ιωαννίνων και του οφείλουμε άπειρη ευγνωμοσύνη. Σε εκείνους που
έμπρακτα ωφέλησαν την πόλη έμπρακτα αποδίδουμε τις τιμές, λέει ο αρχαίος Θουκυδίδης,
διά του Περικλέους, στον «Επιτάφιο». Το ελάχιστο που μπορούμε να κάνουμε για
εκείνον, εμείς, είναι να μιλήσουμε ευγνωμονώντας για τα θαυμαστά που είδαμε και
νιώσαμε. Για το μέγα θαύμα να ανθίζει η πέτρα αλλά και για το μεγαλύτερο θαύμα
να καρπίσει η μέσα πέτρα της ψυχής μας∙ «ἐὰν οὗτοι σιωπήσωσιν, οἱ λίθοι
κεκράξονται». Έχτισε μια νέα «Βασιλειάδα», Αθανασιάδα θα την ονομάζαμε,
προφρόνως, και «χτίστηκε» σ’ αυτήν ο ίδιος ο πρωτομάστορας! «Τούτα τα χέρια τα
έκαναν όλα αυτά», επαναλάμβανε μέχρι και πριν αρκετόν καιρό -που η εξασθένηση
του εαυτού του τον καθήλωσε στο κρεβάτι και έλειψε σε όλους μας τόσο πολύ- για
να μας υπενθυμίζει το ελάχιστο χρέος της αναγνώρισης.
Η μνήμη και η απόδοση της οφειλής, έστω και μεταθανάτια,
μας μετατοπίζει από τον χώρο των σιωπηλών παρατηρητών ενός θαύματος στους
αναγνωρίζοντες την παρακαθήκη, την οποία με σεβασμό επιθυμούμε να μεταβιβάσουμε
στους νεότερους. Ού κρύπτομεν την ευεργεσία, την οποία δεχθήκαμε όλοι
ανεξαιρέτως, σε μικρό ή μεγάλο βαθμό, από την σπάνια αυτή ένθεη ύπαρξη, που -με
το βίωμά της- μπόλιασε τη ζωή μας με την «καλλιέλαιο» του Κυρίου.
Στο Ντουραχάν έχει συντελεσθεί ένα έργο πολυδιάστατο,
βασισμένο σε γερά θεμέλια, το οποίο συνεχίζεται και με τη χειροτονία των
μοναζουσών της Δουραχάνης από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ιωαννίνων κ.κ.
Μάξιμο, υπό την ευλογία του. Η «εμβληματική αυτή προσωπικότητα των Ιωαννίνων»,
όπως αποκαλεί τον πατέρα Αθανάσιο, ο Σεβασμιώτατος, στο επικήδειο μήνυμά του,
«ήταν ένας άνθρωπος που θυσίασε τη ζωή του για τη διακονία του Θεού και τη
διακονία των ανθρώπων… Στερήθηκε ο ίδιος, για να βοηθήσει εκείνους που
στερούνταν, ώστε να βρουν το δρόμο…».
Η εξόδιος ακολουθία τελέστηκε σεμνοπρεπώς υπό του
Πρωτοσυγκέλου της Ι. Μητροπόλεως Ιωαννίνων, Αρχιμανδρίτου π. Θωμά Ανδρέου. Η
τελευταία κατοικία του παππούλη, δίπλα στο ιερό της Μονής Δουραχάνης, απέριττη,
μιλάει από μόνη της στους προσκυνητές που συρρέουν για να εναποθέσουν τα δικά
τους λουλούδια στο μυρίπνοον Άνθος του Ντουραχάν: ενθάδε κείται και αναπαύεται
ο οσιότατος ιερομόναχος Αθανάσιος, ένας νικηφόρος μαχητής της ζωής.
Αιωνία η μνήμη σου αγαπημένε μας πάτερ.
* Η Μαρούλα Παπαευσταθίου - Τσάγκα είναι Διδάκτωρ Ιστορίας - Συντονίστρια Εκπαιδευτικού Έργου Φιλολόγων ΠΕΚΕΣ Ηπείρου. e-mail: pmaroula@gmail.com
(Πηγή: Πρωινός Λόγος, 20/12/2021)
ΣΟΥΛΙΩΤΕΣ
– ΑΥΤΟΙ ΟΙ ΑΠΡΟΣΚΥΝΗΤΟΙ ΑΕΤΟΙ ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ
Της Αλίκης Νάσση
Πολλές υπήρξαν οι προσπάθειες ετυμολόγησης του ονόματος
Σούλι και από ιδιαίτερα αξιόλογους μελετητές και ιστορικούς. Αναφέρονται οι
σημαντικότερες:
Σύμφωνα με τον Χρ. Περραιβό, το όνομα
Σούλι δόθηκε στην περιοχή από έναν Soul, i (Σούλ, ι), Μουσουλμάνο Αλβανό, ο
οποίος, σε συμπλοκή μαζί τους, σκοτώθηκε στον τόπο τους και οι Σουλιώτες, εις
ανάμνησιν αυτής της νίκης τους, έδωσαν αυτό το όνομα στην περιοχή τους…».
«… Σώζεται βέβαια και η προφορική παράδοση στην περιοχή
Μαργαριτίου, σύμφωνα με την οποία ένας μουσουλμάνος Αλβανός (Τσάμης), ονόματι
Σούλι-ιου, σκότωσε έναν ομόφυλό του και, φοβούμενος την αντεκδίκηση, κατέφυγε
στα σουλιωτικά όρη και έγινε ο πρώτος οικιστής αυτού του τόπου, δίνοντάς του
και το όνομά του…».
«… Η δεύτερη άποψη είναι του Π. Φουρίκη. Σύμφωνα με τον
αξιόλογο αυτό μελετητή, αφού στον τόπο κατοίκησαν Αλβανοί, όπως ο ίδιος τους
αποκαλεί, φυσικό είναι το όνομα να είναι και στη γλώσσα τους. Shul,i στα αλβανικά, σύμφωνα πάντα με τον
μελετητή, σημαίνει ξύλο, κορμός δένδρου, και κατ’ επέκταση, «σούλα» που
σημαίνει άκρη σκοπιάς, βίγλα. Αυτό το όνομα έδωσαν στη περιοχή αυτοί οι
αλβανόφωνοι οικιστές της, και, λόγω των κορυφογραμμών που υψώνονται πάνω από το
Τετραχώρι…».
«… Άλλη εκδοχή που έχει διατυπωθεί είναι ότι αυτό ήταν το
όνομά του πρώτου οικιστή, κάποιου Έλληνα Σούλη (ίσως εκ του Αθανάσιος ή
Αναστάσιος) από τον οποίο δόθηκε και το όνομα στην περιοχή…».
«… Ο ποιητής Ανδρέας Κάλβος στην ωδή του «Εις Σούλι»
συνδέει το Σούλι με τη χώρα των Σελλών.
«Ο Γεώργιος Μπαμπινιώτης ετυμολογεί το Σούλι από το
αλβανικό sul, i, που σημαίνει αιχμηρή κορυφή
(βουνού)…».
«… Ο Κώστας Μπίρης θεωρεί ότι η ομώνυμη περιοχή (Shullan) στη μακρινή Δέβρη, κοντά στην λίμνη Αχρίδα, έδωσε το
όνομα στην περιοχή καθώς και τους πρώτους οικιστές της…».
Έχουσα υπόψη μου όλες αυτές τις διαφορετικές μεταξύ τους
ερμηνείες- ετυμολογήσεις από διακεκριμένους και αξιόλογους ιστορικούς και
μελετητές και ως ένα βαθμό και επηρεασμένη από αυτές, άργησε να λάμψει μέσα
μου, θέλω να πιστεύω, η αλήθεια.
Αρβανίτες ίδρυσαν το Σούλι, την αυτή με εμάς τους
Φαναριώτες και Λακκασουλιώτες Αρβανίτες γλώσσα ομιλούντες, κατά συνέπεια και
τους αυτούς με τους προγόνους μας γλωσσικούς δρόμους ακολουθούντες.
Παλαιά συνήθεια των Αρβανιτών και της γλώσσας μας, της
πελασγικής, είναι να προσδίδουν στο ονομαζόμενο με το επίθετο τις μόνιμες
ιδιότητες και γνωστά χαρακτηριστικά του, όπως πράττει άλλωστε και ο παππούς ο
Όμηρος στα έπη του με τα γνωστά σε εμάς τους φιλολόγους τυπικά επίθετα και τις
τυπικές φράσεις του (συνετός Τηλέμαχος, θεϊκός Οδυσσέας, κοσμοσείστης Ποσειδών,
Κρονίδης Δίας, γλαυκομάτα Αθηνά, τα μάτια λάμποντας η Αθηνά, ο πορθητής της
Τροίας Οδυσσέας κ.λπ.).
Οι Σουλιώτες, στη μεγάλη πλειοψηφία των γενών τους,
μεταχειρίζονταν την αρβανίτικη στις καθημερινές τους επαφές και είναι λογικό
και το τοπωνύμιο της εγκατάστασής τους στα απάτητα όρη τους να δοθεί στη
μητρική τους γλώσσα.
Βασικό χαρακτηριστικό των Σουλιωτών υπήρξε το αδούλωτο,
ανυπότακτο και απροσκύνητο φρόνημα, η αγάπη προς την ελευθερία, η περηφάνια και
η λεβεντιά τους.
S’uliet Sulioti! (Σούλιετ Σουλιώτη-Ο Σουλιώτης δεν
προσκυνά!)
Σούλι και Σουλιώτες επομένως είναι ο τόπος και οι
άνθρωποι που δεν προσκύνησαν, δεν παραδόθηκαν, δεν υποτάχτηκαν, δεν
ταπεινώθηκαν, δεν ντροπιάστηκαν, δεν εξευτελίστηκαν. Οι Αρβανίτες Έλληνες
(Ρωμιοί) Σουλιώτες.
Το ρήμα στην αρβανίτικη γλώσσα είναι:
ulem (ούλιεμ-αμετάβατο) = σκύβω, χαμηλώνω,
προσκυνώ, υποτάσσομαι, ταπεινώνομαι, εξευτελίζομαι.
ul (ουλ- μεταβατικό) = χαμηλώνω,
κατεβάζω, σκύβω, υποστέλλω (σημαία) και εξετάζουμε τη σύνταξη και τη σημασία
του με αντικείμενα τις λέξεις kokën (κόκ’ν=κεφάλι), qafën (κιάφ’ν=σβέρκο) και armët (αρμ’τ=άρματα, όπλα).
Συνήθεις φράσεις στους Αρβανίτες είναι οι:
ul kokën (ουλ κόκ’ν = χαμηλώνω, σκύβω το κεφάλι,
προσκυνώ, ταπεινώνομαι) και ul armët (ουλ αρμ’τ = χαμηλώνω, κατεβάζω,
παραδίδω τα όπλα, παραδίδομαι).
ul qafën (ουλ κιάφ’ν-σκύβω το σβέρκο,
υποτάσσομαι)
Στην
φράση-απαίτηση του εχθρού (Μουσουλμάνων Αλβανών, συνήθως) uli armët (ούλι
αρμ’τ = κατέβασε τα όπλα, παραδώσου), ulie kokën (ούλιε κόκ’ν =
σκύψε το κεφάλι, προσκύνα, χαμήλωσε την περηφάνια σου), ulie qafën
(υποτάξου) uliu
(ούλιου-σκύψε, προσκύνησε, ταπεινώσου), ο Σουλιώτης απαντούσε και προ της
μετοίκησής του και μετά:
Jo, se ul kokën ή s’ul kokën (όχι,
δεν σκύβω το κεφάλι, δεν προσκυνώ, δεν ταπεινώνομαι), si ul armët ή s’ul armët (δεν
παραδίδω τα όπλα), se ul, s’ ul qafën (δεν
υποτάσσομαι) s’uliem (δεν προσκυνώ,
δεν ντροπιάζομαι).
Επομένως
το Σούλι είναι:
Vendi që su ul (βέντι κι σου
ουλ) = ο τόπος που δεν προσκύνησε, δεν παραδόθηκε, δεν έσκυψε, δεν
ντροπιάστηκε, δεν ταπεινώθηκε, δεν έχασε την περηφάνιά του.
Ata (ατά-αυτοί οι
Αρβανίτες) s’ulin kokën, s’ulin armët, s’ulin qafën, s’ulien (σ’ ούλιν κόκ’ν,
σ’ούλιν άρμ’τ, σ’ούλιν κιάφ’ν, σ’ ούλιεν = δεν σκύβουν το κεφάλι, δεν
παραδίδουν τα άρματα, δεν σκύβουν το σβέρκο (δεν υποτάσσονται), δεν προσκυνούν,
δεν εξευτελίζονται, δεν ταπεινώνονται), έλεγαν συχνά οι κάτοικοι των γύρω
περιοχών, αλλά και οι Τσάμηδες, αναφερόμενοι στους Σουλιώτες.
Βασικό
χαρακτηριστικό των Σουλιωτών υπήρξε το αδούλωτο, ανυπότακτο και απροσκύνητο
φρόνημα
Η
ονομασία δε Κακοσούλι που συναντάμε σε πολλές πηγές και σε δημοτικά τραγούδια
ως το πρώτο όνομα του οικισμού του Σουλίου, πολύ πιθανόν να προήλθε από την
απάντηση των Σουλιωτών s’ul kokën (σ’ ουλ
κόκ’ν) ή kokën s’ul (κόκ’ν σ’
ουλ-Κακοσούλ, εκ παραφθοράς).
Ο
Αρβανίτης επομένως που δεν προσκύνησε, που δεν υπέκυψε στις πιέσεις των
Μωαμεθανών, Τούρκων και Αλβανών, είναι ο s’ uli armët (σ’ ουλι
άρμ’τ), s’uli kokën, qafën (σ’ ούλι κόκ’ν,
κιάφ’ν), ο τόπος του Sul, i-Σούλ,ι και
εκείνος ο Αρβανίτης ο οποίος S’uliet–Σ’ούλιετ = δεν
προσκυνά-ο απροσκύνητος Σουλιώτης, με την προσθήκη της κατάληξης –ώτης, του
τοπωνυμικού στην αρβανίτικη και την ελληνική γλώσσα, όπως Γιαννιώτης,
Καστριώτης (Καστρί αρβ. λέξη), Καναλακιώτης, Γοριτσιώτης (Γορίτσα αρβ. λέξ)
κ.λπ.
Οι
Σουλιώτες έδωσαν στον τόπο τους το όνομα με το βασικότερο χαρακτηριστικό της
φυλής τους.
Το αδούλωτο
και απροσκύνητο πνεύμα, την αξιοπρέπεια και την περηφάνια τους.
Έγινε μία
ετυμολογική προσέγγιση στη λέξη και με το ρήμα sulem-σούλεμ = εφορμώ, επιτίθεμαι και το ουσιαστικό sulm, i-σουλμ, ι =
επίθεση, εφόρμηση, έφοδος, την οποία ίσως να φώναζαν οι Σουλιώτες κάθε φορά που
πραγματοποιούσαν επίθεση κατά των εχθρών τους.
«suliu-σούλιου» =
κουνήσου, ήταν η συνήθης προτροπή της μητέρας μου και kë sulme jan këto (κ’ σούλμε γιαν
κ΄το); = τι καμώματα (δυσάρεστες ενέργειες) είναι αυτά;
Επειδή
όμως δεν υπάρχει πουθενά καταγεγραμμένη, έστω και με προφορική παράδοση, αυτή η
μαρτυρία, και επειδή, λογικά σκεπτόμενη, θεωρώ ότι θα ήτο παράδοξο να προηγηθεί
η πράξις (επιθέσεις) της ονομασίας του οικισμού, εννοώντας με αυτό ότι οι
Σουλιώτες, άμα τη εγκαταστάσει τους στον τόπο αυτό, προέβησαν και στην
ονοματοθεσία, με κριτήριο την έως τότε στάση τους απέναντι στους μουσουλμάνους
και το γενεσιουργό αίτιο της μετοίκησής τους, ήτοι το ελεύθερο και απροσκύνητο
φρόνημά τους.
Πάντα
πίστευα και θα συνεχίσω να το υποστηρίζω μετ’ επιτάσεως ότι την Ιστορία ενός
τόπου καλό θα ήταν να συγγράφουν και εκείνοι που έζησαν σε αυτόν και γνωρίζουν
καλώς τη γλώσσα του και τον πολιτισμό του.
Οι
Αρβανίτες είναι γνήσιο πρωτοελληνικό φύλο, απόγονοι των Πελασγών
Οι
έγκριτοι ιστορικοί, οι οποίοι ασχολήθηκαν με το Σούλι, δυστυχώς, δεν γνωρίζουν
όλοι την αρβανίτικη γλώσσα. Κατά συνέπεια είναι φυσικό να διαπράττονται λάθη
στην ετυμολόγηση λέξεων, άγνωστων σε εκείνους. Υπάρχει λ.χ. διαφορά στο –s και –sh της αρβανίτικης
γλώσσας και είναι λάθος περιοχές με το -sh στο
όνομά τους να αποδίδονται στο Σούλι, όπου το -σ δεν είναι –sh παχύ. Επίσης
παρατηρείται σύγχυση σε ορισμένους μελετητές, ως προς τους όρους Αλβανός και
αλβανικός και Αρβανίτης και αρβανίτικος.
Οι
Αρβανίτες δεν είναι Αλβανοί και δεν αποτελούν φυλετική υποομάδα των Τόσκων. Οι
Αρβανίτες είναι γνήσιο πρωτοελληνικό φύλο, απόγονοι όντες των Πελασγών, και
φυσικά δεν ομιλούν διάλεκτο της αλβανικής αλλά αυτούσια και πρωτοελληνική
γλώσσα, την πελασγική, ούσα μητρική της ελληνικής και αλβανικής γλώσσας και όχι
μόνο…
Πολλοί
γείτονές μας ιστορικοί αποδέχονται ότι η αρβανίτικη είναι αρχαιοτέρα της
σύγχρονης αλβανικής και μητέρα της γλώσσας τους, αρνούνται, όμως, πεισματικά
ότι οι Αρβανίτες είναι φύλο ελληνικό και όχι αλβανικό. Οι φίλοι μας οι Αλβανοί
δεν έχουν παρά να εξετάσουν με μία πιο προσεχτική ματιά τη γλώσσα τους, να τη
συγκρίνουν με την αρχαία ελληνική και τότε θα ανακαλύψουν γέφυρες που θα τους
βοηθήσουν να αναθεωρήσουν απόψεις και για τη δική τους φυλετική καταγωγή…
Εμείς οι
σε ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο διαβιούντες Αρβανίτες τους απαντάμε ότι οι
πρόγονοί μας αλλά και εμείς, Πελασγών απόγονοι και Πρωτοέλληνες όντες στον
ελλαδικό χώρο, είμαστε και θα εξακολουθήσουμε να είμαστε «παγά λαλέουσα του
Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας» ανά τους αιώνες…»
«Θα ήθελα
δε εν κατακλείδι να επισημάνω, ότι όσοι ασχολούνται με τους Αλβανούς, τους
Έλληνες και την καταγωγή των Αρβανιτών, καλόν θα ήτο πρώτα να μελετήσουν την
αρβανίτικη, διότι η γλώσσα αυτή έχει πάρα πολλά να μας δώσει, τόσα, ώστε να
είναι ικανά να μεταβάλουν τον ρουν της Ιστορίας…»
![]() |
Ο Γιώργης Μελίκης με το δάσκαλο Δημήτρη Τάσση σε χωριό της Λάκκας Σούλι στα γυρίσματα για την εκπομπή
«Κάθε τόπος και τραγούδι».
|
«Δεν λέγονται «πανηγύρια», αρπαχτές λέγονται…»
ΣΥΝΤΗΡΟΥΝΤΑΙ ΚΑΙ ΑΝΑΔΕΙΚΝΥΟΝΤΑΙ ΝΑΟΙ ΚΑΙ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ
Ο ΠΥΡΡΟΣ ΚΑΙ Ο Μ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΗΤΑΝ ΞΑΔΕΡΦΙΑ
Ο ΣΟΛΩΝΑΣ: ΚΑΤΑΡΓΗΣΕ ΤΗΝ ΠΡΟΙΚΑ ΠΡΙΝ 2.600 ΧΡΟΝΙΑ!
[Απόδοση: Από τους άλλους γάμους κατάργησε τις προίκες θέσπισε ότι, κάθε γυναίκα που παντρευόταν, είχε δικαίωμα να παίρνει μαζί της μονάχα τρία φορέματα, μερικά σκεύη πολύ μικρής αξίας και τίποτε περισσότερο από αυτά. Και αυτό το έκανε γιατί δεν ήθελε ο γάμος να καταντήσει αγοραπωλησία ούτε εμπόρευμα , αλλά να γίνεται η συγκατοίκηση του άντρα και της γυναίκας με σκοπό την απόκτηση παιδιών , την αρετή και την αληθινή αγάπη.]
3. Απαγόρεψε να κακολογούν τούς νεκρούς
4. Καθιέρωσε τις διαθήκες.
5. Πότε ο γιος ήταν υποχρεωμένος να γηροκομήσει τον πατέρα του.
ΧΩΡΙΑ–«ΦΑΝΤΑΣΜΑΤΑ» Σ’ ΟΛΗ ΤΗΝ ΗΠΕΙΡΟ!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου